Ο Τζίμης πολιούδης είναι ο άνθρωπος που βρίσκεται πίσω από τα προτζεκτ Vigina Lips και Mazoha. Και στα δύο ως solo artist. Κιθάρες, μπάσα, ντραμς, synths, τα παίζει όλα και συμφέρει. Όσα δεν προλαβαίνει τα προγραμματίζει ηλεκτρονικά. Μικρός ήθελε να γίνει drumer αλλά τον κέρδισε το τραγούδι και η στιχουργία. Μετά τα άλμουμ Μπάσταρδο, ΠΡΤΘΛΤΣ και Τώρα Χορός, ετοιμάζει ένα καινούργιο άλμπουμ που θα ονομάζεται «Ας τους σκοτώσουμε όλους και μετανιώνουμε ύστερα» τον ερχόμενο Μάϊο, ενώ παράλληλα ετοιμάζεται για πάρα πολλές συναυλίες σε όλη τη χώρα.

Τον συνάντησα στο Bad Tooth πριν από μερικές ημέρες. Μπήκε σαν σίφουνας ντυμένος στα πορτοκαλί από πάνω μέχρι κάτω -μέχρι και ο αναπτήρας του ήταν πορτοκαλί. Όταν του το σχολιάσα μου ανέφερε ότι τα πιτσιρίκια στη γειτονιά του τον περνάνε και ράπερ. Του κάνουν τραπερίστικους χαιρετισμούς με τα χέρια και το νεύμα του “like” και τον ρωτάνε: «Ποιος ράπερ είσαι εσύ;», κι αυτός τους απαντά: «Είμαι ένας ράπερ που ακόμα δεν είστε έτοιμοι να μάθετε».

Φωτ.: Γιάννης Παπαϊωάννου / Olafaq

Εκρηκτικός, ασταμάτητος, σπιρτόζος μα και παράλληλα συναιθηματικός, πάμε να μάθουμε ποιος «ράπερ» είναι ο Τζίμης Πολιούδης:

 – Ποιες είναι οι πρώτες σου αναμνήσεις από τη μουσική;

Είναι το Grasshopper των Depeche Mode από μια κασέτα του αδερφού μου. Είχα τρομοκρατηθεί από την εισαγωγή, ένιωσα σα να κατρακυλάει ένα τενεκεδάκι στα σκαλιά, αλλά ήταν κάτι  γοητευτικό συνάμα. Γενικά άκουγα τις κασέτες του αδερφού μου, που άκουγε κατεξοχήν ξένα, αλλά και πολύ χιπ χοπ. Από 8-9 χρονών άκουγα NWA, Snoop Dog, Public Enemy, Cypress Hill κτλ., αλλά και Michael Jackson προφανώς και Madonna. Κι από ελληνικά, προτού ξεκινήσει το Mega και ο Ant1, έπαιζαν όλη την μέρα τα κλασικά βιντεοκλίπ, Βίσση, Καρβέλα, Δάντη, Πωλίνα, αν και αυτά ήταν πιο μεταγενέσταρα.

– Εσένα τι σε ώθησε στο να γράψεις μουσική;

Εγώ αρχικά ντράμερ ήθελα να γίνω, ακούγοντας Rage Against The Machine 13 χρόνων, είχα πάρει μια λεκάνη της μάνας μου για τα ρούχα, έβγαζα τα πόδια από κάτι παλιές καρέκλες και βάραγα. Αργότερα βέβαια συνειδητοποίησα ότι μπορούσα να τραγουδώ. Έβαζα τα ακουστικά, τραγουδούσα και καταλάβαινα -ή τουλάχιστον το φανταζόμουν ότι τραγουδούσα καλά. Στην πορεία αγόρασα μια κιθάρα, και σιγά σιγά άρχισα να γράφω στίχους και μουσική με αρκετά μεγάλη συχνότητα, 1-2 την ημέρα. Τότε έπαιζα και μπάσκετ, έκανα πρωταθλητισμό αλλά όταν έφυγε από τη ζωή ο πατέρας μου δεν υπήρχε κάποιος να με πηγαινοφέρνει στις προπονήσεις, οπότε σταμάτησα, κι έριξα όλο μου το βάρος στη μουσική, και ήταν κάτι που πραγματικά γούσταρα.

