Τα βιολιά Stradivarius ζουν μια δεύτερη νεότητα διαμέσου της επέμβασης της δημοτικής αρχής της ιταλικής πόλης Κρεμόνα και ενός μουσικού και μουσικολόγου.
Ο μουσικός Φαμπρίτσιο φον Αρκ και η δημοτική αρχή της γενέτειρας πόλης του Αντόνιο Στραντιβάρι, βγάζουν τα φημισμένα Stradivarius βιολιά του από τη “ναφθαλίνη”, σε μια απόπειρα να σωθεί, υλικά και ηθικά, η μουσική και κατασκευαστική παρακαταθήκη του σπουδαίου κατασκευαστή εγχόρδων.
«Επισκέφθηκα το σπίτι του Στραντιβάρι το 2020 για να κάνω ένα ντοκιμαντέρ για το εργαστήριο όπου ο σπουδαίος κατασκευαστής πρωτοδημιούργησε τα βιολιά του και βρήκα το μέρος εγκαταλελειμμένο. Έμεινα έκπληκτος από το ότι το εργαστήριό του ήταν άδειο, εκτός από το ισόγειο, το οποίο είχε μετατραπεί σε κατάστημα που πουλούσε φωτιστικά και οικιακά διακοσμητικά. Αυτή δεν ήταν μια εικόνα που ταίριαζε μετά θάνατον στον άνθρωπο που άλλαξε την πορεία της μουσικής ιστορίας», τόνισε ο ιταλός βιολιστής Φαμπρίτσιο φον Αρκ, ο οποίος τέθηκε επικεφαλής των έργων αποκατάστασης, προκειμένου να σώσει το σπίτι (και το όνομα όπως και την φήμη) του Στραντιβάρι από την ολοκληρωτική καταστροφή.
Σήμερα, στην… “βιολομάνα” Κρεμόνα δραστηριοποιούνται σχεδόν 180 εργαστήρια κατασκευής βιολιών, ακολουθώντας την κληρονομιά του Στραντιβάρι. Από τα εργαστήρια αυτά κατασκευάζονται πάνω από 3.000 βιολιά ετησίως, το καθένα από τα οποία κοστίζει 17.000 ευρώ.
Ωστόσο, ο ανταγωνισμός από τους Κινέζους είναι σκληρός, καθώς, όπως παραδέχεται και ο δήμαρχός της Κρεμόνα, Τζιανλούκα Γκαλιμπέρτι, «στη Σαγκάη υπάρχουν τόσα εργαστήρια και η έκθεση βιολιών της πόλης είναι μεγαλύτερη από τη δική μας, αν και εμείς κερδίζουμε στην ποιότητα».
Stradivari και Stradivarius
Ο Αντόνιο Τζιάκομο Στραντιβάρι (γεννήθηκε το 1644 στην Κρεμόνα της Ιταλίας και πέθανε στις 18 Δεκεμβρίου 1737 στη Κρεμόνα, στην ηλικία 93 ετών), ήταν Ιταλός κατασκευαστής οργάνων, κατασκευαστής βιολιών, τσέλο, βιόλων και κιθάρων. Η λατινική μορφή του ονόματός του, «Στραντιβάριους» είναι αυτονομασία η οποία συχνά χρησιμοποιείται για να δηλώσει την αριστεία σε έναν τομέα.
Σύμφωνα με τη φήμη που τα συνοδεύει, η ποιότητα του ήχου τους δεν έχει ξεπεραστεί, ούτε ερμηνευθεί, ποτέ, παρότι αυτός ο ισχυρισμός αμφισβητείται. Το όνομα «Στραντιβάριους» έχει γίνει ένα υπερθετικό συνώνυμο της εξαιρετικής ποιότητας γενικότερα.
Το ξύλο των Στραντιβάριους ήταν από έλατο (άνω μέρος), ιτιά (εσωτερικά χωρίσματα και επενδύσεις και σφεντάμι για το κάτω μέρος, τα πλάγια και τον λαιμό του οργάνου. Εικάζεται ότι αυτά τα ξύλα δέχονταν επεξεργασία με διάφορες ορυκτές ουσίες, όπως βόρακα, πυριτικό νάτριο και κάλιο, καθώς και λευκό βερνίκι (vernice bianca), ένα βερνίκι από αραβικό κόμμι, μέλι και ασπράδι του αυγού.
