H χαοτική εφαρμογή των δασμών του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ την περασμένη εβδομάδα αναστάτωσε τις επιχειρήσεις σχεδόν σε κάθε κλάδο στην Αμερική και παγκοσμίως.
Ο Έρικ Μιούλερ, ιδιοκτήτης της punk rock δισκογραφικής εταιρείας Pirates Press αναρωτιόταν αν θα μπορούσε να κατατάξει τους δίσκους της εταιρείας του —οι οποίοι περιλαμβάνουν έγχρωμες κυκλοφορίες βινυλίου από συγκροτήματα όπως οι Rancid, The Slackers και Cock Sparrer— ως «πληροφοριακό υλικό». Κάτι τέτοιο θα του επέτρεπε να εισάγει τους δίσκους από εργοστάσια παραγωγής του εξωτερικού χωρίς να επιβληθεί δασμός, βάσει ενός ελάχιστα γνωστού νόμου.
Η απρόβλεπτη, διακοπτόμενη προσέγγιση της κυβέρνησης Τραμπ όσον αφορά τους δασμούς σπέρνει γενική σύγχυση στη δισκογραφική βιομηχανία. Κατασκευαστές και μεσάζοντες, μικρομεσαίες και μεγαλύτερες επιχειρήσεις συμφωνούν ότι οποιοδήποτε επιπλέον κόστος λόγω δασμών θα περάσει τελικά στον καταναλωτή. Ακόμα και μια αύξηση της τάξης του 10%, βάσει των (προς το παρόν) αναθεωρημένων δασμών του Τραμπ θα μπορούσε να έχει σοβαρό αντίκτυπο σε μια βιομηχανία που ήδη επηρεάζεται αρνητικά από τον πληθωρισμό και την άνοδο του κόστους. Πρόσφατες εκτιμήσεις της αγοράς υποδεικνύουν ότι οι προτεινόμενοι δασμοί θα μπορούσαν να αυξήσουν το κόστος έως και 24% και να οδηγήσουν σε περισσότερη παραγωγή στο εξωτερικό. Ο Μιούλερ εκτιμά ότι ένας νέος δίσκος βινυλίου μπορεί να πωλείται πλέον στα 30-40 δολάρια, ενώ πριν λίγα χρόνια κόστιζε 15-25.
«Tα εισοδήματα των ανθρώπων δεν έχουν όμως αυξηθεί τόσο πολύ. Η βιομηχανία σίγουρα υποχωρεί. Τα εργοστάσια δυσκολεύονται. Αν αυξηθεί το κόστος των δίσκων, δεν είναι κάτι καλό. Δεν θα βοηθήσει κανέναν», υποστηρίζει χαρακτηριστικά.
Η σωτηρία της βιομηχανίας μπορεί να έρθει από την τροπολογία Berman, η οποία εξαιρεί από τους δασμούς «πληροφοριακό υλικό» όπως βιβλία, ταινίες, κασέτες, CD και άλλα μέσα που περιέχουν υλικό προστατευόμενο από την Πρώτη Τροπολογία, ανεξαρτήτως χώρας προέλευσης. Η τροπολογία αυτή που ψηφίστηκε το 1988 από το Κογκρέσο και συντάχθηκε από τον Δημοκρατικό εκπρόσωπο Χάουαρντ Μπέρμαν, αποτέλεσε εμπόδιο σε προσπάθειες των Αμερικανών νομοθετών να απαγορεύσουν το TikTok, με την Washington Post να τη χαρακτηρίζει «ένα ασαφές εμπόδιο».
«Αυτό που κάνει αυτή η εξαίρεση», εξηγεί ο Μιούλερ, «είναι να διασφαλίσει ότι εξακολουθεί να υπάρχει ελεύθερη ροή πληροφορίας».
