Η πρώτη κλήση κινητού τηλεφώνου έγινε πριν από 50 χρόνια και από τότε αυτές οι συσκευές έχουν γίνει ένα απαραίτητο πολυεργαλείο που μας εξυπηρετούν στην καθημερινότητά μας, διευκολύνοντας πολλές διαδικασίες που στο παρελθόν απαιτούσαν χρόνο και κόπο. Η δυνατότητα του να ανταλλάσσεις μηνύματα, φωτογραφίες και υλικό από κάθε γωνιά του πλανήτη, να έχεις την ευχέρεια πλοήγησης με χάρτες, να κάνεις γρήγορα και εύκολα συναλλαγές, να τραβάς φωτογραφίες και βίντεο, να ακούς μουσική μαζί με χιλιάδες άλλες εφαρμογές, αποτελούν μία τεχνολογική επανάσταση που έχει έρθει να αλλάξει τον τρόπο που αλληλοεπιδρούμε και δραστηριοποιούμαστε στην καθημερινότητά μας. Μήπως όμως τα κινητά έχουν αρχίσει να αλλάζουν επίσης τον τρόπο λειτουργίας του εγκεφάλου μας;
Η πλειοψηφία όσων έχουμε κινητό τηλέφωνο τελευταίας τεχνολογίας, ειδικά οι μικρότερες γενιές, ξοδεύουμε πάρα πολύ χρόνο στο τηλέφωνό μας. Και γνωρίζουμε πολύ καλά ότι η μικρή αυτή συσκευή μας έχει δημιουργήσει ένα είδος εθισμού. Ακόμα και αν προσπαθήσουμε να την αφήσουμε στην άκρη για λίγο, γρήγορα συνειδητοποιούμε πως το έχουμε ανάγκη για να κάνουμε κάτι πιο γρήγορα και πιο αποτελεσματικά. Διάφορες δουλειές και δραστηριότητες είναι απόλυτα συνδεδεμένες με το κινητό μας. Το να πληρώσουμε ένα λογαριασμό; Να κανονίσουμε ένα ραντεβού για καφέ με έναν φίλο; Τηλέφωνο. Μήνυμα οικογένεια που ζει μακριά; Τηλέφωνο. Έλεγχος του καιρού, καταγραφή μιας ιδέας ιστορίας, λήψη φωτογραφίας ή βίντεο, δημιουργία άλμπουμ φωτογραφιών, ακρόαση podcast, φόρτωση οδηγιών οδήγησης, γρήγορος υπολογισμός, ακόμη και ενεργοποίηση ενός φακού; Τηλέφωνο, τηλέφωνο, τηλέφωνο. Είμαστε σχεδόν καταδικασμένοι να ζούμε με το κινητό σαν επέκταση του χεριού μας.
Μια πρόσφατη έκθεση διαπίστωσε ότι οι ενήλικες στις ΗΠΑ ελέγχουν τα τηλέφωνά τους, κατά μέσο όρο, 344 φορές την ημέρα – μία φορά κάθε τέσσερα λεπτά – και περνούν σχεδόν τρεις ώρες την ημέρα στις συσκευές τους συνολικά. Το πρόβλημα για πολλούς από εμάς είναι ότι μια γρήγορη εργασία που σχετίζεται με το τηλέφωνο οδηγεί σε έναν γρήγορο έλεγχο των ροών ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και ξαφνικά βρισκόμαστε να κοιτάμε μηχανικά τις οθόνες, σε ένα ατελείωτο και ανούσιο σκρολάρισμα.
