Φτάσαμε στον χώρο γύρω στις 7 και κάτι, λίγο μετά που είχε αρχίσει να μαλακώνει ο ήλιος. Η σκηνή ήδη έβραζε, αλλά εμείς προλάβαμε μονάχα τα τελευταία ξεσπάσματα των SHAME. Από μακριά, είδαμε τον Charlie Steen, σχεδόν γυμνό — φορώντας μόνο ένα χρυσό, κολλητό μποξεράκι — να ορύεται πάνω στο μικρόφωνο: “shame, shame, that’s the name!” Ένας αλαφιασμένος ιεροκήρυκας της post-punk εποχής, με το σώμα του γεμάτο ιδρώτα και ηλεκτρισμό. Δεν χρειάστηκε να δούμε ολόκληρο το σετ για να καταλάβουμε ότι είχε προηγηθεί καταιγίδα.

Στις 20:00 εμφανίστηκαν οι Boy Harsher στη σκηνή του Release Athens. To ηλεκτρονικό ντουέτο από την Αμερική που το ελληνικό κοινό έχει αγαπήσει εδώ και χρόνια έχει εμφανιστεί αρκετές φορές στη χώρα σε μικρότερα live βέβαια και τώρα ήταν η στιγμή για τους πιστούς του φανς να το απολαύσουν κάτω από τις κατάλληλες συνθήκες (;). Το μόνο που ίσως ήταν αντιφατικό με το σετ τους ήταν η ώρα.

Ο ήλιος (όπως ακριβώς το περιμέναμε) έκαιγε ανελέητα. Κι όσο κι αν το αγαπάμε το φως, η darkwave παραμένει παιδί του σκότους. Θέλει τα σκιερά της περάσματα, τις αντηχήσεις σε τοίχους από μπετό και τη νύχτα να πέφτει σαν σάουντρακ. Κι όμως, παρότι το φως δεν τους ευνοούσε, το ντουέτο κατάφερε να φέρει τη δική του σκιά, όχι εξωτερική, αλλά εσωτερική, σχεδόν υπνωτιστική.

Η γενική τους εμφάνιση ήταν στιβαρή, καλοδουλεμένη, σχεδόν τελετουργική. Δεν είναι τυχαίο που πολλοί τους αποκαλούν «κινηματογραφικούς». Αν έκλεινες τα μάτια, μπορούσες εύκολα να νιώσεις πως βρίσκεσαι κάπου αλλού: σε μια νυχτερινή διαδρομή με αυτοκίνητο στους επαρχιακούς δρόμους του Lost Highway, σε μια σκηνή όπου κάτι απειλητικό καραδοκεί εκτός πλάνου. Ήχος βιομηχανικός αλλά ανθρώπινος, με μινιμαλιστική γραφή που αφήνει τα φαντάσματα να μιλούν.

Και στη μέση όλων αυτών, η Jae Matthews: σαγηνευτική, αινιγματική, με φωνή που υπνωτίζει. Σαν να ψιθυρίζει μυστικά από μια άλλη διάσταση. Δεν έκανε φθηνές χειρονομίες, δεν φώναξε. Δεν χρειαζόταν. Η παρουσία της, λιτή και φορτισμένη, ήταν αρκετή για να γείρει το φως προς τη μεριά της νύχτας.

Boy Harsher
Φωτ.: Πένυ Σωτηροπούλου / OLAFAQ

Από την πρώτη στιγμή  αιχμαλώτισε το κοινό με την επιβλητική παρουσία της, τα μαύρα ρούχα  και τα καταγάλανα μάτια της, ενώ ο Augustus Muller ύφαινε ένα παλλόμενο πέπλο από synths και ρυθμούς που σε έκαναν να θες να χορεύεις διαρκώς. Έτσι είπαν και αυτοί εξάλλου, ότι «κάνουμε μουσική για να χορεύετε» και παρότρυναν  το αγαπημένο τους κοινό να κουνηθεί στους ρυθμούς τους. Και το κοινό χόρεψε, αφού δεν είχε άλλη επιλογή. Δεν έκρυψαν την αγάπη τους για την Αθήνα, χαρακτηρίζοντάς την ως την αγαπημένη τους πόλη και η Jae στα τελευταία λόγια πριν φύγει απ’τη σκηνή μνημόνευσε το Pride.

