«Μία φορά και έναν καιρό ήταν και δεν ήταν», με αυτή τη φράση ξεκινούν τα τσιγγάνικα παραμύθια, η οποία, δυστυχώς, μπορεί να εφαρμοστεί και στη πραγματικότητα που βιώνουν οι Ρομά. Είναι και δεν είναι πολίτες, είναι και δεν είναι άνθρωποι, είναι και δεν είναι στη ζωή, αφού δολοφονούνται. Τελευταίο θύμα ήταν ο 17χρονος Χρήστος Μιχαλόπουλος στο Λεοντάρι Βοιωτίας, που έπεσε νεκρός από όπλο αστυνομικού, σύμφωνα με τον οποίο εκπυρσοκρότησε. Ο αστυνομικός αυτή τη στιγμή είναι ελεύθερος υπό περιοριστικούς όρους.

Οι σκηνοθέτες Ανέστης Αζάς και Πρόδρομος Τσινικόρης επιστρέφουν με το “Romáland” στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, μετά από πολύμηνη έρευνα, από το Ζεφύρι και τον Ασπρόπυργο μέχρι τη Θεσσαλονίκη, τη Λάρισα και τις Σέρρες, δίνοντας φωνή στους Ρομά, για να μοιραστούν την αλήθεια τους, όπως αυτοί τη βιώνουν τόσο χρόνια. Κατά τη διάρκεια της παράστασης παρεμβάλλονται και κάποια μαγνητοσκοπημένα αποσπάσματα, που λειτουργούν συμπληρωματικά στις αφηγήσεις. Οι ιστορίες ενός μωρού που υιοθέτησαν οι γονείς της δίνοντας 1.000.000 δραχμές σε μία πολύτεκνη οικογένεια Ρομά, ενός αποφοίτου Πανεπιστημίου, ενός σερβιτόρου που προσλήφθηκε για σεζόν γιατί δεν έμοιαζε με Ρομά, της πεθεράς ενός ακόμα δολοφονηθέντος από χέρια αστυνομικού ενώ και η ίδια έχει κάνει φυλακή, καθώς και της γυναίκας που μεγάλωσε μόνη της τα παιδιά της, αφού κατάφερε να φύγει μακριά από τον σύζυγό της, ο οποίος εμπλεκόταν με δουλειές της νύχτας.

Οι πέντε άνθρωποι που βρίσκονται πάνω στη σκηνή, αν και δεν είναι ηθοποιοί, μας μεταφέρουν τα βίωματά τους, μας δείχνουν ένα μεγάλο μέρος της κουλτούρας και καταφέρνουν να μας συγκινήσουν χάρη στην αμεσότητα που έχουν. Καθόλη τη διάρκεια της παράστασης χτίζουν μία σχέση με το κοινό, το οποίο αν αφεθεί, μπορεί να συνδεθεί μαζί τους, αλλά και να τους συναισθανθεί. Οι ίδιοι, δεν διστάζουν να απορρίψουν στοιχεία που έχουν καλλιεργηθεί στην κουλτούρα τους, όπως είναι τα προξενιά, ο αναλφαβητισμός, καθώς και οι γάμοι που τελούνται μεταξύ των ανηλίκων.

Από την 8χρονη Όλγα στο Κερατσίνι, που πέθανε αβοήθητη, εγκλωβισμένη σε μία σιδερένια πόρτα εργοστασίου, τον 16χρονο Κώστα Φραγκούλη μέχρι τον πρόσφατο θάνατο του 17χρονου Χρήστου στη Βοιωτία, η εξιστόρηση της δολοφονίας του γαμπρού κατευθείαν από το στόμα της πεθεράς ήταν «γροθιά στο στομάχι». Δεν πρόκειται απλά για μία ιστορία του παρελθόντος, αλλά για ένα έγκλημα που εξακολουθεί να επαναλαμβάνεται μέσα στα χρόνια μέχρι και σήμερα. Ο αστυνομικός που δολοφόνησε τον γαμπρό, σήμερα είναι ελεύθερος, ίσως αυτό να σας είναι γνώριμο βέβαια.

Φωτ.: Ανδρέας Σιμόπουλος / Olafaq

Οι Έλληνες Ρομά ζουν περιθωριοποιημένοι στα προάστια της Αττικής, αποκομμένοι από τον πολιτισμό, χωρίς να λαμβάνουν τα απαραίτητα ερεθίσματα που θα βοηθούσαν στην εξέλιξή τους, χωρίς να έχουν ευκαιρίες για θέσεις εργασίας, αναγκασμένοι να πουλάνε σίδερα και χαλκό (όπως λένε στην παράσταση). Μερικοί από αυτούς περιπλανόνται καθ’ όλη της διάρκεια της ζωής τους, ώστε να μπορούν να ζουν με αξιοπρέπεια, με καλύτερες συνθήκες διαβιώσης, όσο αυτό μπορεί να καταστεί δυνατό. Παραμελούν τον εαυτό τους, τις επιθυμίες τους, προκειμένου να ζήσουν την οικογένειά τους, η οποία είναι πολύ πιθανό να προέκυψε από προξενιό κι όχι από έρωτα. Ο δρόμος της συμπερίληψης είναι ακόμα κλειστός για τους Ρομά, όσο κι αν κάποιοι θέλουν να υποστηρίζουν το αντίθετο.

Αν αυτή η περιγραφή φαντάζει ξένη, τότε πρέπει να γυρίσουμε τον χρόνο πίσω. Τότε, που οι παππούδες μας παντρεύονταν κι αυτοί με προξενιό, έκαναν κι αυτοί όποια δουλειά μπορούσαν για να ζήσουν την οικογένειά τους και προσπαθούσαν να βιοποριστούν με τα απολύτως απαραίτητα. Καταπιεσμένοι άνθρωποι που απλά επιβίωναν, σας φαίνεται οικείο; Εμείς οι «μπαλαμοί», ίσως να έχουμε υπάρξει τελικά ως Ρομά, με κάποιον τρόπο.

Επτά χρόνια μετά την “Καθαρή Πόλη”, το “Romáland” έρχεται και ανοίγει την πόρτα στον κόσμο των Ελλήνων Ρομά, από αυτή την πόρτα ο αέρας μπαίνει με τόση δύναμη, δίνοντάς ένα χαστούκι που μας υπενθυμίζει για ακόμα μία φορά τον κόσμο στον οποίο ζούμε. Στον κόσμο της βίας, του στίγματος, του ρατσισμού και των στερεοτύπων. Το πότε θα αλλάξει είναι άγνωστο, αλλά αυτή η παράσταση έχει τη δυνατότητα να μετακινήσει κάτι μέσα στον θεατή, αρκεί να μην είνα βαθιά ριζωμένο. «Άκου Μπαλαμέ, δεν είναι ο κόσμος αυτός μόνο για σένανε, είμαστε κι εμείς του θεού παιδιά, με μια παθιάρικη ασυμβίβαστη ελεύθερη αλήτικη καρδιά», μας λένε ραπάροντας οι πρωταγωνιστές της παράστασης, με τον περισσότερο κόσμο να χειροκροτάει, δημιουργώντας την ελπίδα για κοινωνική αλλαγή.