– Πώς αυτοπροσδιορίζεσαι μουσικά;

Θα έλεγα ότι στην ελληνόφωνη σκηνή τουλάχιστον, είμαι από τους λίγους που παίζουν καθαρό Indie -τα υπόλοιπα παιδιά παίζουν pop, synthpop κ.τλ. Εγώ παίζω το παλιό, με τον ορισμό των 90s, Indie Rock, γιατί αν κάτσεις τώρα με την πιτσιρικαρία και μιλήσεις, Indie θεωρούν την Dua Lipa.

– Πως σου ήρθε να διασκευάσεις το «Θα’ ναι σα να μπαίνει η άνοιξη»;

Από πάντα μου άρεσε αυτό το τραγούδι, μου άρεσε πάντα η μελωδία του, όχι απαραίτητα η φωνή ή η μουσική, γι’ αυτό και το έκανα κάτι εντελώς διαφορετικό.  Γενικά παίζω πολύ με τις διασκευές, τόσο ως Vagina, όσο και ως Mazoha. Βέβαια τα κομμάτια τα φέρνω εντελώς στα μέτρα μου. Δεν είναι επανεκτελέσεις, είναι διασκευές, όπως για παράδειγμα το Παυσίπονο, από Μωρά στη Φωτιά. Είναι διασκευές-διασκευές, δηλαδή αναγνωρίζεις το κομμάτι μόνο από τους στίχους.

Φωτ.: Γιάννης Παπαϊωάννου / Olafaq

– Τζίμη, κανά δημοτικό τραγούδι θα διασκεύαζες;

Δεν μου αρέσουν καθόλου αυτά. Για κάποιο μεταφυσικό λόγο είμαι πολύ κατά της παράδοσης, αλλά ποτέ μη λες ποτέ. Γενικά γουστάρω και τη Μαρίνα Σάττι, και τον Lorka που συνδυάζουν πολύ ωραία την παράδοση με άλλα μουσικά στοιχεία, αλλά εμένα δεν μου αρέσει να το κάνω αυτό.

– Με ποιες θεματολογίες καταπιάνεσαι στα τραγούδια σου;

Παίζω πολύ με το θέμα της πατριαρχίας καθώς έχασα τον πατέρα μου από πολύ μικρός και μεγάλωσα σε ένα πολύ μητριαρχικό περιβάλλον, η μητέρα μου ήταν το «αφεντικό» το σπιτιού, αλλά κι αυτό να μην συνέβαινε πάντα ήμουν έτσι. Επίσης οι μουσικοί μου ήρωες είναι έτσι, που στην ουσία είναι αντιήρωες, γι’ αυτά τα θέματα μιλούσαν και δεν ήταν καθόλου μάτσο. Γενικότερα καταπιάνομαι με τα θέματα τα δικά μου, τα ψυχολογικά -τη μάχη με τον εαυτό μας, με τους γύρω μας, πως να γίνουμε καλύτεροι, τα προσωρινά μας ρομάντζα που δεν αντέχουν στον χρόνο γιατί όλοι έχουμε πληγές που δεν μπορούμε να τις ξεπεράσουμε, γενικά μιλώ για το τι σκατά συμβαίνει γύρω μας, αυτά.

– Ποιο κομμάτι είναι αυτό που σου αρέσει να παίζετε επί σκηνής και με ποιο πιστεύεις πως ξεσηκώνεται πιο πολύ ο κόσμος;

Το «Είναι ωραία τα πεθαίνουμε παρέα», το «Πρωταθλητής». Γενικότερα ο κόσμος ξεσηκώνεται με πολλά, με τις «Φρίκες», το «Λούτρινο», την «Άνοιξη», ειδικά σε αυτό το κομμάτι δημιουργείται ένα ωραίο κλίμα και χαρούμενο, σα να έχουμε ανάσταση. Γι’ αυτό παίζω με μια κιθάρα μόνο, και αφήνω τον κόσμο πιο πολύ να τραγουδά το κομμάτι. Ο κόσμος έρχεται για να εκτονωθεί στα λάιβ μου.

