Μπορείς να ηχογραφήσεις σήμερα, με σύγχρονη τεχνογνωσία και μοντέρνα ματιά, την αρχαιότερη γνωστή μελωδία, έναν αρχαίο ύμνο ηλικίας 3.400 ετών;

Ο «Ύμνος στη Νικάλ» (Nikkal), που συνετέθη το 1.400 π.Χ. από κάποιον ανώνυμο μουσικό στην πόλη Ουγκαρίτ, και μάλιστα συνοδεύεται και από οδηγίες προς τον τραγουδιστή και τον αρπιστή ή τον λυριστή, είναι αφιερωμένος στην ομώνυμη σημιτική Θεά των Οπορωφόρων, κόρη του Βασιλιά του Καλοκαιριού και παντρεμένη με τον Yarikh, τον Θεό του Φεγγαριού.

Και τώρα ήρθε η σειρά των Nordic folkers Heilung να πάρουν την «αρχαιότερη μελωδία του κόσμου» και να την φέρουν στο σήμερα, πέρασμένη μέσα από το ιδιότυπο φίλτρο της μουσικής τους.

«Παρά το γεγονός ότι είναι ένα πλήρες τραγούδι, [το κομμάτι] έχει αποτελέσει αντικείμενο διαμάχης για πολλούς μουσικολόγους και ερευνητές από τότε που απογράφηκε πλήρως με μουσικούς όρους το 1968. Οι περισσότερες διαφωνίες επικεντρώνονται στο πώς να το παίξει κανείς: η Χουρριτική γλώσσα [σ.σ: η οποία ανήκει σε μία εξαφανισμένη γλωσσική οικογένεια της αρχαίας Εγγύς Ανατολής, που περιλαμβάνει μόνο δύο γνωστά μέλη: την Χουρριτική και την Ουραρτική] στην οποία γράφτηκε το τραγούδι εξακολουθεί να μαγεύει τους αρχαιολόγους. Και αυτό αποτελεί μια πρόκληση που έχει αναλάβει η γερμανικο-σκανδιναβική μουσική κολεκτίβα των Heilung με το επερχόμενο τρίτο άλμπουμ τους, “Drif“», αναφέρει το δημοσίευμα της Guardian.

«Θα αφήσουμε την επιστημονική μάχη στους επιστήμονες», λέει το μέλος της μπάντας και παραγωγός Christopher Juul, προσθέτοντας ότι «Θα βρείτε πέντε διαφορετικές εκδοχές αυτού του τραγουδιού από πέντε διαφορετικούς ανθρώπους. Το πώς γράφουμε ή γενικά γράφεται η μουσική δεν πρέπει ποτέ να ακολουθεί την λογική του: “Έχουμε την απάντηση και έτσι ακριβώς είναι”. Αυτό που θέλουμε να κάνουμε είναι να δημιουργήσουμε μια ατμόσφαιρα όπου μπορείτε να νιώσετε πώς ήταν [ο ύμνος αυτός στην αρχαιότητα]».

«Νομίζω ότι μπορούμε να μάθουμε κάτι ως προς την Μουσική, κοιτάζοντας προς τα πίσω, προς το παρελθόν», λέει ο Juul, επισημαίνοντας ότι «Πολλά από αυτά που κάνουμε αφορούν το σεβασμό του παρελθόντος, κυρίως του μουσικού. Επιστρέφοντας πίσω στο χρόνο, επίσης επιβραδύνει τον χρόνο όπως τον ζούμε σήμερα».

Τα μέλη της μπάντας αποφαίνονται από κοινού ότι «ο ρυθμός σε αυτό το κομμάτι είναι τόσο περίεργος. Είναι ένα τόσο εξωγήινο και απόκοσμο άκουσμα. Δεν έχουμε ακούσει ποτέ κάτι παρόμοιο».