Boy Harsher
Φωτ.: Πένυ Σωτηροπούλου / OLAFAQ

Δεν μπορώ, φυσικά, να παραλείψω το γεγονός ότι δεν ακούσαμε το “Pain”, το κομμάτι που καθιέρωσε τους Boy Harsher στα αυτιά του ευρύτερου κοινού σε Αμερική και Ευρώπη, εκείνο που για πολλούς είναι το προσωπικό τους σκοτεινό anthem. Ήταν προγραμματισμένο ως encore σε αυτή την περιοδεία, αλλά μάλλον τα αγόρια από την Ιρλανδία, οι Fontaines D.C., βιάζονταν να πάρουν τη σκυτάλη, και το encore δεν έγινε ποτέ ή κόπηκε σαν καπνός στα φώτα της σκηνής. Κρίμα.

Και όμως, δεν φύγαμε παραπονεμένοι. Το σετ ήταν γεμάτο από τις χαρακτηριστικές synth “επιτυχίες” τους, με αποκορύφωμα δύο προσωπικά αγαπημένα: το “Machina”, σχεδόν μηχανικό αλλά απίστευτα εθιστικό, και το “Modulations”, ιδανικό για κλείσιμο, σαν soundtrack ενός υπαρξιακού rave κάπου στο υπόγειο του David Lynch. Εντάξει, μπορεί να μη νιώσαμε το “Pain”, αλλά φύγαμε με μια δόση σκοτεινής ευφορίας που κράτησε πολύ μετά το τελευταίο synth, αν και πάλι να ξαναπώ ότι ο ήχος των Boy Harsher, όπως και να το κάνουμε, ταιριάζει γάντι σε κλειστούς (και όχι ανοιχτούς) χώρους.

Βoy Harsher
Φωτ.: Πένυ Σωτηροπούλου / OLAFAQ

Διάλειμμα για επανεφοδιασμό.. Όσοι θέλουν τουαλέτα τρέχουν, όσοι θέλουν αλκοόλ κάνουν την προσπάθειά τους στις ουρές για τις μάρκες. Λέμε δυο κουβέντες με φίλους που συναντήσαμε τυχαία, χαιρετάμε γνωστούς, αρκετούς κι όλας, αφού πράγματι έχει έρθει κόσμος από διάφορα μέρη της Ελλάδας. Το κοινό ήταν ένα ενδιαφέρον κράμα ηλικιών, στυλ και αισθητικής. Δεν παραξενεύτηκα, αφού το Romance αποτέλεσε μια γέφυρα μεταξύ των Fontaines D.C. και του κοινού που δεν ασπάζεται μόνο την post-punk κουλτούρα της σύχγρονης indie, αφήνοντας πίσω τον ωμό ρεαλισμό των προηγούμενων δίσκων και επαναπροσδιορίζοντας το ύφος της μπάντας σε κάτι ξεκάθαρα πιο ρομαντικό και ονειρικό. Στο stage φάνηκε η καρδιά του Romance – το σήμα κατατεθέν του τελευταίου άμπλουμ, θυμίζοντάς μας το λόγο που έχουμε βρεθεί εκεί. Άλλος ένας νέος δίσκος με τρελό hype που το ελληνικό κοινό θα απολάμβανε για πρώτη φορά. Παρότι είχα την τύχη να χορεύω και να τραγουδάω στους ρυθμούς των Fontaines D.C. πριν κάποιους μήνες στην έναρξη της ευρωπαικής τους περιοδείας, μπορώ να πω με βεβαιότητα πως ανυπομονούσα να δω την συνέχεια, αφού δεν περνάει μέρα που δεν θα ακούσω έστω ένα κομμάτι τους.