– Θα έλεγα πως με το πρότζεκτ σου «μιλάς» την γλώσσα της γενιάς Ζ και έχω την εντύπωση ότι προσπαθείς να αφουγκραστείς τις ανησυχίες και την αγανάκτηση που νιώθουν. πιστεύεις ότι τα καταφέρνεις να πιάσεις τον παλμό της σημερινής κοινωνικής συνθήκης και να τον αποδόσεις στη μουσική και στους στίχους σου; Είναι κάτι που το βιώνεις κι εσύ ο ίδιος ή είσαι απλά παρατηρητής;

Δεν θα έλεγα ότι το προσπαθώ, γιατί παρόλο που είμαι πολύ πιο μεγάλος, είμαι σαν ένας αιώνιος έφηβος. Επίσης, επειδή κάνω και παρέα με πολύ μικρότερες ηλικίες, τα τρώω όλα αυτά στη «μάπα» πολύ πιο straightforward. Οι περισσότεροι φίλοι μου είναι κάτω των 25.

Φωτ.: Γιάννης Παπαϊωάννου / Olafaq

– Και μιας και μιλάμε για αυτή τη γενιά, θα ήθελα να το συνδέσουμε με το πέρασμά σου από τον αγγλικό στον ελληνικό στίχο. Με ποια κριτήρια το επέλεξες αυτό; Πιστεύεις ότι ο ελληνικός στίχος -που κατά κόρον χρησιμοποιείται από την εγχώρια ραπ σκηνή- μιλά καλύτερα  τη γλώσσα της γενιάς αυτής και οι στίχοι σου να γίνονται πιο αιχμηροί;

Σίγουρα ο ελληνικός στίχος είναι πολύ πιο άμεσος κι εγώ μπορώ να εκφραστώ πολύ καλύτερα μέσω αυτού μιας και είναι η μητρική μου γλώσσα. Γενικότερα, από τότε που έκανα και πιο πολλά ντιτζεϊλίκια στο Coo κ.τ.λ., πάντα γούσταρα να παίζω ελληνόφωνα κομμάτια όπως για παράδειγμα τους Οδός 55, και σκεφτόμουν «θέλω κι εγώ να το κάνω αυτό». Με κρίντζαρε λίγο στην αρχή, γιατί είχα συνηθίσει με τον αγγλικό στίχο. Όταν για παράδειγμα ανέβασα το πρώτο μου ελληνόφωνο κομμάτι στο YouTube τα «Τούβλα», για κάποιον ηλίθιο λόγο μου ακουγόταν πολύ αστείο. Ήθελα όμως να ξεφύγω, τόσο στιχουργικά, όσο και μουσικά.

– Γενικότερα τι ζόρια θα έλεγες ότι τραβάει ένας νέος στην Ελλάδα του σήμερα; Τι βλέπεις εσύ στη σημερινή κοινωνία;

Κοίτα, σήμερα δεν υπάρχει ελπίδα, δεν υπάρχει μέλλον, “No future”, ενώ όταν ήμουν εγώ έφηβος υπήρχε το future με έναν τρόπο. Με όλα αυτά που μας κατακεραυνώνουν καθημερινά, από τα πολιτικά σκάνδαλα και τις αυθαιρεσίες, με την απουσία δικαιοσύνης και την φουλ ατιμωρησία, σε τί να πιστέψεις; Μόνο μαυρίλα και κατάθλιψη από τη μία, και από την άλλη υπάρχει η πλήρης αποχαύνωση των social και η επιδειξιομανία. Η εμμονή με το γυμναστήριο, τους κοιλιακούς, πώς θα βάλουμε υαλουρονικό, πώς θα «μοιάζουμε 20 χρόνων», και αυτό δεν έχει να κάνει με το φύλο. Δεν υπάρχει πια το βίωμα σαν βίωμα. Η διαφορά μας με αυτή τη γενιά είναι ότι έχουμε διαμορφώσει μια κουλτούρα βιωματική, ενώ σήμερα διαμορφώνεται μια κουλτούρα μέσα από τον μιμητισμό. Βλέπω κάτι στο TikTok ή στο YouTube, και γίνομαι darkwave σε 5 λεπτά. Τον επόμενο μήνα γίνομαι κάτι άλλο. Παλιά επειδή δεν είχες την πολυτέλεια της πληροφορίας, αναγκαζόσουν να ψάξεις, ενώ σήμερα που σου δίνεται απλόχερα δεν την εκτιμάς.

