Οταν το πρωί της 18ης Νοεμβρίου του 1993 ο Κερτ Κομπέιν έμπαινε στα Sony Music Studios της Νέας Υόρκης πονούσε.
Πονούσε πολύ.
Ο πόνος αυτός ήταν ένας συνδυασμός του withdrawal από την ηρωίνη και των κλασικών προβλημάτων που είχε με το στομάχι του από τότε που ήταν μικρό παιδί ακόμη.
«Δεν την βγάζω την βραδιά», είπε στον παραγωγό του Unplugged, φτύνοντας σε μια λεκάνη αίμα και ένα πράσινο υγρό -χολή από το στομάχι του.
«Ή θα μου φέρετε ηρωίνη ή ένα ισχυρό ηρεμιστικό».
Μέσα στο επόμενο δίωρο, είχαν φτάσει το στούντιο δυο καρτέλες με Βάλιουμ.
Ο Κομπέιν πήρε δυο χάπια μαζί και ξεκίνησε το γύρισμα του σημαντικότερου και σπουδαιότερου άλμπουμ τους.
Και στο 3:54 του βίντεο του παρακάτω τραγουδιού – που μπήκε στη σετλιστ σχεδόν τελευταία στιγμή και μετά από απαίτηση του Κερτ που το είχε πρωτακούσει δυο χρόνια πριν, στο άλμπουμ «Winding Sheet» του κολλητού του, Μαρκ Λάνεγκαν – δεν ακούς τον Κομπέιν να βγάζει αυτή τη φωνή επειδή δήθεν «ζούσε το κομμάτι».
Το έκανε επειδή είχε φύγει η επήρεια από τα Βάλιουμ και πονούσε.
Σωματικά -δείτε τον καθ’ όλη την διάρκεια του βίντεο να μορφάζει από τον πόνο. Να στραβώνει το στόμα του από την συσσωρευμένη ένταση.
Και όλος αυτός ο πόνος και η ένταση μετενσαρκώθηκε στην σημαντικότερη μουσική κραυγή μιας ολόκληρης γενιάς – όπως αντίστοιχα η γενιά πριν είχε για ορόσημο την κραυγή του Ρότζερ Ντάλτρεϊ στο «Won’t Get Fooled Again» των Who.
Στο 3:54 του παρακάτω τραγουδιού είναι κλεισμένη όλη η κληρονομιά αυτής της μπάντας -πόνος και απελπισία μαζί.
Πολλοί θεωρούν το «Nevermind» ως το απόλυτο δισκογραφικό τους κατόρθωμα.
Κατά μια έννοια είναι, αν και το ηχητικά απογυμνωμένο «Unplugged», «μιλάει», στον μέσο οπαδό του συγκροτήματος, πολύ περισσότερο από το άλμπουμ-πιστοποιητικό γέννησης της Grunge.
Γιατί η ακουστική παράσταση των Nirvana (η οποία μαγνητοσκοπήθηκε στις 18 Νοεμβρίου του 1993 στα Sony Music Studios της Νέας Υόρκης και προβλήθηκε για πρώτη φορά από το MTV στις 16 Δεκεμβρίου της ίδιας χρονιάς) πιάνει ακριβώς όλη την ουσία της μπάντας, ελάχιστους μήνες πριν την αυτοκτονία του Κομπέιν, τον Απρίλιο του 1994.
Στο λάιβ, που έγινε και ενώπιον κοινού, πλην των Κομπέιν, Κριστ Νοβοσέλικ και Ντέιβ Γκρολ, τους συνόδευσαν στην κιθάρα ο Pat Smear (των Germs και μετά των Foo Fighters), ο οποίος παίζει ξυπόλητος κουνώντας διαρκώς τα πόδια του μπρος-πίσω, και η τσελίστρια Lori Goldston.