Παρά την άνοδο της εγχώριας παραγωγής την τελευταία δεκαετία που συνδέεται με την αναζωπύρωση της δημοφιλίας του βινυλίου, πολλοί από τους δίσκους που βρίσκονται στα ράφια των δισκοπωλείων κατασκευάζονται στο εξωτερικό. Η τσέχικη πολυεθνική GZ Media είναι η μεγαλύτερη εταιρεία παραγωγής δίσκων στον κόσμο, με παραγωγή περίπου 70 εκατομμύρια δίσκους τον χρόνο. Με βάση τις εξαιρέσεις της τροπολογίας Berman, όλοι αυτοί οι δίσκοι μπορούν να εισάγονται στις ΗΠΑ χωρίς να επηρεάζονται από τεράστιους δασμούς. Αυτό, ωστόσο, δεν σημαίνει ότι η αμερικανική βιομηχανία βινυλίου είναι εκτός κινδύνου.
«Δεν πληρώνεται δασμός για την εισαγωγή ολοκληρωμένου δίσκου, αλλά υπάρχουν δασμοί για την εισαγωγή των υλικών», εξηγεί ο Μάικλ Γκρεγκ Τόμας, διευθυντής της Echo Base, μιας εταιρείας παραγωγής βινυλίων στην Τζόρτζια. Οι εταιρείες που κατασκευάζουν δίσκους στις ΗΠΑ αντιμετωπίζουν μεγάλες αυξήσεις κόστους για την εισαγωγή πρώτων υλών: χαρτικά από τον Καναδά, δίσκοι αλουμινίου (lacquers) από την Ιαπωνία και φυσικά, το βασικότερο απ’ όλα το ίδιο το βινύλιο.
Η πλειοψηφία των κατασκευαστών δίσκων στην Αμερική και αλλού προμηθεύονται πολυβινυλοχλωρίδιο (PVC) από την Ταϊλάνδη. Εταιρείες πετροχημικών όπως η NeoTech Composite Co. και η Plastic and Chemicals Public Company Limited (θυγατρική της Siam Cement Group) προμηθεύουν τη συντριπτική πλειοψηφία. Η κυβέρνηση Τραμπ είχε αρχικά απειλήσει την Ταϊλάνδη με δασμό ύψους 36%, κάτι που φυσικά θα αύξανε το κόστος για τους Αμερικανούς κατασκευαστές.
Ορισμένος εξοπλισμός υψηλής εξειδίκευσης που χρησιμοποιείται στη διαδικασία παραγωγής (λέβητες για τη θέρμανση του PVC, ψύκτες για τον έλεγχο της θερμοκρασίας) επίσης κατασκευάζεται και συντηρείται από το εξωτερικό. Ο Στίβεν Γουόκερ, ιδιοκτήτης της οικογενειακής επιχείρησης 33 Grooves Records ανησυχεί ότι οι επισκευές ενδέχεται να γίνουν υπερβολικά δαπανηρές. «Όλα είναι ασιατικά ή ευρωπαϊκά. Οι μηχανές μου είναι από το Χονγκ Κονγκ. Και αν χρειαστώ ανταλλακτικά από την Κίνα, είναι τρομακτικό» .
Υπάρχει μια παράλογη ειρωνεία εδώ, που ίσως δεν προκαλεί και τόσο μεγάλη έκπληξη δεδομένου του χαοτικού χαρακτήρα της οικονομικής πολιτικής του Τραμπ. Επειδή η εισαγωγή και εξαγωγή δίσκων βινυλίου εξαιρείται από τους δασμούς, οι Αμερικανοί μεσάζοντες μπορούν ακόμα να παραγγέλνουν την παραγωγή τους στο εξωτερικό (κυρίως στην Κεντρική Ευρώπη) και να τους εισάγουν ξανά στις ΗΠΑ με ελάχιστο επιπλέον κόστος πέρα από τους συνήθεις τελωνειακούς φόρους. Εν τω μεταξύ οι κατασκευαστές με έδρα τις ΗΠΑ αντιμετωπίζουν πιθανές αυξήσεις κόστους, αφού δεν έχουν άλλη επιλογή πέρα από το να εισάγουν τις πρώτες ύλες τους από όλο τον κόσμο.