Fontaines D.C.
Φωτ.: Πένυ Σωτηροπούλου / OLAFAQ

Η ώρα 21:35 και βγαίνουν στη σκηνή τα αγόρια από το Δουβλίνο. Adidas, Fred Perry, μαύρα γυαλιά ηλίου, ντέφι. Η συνταγή της επιτυχίας υπάρχει από τα χρόνια του Madchester των Stone Roses και των Οasis και τα παιδιά φαίνεται ότι την ακολουθούν πιστά. “Here’s the Thing” λοιπόν και ανατριχιάζω από την πρώτη κιθάρα. Ακολουθεί το “Jackie Down the Line” και όλη η πλατεία Νερού τραγουδά δυνατά το πιο γνωστό (ίσως) κομμάτι των Fontaines D.C. Δυναμικό ξεκίνημα που δημιουργεί προσδοκίες και επιβεβαιώνει τη σύνδεση της μπάντας με το ελληνικό κοινό. Aκολουθoύν τα παλιότερα “Boys In the Betterland”, “Τelevised Mind” και “Roman Holiday”, “Βig Shot”. Στιγμή φωτιά όταν ο Grian Chatten παίρνει το ντέφι στο χέρι του και το θερμό φως από πίσω του σχηματίζει τη σκιά του. Κάνει τη γνωστή τελετουργία και κλείνει το μάτι στον Liam Gallagher και τον Ιan Brown.

Fontaines D.C.
Φωτ.: Πένυ Σωτηροπούλου / OLAFAQ

Είναι περίεργο το φαινόμενο των Fontaines D.C. Απ’ τη μία στίχοι ωμοί, σκληροί, πολιτικά τοποθετημένοι, αληθινοί και απ’ την άλλη ερωτισμός και μυστήριο, ηρωικός πεσιμισμός, γλυκιά μελαγχολία και όνειρα. Κάθε άλμπουμ τους έρχεται να αρνηθεί το προηγούμενο αλλά ταυτόχρονα να το συνεχίσει. Δεν αργεί να ακουστεί το δυναμικό “Death Kink” και όλη η πλατεία νερού φώναζε ρυθμικά: “Shit, shit, shit, battered”. Σε αυτό το λάιβ μας προβλημάτισαν, μας θύμισαν πόσο ωραίο είναι να είσαι νέος, μας έκαναν να ψάξουμε γι ακόμη μια φορά τις βαθιές μας επιθυμίες, μας είπαν για την ανάγκη του να γίνεις “μεγάλος” κάποια μέρα, μας έκαναν να θυμηθούμε τους έρωτες και την αγάπη, να βρούμε το ρομάντσο σαν καταφύγιο… Μας μίλησαν από καρδιάς για τη χώρα τους και στάθηκαν εμφανώς στο πλευρό της Παλαιστίνης προβάλλοντας στις γιγαντοοθόνες του φεστιβάλ πως “το Ισραήλ διαπράττει γενοκτονία, χρησιμοποίησε τη φωνή σου”. Μας υπενθύμισαν με λίγα λόγια πως όσος ρομαντισμός και να υπάρχει μέσα μας, στην πραγματικότητα μιλούν οι πράξεις, η δράση και οι αποφάσεις που παίρνει ο καθένας στο δρόμο του.

