Είναι δύσκολη υπόθεση να αποφασίσει κανείς να ανεβάσει πεζογραφία. Έχουμε δει απίθανα καλές δουλειές, αλλά και ναυαγισμένες απόπειρες να παρασταθεί ο Παπαδιαμάντης, ο Καρκαβίτσας, ο Βιζυηνός. Προσωπικά, προτιμώ να τους διαβάζω, γιατί έχουμε φοβερά θεατρικά έργα σπουδαίων και ελάσσονων συγγραφέων που αξίζει να μπουν στην διαδικασία να ανεβούν στην σκηνή.

Ο τολμηρός Μανώλης Ιωνάς, ένας καλλιτέχνης με φλέγμα συνάμα παλαιικό και «πολύ μπροστά», επιχείρησε να ανεβάσει στην σκηνή του θεάτρου Αλκμήνη το έργο του Γρηγόρη Ξενόπουλου «Ραχήλ»-ένα κείμενο δύσκολο, απαιτητικό, με μηνύματα, βεβαίως, που αφορούν το σήμερα και το αύριο.

Η υπόθεση εξελίσσεται στα τέλη του 19ου αιώνα στη Ζάκυνθο και αφορά τον έρωτα της νεαρής Εβραίας,Ραχήλ, και του χριστιανού Κάρολου. Η Ραχήλ είναι κόρη επιφανούς οικογένειας της Ζακύνθου, όμορφη, γελαστή, μορφωμένη με σπουδές στο εξωτερικό. Ο Κάρολος είναι ένας όμορφος νεαρός της Ζακύνθου. Η μητέρα του Καρόλου, μια πιστή χριστιανή και αυστηρή μάνα, αλλά και η δικαιολογημένη, ως ένα μεγάλο βαθμό, δειλία της Ραχήλ να ομολογήσει στον πατέρα και τους αδερφούς της τον έρωτά της δημιουργούν προσκόμματα στην εξέλιξη του έρωτα.

Ο φόνος ενός παιδιού στην Κέρκυρα ανασύρει στην επιφάνεια τη «συκοφαντία του αίματος», έναν διαδεδομένο θρύλο πως οι Εβραίοι κάθε Πάσχα πίνουν αίμα χριστιανικό. Το κλίμα μεταξύ χριστιανών και εβραίων δυναμιτίζεται, αιματηρά επεισόδια διαδραματίζονται στη λιτανεία της Μεγάλης Παρασκευής, άνθρωποι τραυματίζονται με αποτέλεσμα η ένωση των δυο νέων να προβλέπεται αδύνατη καθώς το φυλετικό χάσμα συνεχώς διογκώνεται. Το τέλος που καραδοκεί για τους δυο νέους είναι τραγικό.

Ο Μανώλης Ιωνάς είχε καλές προθέσεις και είναι μαέστρος στο να κινεί τους ηθοποιούς του στον χώρο. Το μάτι δεν ησυχάζει, η αναστάτωση στα σώματα των ηρώων που πηγαινοέρχονται προοιωνίζεται τις μεγάλες συμφορές που θα τους βρουν. Όμως, τους άφησε χωρίς καθοδήγηση. Καθένας και καθεμιά υπηρετεί το στιλ υποκριτικής που γνωρίζει από τις σπουδές ή την εμπειρία του. Ως ομάδα, ελάχιστα δεμένοι είναι, τουλάχιστον προς ώρας.

Ο Μανώλης Δεστούνης, συνδεδεμένος με την ιστορία του ελληνικού θεάτρου, είναι ο υπηρέτης Μανασής και ο αφηγητής. Τον βρήκα μαγικό, λόγω του βάρους που φέρει η μορφή, η φωνή, το βλέμμα του. Όχι ότι μπορούσε σε αυτή την παράσταση να ξεδιπλώσει όλες του τις δυνατότητες, αλλά έδωσε θετικό στίγμα.