Ωστόσο, η κατάσταση με τον Κομπέιν, πλην του θέματος υγείας του, ήταν ήδη «στα κόκκινα», καθώς οι πρόβες τους για το συγκεκριμένο λάιβ δεν πήγαιναν καλά επειδή ο Κερτ ήταν σε διαδικασία να κόψει την ηρωίνη για την μεθαδόνη.
Ενα πρωί, γυρνάει και λέει στον Γκρολ «Ντέιβ, το ακυρώνουμε; Αφού βλέπεις ότι δεν τραβάει…», αλλά ο ντράμερ τον έπεισε να το πιέσουνε λίγο ακόμη και να συνεχίσουνε τις πρόβες λίγο πιο εντατικά.
Ωστόσο, ο Κομπέιν συνέχιζε να είναι στην φάση του «κοψίματος» της πρέζας, και υπό αυτό το ιδιότυπο και επώδυνο καθεστώς του withdrawal, συνεχίστηκαν οι πρόβες μέχρι τις αρχές του Νοέμβρη του 1993.
Αυτό που τους προβλημάτισε πολύ ήταν η σέτλιστ, δηλαδή η λίστα των τραγουδιών που θα έπαιζαν.
Οι Nirvana συμφώνησαν εξαρχής μεταξύ τους ότι, όπως είπαν, θα ήταν «ηλίθιο» να παίξουν τα πολυ ηλεκτρισμένα τους τραγούδια με ακουστικό τρόπο.
Οπότε τα άφησαν στην άκρη – ακόμη και το «Smells Like Teen Spirit», για το οποίο τους πίεσε έντονα να το παίξουν η ίδια τους η δισκογραφική εταιρεία – και τελικά από όλες τις μεγάλες τους – τρόπον τινά – «επιτυχίες» έπαιξαν μόνο το «Come As You Are» σε σύνολο 14 κομματιών που ερμήνευσαν.
Τα υπόλοιπα ήταν είτε διασκευές σε αγαπημένα τους τραγούδια (θέλοντας να τιμήσουν συγκροτήματα και καλλιτέχνες οι οποίοι τους επηρέασαν), είτε τα πιο άγνωστα τραγούδια τους, τα πιο ήρεμα, αυτά που θα μπορούσαν να αποδοθούν με μη-ηλεκτρικό τρόπο (και ήχο).
Το μεγαλύτερο πρόβλημα από τους τρεις το είχε, όπως θα φανταζόταν κανείς, ο Γκρολ, ο οποίος παίζει με τα ειδικά «σκουπάκια» των ντράμερ και με ελαφριές μπαγκέτες, αλλά επειδή είναι… ο Γκρολ, ένας ντράμερ που ποτέ του δεν έμαθε να παίζει ήρεμα, αλλά να κοπανάει τα ντραμς με όλη του την δύναμη όπως το είδωλό του, ο Τζον Μπόναμ των Led Zeppelin, συνεχώς ακούγεται λίγο πιο δυνατά από τους υπόλοιπους, ακόμη και όταν τον βλέπεις ότι προσπαθεί μάταια να συγκρατήσει την δύναμή του.
Καθ’ όλη τη διάρκεια του λάιβ τους, ο Κομπέιν αναγκάζεται συχνά να γυρνάει και να τον αγριοκοιτάζει σε στυλ «βάρα λίγο πιο ήρεμα».
Για παράδειγμα, πριν από το «Pennyroyal Tea», ο Κερτ λέει στον Ντέιβ: «Θα το παίξω αυτό μόνος μου», με τον ντράμερ να μην καταλαβαίνει αν πρόκειται για ερώτηση ή για εντολή και τελικά να αφήνει τις μπαγκέτες του στην άκρη και να ζητάει ένα τσιγάρο να καπνίσει.
Οι Nirvana στην συνέχεια επέλεξαν να φέρουν ως ειδικούς καλεσμένους τους τον Cris και τον Curt Kirkwood για να ερμηνεύσουν μαζί τους τρία κομμάτια των Meat Puppets.
