Η Σήλια Τσιούφη, κατά κόσμον Colorgraphs παρουσιάζει σήμερα το άκρως καλοκαιρινό νέο της single της με τίτλο «MGBS7» που έχει κυκλοφορήσει. Ο τίτλος MGBS7 είναι ακρωνύμιο και προέρχεται από το MitsoGusto «Breaks & Snaxx» μία κυκλοφορία της Fortune Cut Records με 34 πρωτότυπα drum breaks – κατεργασμένα και μη – τα οποία διέθεσαν προς ανοιχτή χρήση σε άλλους καλλιτέχνες, το 2021.

Συγκεκριμένα, το κομμάτι εμπνεύστηκε από το drum break με τον αριθμό 7, πάνω στο οποίο στήθηκε όλη η υπόλοιπη παραγωγή του ντέμο και κατ’ επέκταση του τελικού κομματιού. Η μουσική, οι στίχοι και τα φωνητικά για το  MGBS7 είναι της colorgraphs, την παραγωγή υπογράφει από κοινού με τον Μήτσο Καλούση ( B_E_Y), ο οποίος ανέλαβε και τη μίξη, ενώ το mastering, ο Gustav Penka.

Συνεργάστηκε με τους βασικούς μουσικούς του σχήματος της, που τους συναντάμε πάντα μαζί της και στις live εμφανίσεις της: Λουκά Γιαννακίτσα (jx2mas) στο μπάσο, Μήτσο Καλούση (B_E_Y) στα drums και Ερμή Τομαδάκη στο Wurlitzer πιάνο και synthesizer. Ηχογραφήθηκε ζωντανά στο PiGi Studios, από τους Gustav Penka και Μήτσο Καλούση. Η τυπογραφία και το design είναι των Alex Ceptal και Ανδρέα Λαμπρόπουλου. Οι φωτογραφίες και το visual concept, είναι μία συνεργασία με την Κατερίνα Καπετάνη.

Η Σήλια Tσιούφη γεννήθηκε στην Αθήνα το 1995, είναι μουσικός και sound designer. Αποφοίτησε από το τμήμα Μουσικής Τεχνολογίας του ΙΕΚ ΑΚΜΗ, και προχώρησε τις σπουδές της με BA στο University Of East London στον τομέα του Music Technology and Production. Έκτοτε, δουλεύει ενεργά στην δημιουργία πρωτότυπου sound design και folley για ταινίες, θέατρο και εταιρικές παραγωγές. Ενδεικτικά, έχει σχεδιάσει ηχητικά τις παραστάσεις: «Δαίμονας» και «Τα Κτίσματα» του Μιχάλη Αγγελίδη, «Ο Κυκλισμός του Τετραγώνου» του Δημήτρη Δημητριάδη σε σκηνοθεσία Yperanalysis και τις ταινίες Life’s A Beach του Μάριου Χάννα και Μετς των Callas.

Συμμετείχε στο Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου το 2016, ως βοηθός ηχολήπτη στην παράσταση Relic της ομάδας Osmosis του Ευριπίδη Λασκαρίδη καθώς και στο Eleusis 2023 ως μουσικός και performer στην παράσταση Kamares του ίδιου δημιουργού. Παράλληλα, δρά απο το 2012 στην μουσική σκηνή της Αθήνας, είτε με το προσωπικό της πρότζεκτ colorgraphs, είτε συμπληρωματικά σε άλλα σχήματα όπως οι Chickn, Grandmaster’s Cockroach, Ntentenis, Moan, Eye Level.

Μεταξύ, άλλων, εχωρίζουν τα singles της Dare από την Fortune Cut Records, Plumidisco σε συνεργασία με τον Ntenenis και τη Vassilina που κυκλοφόρησε από την Veego Records και η συμμετοχή της στον δίσκο Anemone του συλλογικού μουσικού εγχειρήματος της Louvana Records, Eurotoire:  Equaliser (EU:EQ).

Εμείς ακούσαμε πρώτοι το άκρως καλοκαιρινό νέο της single της με τίτλο “MGBS7” και συζητήσαμε για αφιλτράριστα όνειρα, συνειρμούς, προκλήσεις και μουσικές που απελευθερώνουν.