 

Ως εκ τούτου, για τους ίδιους τους Heilung, η διατήρηση, με μουσικούς όρους, του «Ύμνου στον Nικάλ» είναι ακόμη πιο σημαντική. «Ευχή μου είναι οι άνθρωποι να νιώσουν πραγματικά το συναίσθημα πίσω από τα αρχαία κομμάτια που ερμηνεύουμε εκ νέου», συνεχίζει ο Juul, καταλήγοντας εμφατικά ότι «επειδή με το άλμπουμ μας αυτό και τις διασκευές που επιχειρούμε, ταξιδεύουμε σε όλο το φάσμα του ανθρώπινου συναισθήματος. Η μουσική είναι ένα από τα εργαλεία που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε για να επανασυνδεθούμε με τον εαυτό μας, το περιβάλλον μας και τους ανθρώπους γύρω μας».

Να πούμε εδώ ότι ο «Ύμνος στη Νικάλ» ανήκει σε μια συλλογή 36 ύμνων γραμμένων σε σφηνοειδή γραφή, η οποία βρέθηκε σε κομμάτια πήλινων ταμπλετών τη δεκαετία το 1950 στην παραλιακή πόλη Ras Shamra της Συρίας (την αρχαία Ουγκαρίτ δηλαδή) σε ένα στρώμα εδάφους με ευρήματα που χρονολογούνται περί το 1.400 π.Χ.

Οι υπόλοιποι 35 ύμνοι δεν διασώθηκαν σε αρκετά καλή κατάσταση για να μπορούν να διαβαστούν. Η ταμπλέτα βρίσκεται στο Εθνικό Μουσείο της Δαμασκού. Οι επόμενες χρονολογικά γνωστές μελωδίες ανάγονται περίπου μία χιλιετία μετά, και είναι ελληνικές, ήτοι οι Δελφικοί Ύμνοι και ο διάσημος «Επιτάφιος του Σείκιλου».

Όσο για τους ίδιους τους Heilung, αυτοί δεν είναι ούτε τυχάρπαστοι, ούτε καινούργιοι στο χώρο του nordic folk, της σκανδιναβικής λαϊκής μουσικής δηλαδή, που διασκευάζει τραγούδια που συχνά προέρχονται είτε από την μήτρα της σκανδιναβικής, είτε της διεθνούς μυθολογίας.

Εξάλλου, ο τίτλος του άλμπουμ τους, “Drif”, τα λέει όλα, καθώς στην γλώσσα τους σημαίνει ταυτόχρονα «συγκέντρωση ανθρώπων», αλλά και «κάλεσμα». Και έτσι λειτουργούν και οι ίδιοι οι Heilung, καλώντας τους ανθρώπους να συγκεντρωθούν γύρω από μια φωτιά, όπως οι πρόγονοί τους, και να ακούσουν τις πρώιμες αυτές μουσικές, που φυσικά δεν έχουν καμία σχέση με το σήμερα ή την δυτικότροπη μουσική του 20ου αιώνα.

Γι’ αυτό και το μουσικό βλέμμα του συγκροτήματος ήταν εξαρχής – αλλά κυρίως στο προηγούμενο, το δεύτερο άλμπουμ τους, το υπέροχο «Futha» – στις μουσικές του παρελθόντος. Στην ίδια την Ιστορία της Μουσικής, από τα αρχαία χρόνια μέχρι το σήμερα.

Οι Heilung είναι μια σημαντική μπάντα γιατί, διαμέσου αυτής, ο υποψιασμένος (ή και ανυποψίαστος) ακροατής μπορεί να ξετυλίξει το κουβάρι της μουσικής δημιουργίας από το παρελθόν μέχρι το παρόν. Το συγκρότημα παίρνει, σαν τούβλα, ένα ένα τα τραγούδια του πολιτισμού τους και της κουλτούρας ή της μυθολογίας τους και με αυτά φτιάχνει ένα μουσικό σπίτι, εν είδη μουσικού μουσείου, που είναι αφιερωμένο εξολοκλήρου στο Παρελθόν.

Σε αντίθεση με άλλα συγκροτήματα που επαίρονται ή ευαγγελίζονται ότι έχουν το βλέμμα τους στραμμένο στο μέλλον, οι Heilung κοιτούν περήφανα προς τα πίσω. Δεν τους ενδιαφέρει το μέλλον, ούτε το Τέλος.

Τους ενδιαφέρει μόνο η Αρχή.