Η πρωταγωνίστρια Ειρήνη Παπαδημάτου, εξαιρετικά όμορφη, σαν τριαντάρα, με ένα συγκλονιστικό φουστάνι, αλλά απούσα υποκριτικά. Καμία συγκίνηση, καμία συμμετοχή στην αλήθεια της ηρωίδας, αρκετή πόζα και φόβος να εκτεθεί στον ρόλο. Αυτό οδηγεί, δυστυχώς, σε παιξίματα-καρικατούρες, σε στιγμές που το δράμα ερμηνεύεται από τους θεατές (οι οποίοι είναι εμπειρότεροι από ό, τι πριν κάποια χρόνια και δεν ξεγελιούνται εύκολα, πια) ως κωμωδία, ως τραγέλαφος. Μόνο υπό το πρίσμα του έργου εποχής «πέρναγαν» κάποιες στιγμές της Ραχήλ, ιδίως εκείνες κατά τις οποίες μοιραζόταν την σκηνή με τον παρτενέρ της Αντώνη Σανιάνο, στον αινιγματικό ρόλο του Καρόλου Δεσύλλα. Πρόκειται για έναν από τους ηθοποιούς της γενιάς του που έχει ξεχωρίσει, σπανίως απογοητεύει με κάποια ερμηνεία του, σύγχρονος, φρέσκος και κόμισε στην παράσταση υψηλή αισθητική με την προσεγμένη κινησιολογία και την μετρημένη έκφραση του συναισθήματός του που, θεσπέσια, κλιμακώθηκε και κορυφώθηκε στο τέλος.

Πάντως, η μικρή χορογραφία «αγκαλιάς» με τον Κάρολο και την Ραχήλ να αφήνονται ο ένας στον άλλο, καταλύοντας τα θρησκευτικά σύμβολα που τους χωρίζουν, δεν μας πείθει. Το ζευγάρι δεν έχει συγκλονιστική χημεία, αλλά σε στιγμές που βρίσκουν τον ρυθμό στον μεταξύ τους διάλογο, το αποτέλεσμα είναι ανεκτό. Καλύτεροι όταν συνομιλούν, παρά όταν χορεύουν (δεν μου άρεσε καθόλου η ιδέα με τον χορό με τεντωμένα χέρια, σαν σχολιαρόπαιδα, αν και μπόρεσα νομίζω να κατανοήσω την πρόθεση), καλύτεροι όταν κοιτάζονται και σιωπούν, παρά όταν κυνηγιούνται και γελούν αμήχανα.

Δεν συνδεόμαστε, όμως, με κανέναν από τους δύο πρωταγωνιστές, δεν συγκινούμαστε στο τέλος. Μετά από το τραγικό φινάλε του Ξενόπουλου και με όπλα σου σώματα, μουσικές και φώτα, ένα αναμένεται: το μαύρο δάκρυ το πικρό. Δεν έρχεται όμως. Γιατί δεν μπορούμε μέσα από την παράσταση να πιστέψουμε πολλά-τα περισσότερα συμβαίνουν «θεατρικοποιημένα», σαν ψέματα.

Πολλές εξάρσεις έρχονται από το πουθενά, χωρίς να έχουν καλλιεργηθεί πρώτα τα συναισθήματα τα οποία οδηγούν σε αυτές. Ο Δημήτρης Κανέλλος, ως πατέρας, είχε κάποιες καλές στιγμές. Ο Νίκος Κρίκας με απογοήτευσε: κατάφερε να κάνει τον, εκ πρώτης, βατό ρόλο του ως φανατικού Εβραίου αδελφού, σαν βγαλμένο από καρτούν. Και πιστέψτε με, τα λατρεύω και τα σέβομαι τρομερά τα καρτούν, αλλά ο Ξενόπουλος δεν είναι καρτούν. Με κέρδισε πίσω ο Κρίκας με το σαρδόνιο χαμόγελό του στο κλάμα της Ραχήλ, προς το φινάλε-θέλω να τον ξαναδώ επί σκηνής σε κάτι άλλο.

Ο Βασίλης Φακανάς, ως μικρότερος αδερφός της Ραχήλ, σα να έπαιζε σε άλλη παράσταση, φόρτωσε τον χαρακτήρα του με μια ανεξήγητη κωμικότητα. Γοητευτικός και εμφανώς ταλαντούχος ηθοποιός, αλλά αταίριαστος στο σύμπαν του Ξενόπουλου και της Ραχήλ.

Η Ιωάννα Γκαβάκου, στον ρόλο της μητέρας του Κάρολου, μου άρεσε. Παρά το παλιομοδίτικο παίξιμό της, λίγο στομφώδες δηλαδή και υπερβολικό, ήταν στιβαρή και πειστική. Η σκηνή της με την Ραχήλ έχει ανατριχιαστικά δευτερόλεπτα.

Άριστα δέκα στην παράσταση παίρνουν τα σκηνικά, τα κοστούμια, οι υποβλητικές μουσικές και, βεβαίως, ο άρτιος φωτισμός. Δεν αρκούν, όμως, αυτά για να κάνουν το δυνατό και επαναστατικό μήνυμα του Γρηγόρη Ξενόπουλου για τον έρωτα, την αγάπη, το μίσος, την ξενοφοβία και τον ρατσισμό να λάμψει επί σκηνής το έτος 2023 εν Αθήναις.