Ποιο είδος μουσικής σου αρέσει να ακούς περισσότερο αυτόν τον καιρό; Παρακολουθείς κάποια νέα συγκροτήματα;

Η διασκέδασή μου είναι να ψάχνω καινούργια μουσική, οπότε ανελλιπώς ακούω καινούργια πράγματα. Δεν μπορώ να ακούω παλιά πράγματα που άκουγα όταν ήμουν πιτσιρικάς ή πράγματα που άκουγα πριν από 10 χρόνια. Για παράδειγμα δεν με ενδιαφέρει να πάω σε live των Black Angels, γιατί αν και παλιά τους άκουγα φανατικά, τώρα τους θεωρώ ανεπίκαιρους. Αν βέβαια τύχει και πάω καλώς. Καταλαβαίνω από που προκύπτει όλος αυτός ο χαμός με την παρελθοντολογία, αλλά εγώ δεν είμαι σε αυτό το μουντ. Φέρε Idols, Viagra Boys, φέρε hot καινούργια πράγματα, αυτά με τραβάνε να πάω να δω. Επίσης πιστεύω ότι το γυναικείο ελληνικό χιπ χοπ είναι από τα λίγα πράγματα που έχει όντως να πει πολλά.

– Θα έπρεπε η μουσική να έχει βάθος σήμερα, ή δεν το θεωρείς απαραίτητο;

Όχι, δεν θεωρώ ότι η μουσική πρέπει να έχει βάθος αλλά να προκαλεί συναισθήματα. Ακόμα και η trap μουσική που στιχουργικά είναι για τα ανάθεμα, μουσικά είναι τέρμα ξεσηκωτική με τα drill, τα μπάσα κ.τ.λ. Η μουσική είναι συναίσθημα, και για μένα είναι το θεραπευτήριό μου.

– Έχει δημιουργηθεί ένας αστικός μύθος γύρω από σένα ότι βγάζεις δίσκους πιο γρήγορα κι από τη σκιά σου. Πώς το διαχειρίζεσαι αυτό ψυχολογικά;

Πλέον δεν το κάνω, αλλά αν με άφηναν ελεύθερο θα το έκανα. Εγώ το γουστάρω αυτό το πράγμα, γράφω συνεχώς δηλαδή τραγούδια αλλά δεν τα ηχογραφώ. Για μένα κανονικά θα έπρεπε όταν έχεις κάτι να βγάλεις να το βγάζεις. Δεν υπάρχουν κανόνες στην τέχνη. Άμα είναι κάτι καλό δεν χάνεται, άμα είναι να κάνει γκελ, θα κάνει. Δεν νομίζω ότι η υπερπληροφόρηση είναι απαραίτητα κάτι κακό. Δεν είπαμε να βγάζεις έναν δίσκο τον μήνα, αλλά δύο δίσκους τον χρόνο δεν το θεωρώ υπερβολικό. Καταρχάς άμα δεν βγάζεις κάτι κάθε χρόνο, είναι σα να μην υπήρξες ποτέ. Οπότε ναι, αν ήταν στο χέρι μου, θα έβγαζα δύο άλμπουμ το χρόνο.