Φωτ.: Κατερίνα Καπετάνη

– Ποια είναι η πρώτη πρώτη ανάμνηση σου από την μουσική;
Η πρώτη ανάμνηση, είναι να ακούω μουσική από τους γονείς μου στο σπίτι, σε πολύ τρυφερή ηλικία. Συγκεκριμένα κάποια παραδείγματα που έρχονται γρήγορα στο μυαλό είναι Ξυλούρης και Αλεξίου από τη μητέρα μου, Bing Crosby, Frank Sinatra, Dinah Washington από τον πατέρα μου. Υπήρχε πάντα ένα δίπολο μέσα στο σπίτι. Έντεχνο ελληνικό από την μία πλευρά, jazz, disco και soul από την άλλη. Είναι λες και σκόπιμα, ο ένας ισορροπούσε τον άλλον, συμπληρώνοντας έτσι έναν μουσικό χάρτη που κάλυπτε ένα αρκετά ευρύ φάσμα για αρχή. Θυμάμαι γύρω στα 10, ο πατέρας μου με κάθισε κάτω και μου έβαλε μουσική με τις ώρες – σκέψου το σαν εντατικό σεμινάριο με πράγματα που δεν είχα ακούσει ποτέ – τύπου Doors, Beatles, Bjork, Rolling Stones, Prince, Whitney Houston, ότι μπορείς να φανταστείς. Μία μικρή περιήγηση σε μουσικά ύφη και μπάντες που άλλαξαν τελείως το παιχνίδι για τους ακροατές. Από τότε έμαθα πως το είδος δεν έχει καμία σημασία συγκριτικά με το τί μπορεί να σου προκαλεί συναισθηματικά η μουσική. Σε προσωπικό επίπεδο, πάντα υπήρχε η ανάγκη και η όρεξη από πλευράς μου, να κάνω τους άλλους να συγκεντρώνονται σε ένα μουσικοχορευτικό δρώμενο, να περνούν καλά και να ξεχνιούνται. Ήμουν με ένα walkman στο χέρι από παιδί, τραγουδούσα και χόρευα. Είτε μπροστά σε άλλους για να τους παρασύρω σε μία άλλη κατάσταση και να περάσουν καλά, είτε ολομόναχη γιατί το διασκέδαζα τρομερά και κέρδιζα την βαρεμάρα μου.

– Από ποιο σημείο θα ήθελες να ξεκινήσουμε την ιστορία σου;
Από όποιο σημείο κι αν την πιάσουμε, υπάρχουν κάποιες σταθερές που επαναλαμβάνονται από περίοδο σε περίοδο. Όπως το γεγονός ότι δεν θέλω να επαναλαμβάνομαι. Το βρίσκω κουραστικό και στάσιμο προς εμένα να φτιάχνω πέντε ίδια κομμάτια βασισμένα πάνω στο ένα που είδα ότι λειτουργεί για τον ακροατή. Βέβαια, αυτό είναι κάτι που αλλάζει αναλόγως τον στόχο που θέτεις. Είναι διαφορετικό να πω πως θα φτιάξω ένα δίσκο με συνοχή και το ένα κομμάτι θα είναι κοντά στο άλλο είτε παραγωγικά, είτε συνθετικά και διαφορετικό να θέλω να πειραματιστώ με ύφη και είδη γιατί με έλκουν διάφορα πράγματα αυτή την περίοδο και ακόμα ψάχνω να βρω από τι αποτελείται η μουσική μου ταυτότητα.  Έχω περάσει από διάφορες τέτοιες καταστάσεις μέσα στα χρόνια, αλλά σίγουρα είναι η πρώτη φορά που δεν με απασχολούν τα κουτάκια που υπάρχουν και σε ποιο θα χωρέσω ή θα με βάλουν οι άλλοι για να με καταλάβουν. Η μουσική είναι κάτι εφήμερο, παροδικό και μεταβαλλόμενο το οποίο παραδόξως, υπάρχει εκεί έξω για πάντα. Το θεωρώ προσωπική μου πρόκληση, να ψάχνομαι, να περνάω καλά και να μην παίρνω τα πράγματα πολύ στα σοβαρά γιατί πραγματικά δεν είναι αυτό το νόημα για εμένα.

