Βρισκόμαστε στην εποχή της τεχνητής νοημοσύνης, αλλά αυτό όλοι το γνωρίζουμε. Ξέρετε όμως πόσα νέα τραγούδια ανεβαίνουν καθημερινά στις ψηφιακές πλατφόρμες παγκοσμίως; 120 χιλιάδες! Πώς συνδέονται όμως αυτά τα δύο;
Η μουσική παραγωγή έχει εκτοξευθεί στα ύψη, έχοντας σπάσει κάθε προηγούμενο ρεκόρ, και η τεχνητή νοημοσύνη έχει συμβάλλει στα μέγιστα σε αυτό. Δεν είναι μόνο τα εργαλεία ΤΝ που δημιουργούν μέσω προτροπών κειμένου νέα μουσική, αλλά και η ψηφιακή διανομή των τραγουδιών που γίνεται σε πολλές περιπτώσεις με χρήση τεχνητής νοημοσύνης.
Αυτή η τεράστια προσφορά μουσικής -ή περιεχομένου, για να είμαστε πιο «δίκαιοι» προς τους μουσικούς- ανταγωνίζεται τους καλλιτέχνες που έχουν μελετήσει και σπουδάσει μουσική, που έχουν αφιερώσει ατελείωτες ώρες στο home studio τους ή έχουν κάνει «χρυσά» τα στούντιο ηχογράφησης για λίγες ώρες πρόβας, που έχουν κοπιάσει για να υπογράψουν ένα συμβόλαιο με κάποιο ανεξάρτητο label ή μια δισκογραφική, που αφιέρωσαν την ζωή τους -ένα μέρος της τουλάχιστον- για να εκφραστούν μουσικά. Ταυτόχρονα, εμείς, οι ακροατές, προσπαθούμε να βγάλουμε άκρη στο χάος που επικρατεί στις ψηφιακές πλατφόρμες με νέες κυκλοφορίες και παλιά «διαμαντάκια», βρίσκοντας ανάμεσά τους μουσικά κομμάτια με λευκό θόρυβο -προϊόντα τεχνητής νοημοσύνης.
Η κατάσταση αυτή έχει προκαλέσει έντονους προβληματισμούς στους καλλιτέχνες -με αρκετούς να εκφράζονται οργισμένα για την επέλαση της ΤΝ- αλλά και στις μεγάλες δισκογραφικές εταιρείες, όπως ο Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της Universal Music Group, Lucian Grainge, ο οποίος αναφέρει πως υπάρχει «υπερπροσφορά» στην αγορά.
Τα στατιστικά από τις πλατφόρμες ψηφιακής παροχής υπηρεσιών (Digital Service Provider/DSP), όπως το Spotify (το οποίο πρόσφατα αφαίρεσε από την database του δεκάδες χιλιάδες τραγούδια ΤΝ), το Tidal, το Apple Music και το YouTube Music, επιβεβαιώνουν αυτό το καταιγιστικό φαινόμενο.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Luminate, τον οργανισμό που παρακολουθεί τις εξελίξεις και συγκεντρώνει data από την αγορά ψυχαγωγίας (κάποτε γνωστή ως MRC Data και Nielsen Music), κατά μέσο όρο 120.000 ISRC, δηλαδή νέα αρχεία ήχου/μουσικής, ανέβαιναν στις streaming μουσικές πλατφόρμες καθημερινά, το πρώτο τρίμηνο του 2023. Τι σημαίνει πρακτικά αυτό; Ότι από τον Ιανουάριο μέχρι τέλος Μαρτίου, έγιναν upload συνολικά 10,8 εκατομμύρια νέα τραγούδια στις ψηφιακές πλατφόρμες. Τώρα μπορείς να καταλάβεις γιατί δυσκολεύεσαι να ανακαλύψεις νέα (καλή) μουσική και μην απορείς με την ταχύτητα την οποία ένας καλλιτέχνης γνωρίζει σήμερα επιτυχία και την επόμενη εβδομάδα έχει ξεχαστεί. Δεν ευθύνεται (απαραίτητα) αυτός. Δυστυχώς, έπρεπε να ανταγωνιστεί 840 χιλιάδες τραγούδια μέσα σε 7 ημέρες…
Οι αριθμοί συνεχίζουν να προκαλούν σοκ και δέος και φόβο (στη μουσική βιομηχανία), αν συνεχίσουν σε αυτόν τον ρυθμό για το υπόλοιπο της χρονιάς. Με αυτή την ταχύτητα, μέχρι το τέλος του 2023, θα έχουμε 43 εκατομμύρια νέα κομμάτια να ακούσουμε στο Spotify. Όσες ζωές και να σου δώσουν, δεν θα προλάβεις να ακούσεις όλη αυτή την «πληροφορία» -αλλά μην αγχώνεσαι, δεν είσαι ο μόνος άνθρωπος που δεν θα καταφέρεις να δώσεις μια ευκαιρία ακρόασης σε ένα νέο single.
