Το να παίρνεις ναρκωτικά και ταυτόχρονα να γράφεις τραγούδια γι’ αυτά, κάποτε αφορούσε μια κρυφή διαδικασία, κοινωνικά στιγματισμένη που με κάποιον τρόπο έπρεπε να καμουφλαριστεί με συμβολισμούς και υπονοούμενα. Το να δημιουργήσει κάποιος σήμερα αντίστοιχα ένα κομμάτι για την προτίμησή του σε ουσίες θα ήταν λίγο έως πολύ κοινότυπο. Η λογοκρισία είναι πλέον τόσο χαλαρή (όσον αφορά το συγκεκριμένο ζήτημα) που καθίσταται σχεδόν ανώφελο το να γράψει κανείς ένα τραγούδι για τα ναρκωτικά. Ωστόσο στη δεκαετία του 1960, καθώς τα ναρκωτικά είχαν γίνει μέρος της ψυχαγωγίας, της κουλτούρας και του swinging, η χρήση μυστικών συμβόλων που ελλόχευαν ανάμεσα στις γραμμές των στίχων για να κρύψουν τις αναφορές σε παραισθησιογόνες ουσίες, έγιναν το σήμα κατατεθέν της αντικαθεστωτικής στάσης μιας μπάντας ή ενός μουσικού. Αναμφισβήτητα, τα παράνομα τραγούδια σύντομα έγιναν ένας κοινός τόπος.

Καλλιτέχνες με διαφορετικές μουσικές αναφορές, απότισαν φόρο τιμής στην πιο άγρια πλευρά της ζωής. Είτε πρόκειται για το κλασικό “Cocaine” των Eric Clapton και JJ Cale, είτε για το White Rabbit των Jefferson Airplane, είτε περνώντας  στην αντίπερα μουσική όχθη  του “Pusher Man” του Curtis Mayfield, η παράνομη φύση των ναρκωτικών αποτελούσε πάντα μια καυτή θεματολογία ανάμεσα στη rock ‘n’ roll κοινότητα. Εξάλλου, μαθηματικά μιλώντας, αποτελούν το ένα τρίτο του ήθους με το οποίο τόσοι πολλοί άνθρωποι έζησαν τη ζωή τους – sex, drugs and rock ‘n’ roll.

Ένα μυθικό τρίπτυχο που πάντα πήγαινε χέρι-χέρι με τη μουσική και την βιωμένη κουλτούρα που τη συνόδευε και θα ήταν πολύ δύσκολο να αποτινάξει κανείς τον συσχετισμό αυτό. Ένας συσχετισμός τόσο άρρηκτος που παρά δαιμονοποίηση του και το γεγονός ότι το να τραγουδάς για ουσίες πιανόταν από την απόχη της σκληρής λογοκρισίας, αυτό δεν εμπόδισε αμέτρητους καλλιτέχνες να προσπαθήσουν να εντάξουν την αγαπημένη τους ουσία στο καλλιτεχνικό τους έργο.

Σίγουρα σε καμία περίπτωση δεν εξυμνούμε τη ναρκωκουλτούρα που σε πολλές περιπτώσεις αποδείχτηκε καταστροφική τόσο προς τους ίδιους τους καλλιτέχνες, όσο και προς τους θαυμαστές τους καθώς σε πολλές περιπτώσεις έπαιρναν τους στίχους τοις μετρητοίς. Παρόλα αυτά αποτελούν ένα ζωντανό κι έντονα φορτισμένο κομμάτι της μουσικής κουλτούρας το οποίο δεν θα μπορούσαμε να παραβλέψουμε.

Εντούτοις, ο σαγηνευτικός κίνδυνος των ναρκωτικών σημαίνει ότι πάντα θα εμφανίζεται ως εξέχον θέμα στη μουσική κουλτούρα, κι εμείς συγκεντρώσαμε και σας παρουσιάζουμε 10 από αυτά τα τραγούδια που έδωσαν ρυθμό στις παραισθήσεις.  