– Και πως θα το διαχειριζόσουν αν κάποιος σου έλεγε πώς όλα ίσως ακούγονται κάπως τα ίδια; Δεν φοβάσαι ότι αυτό μπορεί να κουράσει;

Ούτως ή άλλως και 3-4 χρόνια να περάσουν πάλι όλα το ίδιο θα ακούγονταν. Γενικά τα reviews στην Ελλάδα είναι ένα μάτσο μαλακίες. Γράφουν όλοι για τους φίλους τους και δεν υπάρχει καμία αντικειμενικότητα.

– Και τώρα θα κάνω λίγο τον δικηγόρο του διαβόλου και θα σε ρωτήσω μήπως η μεγάλη συχνότητα κινδυνεύει να καταστήσει τη μουσική προϊόν που ψωνίζουμε από το σουπερμάρκετ;

Δεν συμφωνώ με αυτό, γιατί στο σουπερμάρκετ δεν θα βρεις προϊόντα που να αξίζουν; Γιατί να ξεφύγει η μουσική από αυτό; Τι την κάνει τόσο ξεχωριστή; Όλα στην εποχή μας είναι fast food. Κάποιοι άνθρωποι θα μπούνε στον κανόνα του σουπερμάρκετ, αλλά το καλό πιστεύω θα ξεχωρίσει. Και με το «καλό» εννοώ αυτό που θα αγγίξει τον άλλον. Από τη στιγμή που η δουλειά σου είναι ανεβασμένη στο διαδίκτυο, τέλος, αποτελεί προϊόν, δεν μπορείς να την διαχειριστείς.

– Σε ποιες ταινίες θα ήταν ιδανικό σάουντρακ o Mazoha και σε ποια ο Vagina Lips;

ΣΕ ΟΛΕΣ (γέλια). Σε πάρα πολλές είναι η αλήθεια, από τα πολύ classics από το Trainspotting και τον Fight Club, μέχρι το Taxidriver και όλα τα Rocky μέχρι το 4. Ειδικά αυτό: θα ήθελα τόσο πολύ να είχα γράψει ένα κομμάτι τόσο power σαν το Eye of the Tiger, να το συνδυάζουν μια ζωή με κάτι τόσο power!

Φωτ.: Γιάννης Παπαϊωάννου / Olafaq

– Ποια είναι τα επόμενα σχέδια σου;

Συναυλίες έχω φουλ, σύντομα θα παίξω στην Καστοριά, μετά στην Θεσσαλονίκη έχω το Ανθός με τους Penny, Capette, Libys. Μετά Κρήτη, Βόλο, και στις 26 Φλεβάρη θα παίξουμε στη Death Δisco μαζί με τους Psychedelic Trips to Death, υπάρχει επίσης η σκέψη για να γίνει ένα μεγάλο φεστιβάλ στην Αθήνα σε έναν μεγάλο χώρο, κι έχω και κάποια κανονισμένα λάιβ για το καλοκαίρι. Επίσης ετοιμάζω δύο άλμπουμ, ένα που θα κυκλοφορήσει τον Μάιο με τίτλο «Ας τους σκοτώσουμε όλους και μετανιώνουμε ύστερα» και ένα τον επόμενο τον Οκτώβριο. Τέλος, υπάρχει κι ένα βιντεοκλίπ στα σκαριά για ένα καινούργιο κομμάτι που ονομάζεται «Αρρενωποτίποτα».

– Ποια είναι η δική σου αλήθεια, η αλήθεια του Τζίμη; Και που βρίσκεται η αλήθεια γενικότερα, πέρα από τους Sex Pistols;

Δεν βρίσκεται εκεί η αλήθεια παιδιά! Η αλήθεια βρίσκεται πάντα στα απλά και στα αγνά. Το λέει και η Penny σε ένα κομμάτι, «όλα σάπια, θέλω μόνο τα αγνά», και αυτό μου έχει κολλήσει. Στα απλά και στα αγνά βρίσκεται η αλήθεια, και στο να είσαι ο εαυτός σου. Να σκοτώνεις τα είδωλά σου, να μην έχεις είδωλα, και να είσαι ο εαυτός σου γιατί στο φινάλε είναι το μόνο που έχεις. Κάπως έτσι.