Ο Στραντιβάρι έφτιαχνε τα όργανά του χρησιμοποιώντας εσωτερικό καλούπι, αντίθετα με τους Γάλλους αντιγραφείς του, όπως ο Βυγιώμ, που εφάρμοζε εξωτερικό καλούπι. Από τον αριθμό των καλουπιών στη σταδιοδρομία του Αντόνιο Στραντιβάρι αποδεικνύεται ότι πειραματίσθηκε με κάποιες από τις διαστάσεις των οργάνων του.
Αρκετές μελέτες έχουν γίνει σχετικά με την πυκνότητα του ξύλου των κλασικών και των σύγχρονων βιολιών, και την επίδρασή της στην παραγωγή του ήχου τους. Βιολιά Στραντιβάριους που κατασκευάστηκαν την εικοσαετία 1680-1700 μπορεί να πωλούνται για πολλές εκατοντάδες χιλιάδες, ή και αρκετά εκατομμύρια ευρώ σε σημερινές τιμές.
Το «Molitor» του 1697, που κάποτε λεγόταν ότι ανήκε στον Μέγα Ναπολέοντα (το βέβαιο είναι ότι ανήκε σε έναν από τους στρατηγούς του, τον κόμη Γκαμπριέλ Ζαν Ζοζέφ Μολιτόρ), πουλήθηκε σε δημοπρασία το 2010 για 3.600.000 δολάρια, η μεγαλύτερη τιμή για βιολί μέχρι τότε.
Ανάλογα με την κατάστασή τους, όργανα που κατασκευάστηκαν κατά τη «χρυσή περίοδο» του Στραντιβάρι, από το 1700 μέχρι περίπου το 1725, μπορεί επίσης να αξίζουν εκατομμύρια δολάρια. Το 2011 το βιολί «Lady Blunt» του 1721, που διατηρείται σε άριστη κατάσταση, πωλήθηκε για 9,8 εκατομμύρια λίρες Αγγλίας (πήρε το όνομά του από την εγγονή του Λόρδου Βύρωνα Ανν Μπλαντ, που το κατείχε επί 30 χρόνια).
Το περιοδικό Vice ανέφερε τον Μάιο του 2013 ότι «τα τελευταία χρόνια έχουν αρχίσει να εμφανίζονται αμοιβαία επενδυτικά κεφάλαια για Στραντιβάριους, ωθώντας τις ήδη αστρονομικές τιμές τους ακόμα ψηλότερα».
Πάνω από όλα, τα όργανα Στραντιβάριους είναι διάσημα για την ποιότητα του ήχου που παράγουν. Ωστόσο, τα πολλά τυφλά πειράματα, από το 1817 μέχρι το 2014, δεν εντόπισαν ποτέ κάποια διαφορά στον ήχο ανάμεσα στα βιολιά του Στραντιβάρι και σε βιολιά υψηλής ποιότητας άλλων εποχών και κατασκευαστών, ούτε και η ακουστική τους ανάλυση εντόπισε διαφορά.
Σε μία δοκιμή το 2009 ο Βρετανός βιολιστής Μάθιου Τράσλερ έπαιξε το δικό του Στραντιβάριους του 1711, αξίας σχεδόν 2 εκατομμυρίων ευρώ, και 4 σύγχρονα βιολιά του Ελβετού κατασκευαστή Michael Rhonheimer. Το ένα Rhonheimer, κατασκευασμένο με ξύλο κατεργασμένο με μύκητες από τον ερευνητή στα Ελβετικά Ομοσπονδιακά Εργαστήρια Επιστήμης και Τεχνολογίας των Υλικών Φράνσις Σβάρτσε, απέσπασε τις 90 από τις 180 ψήφους για τον καλύτερο τόνο, ενώ το Στραντιβάριους ήρθε δεύτερο με μόλις 39 ψήφους. Ωστόσο, η πλειονότητα (113) των ακροατών ταυτοποίησε λανθασμένα το βιολί που ήρθε πρώτο ως το Στραντιβάριους.
Παρότι πολλοί παγκοσμίου κλάσεως σολίστες, όπως ο Λεωνίδας Καβάκος, παίζουν βιολιά του Αντόνιο Στραντιβάρι, υπάρχουν αξιοσημείωτες εξαιρέσεις. Π.χ. ο Γερμανός βιολιστής Κρίστιαν Τέτσλαφ έπαιζε παλαιότερα ένα «αρκετά διάσημο Στραντιβάριους», αλλά το άλλαξε με ένα βιολί Greiner του 2002 και δηλώνει ότι ο ακροατής δεν μπορεί να διακρίνει ότι το όργανό του είναι σύγχρονο. Το θεωρεί εξαιρετικό για να παίζει Μπαχ και καλύτερο από Στραντιβάριους για «τα μεγάλα ρομαντικά και μεταγενέστερα (του 20ού αιώνα) κοντσέρτα».