-Πώς προέκυψε το όνομα Colorgraphs;  Τι συμβολίζει για εσένα;
Ήξερα πως θέλω να συμπεριλάβω το χρώμα στο όνομα, διότι εκείνη την περίοδο δεν φορούσα τίποτα άλλο πέρα από μαύρα ρούχα. Περνούσα την σοβαροφανή μου φάση, όπου σπούδαζα Μουσική Τεχνολογία σε μία ιδιωτική σχολή και η πλειοψηφία του τμήματος και των διδασκόντων, ήταν άντρες και αγόρια και όχι γυναίκες. Ένιωθα πως η σοβαρότητα και η ουδετερότητα από πλευράς μου, ήταν ένα είδος ασφάλειας και μου αύξανε τις πιθανότητες συνεργασίας με ανθρώπους στο μέλλον καθώς μου προσέδιδε μία σταθερότητα στον χαρακτήρα που σε ένα επαγγελματικό πλαίσιο συνήθως εκτιμάται. Παράλληλα ήθελα να φτιάξω το πρώτο μου μουσικό πρότζεκτ το οποίο θα ήταν 100% εγώ, ό,τι κι αν σήμαινε αυτό,  χωρίς να φιλτράρω πράγματα για τους άλλους. Ήθελα αυτή την ελευθερία της έκφρασης δίχως κρίση από συνεργάτες και συν-μπανταίους που μέχρι εκείνη την ηλικία ήταν το μόνο που είχα γνωρίσει. Κυρίως μέσα από αυτό το project, ήθελα να μπορώ να πειραματίζομαι και να γράφω με τρόπο όπου όταν θα κοιτάω πίσω, θα καταλαβαίνω τι εννοώ και δεν θα σκέφτομαι πως έντυνα τις σκέψεις και τα βιώματα με τρόπο που να γίνονται αρεστά από άλλους.

– Μίλησε μου λίγο αν θες για το καινούριο σου κομμάτι MGBS7. Για ποια πράγματα μιλά;
Το MGBS7 είναι ένα κράμα πραγμάτων για εμένα. Σε κυριολεκτικό επίπεδο ο περίεργος αυτός τίτλος, είναι ακρωνύμιο της φράσης MitsoGusto ‘Breaks & Snaxx’ μαζί με τον αριθμό 7. Το project MitsoGusto, που αποτελείται από τον Μήτσο Καλούση και τον Gustav Penka, κυκλοφόρησε το 2021 μία συλλογή που αποτελείται από 34 πρωτότυπα drum breaks – κατεργασμένα και μή – τα οποία διέθεσαν προς ανοιχτή χρήση σε άλλους καλλιτέχνες. Με αφορμή το beat υπ’αριθμόν 7, γράφτηκε ένα απόγευμα το ντέμο του συγκεκριμένου κομματιού. Στην συνέχεια με την βοήθεια της μπάντας μου που αποτελείται από τον Ερμή Τομαδάκη στα πλήκτρα, τον Λουκά Γιαννακίτσα στο μπάσο και τον Μήτσο Καλούση στα τύμπανα – παίζοντας και προβάροντας το –  άρχισε να πλάθεται μία πιο ζωντανή και οργανική παραγωγή, η οποία κούμπωσε πάνω στην αρχική ιδέα όπως το γάντι στο χέρι. Εκείνη την περίοδο, είχα βουτήξει με το κεφάλι και την καρδούλα μου στην soul και neo-soul. Ο D’Angelo, η Erykah Badu, o Anderson Paak, ο τελευταίος δίσκος των Hiatus Kaiyote, o Donald Glover, oι Outkast, είναι μόλις η αρχή των επιρροών εκείνης της περιόδου για εμένα. Το κομμάτι έχει σαν βάση μία αισθησιακή αύρα – καθώς γράφτηκε σε μία περίοδο όπου ζούσα αρχές ανοιξιάτικου έρωτα –  αρκετά πιο ανάλαφρη από παλιότερες δουλειές μου, με μία υποψία από κάτι σκοτεινό και κρυφό, το οποίο συμβολίζει για εμένα τις ανασφάλειες που, ασυνείδητα ή συνειδητά, πυροδοτούνται από παρελθοντικά βιώματα μέσα σε μία τέτοια κατάσταση. Παράλληλα, στιχουργικά, υπάρχει και μία αίσθηση ματαιότητας, ή τουλάχιστον της μάχης με την ματαιότητα μέσα από τον στίχο couldn’t have been born to just sit there and pray”. Πιστεύω ότι είμαστε υπεύθυνοι για το τι ρώτα θα πάρουν τα πράγματα στη ζωή μας, αν και ακόμα παλεύω με την πραγμάτωση αυτού, όπως πολύς κόσμος. Δεν μπορώ να στηρίξω την ιδέα του ‘αυτό μας έτυχε’, τελεία και παύλα. Θεωρώ πως – σχεδόν πάντα – υπάρχει κάποιος τρόπος να αλλάξεις κάτι που δεν σε πληροί ή σε δυσκολεύει. Πρέπει να συνεχίσεις να τον ψάχνεις όμως.

