Η TSMC βρίσκεται δεδομένα σε περίοδο ακμής, στο απόγειο θα μπορούσαμε να πούμε της δόξας της. Ο κατασκευαστής “τσιπ” της Ταϊβάν και μοναδικός προμηθευτής τσιπ τεχνητής νοημοσύνης (AI) για τη Nvidia (τον πιο πολύτιμο σχεδιαστή τσιπ στον κόσμο) έχει δει τις πωλήσεις της να υπερδιπλασιάζονται από τις αρχές του 2020. Ενώ άλλες εταιρείες ημιαγωγών ανησυχούν για τη μείωση της ζήτησης για συσκευές και αυτοκίνητα, η TSMC πιστεύει ότι η ζήτηση για την τεχνητή νοημοσύνη βρίσκεται ακόμα σε πρώιμο στάδιο και η καταιγίδα που θα ακολουθήσει δε θα έχει προηγούμενο. Οι επενδυτές συμφωνούν, εκτοξεύοντας την κεφαλαιοποίηση της εταιρείας κοντά στο 1 τρισεκατομμύριο δολάρια, καθιστώντας την μία από τις δέκα κορυφαίες σε προοπτική εταιρείες στον κόσμο.

Ως κρίσιμος προμηθευτής για τις αμερικανικές εταιρείες τεχνολογίας και με έδρα ένα νησί που διεκδικεί η Κίνα, η TSMC βρίσκεται σε δύσκολη θέση. Μέχρι πριν ένα μικρό χρονικό διάστημα επωφελούνταν από την αντιπαλότητα μεταξύ Κίνας και Αμερικής. Κινεζικές εταιρείες, που αποκλείστηκαν από την Ουάσινγκτον σχετικά με τη χρήση των τσιπ της Nvidia, στράφηκαν στην TSMC για να φτιάξουν δικά τους τσιπάκια. Τον τελευταίο καιρό όμως, οι γεωπολιτικοί περιορισμοί αρχίζουν να γίνονται πιεστικοί.

Τον περασμένο μήνα, η TSMC αποκάλυψε ότι τσιπ που είχε κατασκευάσει για Κινέζο πελάτη ενσωματώθηκαν σε εξειδικευμένο AI πυρίτιο για τη Huawei, έναν κινεζικό γίγαντα τηλεπικοινωνιών που από το 2020 έχει αποκλειστεί με βάση τις αμερικανικές κυρώσεις από το να συνεργάζεται με την TSMC και άλλους δυτικούς προμηθευτές. Η Huawei αρνείται ότι παραβίασε τις κυρώσεις. Παρόλα αυτά, η TSMC ενημέρωσε τους Κινέζους πελάτες της ότι από τις 11 Νοεμβρίου δεν θα κατασκευάζει πλέον τσιπ AI γι’ αυτούς με τη χρήση της πιο προηγμένης τεχνολογίας παραγωγής της.

Αυτή η απόφαση θα πλήξει τους σχεδιαστές τσιπ AI και τις νεοφυείς επιχειρήσεις της Κίνας, καθώς η TSMC κατασκευάζει τα περισσότερα προηγμένα τσιπ παγκοσμίως. Η ζημιά για την ίδια την TSMC, ωστόσο θα είναι μικρή από τους υπολογισμούς που ήδη έχουν γίνει. Η ερευνητική εταιρεία TrendForce εκτιμά ότι αυστηρότεροι ρυθμιστικοί έλεγχοι ή η απαγόρευση περισσότερων πελατών θα μπορούσαν να απειλήσουν το 5-8% των πωλήσεων της εταιρείας.

Η Κίνα δεν αποτελεί τον μόνο πονοκέφαλο για την TSMC. Η κυβέρνηση της Ταϊβάν προσπαθεί να ενισχύσει την επιρροή της στο να διατηρήσει την υπεροχή της χώρας στην κατασκευή τσιπ. Αυτόν τον μήνα ένας από τους κορυφαίους υπουργούς δήλωσε ότι η TSMC είναι υποχρεωμένη από τον νόμο να διατηρεί την πιο προηγμένη τεχνολογία της εντός της χώρας, σύμφωνα με την εφημερίδα Taipei Times. Η TSMC πρόκειται να λανσάρει την πιο πρόσφατη διαδικασία παραγωγής της, γνωστή ως N2 στην Ταϊβάν τον επόμενο χρόνο.

