Ήρθε η ώρα να μιλήσουμε μέσα στην Κεντρική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου για το ελληνικό metoo, ήρθε η ώρα κι ας άργησε. Γι’ αυτό ήταν, τουλάχιστον έτσι το ένιωσα εγώ, μια ιστορική στιγμή η χθεσινή βραδιά που άνθρωποι του θεάτρου και δημοσιογράφοι συζήτησαν για τις κακοποιητικές συμπεριφορές στον χώρο, για τους αποκλεισμούς, τα στερεότυπα και για το τι κάνουμε από εδώ και πέρα.

Ήταν μια ιστορική στιγμή παρότι είχε στιγμές αμηχανίας που προήλθαν ακριβώς απ’ την αδυναμία μας μέχρι τώρα «να μιλάμε δημόσια για πράγματα ακόμη κι αν αυτά είναι “επικίνδυνα”» όπως τόνισε στο καλωσόρισμα ο σκηνοθέτης και καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου Γιάννης Μόσχος.  Αμηχανία που αρχικά μας ζητήθηκε να αποφύγουμε την ονοματολογία αλλά τελικά ακούστηκε, και καλώς, το όνομα του καταδικασμένου σε πρώτο βαθμό Δημήτρη Λιγνάδη. Αμηχανία γιατί ενώ έχουμε τόσες καταγγελίες για σεξουαλική και όχι μόνο κακοποίηση κάποιοι άνδρες συνάδελφοι δημοσιογράφοι έσπευσαν να «μαλώσουν» τους συντελεστές του θεατρικού κόσμου για pink washing ή να προειδοποιήσουν ότι θα υπάρξουν απαγορεύσεις που θα μειώσουν τη δημιουργικότητά τους ή θα λογοκρίνουν την κριτική ενός άνδρα δημοσιογράφου.

Προσωπικά ως γυναίκα δημοσιογράφος έχω να σταθώ κατ’ αρχάς στα λόγια του κ. Μόσχου «Ας μιλήσουμε για τον χώρο της δημοσιογραφίας. Ξέρω ότι οι δημοσιογράφοι ξέρετε πολλά περιστατικά αλλά δεν βγήκε ούτε ένας δημοσιογράφος για να μιλήσει για το τι συμβαίνει στον χώρο σας. Ναι ή όχι;» και κατά δεύτερον να τονίσω ότι είναι τουλάχιστον άτοπο να αισθάνονται απειλούμενοι οι άνδρες συνάδελφοι όταν ακόμη δεν έχουμε λύσει τα βασικά ζητήματα που προκαλεί η πατριαρχία, η υπο-εκπροσώπηση και η κακοποίηση παντός είδους εξουσιαστών.

Από εκεί και πέρα να τι ειπώθηκε, μεταξύ άλλων, σε μια δίωρη συζήτηση που ελπίζω να είμαι μόνο η πρώτη από μια σειρά τέτοιων δράσεων, που είναι απαραίτητες όσο ποτέ:

Ιώ Βουλγαράκη: «Είμαστε σε ένα κατώφλι κρίσιμο, σε μια στιγμή που μπορεί να φέρει πράγματα αλλά για την ώρα δεν έχω καμία αίσθηση ότι έχουν συντελεστεί μεγάλες αλλαγές. Κι εγώ με κάποια στερεότυπα έχω μεγαλώσει, ως σκηνοθέτις άλλα προσπαθώ να τα επαληθεύσω κι άλλα τα φοβάμαι και παλεύω μ’ αυτά άρα αυτή η διαδικασία ωρίμανσης και εκπαίδευσης όλων μας θέλει χρόνο».

Ακύλλας Καραζήσης: «Ο κόσμος του θεάτρου διατείνεται για τον εαυτό του ότι είναι ένας φιλελεύθερος έως και ελευθεριακός χώρος όμως απ΄τη δική μου εμπειρία πρέπει να ομολογήσω ότι έχει πολύ αυστηρή ιεράρχηση… Υπάρχει η κακοποίηση που μέχρι πριν 2-3 χρόνια δεν εθεωρείτο καν κακοποίηση και εκεί είναι για μένα το πρόβλημα»

Ρένια Λουιζίδου: «34 ολόκληρα χρόνια που είμαι σε αυτή τη δουλειά αναρωτιέμαι, απ΄τα χρόνια της Δραματικής Σχολής ακόμη, γιατί συμβαίνει αυτό και δεν μιλά κανένας;…. Αλλά αν μιλούσες ήσουν αυτομάτως μη διαθέσιμος καλλιτεχνικά, αντι-καλλιτέχνης, δεν είχες προοπτική γιατί δεν είχες διαθεσιμότητα. Είναι πολύ σημαντικό ότι ειπώθηκε πρώτη φορά»

Σπύρος Μπιμπίλας: «Δεν είμαστε εδώ για να γκρεμίσουμε τη θεατρική ιεραρχία αλλά για να γκρεμίσουμε τη δυνατότητα αυτού που έχει την εξουσία να τη χρησιμοποιεί λάθος, να ανακατεύεται στις ιδιωτικές μας ζωές, να μας εξευτελίζει».