– To visualiser του κομματιού είναι ιδιαίτερα ατμοσφαιρικό. Θα ήθελες να μας πεις περισσότερα γι’ αυτό και για την διαδικασία της παραγωγής του;
Δύο καλοκαίρια πίσω, ξεκινήσαμε μία βροχερή μέρα από την Αθήνα, εγώ, η Κατερίνα Καπετάνη, φωτογράφος, πολύ καλή φίλη και συνεργάτρια στο project και ο Μήτσος Καλούσης, συν-παραγωγός, δημιουργός, ηχολήπτης και τρομερό στήριγμα σε πολλαπλά επίπεδα, για ένα μικρό χωριό έξω από την Θήβα, τις Ερυθρές. Στο πορτ μπαγκάζ, δύο τσάντες με φωτογραφικό εξοπλισμό, τριπόδια, ζελατίνες για φώτα, γαλότσες για τα χωράφια και πάνω από 30 μέτρα ύφασμα ποπλίνα και τούλι. Στους λόφους και στα χωράφια εκεί γύρω, είχαμε αποφασίσει να κάνουμε μία φωτογράφιση με την Κατερίνα, με διπλό αισθητικό concept, στηριγμένη σε DIY τεχνικές και στο τοπίο. Βγάζω το καπέλο στην μικρή αλλά θαυματουργή αυτή ομάδα, καθώς μπορεί να κυνηγούσαμε το φως, να ράψαμε και οι τρεις τα ρούχα επί τόπου με τα 30 μέτρα υφάσματα, να κολλήσαμε στις λάσπες, να μας έφαγε ο ήλιος, το αποτέλεσμα όμως, δικαίωσε και τους τρεις μας. Τo βίντεο λοιπόν είναι ένα από τα αποτελέσματα αυτής της περιπέτειας, τραβηγμένο ένα βράδυ με την πολύτιμη βοήθεια κάποιων ακόμα φίλων, όπως του Άκη Καπετάνη στον χειρισμό των φωτιστικών πηγών μας και της Ηρούς Πατσουράκου στο make up. Από αυτή την φωτογράφιση, προέκυψε και το εξώφυλλο της κυκλοφορίας του MGBS7 όπου τα γραφιστικά και το typography είναι μία εξέλιξη της συνεργασίας μας με τον Ceptal (aka Άλεξ Παναγιωτόπουλος ) και τον Αντρέα Λαμπρόπουλο, δύο άτομα τα οποία όσο τα γνωρίζω και προσωπικά και δημιουργικά, συνεχίζουν να με εκπλήσσουν θετικά και με κάνουν να ανυπομονώ να συνεργαστώ ξανά μαζί τους. Είναι τόσο σπάνιο, ειδικά με μικρές παραγωγές και λίγα χέρια, να πάνε όλα κατ΄ευχήν, αλλά όπως είπα παραπάνω, υπάρχει τρόπος να αλλάξεις κάτι που σε δυσκολεύει, αρκεί να τον βρεις. Ειδικά με μία καλή ομάδα γύρω σου, που σε στηρίζει, σε συνυπολογίζει σε κάθε βήμα και προσαρμόζεται επί τόπου.