1. Heroin – The Velvet Underground

Οι Velvet Underground ήταν αρκετά σαφείς στα συναισθήματά τους όταν έγραψαν το “Heroin”. Μια ωδή στα οπιούχα δεν αποτελεί καινούργιο κόλπο, αλλά ο Lou Reed και οι Velvet παρέδωσαν ίσως έναν από τους καθοριστικούς ύμνους για τα ναρκωτικά. Η προσπάθεια του 1967 δεν αποτελούσε μόνο ένα εξαιρετικό τραγούδι, αλλά αποτελεί και κομμάτι της εννοιολογικής τέχνης που εισήγαγε ο Andy Warhol.

Εκτός από ένα τραγούδι με ρητή στιχουργική δομή, ηχητικά, το κομμάτι επιχειρεί να μεταφέρει τον ακροατή σε ένα ζεστό κουκούλι μιας δόσης ηρωίνης. Το droning που είναι μια μουσική τεχνική που πάει να πει ένα συνεχές χαμηλό βουητό, μπορεί να έχει γίνει το ηχητικό ορόσημο της μπάντας, αλλά εδώ το τερματίζουν.

2. Golden Brown – The Stranglers

Οι στίχοι αυτού του κομματιού είναι αρκετά αφηρημένοι. Αυτό που μπορεί να διαπιστωθεί επιφανειακά και μόνο είναι ότι το ομώνυμο «χρυσό καφέ» ό,τι κι αν είναι αυτό, φέρνει μεγάλη χαρά στον τραγουδιστή, τόσο σε ψυχικό όσο και σε σωματικό επίπεδο, καθώς οι «μακρινές χώρες» στις οποίες μπορεί να ταξιδέψει μέσω αυτού, συμβολίζουν την ικανότητά του μυαλού να ξεφεύγει από το άμεσο περιβάλλον του.

Τις πρώτες μέρες της κυκλοφορίας του τραγουδιού, οι οπαδοί διατύπωσαν την άποψη ότι το “Golden Brown” είναι στην πραγματικότητα μια αναφορά στην ηρωίνη, κάτι που αρχικά οι Stranglers αρνήθηκαν. Αλλά τελικά ο Hugh Cornwell, ο οποίος τραγουδάει και συνυπογράφει το κομμάτι, ομολόγησε ότι το “golden brown” αναφέρεται όντως στην ηρωίνη. Δήλωσε επιπλέον ότι ήταν επίσης μια αναφορά στην τότε κοπέλα του, η οποία έτυχε να είναι μεσογειακής καταγωγής. Έτσι, το “golden brown” αναφέρεται στην πραγματικότητα σε μια ουσία και σε έναν άνθρωπο. Και τα δύο αυτά πράγματα προφανώς έφερναν στον Cornwell τεράστιες δόσεις ευφορίας.

Και η προαναφερθείσα ασάφεια των στίχων έχει στηθεί με τέτοιο τρόπο ώστε σε οποιοδήποτε σημείο κατά τη διάρκεια του τραγουδιού ο Cornwell μπορεί να μιλάει για οποιοδήποτε από τα δύο.

3. Tim Buckley – Pleasant Street

Το Σαββατοκύριακο της 28ης Ιουνίου 1975, επέστρεψε από μια περιοδεία στο Ντάλας. Όπως συνήθιζε μετά τις τελευταίες του εμφανίσεις, μέθυσε, αυτή τη φορά ξεκινώντας από το απόγευμα. Αντί να επιστρέψει αμέσως στο σπίτι του, πήγε στο σπίτι ενός στενού φίλου του, όπου σνίφαρε λίγη ηρωίνη.

Καθώς ο οργανισμός του Tim Buckley ήταν καθαρός, ο συνδυασμός αλκοόλ και ηρωίνης αποδείχθηκε καταστροφικός για εκείνον. Θεωρώντας ότι ήταν απλώς μεθυσμένος και γκρινιάρης – και καθώς σε πολλές προηγούμενες περιπτώσεις ο Buckley είχε καταναλώσει πολύ περισσότερες ποσότητες αλκοόλ και ναρκωτικών- ο φίλος τον πήγε σπίτι του. Καθώς ο φίλος του συζητούσε με την σύντροφο του Tim, Judy, ο Buckley ξάπλωσε στο πάτωμα του σαλονιού, με το κεφάλι του ακουμπισμένο σε ένα μαξιλάρι.