Η Ταϊβάν αποτελεί ουσιαστικά το ερευνητικό της κέντρο, οπότε οι νέες τεχνολογίες πάντα εισάγονται εκεί πρώτα. Στην Αριζόνα εκεί που η εταιρεία κατασκευάζει τρία εργοστάσια παραγωγής τσιπ, η προηγούμενη γενιά της τεχνολογίας της (N4) είναι τώρα λειτουργική. Η εταιρεία εκτιμά ότι η N2 θα φτάσει στην Αμερική μόνο γύρω στο 2030. Ο χρόνος των δηλώσεων του υπουργού πιθανότατα αντικατοπτρίζει ανησυχίες ότι η TSMC θα μπορούσε να δεχθεί πιέσεις να φέρει την πιο προηγμένη τεχνολογία της στην Αμερική νωρίτερα από το προγραμματισμένο.

Η ανησυχία της κυβέρνησης δεν είναι αβάσιμη αν δει κανείς τις τελευταίες εξελίξεις. Ο Ντόναλντ Τραμπ, ο εκλεγμένος πλέον πρόεδρος της Αμερικής κατηγόρησε την Ταϊβάν ότι «κλέβει» τη βιομηχανία τσιπ της Αμερικής και επέκρινε τον Νόμο CHIPS. Ένα πακέτο επιδοτήσεων ύψους $50 δισεκατομμυρίων για να προσελκύσει την κατασκευή τσιπ στην Αμερική. Η TSMC που δαπανά περίπου $65 δισεκατομμύρια για την κατασκευή εργοστασίων στη χώρα, πρόκειται να λάβει $6,6 δισεκατομμύρια σε επιχορηγήσεις και $5 δισεκατομμύρια σε δάνεια. Ο Τραμπ υποστηρίζει ότι οι δασμοί στα τσιπ θα ήταν πιο αποτελεσματικοί από τις επιδοτήσεις για την ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής.

Οι δασμοί θα πρέπει να είναι υψηλοί για να κάνουν την παραγωγή στην Αμερική ελκυστική, δεδομένου ότι κοστίζει ένα τρίτο περισσότερο από την παραγωγή στην Ταϊβάν. Το κόστος θα επιβαρύνει κυρίως αμερικανικές εταιρείες όπως η Apple, η Google και η Nvidia που σχεδιάζουν τσιπ και τα κατασκευάζουν στο εξωτερικό και η κάλυψη όλης της ζήτησης εγχώρια είναι δύσκολη. Η Ένωση Βιομηχανίας Ημιαγωγών (Semiconductor Industry Association) εκτιμά ότι οι κεφαλαιακές δαπάνες των κατασκευαστών τσιπ στην Αμερική από σήμερα μέχρι το 2032 θα ξεπεράσουν τα $640 δισεκατομμύρια. Ακόμα και τότε η Αμερική θα διαθέτει λιγότερο από το ένα τρίτο της παγκόσμιας παραγωγικής ικανότητας προηγμένων τσιπ, πολύ μακριά από τη ζήτησή της.

Η Intel και η Samsung, οι μόνες άλλες εταιρείες που κατασκευάζουν τσιπ αιχμής, έχουν καθυστερήσει τα σχέδιά τους για εργοστάσια στην Αμερική λόγω οικονομικών δυσκολιών. Αυτό αφήνει την TSMC ως τον κύριο προμηθευτή για τις αμερικανικές εταιρείες. Και αυτές με τη σειρά τους αντιπροσωπεύουν τα δύο τρίτα των πωλήσεων της TSMC. Η Αμερική επομένως, χρειάζεται την TSMC όσο και η TSMC την Αμερική.

*Με στοιχεία από το Economist. 

➥ Διαβάστε επίσης: Γιατί περισσότεροι από 700.000 χρήστες έφυγαν από το Χ και μετανάστευσαν στο Bluesky;