– Τι προσδοκίες ή τυχόν πίεση νιώθεις εσωτερικά μέσα σου κάθε φορά που κυκλοφορείς καινούργιο δίσκο ή τραγούδια;
Παλιότερα, ήταν κάτι το οποίο με στρέσαρε σημαντικά γιατί ήθελα τόσο πολύ να περάσει κάτι σε όποιον του δώσει το χρόνο και το ακούσει. Ήθελα να αρέσει. Πλέον εάν αυτό που κυκλοφορώ, είναι κάτι στο οποίο έχω δουλέψει με συνείδηση, έχω πει αλήθεια είτε μουσικά είτε στιχουργικά και πιστεύω σε αυτό, οριακά δεν με απασχολεί  το πως μπορεί να νιώσει ο ακροατής. Και αυτό πλέον συμβαίνει επειδή από τη στιγμή που φύγει από τα χέρια μου, δεν είναι δικό μου. Είναι δικό σας. Το νόημα θα το δώσει ο καθένας, με τις προσλαμβάνουσες που έχει, το μυαλό που κουβαλάει και τα ερεθίσματα και τα συναισθήματα που μπορεί να κουνάνε κάποια προσωπική εσωτερική βελόνα. Όσο κι αν το αναλύσω, κανένας ίσως δεν θα καταλάβει ποτέ και απόλυτα, τι ήθελα να πω. Ίσως ούτε και εγώ η ίδια. Οπότε ο στόχος είναι ένας για εμένα , έστω τώρα. Να συνεχίσω να φτιάχνω μουσική και να δοκιμάζω διαφορετικά πράγματα με την ελπίδα πως θα χτυπάω κάποια συναισθηματική χορδή στους ακροατές με κάθε προσπάθεια. Κι αν όχι, πάμε στα επόμενα.

– Τι είναι αυτό που σε κινητοποιεί καθημερινά ως μουσικό και σε αναγκάζει να μην το βάλεις κάτω;
Δεν ξέρω αν το έχω βρει και εάν είναι ένα ή συνδυασμός πραγμάτων. Νιώθω πως ο καθένας φτιάχνει τον τρόπο όπου μπορεί να λειτουργήσει μέσα σε αυτό και να βγει στην άλλη πλευρά αλώβητος. Η καλή ομάδα και ωραία ενέργεια είναι σίγουρα μία τρομερά σημαντική βάση για να απογειωθεί το οτιδήποτε. Μου πήρε πολλά χρόνια να καταλάβω την τρομερή δυναμική μίας καλής ομάδας συγκριτικά με την δύναμη του προσωπικού ζήλου και της μοναχικότητας. Και πλέον, ποντάρω τα λεφτά μου στην καλή ομάδα. Κυριολεκτικά. Δεν μπορούμε και ούτε χρειάζεται να τα κάνουμε όλα μόνοι μας.

– Υπάρχει μια συγκεκριμένη συνήθεια ή τελετουργικό που σε βγάζει από το writer’s block σου;
Το μόνο πράγμα που μπορώ να σκεφτώ γύρω από αυτό, είναι το να ανοίξω ένα καινούριο project στο Ableton και να κάνω ένα συναισθηματικό reboot. Εάν αυτό που προσπαθώ να κάνω εκείνη τη στιγμή, δεν λειτουργεί, ξεκινάω κάτι άλλο και ίσως τελείως διαφορετικό. Δίνω χρόνο σε ότι δεν μου λειτουργούσε να ζυμωθεί εσωτερικά και ξαναγυρίζω σε ό,τι με σκάλωσε αφού νιώσω πάλι έτοιμη ή αρκετά περίεργη να συνεχίσω να το ψάχνω. Και πάνω από όλα προσπαθώ να μην με κρίνω πολύ αυστηρά. Αλλά να μου δίνω χώρο απλά να κάνω χωρίς κάποιον σκοπό ή στόχο. Η ψυχολογική πλευρά αυτού του πράγματος, είναι μεγάλη ρουφιάνα. Μπορεί να σε στείλει αδιάβαστη αν την αφήσεις.