Όταν ο φίλος του γονάτισε στο πάτωμα για να τον ρωτήσει αν ήταν καλά, ο Tim ψιθύρισε τρεκλίζοντας τα τελευταία του λόγια: “Bye, bye, baby”.

Το τραγούδι του Pleasant Street μπορεί να αναφέρεται στην αγάπη του για την ηρωίνη αλλά θα μπορούσε άνετα να αναφέρεται σε κάθε είδους επιθυμία. Θα μπορούσε κάλλιστα να είναι ένα ρομαντικό τραγούδι.

4. Neil Young – The Needle and the Damage Done

Εμπνευσμένος από την υπερβολική δόση ηρωίνης και τον θάνατο του συνοδοιπόρου του με τους Crazy Horse, Bruce Berry, ο Neil Young ζωγραφίζει μια εικόνα της αργής καθόδου ενός εθισμένου. Ενώ ο υπαινιγμός είναι σαφής, οι πιο οδυνηροί στίχοι εμφανίζονται στη μεταφορά του τελευταίου, καθώς ο Young περιγράφει την πιο σκοτεινή μοίρα του πρεζάκια: “But every junkie’s like a settin’ sun”.

5. Nine Inch Nails – Hurt

Κατά τη διάρκεια των δύο και βάλε δεκαετιών οι Nine Inch Nails έχουν οδηγηθεί στην πρωτοπορία του Ιndustrial Rock από τον τραγουδιστή τους Trent Reznor μέσα από μια διαδρομή από ψυχοσεξουαλικά βασανιστήρια, κραυγές κατά του κατεστημένου και μια αυτοκαταστροφική παράνοια. Σε έναν κατάλογο γεμάτο με υποβλητική, ενοχλητική γραφή, λίγα τραγούδια κόβουν τόσο βαθιά όσο το “Hurt“, που αποτελεί την στοιχειωτική εξομολόγηση του Reznor για τις ψυχικές συνέπειες του εθισμού του στην ηρωίνη.

6. Johnny Cash – Cocaine Blues

Ενώ ο Johnny Cash είχε δώσει τις δικές του μάχες με τα ναρκωτικά, η εμβληματική ερμηνεία του “Cocaine Blues” περιγράφει τα πραγματικά εγκλήματα ενός χαρακτήρα που ονομάζεται Willy Lee, τα οποία τροφοδοτούνται από την χρήση κοκαΐνης. Αρχικά γραμμένο από τον T.J. “Red” Arnall και διασκευασμένο από καλλιτέχνες τόσο διαφορετικούς όσο ο Woody Guthrie, οι Led Zeppelin και ο Keith Richards, το “Cocaine Blues” -ιδιαίτερα στην εκδοχή του Cash- παραμένει μια από τις εμβληματικές ιστορίες παρανομίας στην ιστορία της αμερικάνικης μουσικής, μια προειδοποίηση για τους κινδύνους που κρύβει το ουίσκι και η κοκαΐνη: “Come all you hypes and listen unto me/ Just lay off that whiskey and let that cocaine be”.

7. The Small Faces – Itchycoo Park

Τίποτα δεν φέρνει τόση ψυχική ευφορία όσο μια ωραία ηλιόλουστη μελωδία και ένα μεταφορικό ταξίδι σε ένα ευτυχισμένο μέρος με ένα ασυνάρτητο όνομα όπως το Itchycoo Park. Το σύντομο πέρασμα από τη μουσική σκηνή της Βρετανίας του επιδραστικού κουαρτέτου των Small Faces προσφέρει ένα τέτοιο ταξίδι στο περίεργα τιτλοφορημένο single, το οποίο πιθανώς αναφέρεται σε ένα από τα πολλά πάρκα του Λονδίνου όπου, όπως υπαινίσσεται ο τραγουδιστής Steve Marriott, μπορεί κανείς να πάει για να φτιαχτεί και παράλληλα να κλάψει από ευτυχία γιατί εκεί «είναι όλα πάρα πολύ όμορφα».