Ενημερωτικά: Το 2022 ο μ.ο. κομματιών ανά ημέρα ήταν 93.400, άρα είχαμε συνολικά 34,1 εκατομμύρια νέα τραγούδια στις DSP πλατφόρμες. Και τότε ο αριθμός αυτός κατέγραψε ρεκόρ, αφού παρατηρήθηκε αύξηση 12% σε σχέση με το 2021 -τότε που η τεχνητή νοημοσύνη ήταν σενάριο επιστημονικής φαντασίας.
Αυτά τα στοιχεία δημοσιεύθηκαν στη έκθεση της Luminate για το πρώτο τρίμηνο του 2023, τα κυριότερα σημεία της οποίας παρουσιάστηκαν από τον Διευθύνοντα Σύμβουλο της Luminate, Rob Jonas, στο Music Biz στο Νάσβιλ την περασμένη εβδομάδα.
Σε άλλο σημείο της έκθεσης, η Luminate αναφέρει ότι ο όγκος των παγκόσμιων ροών ήχου (streams) κατ’ απαίτηση (on demand) αυξήθηκε κατά 23% σε ετήσια βάση το 1ο τρίμηνο του 2023, έναντι του πρώτου τριμήνου του 2022 και ότι οι ροές ήχου κατ’ απαίτηση στις ΗΠΑ αυξήθηκαν κατά 14,2% το 1ο τρίμηνο του 2023 έναντι του 1ου τριμήνου 2022. Αυτό σημαίνει ότι ο κόσμος δείχνει ολοένα και πιο έντονα την προτίμησή του στην ακρόαση μουσικής μέσω streaming υπηρεσιών, είτε ονομάζεται Spotify είτε Apple Music, ρίχνοντας «μαύρη πέτρα» πίσω του σε φυσικά μέσα ακρόασης, όπως είναι το βινύλιο ή το CD. Αν και αυτά συνεχίζουν να εμφανίζουν αυξητική τάση στις πωλήσεις τους παγκοσμίως, παραμένουν ως εναλλακτική λύση, και όχι άδικα, αφού η ζωή μας πλέον πλαισιώνεται από kb/s, οπτικές ίνες και smartphones.
Ο Lucian Grainge της Universal Music Group, στις 26 Απριλίου, σχολιάζοντας τα κέρδη και τις τάσεις στη μουσική βιομηχανία, επέκρινε την «υπερπροσφορά περιεχομένου», τονίζοντας πως «Όπως και να το δει κανείς, είναι υπερπροσφορά. Είτε την δημιουργεί τεχνητή νοημοσύνη είτε όχι, είναι κάτι κακό για τους καλλιτέχνες, για τους ακροατές και τις πλατφόρμες».
Βέβαια, μέσω της τεχνητής νοημοσύνης, ψηφιακοί διανομείς μουσικής και χρήστες εργαλείων παραγωγής ήχου που στηρίζονται σε μεγάλα γλωσσικά μοντέλα (DLL) συμβάλλουν σημαντικά σε αυτή την υπερπροσφορά.
«Το μεγαλύτερο μέρος αυτού του περιεχομένου στις DSP προέρχεται από μια γενιά εργαλείων ΤΝ, χρησιμοποιώντας τεχνολογία που δεν είναι εκπαιδευμένη σε IP διευθύνσεις και προστασία πνευματικών δικαιωμάτων, η οποία παράγει αποτελέσματα πολύ κακής ποιότητας χωρίς ουσιαστική απήχηση στους καταναλωτές», είπε ο Grainge της Universal.