Δεν βρίσκω κανέναν λόγο να αποτρέψω κάποια ή κάποιον από το να πάει να το δει. Σε σχέση με διάφορα άλλα που κυκλοφορούν εκεί έξω, με θράσος μάλιστα και προμόσιον καλλιτεχνικών καινοτομιών, η Ραχήλ μοιάζει με ένα γλυκό όνειρο. Είναι ένα κλασικό ανέβασμα, με αρκετές αδυναμίες. Σίγουρα, δίνει ζωή (όχι την ζωή που αξίζει!) σε ένα κλασικό κείμενο, που, μεταξύ μας, δεν είναι και κανένα αριστούργημα.

Άλλες και άλλοι, Έλληνες και ξένοι συγγραφείς, σύγχρονοι του Ξενόπουλου, παλιότεροι και πιο καινούργιοι, τα έχουν πει συγκλονιστικότερα για την αγάπη που γκρεμίζει τοίχους. Μας πιάνει, καμιά φορά, η σοβαροφάνειά μας ημών που ασχολούμαστε με τέχνες, γράμματα και πολιτισμό και μας φοράμε, ακουσίως, παρωπίδες.

Μανώλη Ιωνά, θέλω να σε δω να ανεβάζεις κάτι σύγχρονο, μοντέρνο. Και να ρισκάρεις ακόμα περισσότερο. Σανιάνος, Φακανάς, Κανέλλος οπωσδήποτε στο πλευρό σου και τότε! Με άλλη συνταγή… Κι εγώ εκεί θα είμαι, αν δεν μου έχετε απαγορεύσει, ως τότε, την είσοδο στο θέατρο Αλκμήνη, μετά από αυτό μου το review. (sic)

 

Ταυτότητα παράστασης

Συγγραφέας: Γρηγόριος Ξενόπουλος
Σκηνοθεσία και Δραματουργική επεξεργασία: Μανώλης Ιωνάς
Σκηνογραφία: Νίκος Κασαπάκης
Ενδυματολογία: Γιάννης Μετζικώφ
Χορογραφία- Κινησιολογία: Ρούλα Κουτρουμπέλη
Σχεδιασμός φωτισμών: Μανώλης Μπράτσης
Μουσική επιμέλεια: Αυγερινός Σουλόπουλος
Σκηνοθεσία ήχου: Νίκος Αρκομάνης
Βοηθός Σκηνοθέτη: Μαριάννα Καρακώστα
Σύμβουλος για τις τάσεις και συνήθειες της εποχής: Θάνος Αγγέλης
Creative Agency: GRID FOX
Trailer: Angelis Films Ltd
Studio ηχογράφησης: Play recording Studio
Κομμώσεις: Στέλιος Κούλης
Υπεύθυνη Επικοινωνίας : Άντζυ Νομικού ( [email protected])
Παραγωγή: Εταιρεία Αλκμήνη

 

 

Κάρολος&Ραχήλ

Παίζουν οι ηθοποιοί (με σειρά εμφάνισης):

Μανώλης Δεστούνης, Ειρήνη Παπαδημάτου, Αντώνης Σανιάνος, Δημήτρης Κανέλλος, Βασίλης Φακανάς, Νίκος Κρίκας, Ιωάννα Γκαβάκου

Τα χαλιά της παράστασης είναι ευγενική χορηγία της Δέσποινας Μοιραράκη.
Οι Ανθοσυνθέσεις είναι ευγενική χορηγία του Νίκου Κουτρούμπα.

Η παράσταση επιχορηγήθηκε από το υπουργείο Πολιτισμού.

Κάθε Τετάρτη στις 20:30

Διάρκεια: 95’ (χωρίς διάλειμμα)

Εισιτήρια: Γενική είσοδος: 15 € Φοιτητικό, ανέργων, ΑΜΕΑ: 12 €
Ειδικές τιμές για σχολεία και γκρουπς κατόπιν επικοινωνίας.
Προπώληση εισιτηρίων: Ταμείο του θεάτρου “Αλκμήνη”, Τηλεφωνικές κρατήσεις στο 2103428650, Ηλεκτρονικά στο www.ticketservices.gr

Tο θέατρο Αλκμήνη είναι προσβάσιμο στα Άτομα με Ειδικές Ανάγκες.Πληροφορίες χώρου: Θέατρο ΑΛΚΜΗΝΗ, Αλκμήνης 8-12, Κάτω Πετράλωνα