Είναι ένας φαύλος κύκλος. Όσο πιο χρήσιμα γίνονται τα τηλέφωνά μας, τόσο περισσότερο τα χρησιμοποιούμε. Όσο περισσότερο τα χρησιμοποιούμε, τόσο περισσότερο δημιουρούμε νευρικές οδούς στον εγκέφαλό μας που οδηγούν στο να σηκώνουμε τα τηλέφωνά μας για οποιαδήποτε εργασία έχουμε στη διάθεσή μας – και τόσο περισσότερο αισθανόμαστε την ανάγκη να ελέγξουμε το τηλέφωνό μας ακόμα και όταν δεν χρειάζεται. Πέρα από τις ανησυχίες για συγκεκριμένες πτυχές του υπερσυνδεδεμένου κόσμου μας –όπως τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τα ολοένα και πιο υπερρεαλιστικά φίλτρα ομορφιάς–, τι κάνει στον εγκέφαλό μας η εξάρτησή μας από αυτές τις συσκευές;
Όπως θα περίμενε κανείς, με την κοινωνική μας εξάρτηση από συσκευές να αυξάνεται πληθώρα ερευνών έχουν αφιερωθεί στην επιρροή που αυτή η συσκευή μπορεί να έχει πάνω μας. Αυτό που γνωρίζουμε είναι ότι η απλή απόσπαση της προσοχής με το να ελέγχουμε διαρκώς το τηλέφωνο, ή με το να μας εμφανίζονται διαρκώς ειδοποιήσεις μπορεί να έχει αρνητικές συνέπειες. Γνωρίζουμε ότι, γενικά, το multitasking (το να κάνεις πολλά πράγματα την ίδια στιγμή) βλάπτει τη μνήμη και την απόδοση. Ένα από τα πιο επικίνδυνα παραδείγματα είναι η χρήση τηλεφώνου κατά την οδήγηση. Μια μελέτη διαπίστωσε ότι η απλή ομιλία στο τηλέφωνο, όχι η αποστολή μηνυμάτων, ήταν αρκετή για να μειώσει τα αντανακλαστικά των οδηγών στο δρόμο. Το ίδιο βέβαια ισχύει και για καθημερινές δραστηριότητες. Το άκουσμα απλώς μιας ειδοποίησης που «χτυπάει» έκανε τους συμμετέχοντες μιας άλλης μελέτης να έχουν πολύ χειρότερες επιδόσεις σε μια εργασία – σχεδόν τόσο άσχημα όσο οι συμμετέχοντες που μιλούσαν ή έστελναν μηνύματα στο τηλέφωνο κατά τη διάρκεια της εργασίας.
Δεν είναι μόνο η χρήση ενός τηλεφώνου όμως που μας επηρεάζει. Ακόμα και η απλή παρουσία του μπορεί έχει συνέπειες στον τρόπο που σκεφτόμαστε.
Σε μια πρόσφατη μελέτη για παράδειγμα, οι ερευνητές ζήτησαν από τους συμμετέχοντες είτε να βάλουν τα τηλέφωνά τους δίπλα τους, ώστε να είναι ορατά (όπως σε ένα γραφείο), κοντά και μακριά (όπως σε μια τσάντα ή τσέπη) ή σε άλλο δωμάτιο. Στη συνέχεια, οι συμμετέχοντες ολοκλήρωσαν μια σειρά εργασιών για να δοκιμάσουν τις ικανότητές τους να επεξεργάζονται και να θυμούνται πληροφορίες, την επίλυση προβλημάτων και την εστίασή τους. Διαπιστώθηκε ότι αποδίδουν πολύ καλύτερα όταν τα τηλέφωνά τους βρίσκονταν σε άλλο δωμάτιο αντί για κοντινό – είτε ορατό, είτε το κινητό είναι ενεργοποιημένο είτε όχι. Αυτό ίσχυε παρόλο που οι περισσότεροι από τους συμμετέχοντες ισχυρίστηκαν ότι δεν σκέφτονταν συνειδητά τις συσκευές τους.
Η απλή εγγύτητα ενός τηλεφώνου, φαίνεται, συμβάλλει στον αποσυντονισμό του εγκεφάλου. Ο εγκέφαλός μας μπορεί υποσυνείδητα να εργάζεται σκληρά για να εμποδίσει την επιθυμία να ελέγχουμε τα τηλέφωνά μας ή να παρακολουθεί συνεχώς το περιβάλλον για να δούμε αν πρέπει να ελέγχουμε το τηλέφωνό μας (π.χ. να περιμένουμε μια ειδοποίηση). Είτε, αυτή η εκτροπή της προσοχής μπορεί να κάνει πιο δύσκολη την εκτέλεση οτιδήποτε άλλου. Η μόνη «διόρθωση», βρήκαν οι ερευνητές, ήταν η τοποθέτηση της συσκευής σε ένα εντελώς διαφορετικό δωμάτιο.
Εκτός όμως από τις αρνητικές συνέπειες, η εξάρτηση αυτή από τις συσκευές μας – όπως ανακάλυψαν οι ερευνητές πιο πρόσφατα – μπορεί ενέχει και κάποια θετικά στοιχεία.
Για παράδειγμα, υπάρχει η πεποίθηση ότι το να βασιζόμαστε στα τηλέφωνά μας ατροφεί την ικανότητά μας να θυμόμαστε. Αλλά μπορεί να μην είναι τόσο απλό. Σε μια πρόσφατη μελέτη, έδειξαν σε εθελοντές μια οθόνη με αριθμημένους κύκλους που έπρεπε να σύρουν στη μία ή την άλλη πλευρά. Όσο μεγαλύτερος ήταν ο αριθμός του κύκλου, τόσο περισσότερο θα πληρωνόταν ο εθελοντής για τη μετακίνησή του στη σωστή πλευρά. Για τις μισές δοκιμές, οι συμμετέχοντες είχαν τη δυνατότητα να σημειώσουν, στην οθόνη, ποιοι κύκλοι έπρεπε να ακολουθήσουν ποια κατεύθυνση. Για το άλλο μισό, έπρεπε να βασίζονται μόνο στη μνήμη.