– Πόσο πολύ επηρεάζουν το δημιουργικό σου φίλτρο οι νέες μουσικές που ακούς, οι ταινίες και οι σειρές που βλέπεις ή τα βιβλία που διαβάζεις;
Όλα είναι χρήσιμα όταν αυτό που κάνω είναι να ψάχνω να βρω τρόπο να εκφράσω μία σκέψη, ένα βίωμα ή μία φαντασίωση. Οτιδήποτε καταναλώνω, είναι τροφή στο ‘λεξιλόγιο΄ που προσπαθώ να σχηματίσω σαν μουσικός. Και κυρίως στο στιχουργικό κομμάτι.  Έχω τουλάχιστον τρία με τέσσερα διαφορετικά βιβλιαράκια στα οποία σημειώνω από λέξεις, παροιμίες, έως φράσεις από ταινίες και σειρές. Οτιδήποτε μπορεί να ξαναδιαβάζω στο μέλλον και να μου προκαλέσει ενδιαφέρον να το χρησιμοποιήσω ως βατήρα για να βουτήξω στο θέμα που θέλω να πιάσω μέσα από την μουσική. Ακόμα και ηχογραφήσεις από μικροκουβέντες με ταξιτζήδες έχω. Πολλά πράγματα με ουσία, λέγονται μεταξύ σοβαρού και αστείου σε κουβέντες όπου δεν έχεις προσδοκίες και δεν ξέρεις τον άλλον. Νιώθω πως εάν είσαι παρατηρητής των συνανθρώπων σου, έχεις μία λίγο πιο γεμάτη εργαλειοθήκη συναισθηματικά, να περάσεις το νόημα σε κάποιον.

– Μίλησε μας λίγο αν θες για το καινούργιο σου άλμπουμ;
Αυτή τη στιγμή αν και υπάρχει υλικό σε ποσότητα για δίσκο, βρίσκομαι σε μία περίοδο εξερεύνησης όπου θέλω να δίνω στο κάθε κομμάτι το χώρο του αισθητικά και δημιουργικά να υπάρχει αυτόνομα χωρίς κάποιο πριν και μετά. Υπάρχει το πλάνο για ένα EP μέσα στο 2024 και το υλικό είναι εκεί έτοιμο προς χρήση και ανάπτυξη.  Ακόμα βέβαια κυκλοφορώ υλικό που είχε φτιαχτεί μέσα στις καραντίνες και μετά, όπου καθόταν στη γωνιά του και περίμενε τη σειρά του. Μόλις γίνει αυτό το ξεσκαρτάρισμα, πιστεύω θα νιώσω πιο έτοιμη να δεσμευτώ σε μία πιο μακρόχρονη δημιουργική διαδικασία όπου θα μπορώ να μπω σε αυτή και να βγω μόνο όταν θα είναι τελειωμένο το υλικό.

– Ποια είναι τα μελλοντικά σου μουσικά σχέδια;
Μουσικά βρίσκομαι σε μία ωραία φάση όπου δεν νιώθω δεσμευμένη από κάτι, αλλά έτοιμη να ακολουθήσω διαφορετικούς δρόμους και να δω που θα με βγάλει. Αυτό που όμως θέλω να κάνω πιο πολύ είναι να παίξω live, να στήσω μερικές συναυλίες συνεργατικά με μουσικούς που θαυμάζω αυτή την περίοδο και να καταφέρω να στήσω και να κάνω μικρά τουρ εντός και εκτός χώρας. Υπάρχει ένα πλάνο για φθινοπωρινή περιοδεία το οποίο ελπίζω να πραγματωθεί. Γενικά αν ψάχνετε άνθρωπο να σας ανοίξει το live, να συμμετέχει σε κάποιο φεστιβάλ, να σας ανοίγει το τουρ, σκεφτείτε με. Θέλω και ζητώ να τριφτώ με το κομμάτι αυτό γιατί η εμπειρία είναι κάτι που κερδίζεται και δεν κλέβεται. Και ανυπομονώ να βρω τρόπους να μεταφράσω το δισκογραφημένο καινούριο υλικό σε μία ζωντανή συνθήκη. Και υπάρχει μπόλικο καινούριο υλικό!

– Θα ήθελες να μοιραστείς κάτι άλλο μαζί μας;

Ευχαριστώ για τον χρόνο που μου έδωσες με αυτή την συνέντευξη. Πραγματικά με έβαλες σε μια διαδικασία να βρω τις λέξεις να μεταφράσω αυτό που συμβαίνει στο κεφάλι μου με τρόπο που να είναι κατανοητός. Είναι κι αυτό μία πρόκληση με τον τρόπο του. Είναι εκεί όπου πολλές φορές χάνεται η μπάλα επικοινωνιακά.  Σ’ ευχαριστώ λοιπόν που μου έδωσες την δυνατότητα να γυμνάσω αυτό τον μυ.

Ακούστε το MGBS7. Είναι σέξι.