8. Hawkwind – Motorhead

Έλα τώρα, δεν πίστευες στα σοβαρά ότι θα κάναμε ένα αφιέρωμα στο rock ‘n’ roll και τα ναρκωτικά χωρίς να συμπεριλάβουμε το Hawkwind, έτσι δεν είναι; Κατά ειρωνεία της τύχης, όμως, αυτό το κλασικό κομμάτι γράφτηκε από τον Lemmy στις τέσσερις τα ξημερώματα, στο μπαλκόνι του ξενοδοχείου Hyatt του Λος Άντζελες έχοντας κάνει speed. Όταν ο Lemmy συνελήφθη για κατοχή της ουσίας από το καναδικό τελωνείο, αμέσως τον έδιωξαν από το συγκρότημα επειδή όπως ισχυρίστηκαν «έκανε λάθος ναρκωτικά». «Το να απολύεσαι από τους Hawkwind για χρήση ναρκωτικών», είπε αργότερα, «είναι λίγο σαν να σε πετάνε από το Empire State Building επειδή σου αρέσουν τα ύψη!».

9. Ramones – Now I Wanna Sniff Some Glue

Μπορεί να ήθελαν να βγάλουν μια τρύπα στη θέση της τηλεόρασής, να μην ήθελαν να μεγαλώσουν,  να πέσουν τα μαλλιά τους και να γίνουν καλά προσκοπάκια, να μην ήθελαν να μάθουν αριθμητική, να γίνουν πλούσιοι. Μπορεί να μην ήθελαν να ζήσουν σ’ έναν παλιό τάφο της Grand Street, να ερωτευθούν, να παντρευτούν και να χωρίσουν και εν τέλει να μην ήθελαν να μεγαλώσουν ποτέ, αλλά φαίνονται πως οι Ramones αρκετά ενθουσιώδεις με την κατάχρηση διαλυτών, καθώς η κόλλα ήταν το ναρκωτικό της επιλογής των άφραγκων punk rockers εκείνη την εποχή. Με το Evo-Stik να είναι σημαντικά φθηνότερο από την κοκαΐνη ή ακόμα και από το speed, δεν υπήρχε περίπτωση να το δοκιμάσεις. «Ελπίζω κανείς να μη νομίζει πραγματικά ότι σνιφάρουμε κόλλα», σημείωσε ο μπασίστας Dee Dee Ramone. «Εγώ σταμάτησα όταν ήμουν οκτώ χρονών».

Ο ίδιος πέθανε στις 5 Ιουνίου του 2002 στο σπίτι του στο Los Angeles από υπερβολική δόση ναρκωτικών, σύμφωνα με δειγματοληψίες και έρευνες που έχουν γίνει. Ο ιατροδικαστής αποκάλυψε ότι την ώρα που τον βρήκαν νεκρό υπήρχε ήδη μεγάλη ποσότητα ναρκωτικών ουσιών στο σώμα του.

10. Alice In Chains – Sickman

Η συγκεκριμένη περίπτωση αποτελεί μια έντονη υπενθύμιση της ζημιάς που προκαλείται όταν η χρήση ναρκωτικών ξεφεύγει από κάθε έλεγχο. Μπορεί στο συγκεκριμένο άρθρο να έχουμε παρουσιάσει το θέμα ελαφρύ, αλλά το Sickman (και αρκετά άλλα τραγούδια από το άλμπουμ Dirt από το οποίο προήλθε) δείχνει τη ζοφερή πραγματικότητα του εθισμού στα ναρκωτικά, ιδιαίτερα στην ηρωίνη. “What’s the difference, I’ll die/In the sick world of mine”, τραγουδά ο τραγουδιστής Layne Staley, με τους στίχους του να αποδεικνύονται τρομερά προφητικοί. Τη στιγμή του θανάτου του, το 2002, αναφέρθηκε ότι ζύγιζε μόλις 39 κιλά.