Η επιλογή τους ήταν εξαιρετική και άκρως ενδεδειγμένη, καθώς οι Meat Puppets αποτελούσαν, κατά γενική παραδοχή, μια μεγάλη τους μουσική επιρροή από τότε που πρωτοσχηματίτηκαν, το 1980.
Μετά, επιλέγουν τον «Άνθρωπο που Πούλησε τον Κόσμο» («η καλύτερη διασκευή που έχει γίνει στο συγκεκριμένο τραγούδι», όπως δήλωσε κατόπιν ο ίδιος ο συνθέτης του, ο Ντέιβιντ Μπάουι), ενώ εξίσου ανατριχιαστικό ήταν και το «Jesus Doesn’t Want Me for a Sunbeam» των Vaselines.
Κάπου εκεί, σε εκείνο το χρονικό σημείο, τα Βάλιουμ σταματούν να επιδρούν πάνω στον Κερτ, ο οποίος αρχίζει να μορφάζει, δείχνοντας ξεκάθαρα την ψυχοσωματική του αναστάτωση και τον πόνο που όντως βίωνε εκείνη την συγκεκριμένη στιγμή -προσθέστε σε όλα αυτά και την κατάθλιψη από την οποία έπασχε και καταλαβαίνετε πόσο δύσκολα μπορεί να «βγήκε» το υπόλοιπο της βραδιάς για τον ίδιο.
Λίγο πριν από το τέλος του λάιβ, διάφοροι οπαδοί της μπάντας από το κοινό, πετάνε διάφορες ιδέες για υποψήφια κομμάτια, με τον Kurt να απορρίπτει το «In Bloom» («Πώς να παίξουμε αυτό το τραγούδι ακουστικά;») και το «Rape Me» («Δεν νομίζω ότι το MTV θα μας αφήσει να το παίξουμε αυτό») και κατόπιν σπεύδει να ανακοινώσει το τελευταίο τραγούδι της βραδιάς, τον ημιακουστικό επιθανάτιο ρόγχο του «Where Did You Sleep Last Night», ένα κομμάτι με αρχικό τίτλο «In The Pines» που πρωτοτραγούδησε ο μπλουζίστας Lead Belly.
Και τότε ο Κερτ, λίγο πριν το ξεκινήσει στην κιθάρα, αφηγείται και μία ενδιαφέρουσα ιστορία:
«Ηρθε τις προάλλες ένας τύπος που εκπροσωπεί την οικογένεια του Lead Belly θέλοντας, λέει, να μου πουλήσει την κιθάρα του Lead Belly για 500.000 δολάρια. Ζήτησα προσωπικά και από τον ίδιο τον David Geffen (σ.σ. ιδρυτής της Geffen Records, όπου ανήκαν και ηχογραφούσαν οι Nirvana) να μου την αγοράσει, αλλά δεν το έκανε».
Και μετά βαράει το πρώτο ακόρντο στον αέρα. Και τότε είναι που γράφεται μουσική ιστορία.
«Μιλάμε για μια εξωπραγματική, μια απίστευτη εκτέλεση, με τον Κομπέιν να ακούγεται σαν λυκάνθρωπος», ήταν το σχόλιο του Νιλ Γιάνγκ μετά το λάιβ.
Ο Κερτ άφησε την κιθάρα του κάτω και οι Nirvana αποχώρησαν από την σκηνή.
Στα παρασκήνια, κάποια άτομα από την παραγωγή, του μετέφεραν το αίτημα πολλών θεατών για ένα ολιγόλεπτο encore, με τον Κομπέιν να αρνείται και να απαντάει κοφτά και σιβυλλικά:
«Δεν έχουμε κάτι άλλο να δώσουμε σήμερα».
Και μετά «κούμπωσε» άλλα δυο Βάλιουμ.
Τίμιος και ειλικρινής μέχρι το τέλος.