Fontaines D.C.
Φωτ.: Πένυ Σωτηροπούλου / OLAFAQ

Έχω χαθεί στις κιθάρες και τα ονειρικά synths τους, έχουν ήδη παίξει 17 τραγούδια με τελευταίο το “Favourite” που είναι και ένα από τα πιο γνωστά τους. Τα φώτα σβήνουν, ανοίγω τα μάτια και τρέχω στη θέση μου. Ήρθε η στιγμή επιτέλους να τους τραβήξω μερικές φωτογραφίες. Πρέπει να ζυγίσω τη στιγμή. Με πρόχειρους υπολογισμούς θα παίξουν τώρα το “I Love You”, το “Starburster”, το “In The Modern World” και το “Romance” υποθέτω, αλλά δεν ξέρω με ποια σειρά. Δεν πειράζει! Θα τα τραγουδάω με την κάμερα στο χέρι και θα κλέψω δυο στιγμές για να χορέψω. Συγκλονιστική στιγμή, αφού αυτά τα κομμάτια έχουν αποτελέσει soundtrack της ζωής μου και φαντάζομαι θα αποτελέσουν ύμνους της γενιάς μου. Μετράμε αντίστροφα πλέον για τη λήξη της βραδιάς, αλλά θέλω κι άλλο. Μπαίνει το επικό “Starburster” με χορευτή τον frontman των Shame να δίνει τον ρυθμό στο κοινό και να το παροτρύνει να χορέψει. Φοβερή στιγμή με ένταση και πάθος, νεανικότητα και κάβλα.

Fontaines D.C.
Φωτ.: Πένυ Σωτηροπούλου / OLAFAQ

Η συναυλία των Fontaines D.C. στο φετινό Release ήταν μια ωδή στη ζωή, είτε το δεις ρεαλιστικά, είτε ρομαντικά αυτή σίγουρα έχει και τα καλά της και τα κακά της. Η παρουσία τους ήταν κάθε άλλο παρά αδιάφορη. Μας άφησαν το σημάδι τους και μας χάρισαν μια μαγική βραδιά με πολλά συναισθήματα. Πιστεύω πως είναι μπάντα για φεστιβάλ και το Release τους ταιριάζει τόσο από άποψη ήχου τόσο και από κοινου.

Fontaines D.C.
Φωτ.: Πένυ Σωτηροπούλου / OLAFAQ

Το μόνο που μου έλειψε ήταν μια παραπάνω ένταση. Όχι απαραίτητα στα decibel, η ένταση δεν είναι πάντα θέμα decibel, είναι ζήτημα παλμού. Λίγο παραπάνω πάθος για την Παλαιστίνη, για όλα αυτά που γίνονται μπροστά στα μάτια μας και μας καίνε με το ωμό και ακατέργαστο ήθος των Idles, εκεί που το punk γίνεται ικεσία και γροθιά μαζί, αυτό αναζητούσα.

Θα ήθελα μια φορά να δω τον Grian Chatten να σπάει, να αφήνει τη φωνή του να ραγίσει, να τραβήξει μια γραμμή με αίμα πάνω στη σκηνή και να φωνάξει: «φτάνει πια». Να βγει μπροστά, όχι σαν frontman, αλλά σαν άνθρωπος που δεν αντέχει άλλο.

Κι έτσι καταλήγω στο συμπέρασμα: Έχουν οι Fontaines D.C. δικαιολογημένο hype; Ναι! Το αξίζουν. Αλλά μπορούν να δώσουν κι άλλα πιο άγρια, πιο αναγκαία, πιο θαρραλέα; Ναι. Και πρέπει. Γιατί σε καιρούς όπως αυτούς, δεν φτάνει να παίζεις καλά. Πρέπει να τα σπας!

Fontaines D.C.
Φωτ.: Πένυ Σωτηροπούλου / OLAFAQ
Fontaines D.C.
Φωτ.: Πένυ Σωτηροπούλου / OLAFAQ
Fontaines D.C.
Φωτ.: Πένυ Σωτηροπούλου / OLAFAQ
Fontaines D.C.
Φωτ.: Πένυ Σωτηροπούλου / OLAFAQ
Fontaines D.C.
Φωτ.: Πένυ Σωτηροπούλου / OLAFAQ
Fontaines D.C.
Φωτ.: Πένυ Σωτηροπούλου / OLAFAQ
Fontaines D.C.
Φωτ.: Πένυ Σωτηροπούλου / OLAFAQ

 

 

 

 Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.