«Είναι ένα διαρκές πρόβλημα που έχει καταπνίξει τη βιομηχανία παραγωγής δίσκων στις ΗΠΑ», λέει ο Τόμας από την Echo Base. «Οι μεγαλύτερες εταιρείες λειτουργούν λίγο σαν ολιγαρχία, και οι περισσότερες απ’ αυτές βρίσκονται εκτός ΗΠΑ».
Ένα άλλο μεγάλο πρόβλημα είναι η έλλειψη εκπροσώπησης. Μέχρι στιγμής η προσέγγιση της κυβέρνησης Τραμπ στους δασμούς έχει ωφελήσει τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις. Ο Λευκός Οίκος φαίνεται να επιλέγει τυχαία έναν αριθμό και μετά οι διάφοροι κλάδοι σπεύδουν να τον μειώσουν μέσω πίεσης. Η βιομηχανία του βινυλίου είναι ένας τομέας αξίας δισεκατομμυρίων δολαρίων που υποστηρίζει πάνω από 1.500 θέσεις εργασίας σε εθνικό επίπεδο, ωστόσο εξακολουθεί να θεωρείται, όπως το έθεσε ο Τόμας, μια «οικοτεχνία». Σίγουρα δεν έχει την ίδια επιρροή στον Λευκό Οίκο με αυτή που απολαμβάνουν οι εταιρείες τεχνολογίας ή οι τράπεζες.
«Ορισμένοι κλάδοι έχουν ισχυρότερη εκπροσώπηση μέσω λόμπι» λέει ο Τόμας. «Υπάρχει σοβαρή ανησυχία ότι η φωνή μας δεν θα ακουστεί. Δεν γνωρίζουν όλοι τον πιο άμεσο τρόπο να μιλήσουν με τον τοπικό τους εκπρόσωπο και να προωθήσουν το ζήτημα». Η απειλή μιας ευρύτερης οικονομικής ύφεσης εντείνει περαιτέρω το άγχος σε όλη τη βιομηχανία, επηρεάζοντας όχι μόνο τους κατασκευαστές και τους λιανέμπορους, αλλά και τις δισκογραφικές εταιρείες και τους καλλιτέχνες.
«Μακροπρόθεσμα, μόνο κακό θα κάνει στη βιομηχανία», λέει ο Μιούλερ. «Η εναλλακτική στο να αγοράσει κανείς έναν δίσκο είναι απλώς να συνεχίσει να κάνει streaming, όπου οι καλλιτέχνες παίρνουν ένα κλάσμα της αξίας.»
Πέρα από τις αυξημένες τιμές —τόσο για τους κατασκευαστές όσο και για τον τελικό καταναλωτή που ψάχνει στα ράφια του τοπικού δισκοπωλείου— το γενικό αίσθημα οικονομικής ανασφάλειας μπορεί να καλλιεργήσει εχθρικότητα.
Ο Ντέιβ Εκ που διαχειρίζεται το Waxy Poodle Record στο Ουισκόνσιν, λέει ότι η σκληρή ρητορική του Τραμπ για το εμπόριο έχει επηρεάσει τις επαγγελματικές του σχέσεις όσο και οι ίδιες οι πολιτικές. Ο Εκ κάνει πολλές δουλειές με τον Καναδά, μια χώρα που ο Πρόεδρος έχει χαρακτηρίσει «άσχημη» και έχει απειλήσει επανειλημμένα να την προσαρτήσει ως την 51η Πολιτεία των ΗΠΑ. Η κατάσταση είναι τεταμένη και έχει καλλιεργηθεί αντιαμερικανικό αίσθημα βόρεια των συνόρων. Εκεί όπου κάποτε η ένδειξη «Made in U.S.A.» ήταν δείγμα ποιότητας, τώρα σημαίνει κάτι διαφορετικό.
«Κανένας από τους προμηθευτές μου εκεί πάνω δεν με συμπαθεί πια, επειδή είμαι Αμερικανός» λέει ο Εκ. «Έχω περισσότερη δυσκολία να ολοκληρώσω τις παραγγελίες μου γιατί το γενικό κλίμα στον Καναδά αυτή τη στιγμή είναι να μη μας υποστηρίζουν».
*Με στοιχεία από το Wired.
➪ Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.