O CEO της Universal, όταν έλεγε τα παραπάνω, ίσως είχε στο μυαλό του κάποιες τάσεις που έχουν παρουσιαστεί τα τελευταία χρόνια στις ψηφιακές πλατφόρμες, όπως ο καφέ ή λευκός θόρυβος. Σε αυτά τα κομμάτια δεν υπάρχει μελωδία, δεν υπάρχει στίχος, ούτε μπορείς να χορέψεις μαζί του -όχι ότι είναι απαραίτητη προϋπόθεση. Σε πολλές περιπτώσεις αυτό το ηχητικό περιεχόμενο προσφέρει στον κόσμο μια άλλου είδους ακρόαση, οδηγώντας τους πολύ συχνά σε κατάσταση διαλογισμού ή ύπνου.
Στην ευρύτερη συζήτηση σχετικά με την παροχή περιεχομένου στις πλατφόρμες streaming και την αξία αυτού, αναφέρθηκε πρόσφατα και ο CEO της Warner Music Group, Robert Kyncl, στην τελευταία τριμηνιαία έκθεση κερδών της εταιρείας. Ο Kyncl επανέλαβε ότι οι καλλιτέχνες -ειδικά εκείνοι που με το έργο τους προσελκύουν ή ανανεώνουν συνδρομές χρηστών σε αυτές τις πλατφόρμες- θα πρέπει να αμείβονται περισσότερο από αυτούς που ανεβάζουν/διανέμουν στις πλατφόρμες ηχητικά έργα, όπως το θρόισμα φύλλων και ο παφλασμός κυμάτων.
«Κάθε ροή [στη μουσική σήμερα] αποτιμάται ακριβώς με τον ίδιο τρόπο», είπε ο Kyncl. «Αυτό δεν φαίνεται να ευθυγραμμίζεται με τον τρόπο που λειτουργεί ο κόσμος».
Η θορύβηση στους κύκλους της «βαριάς» μουσικής βιομηχανίας είναι έντονη και το επόμενο διάστημα, σταδιακά, θα δούμε νομικές ρυθμίσεις οι οποίες θα αφορούν τη τεχνητή νοημοσύνη και τον ρόλο της στην δημιουργία/παραγωγή/διανομή μουσικής. Όπως κάποτε οι δισκογραφικές αφιέρωσαν τεράστια ποσά σε εκστρατείες ενημέρωσης γύρω από την πειρατεία, δεν αποκλείεται να δούμε κάτι αντίστοιχο και για την ΤΝ. Τότε βέβαια η πειρατεία ήταν μια πράξη «αντίστασης» απέναντι στην αδηφάγα μουσική βιομηχανία, μια «επαναστατική» πράξη ενάντια στους κουστουμαρισμένους διευθυντές των δισκογραφικών. Γενικότερα, ο τρόπος διακίνησης των αρχείων έδειχνε το μέλλον σε όλες τις μορφές τέχνης και έφερε στο προσκήνιο το θέμα των πνευματικών δικαιωμάτων -δεν χρειαζόταν πλέον να είσαι ο Bob Dylan, η Madonna ή οι Metallica για να διεκδικήσεις κέρδη από την αναπαραγωγή του έργου σου. Δεν αποκλείεται, σε πρώτη φάση, αν οι δισκογραφικές κυνηγήσουν με τον ίδιο ζήλο την τεχνητή νοημοσύνη να τοποθετήσουν τους ακροατές ξανά στο αντίπαλο στρατόπεδο. Όλοι θέλουν, ενστικτωδώς, να «πολεμήσουν» το κατεστημένο.
Όμως η τοποθέτηση του Robert Kyncl της WMG βάζει τρικλοποδιά σε μια τέτοια αντίδραση, αφού πρόκειται για μια στιγμή καθαρής διαύγειας και εντιμότητας: «Δεν μπορεί ένα stream του Ed Sheeran να κοστολογείται ακριβώς το ίδιο με σταγόνες βροχής που πέφτουν σε μια οροφή». Και σε αυτή την προσέγγιση δεν μπορούμε παρά να συμφωνήσουμε και, ταυτόχρονα, να απαιτήσουμε -είτε ως ακροατές είτε ως δημιουργοί- ένα «σωσίβιο» να μας σώσει από την ατελείωτη «βροχόπτωση» νέας μουσικής, σε ρυθμούς «καταιγίδας», που κατακλύζει τα ακουστικά μας.