Η ανωτερότητα των Stradivarius
Παρ’ όλα αυτά, αρκετοί επιμένουν ότι τα καλύτερα από τα Στραντιβάριους διαθέτουν μοναδικά σημεία ανωτερότητας. Διάφορες απόπειρες έχουν γίνει για την εξήγηση αυτών των υποτιθέμενων ιδιοτήτων, αλλά τα περισσότερα αποτελέσματα υπήρξαν αποτυχημένα ή διφορούμενα. Πολλές θεωρίες έχουν διατυπωθεί (και ανασκευαστεί) ανά τους αιώνες, όπως ότι το ξύλο τους είχε αποσπασθεί από παλαιούς καθεδρικούς ναούς. Η δενδροχρονολόγηση (προσδιορισμός της εποχής κατασκευής από τους δακτυλίους των κορμών των δέντρων) απέδειξε το εσφαλμένο αυτής της θεωρίας.
Μία νεότερη θεωρία αποδίδει την ποιότητα στο υψηλότερης πυκνότητας ξύλο, που οφείλεται στη μειωμένη ανάπτυξη των δένδρων κατά την παγκοσμίως ψυχρή περίοδο, τη «Μικρή Εποχή των Παγετώνων» που συνδέεται με ασυνήθιστα μικρή ηλιακή δραστηριότητα, το λεγόμενο Ελάχιστο Μώντερ, από το 1645 ως το 1750 περίπου. Δύο ερευνητές, ο δενδροχρονολόγος του Πανεπιστημίου του Τενεσί Henri Grissino-Mayer και ο κλιματολόγος Lloyd Burckle του Πανεπιστημίου Κολούμπια, δημοσίευσαν στο περιοδικό Dendrochronologia τα συμπεράσματά τους υπέρ της παραπάνω θεωρίας.
Το 2008 κάποιοι Ολλανδοί ερευνητές ανεκοίνωσαν και άλλες ενδείξεις ότι η πυκνότητα του ξύλου είναι η αιτία για την υψηλή ποιότητα αυτών των οργάνων: Αφού εξέτασαν αρκετά βιολιά Στραντιβάριους με ακτίνες Χ, βρήκαν ότι το ξύλο τους έχει εξαιρετικά σταθερή πυκνότητα σε ολόκληρο τον όγκο του, εξαιτίας της μικρής διακυμάνσεως στην ανάπτυξη των δέντρων που το παρήγαγαν.
Μία ακόμα πιθανή εξήγηση είναι ότι το ξύλο προήλθε από τα δάση της βόρειας Κροατίας, στα οποία τα σφεντάμια έχουν ξύλο μεγάλης πυκνότητας, που οφείλεται στην αργή ανάπτυξή τους εξαιτίας των πολύ ψυχρών χειμώνων. Η κροατική ξυλεία ήταν αντικείμενο εμπορίου από Βενετούς εμπόρους της εποχής του Στραντιβάρι και χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα για την κατασκευή μουσικών οργάνων.
Κάποιες άλλες έρευνες υποδεικνύουν τα συντηρητικά του ξύλου που χρησιμοποιούσαν οι τεχνίτες του 17ου αιώνα ως υπεύθυνα για τις ιδιότητες στην αντήχηση. Σε μελέτη του 2009 οι Guillemette, Spiegelman και Nagyvary κατάφεραν να εξετάσουν πριονίδια από ένα βιολί Στραντιβάριους: η καύση μικρών ποσοτήτων τους έδειξε ότι περιείχαν «βόρακα, φθοριούχες ενώσεις, χρώμιο και άλατα του σιδήρου». Διαπιστώθηκε επίσης ότι το ξύλο είχε σαπίσει λίγο, ίσως όταν ήταν αποθηκευμένο σε επαφή ή κοντά σε νερό στη Λιμνοθάλασσα της Βενετίας πριν το χρησιμοποιήσει ο Στραντιβάρι.
Υπάρχουν περίπου 650 γνήσια όργανα των Στραντιβάρι (βιολιά, άρπες, κιθάρες, βιόλες και βιολοντσέλα) που σώζονται σήμερα, αλλά χιλιάδες βιολιά έχουν κατασκευαστεί σύμφωνα με το σχέδιό τους και φέρουν ετικέτες που γράφουν «Stradivarius». Η παρουσία μιας τέτοιας ετικέτας πάνω σε ένα βιολί δεν σημαίνει ότι το όργανο είναι γνήσιο έργο του Στραντιβάρι.