Αυτή την εβδομάδα συμπληρώνονται 50 χρόνια από το άλμπουμ-ορόσημο της Aretha Franklin, Amazing Grace, που ηχογραφήθηκε ζωντανά και κυκλοφόρησε το 1972. Το άλμπουμ αποτελεί μια από τις πιο παθιασμένες gospel ηχογραφήσεις της εποχής, μιας περιόδου κατά την οποία το είδος βρισκόταν στην πιο εκλεπτυσμένη του μορφή πριν συνδυαστεί όλο και περισσότερο με ένα αμάλγαμα άλλων mainstream ειδών.

Το Amazing Grace αποτέλεσε τεράστια εμπορική επιτυχία που χάρισε στη Franklin το βραβείο Grammy για την καλύτερη soul gospel ερμηνεία το 1973. Μέχρι το 2018, τη χρονιά του θανάτου της τραγουδίστριας, σε ηλικία 76 ετών, το Amazing Grace ήταν το άλμπουμ με τις περισσότερες πωλήσεις της πενηνταετούς καριέρας της Φράνκλιν και το live άλμπουμ gospel με τις περισσότερες πωλήσεις όλων των εποχών.

Η ζωντανή εκτέλεση περιλάμβανε μερικά παραδοσιακά κλασικά γκόσπελ, όπως τα «Climbing Higher Mountains», «Mary, Don’t You Weep», «God Will Take Care of You» και φυσικά το «Amazing Grace» του Βρετανού John Newton, υπέρμαχου της κατάργησης της δουλείας. Παράλληλα με τις παραδοσιακές διασκευές, η Franklin έδωσε επίσης gospel ερμηνείες στο έργο ορισμένων σύγχρονων συναδέλφων της, όπως το «Wholly Holy» του Marvin Gaye και το «You’ve Got a Friend» της Carole King.

Αν και η Franklin ήταν περισσότερο γνωστή ως «η βασίλισσα της Soul», οι ρίζες της βρίσκονταν στην gospel μουσική. Ως παιδί, πήγαινε στην εκκλησία New Bethel Baptist Church στο Ντιτρόιτ του Μίσιγκαν, όπου ο πατέρας της, C. L. Franklin, ήταν ιερέας. Η Franklin έγινε γνωστή στην κοινότητα για τις εκπληκτικές φωνητικές της ικανότητες, και στην ηλικία των 18 υπέγραψε συμβόλαιο ως τραγουδίστρια για την Columbia Records. Ενώ είχε ήδη υπογράψει στην Columbia, στις αρχές της δεκαετίας του 1960, παρέμεινε στο θρησκευτικό gospel στυλ και δεν γνώρισε μεγάλη επιτυχία, μέχρι που υπέγραψε συμβόλαιο με την Atlantic Records το 1966 και άρχισε να προσανατολίζεται προς τη soul μουσική.

Το 2018, το Amazing Grace γιορτάστηκε με την κυκλοφορία ενός ντοκιμαντέρ που ακολούθησε την εμβληματική διήμερη συναυλία που πραγματοποιήθηκε στην εκκλησία New Temple Baptist Mission στο Λος Άντζελες τον Ιανουάριο του 1972.

Το ομώνυμο ντοκιμαντέρ παρουσίασε το άλμπουμ, όπως και την ίδια την τραγουδίστρια, από ένα εντελώς διαφορετικό πρίσμα. Η ανιψιά της αείμνηστης τραγουδίστριας, Sabrina Owens, η οποία διαχειρίζεται την περιουσία της Franklin, δήλωσε: «Ήρθε για μια εκκλησιαστική λειτουργία. Ο τρόπος που συμπεριφερόταν ήταν εντελώς διαφορετικός από αυτόν που θα έβλεπες σε μια από τις ποπ συναυλίες της. Τα μάτια της ήταν κλειστά. Το κεφάλι της ήταν πεσμένο προς τα πίσω. Ήταν αφοσιωμένη  σε κάτι εξ ολοκλήρου υψηλότερο».

Το ντοκιμαντέρ που σκηνοθέτησε ο Sydney Pollack επρόκειτο αρχικά να κυκλοφορήσει το 1972 μαζί με το «Super Fly», το νεο-νουάρ αστυνομικό δράμα που φημίζεται για το soundtrack που έγραψε και ερμήνευσε ο Curtis Mayfield. Ωστόσο, ο Pollack εγκατέλειψε τελικά το πρότζεκτ Amazing Grace, καθώς είχε αμελήσει να χρησιμοποιήσει ένα σύστημα για να τον βοηθήσει να συγχρονίσει την εικόνα με τον ήχο στην αρχή της κάθε λήψης. Ως αποτέλεσμα, η ταινία έμεινε στα αρχεία του στούντιο για πάνω από 38 χρόνια, μέχρι που το ακατέργαστο υλικό δόθηκε στον παραγωγό Alan Elliott.

Μετά την κυκλοφορία του ντοκιμαντέρ, ο Elliott εξήγησε ότι αποτελεί μια διαφορετική εμπειρία από το άλμπουμ. Η Franklin επικάλυψε τη ζωντανή ηχογράφηση του άλμπουμ με ορχηστρικά που ηχογραφήθηκαν στο στούντιο μερικές εβδομάδες αργότερα. Αντίθετα, το φιλμ, «είναι μόνο τα πράγματα που υπήρχαν στο δωμάτιο», δήλωσε ο Elliott. «Είναι πιο ρεαλιστικό».

Τη δεύτερη ημέρα της συναυλίας, ο πατέρας της Franklin παρευρέθηκε για να κηρύξει εν μέσω της θρησκευτικής διαδικασίας. Επίσης, παρόντες ήταν ο Mick Jagger και ο Charlie Watts των Rolling Stones που φαίνονται στο πίσω μέρος της εκκλησίας, οι οποίοι βρίσκονταν στο Λος Άντζελες καθώς δούλευαν για το άλμπουμ τους Exile on Main Street του 1972.

Καθώς η Franklin ηχογραφεί τη μεγαλύτερη gospel ερμηνεία που έχει καταγραφεί ποτέ, όλοι οι παρευρισκόμενοι φαίνεται να αντανακλούν την καθηλωτική ενέργεια που εκπέμπει η δυναμικότητα της φωνή της. Εκεί που μερικές φορές οι παραστάσεις της Franklin μπορεί να καταλήξουν σε πένθιμους και εσωστρεφείς συλλογισμούς, αυτή η παράσταση ήταν μια παράσταση αχαλίνωτης έκστασης. «Ο Jerry Wexler συνήθιζε να την αποκαλεί ‘Η Κυρία της Μυστηριώδους Θλίψης’», δήλωσε ο παραγωγός Elliott. «Αλλά το Amazing Grace την παρουσιάζει ως ‘την κυρία της μυστηριώδους χαράς’. Μεταμορφώνεται σε tabula rasa μιας γυναίκας. Μπορούμε να διαβάσουμε μέσα της ό,τι εμείς θέλουμε. Είναι κάτι πολύ ανθρώπινο και μοναδικό στον πυρήνα της. Είναι η Aretha».