Δημήτρης Καραντζάς: «Βλέπεις ανθρώπους που έχουν κακοποιηθεί και βάζουν ξανά μπροστά το σώμα τους στην πυρά να ακούν από δημοσιογράφους, όχι όλους ευτυχώς, ότι “δεν έγινε τίποτα, απλώς προσπαθούν να φάνε τον X γιατί ανήκει σε άλλη παράταξη”. Αυτό είναι ντροπιαστικό, πρώτα πρώτα για αυτόν που το λέει».

Φένια Αποστόλου: «Το ιδανικό θα ήταν να είμαστε καθρέφτης της κοινωνίας και να προχωρήσουμε μαζί. Αν η κοινωνία δεν κάνει τίποτα το θέατρο οφείλει, ως χώρος ελευθερίας και προόδου, να κάνει. Αν δεν γίνει θεσμικά αυτό δεν θα φτάσουμε στο να είμαστε όλοι, όλες και όλα ισότιμα μέσα στη θεατρική διαδικασία. Μπορεί για παράδειγμα να γίνει ένα θεατρικό φεστιβάλ queer θεματολογίας, άλλωστε παραστάσεις που έχουν queer πρόσημο κάνουν εισιτήρια αποδεικνύοντας ότι ο κόσμος ενδιαφέρεται  να τις δει».

Ίντρα Κέιν: «Είμαι Ελληνίδα, η μητρική μου γλώσσα είναι τα ελληνικά, δεν μιλάω καν τα σουαχίλι που μιλούσε ο πατέρας μου. Δεν είμαι μόνο μια μαύρη. Οι ρόλοι που μας προσφέρονται είναι συνήθως του υπηρετικού προσωπικού ή του μετανάστη που έχει περάσει τα πάνδεινα».

Χριστίνα Χειλά – Φαμέλη: «Δεν θα πω σε ποια παράσταση αλλά τέλος πάντων πρόσφατα άκουσα από συνάδελφο “Μη μιλήσεις γιατί θα χάσουμε τη δουλειά μας”. Εγώ αυτό δεν το χωράω, δεν το καταλαβαίνω».

Iώ Βουλγαράκη: «Για να φτάσουμε στο σημείο που δεν θα σχολιάζουμε καν «α, τόσες γυναίκες στην Επίδαυρο», για να συμβεί αυτό πρέπει πρώτα να φτάσουμε στο ότι δεν υπάρχει υπο-εκπροσώπηση ποτέ. Φέτος είχαμε ένα Φεστιβάλ Επιδαύρου που στα 8 Σαββατοκύριακα του δεν χώρεσε ούτε μία γυναίκα σκηνοθέτιδα. Είναι δυνατόν; Αυτό θέλει συγκεκριμένο κανόνα και πλαίσιο για να μη συμβεί ξανά, πρέπει να περάσουμε από αυτό το στάδιο για να φτάσουμε να μην μας αφορά αν σκηνοθετεί άντρας ή γυναίκα. Απ’ το 1955 μέχρι σήμερα μόνο 13 γυναίκες έχουν σκηνοθετήσει στην Επίδαυρο, βάζω μέσα και τις τρεις που σκηνοθετήσαμε μαζί».

Γιώργο Καπουτζίδης: «Η Ιώ μίλησε για ποσόστωση και ισότητα. Αυτό θα αλλάξει τις ισορροπίες μέσα στον χώρο, δεν θα αλλάξει ξαφνικά την κοινωνία. Δεν μπορούμε να περιμένουμε το πότε θα είναι έτοιμη η κοινωνία γιατί μπορεί να μην είναι έτοιμη ποτέ. Στον χώρο μας όμως μπορούμε να πάρουμε κάποια μέτρα και να προχωρήσουμε. Και με αυτό τον τρόπο είμαι σίγουρος ότι θα προχωρήσει και η κοινωνία».

Ρένια Λουιζίδου: «Όταν προσπαθείς να αλλάξεις κάτι θα γίνουν λάθη, θα γίνουν χοντράδες, δεν γίνεται αλλιώς. Δεν μπορούμε να πάμε από το 0 στο 100 περνώντας μέσα απ’ το χωράφι με τις παπαρούνες πιασμένοι χέρι, χέρι, δεν γίνεται αυτό. Όμως ό,τι εργαλεία έχουμε αυτά θα χρησιμοποιήσουμε».