Όπως ήταν αναμενόμενο, η δυνατότητα πρόσβασης σε ψηφιακές υπενθυμίσεις βοήθησε την απόδοσή τους. Το αξιοπερίεργο είναι ότι όταν χρησιμοποίησαν αυτές τις υπενθυμίσεις, δεν θυμόντουσαν καλύτερα μόνο οι τους κύκλους (υψηλής αξίας) που σημείωσαν οι συμμετέχοντες, αλλά εκείνους (χαμηλής αξίας) που δεν είχαν καταγράψει. Οι ερευνητές πιστεύουν ότι, έχοντας εμπιστευθεί τις πιο σημαντικές (υψηλής αξίας) πληροφορίες σε μια συσκευή, οι μνήμες των συμμετεχόντων στη συνέχεια ελευθερώθηκαν για να αποθηκεύσουν τις πληροφορίες χαμηλής αξίας. Το μειονέκτημα είναι πως όταν δεν είχαν πλέον πρόσβαση στις υπενθυμίσεις, οι αναμνήσεις που είχαν δημιουργήσει για τους κύκλους χαμηλής αξίας παρέμειναν – αλλά δεν μπορούσαν να θυμηθούν τους κύκλους υψηλότερης αξίας.
Θα χρειαστούν πολλά ακόμη χρόνια έρευνας προτού μάθουμε τι ακριβώς κάνει μακροπρόθεσμα η εξάρτησή μας από τη συσκευή στη δύναμη της θέλησης και τις γνωστικές μας λειτουργίες. Εν τω μεταξύ, ωστόσο, υπάρχει ένας άλλος τρόπος με τον οποίο μπορούμε να προσπαθήσουμε να μετριάσουμε τις αρνητικές επιπτώσεις του. Και έχει να κάνει με το πώς σκεφτόμαστε τον εγκέφαλό μας.
Τα άτομα που πιστεύουν ότι ο εγκέφαλός μας έχει «περιορισμένους» πόρους (όπως ότι η αντίσταση σε έναν πειρασμό καθιστά πιο δύσκολη την αντίσταση στον επόμενο) είναι όντως πιο πιθανό να εμφανίσουν αυτό το φαινόμενο στις δοκιμές. Αλλά υπάρχουν και εκείνοι που πιστεύουν ότι όσο περισσότερο αντιστεκόμαστε στον πειρασμό, τόσο περισσότερο ενισχύουμε την ικανότητα μας να συνεχίσουμε να αντιστεκόμαστε σε κάθε πειρασμό– ότι ο εγκέφαλός μας, με άλλα λόγια, έχει απεριόριστους πόρους και μπορεί να εκπαιδευτεί. Σύμφωνα με έρευνα άλλωστε η άσκηση αυτοελέγχου ή ψυχικής κόπωσης σε μια εργασία δεν επηρεάζει αρνητικά την απόδοσή τους στην επόμενη . Αυτές οι διαφορές στο πως αντιμετωπίζουμε την εγκεφαλική μας λειτουργία μπορεί να είναι πολιτιστικές. Δυτικές χώρες όπως οι ΗΠΑ μπορεί να είναι πιο πιθανό να πιστεύουν ότι το μυαλό είναι περιορισμένο σε σύγκριση με άλλους πολιτισμούς, όπως η Ινδία.
Αυτό λοιπόν που κρατάμε είναι ότι για μειώσουμε το άσκοπο σκρολάρισμα και τσεκάρισμα του κινητού μας πρέπει να συνεχίσουμε να εξασκούμε τους εγκεφάλους μας και να το αφήνουμε σε άλλο δωμάτιο. Είναι όμως σημαντικό να μας υπενθυμίζουμε ότι ο εγκέφαλός μας έχει περισσότερους πόρους και δυνατότητες από ό,τι νομίζουμε – και ότι κάθε φορά που αντιστεκόμαστε στον πειρασμό να ελέγξουμε το τηλέφωνο, δημιουργούμε νέα νευρωνικά μονοπάτια που θα διευκολύνουν το να χτίσουμε μία σταδιακή αντίσταση σε αυτόν το πειρασμό στο μέλλον.
➸ Με πληροφορίες από: BBC, Science Direct.