Τα μυθιστορήματα επιστημονικής φαντασίας συχνά αναλύουν τη φύση -και, ιδίως, τις ελλείψεις- των πραγματικών κοινωνιών. Ωστόσο, ορισμένα από τα οράματα ενός τέλειου κόσμου, είτε στη Γη είτε στα αστέρια, εμπεριέχουν τρανταχτές ατέλειες.

Η επιστημονική φαντασία και η μυθοπλασία γενικότερα χρησιμοποιούνται συχνά για να εξετάσουν τον κόσμο στον οποίο ζούμε, οπότε δεν είναι περίεργο που τα είδη αυτά έχουν προσφέρει περισσότερο από το μερίδιο που τους αναλογεί στην ουτοπική λογοτεχνία. Ωστόσο, δεν είναι κάθε υποτιθέμενος «τέλειος» τόπος τόσο τέλειος όσο φαίνεται, ακόμη και αν η τεχνολογία είναι -για να παραφράσουμε Άρθουρ Κλαρκ- δυσδιάκριτη από τη μαγεία.

Ακολουθούν πέντε συναρπαστικά μυθιστορήματα επιστημονικής φαντασίας και μυθοπλασίας που εξερευνούν κόσμους στους οποίους θα θέλατε ή δεν θα θέλατε να ζήσετε.

Ο Πυρακτωμένος Κόσμος της Μάργκαρετ Κάβεντις

Ως το μοναδικό ουτοπικό μυθιστόρημα του 17ου αιώνα που γράφτηκε από γυναίκα, το The Blazing World είναι έργο της δούκισσας Μάργκαρετ Κάβεντις, γνωστή και ως Τρελο-Ματζ (Mad Madge) εξαιτίας της επίµονης ενασχόλησής της µε τη λογοτεχνία και το γράψιµο. Από ποιήµατα και θεατρικά έργα ως φιλοσοφικά δοκίµια, η πένα της δούκισσας πραγµατικά δεν γνώριζε φραγµούς. Το έργο της «The Blazing World» θεωρείται ένα από τα πρώτα µυθιστορήµατα επιστηµονικής φαντασίας.

Το μυθιστόρημα, που συχνά θεωρείται πρόδρομος του είδους της επιστημονικής φαντασίας, ακολουθεί ένα φανταστικό ταξίδι μέσω του Βορείου Πόλου σε ένα σουρεαλιστικό βασίλειο που κατοικείται από πολύχρωμα ζώα και πνεύματα που μιλούν. Η ταξιδιώτης, μια νεαρή γυναίκα, γίνεται αυτοκράτειρα λόγω των γυναικείων αρετών και της ευφυΐας της.

Ο κόσμος που κυβερνά είναι πλούσιος και τα φανταστικά πλάσματα που τον κατοικούν είναι ιδιαίτερα χαρισματικά. Η επιστήμη, η αρχιτεκτονική και η φιλοσοφία είναι πολύ προηγμένες. Καθώς η Αυτοκράτειρα γνωρίζει περισσότερα για τον κόσμο, οι υπήκοοί της είναι πρόθυμοι όλο και περισσότερο να την εντάξουν. Οι κοινωνικοί διαχωρισμοί έχουν εξαλειφθεί και ο κόσμος απολαμβάνει την ενότητα. Η χώρα είναι επίσης ασφαλής από ξένες εισβολές για πολλούς λόγους, μεταξύ των οποίων η όμορφη και δαιδαλώδης γεωγραφία της.

Ορισμένοι από τους συμβούλους της αυτοκράτειρας γνωρίζουν για τα γεγονότα στη Γη. Όταν ζητάει έναν γραφιά, της εξηγούν γιατί πολλοί διάσημοι άντρες διανοούμενοι της εποχής δεν θα δέχονταν ποτέ να εργαστούν γι’ αυτήν, προτού της προτείνουν… κάποια Μάργκαρετ Κάβεντις.

Ωστόσο…

Ο Πυρακτωμένος Κόσμος χρησιμοποιεί μια απόλυτη μοναρχία παρόμοια με αυτή που προτείνει ο Χομπς στο Λεβιάθαν. Αν και η μοναρχία αυτή δεν είναι ολοκληρωτική, δεν είναι διατεθειμένη να ανεχτεί κανέναν αντίπαλο να απειλήσει στην εξουσία της. Όταν προκύπτουν διαφωνίες σε μια επιστημονική ακαδημία, η αυτοκράτειρα την καταργεί.

Οι κυβερνήτες και οι ιερείς επιλέγονται από τον αυτοκρατορικό οίκο και ευνουχίζονται πριν εισέλθουν στη δημόσια υπηρεσία. Στους υπηκόους της «επιτρέπεται» μόνο μία θρησκεία και μία γλώσσα. Πριν εμφανιστεί η αυτοκράτειρα, οι γυναίκες δεν μπορούσαν να παρακολουθήσουν τις εκκλησιαστικές λειτουργίες. Ενώ οι περισσότεροι από τους ανθρώπους και τα ζώα είναι εξαιρετικά ευφυείς και εξειδικευμένοι, οι ψείρες και οι παπαγάλοι εξορίζονται από το παλάτι όταν αποδειχθούν μη δεξιοτέχνες.

Η Κάβεντις αδιαφορεί για τις κριτικές. Προκαλεί τον αναγνώστη που δεν θα απολάμβανε τους νόμους της να «δημιουργήσει δικούς του Κόσμους και να κυβερνήσει τον εαυτό του όπως θέλει». Σε μια δεύτερη μετα-μυθοπλαστική στροφή, η Μάργκαρετ Κάβεντις στην ιστορία ενθαρρύνει επίσης την αυτοκράτειρα να φανταστεί καλύτερους κόσμους από αυτόν που κυβερνά.

Φωτ.: Alex George

Μια σύγχρονη ουτοπία του Χέρμπερτ Τζορτζ Γουέλς

Το πρώτο από τα πολλά ουτοπικά έργα του Γουέλς, ο οποίος είναι γνωστός ως ένας από τους θεμελιωτές του είδους της επιστημονικής φαντασίας, το A Modern Utopia εστιάζει πιο άμεσα σε κοινωνικά ζητήματα από ό,τι κάποια άλλα έργα του. Δεσμευμένος στον σοσιαλισμό στην πραγματική ζωή, ο Γουέλς ενδιαφερόταν πάντα για τις κοινωνικές προεκτάσεις των ιδεών του στην επιστημονική φαντασία. Πολλά από τα μυθιστορήματά του, γνωστά για τις φανταστικές τους πλοκές, εστιάζουν εξίσου στα κοινωνικά προβλήματα όσο και στα Αρειανά Τρίποδα.

Σε έναν μακρινό πλανήτη που μοιάζει ακριβώς με τη Γη, δύο άντρες που περπατούν στις Άλπεις παίρνουν μια γεύση από μια μελλοντική ουτοπία. Αυτός ο μελλοντικός κόσμος, ένα ενιαίο κράτος που κυβερνάται από μια εθελοντική αριστοκρατία που ονομάζεται
«Σαμουράι», είναι πολύ βελτιωμένος. Ο κόσμος έχει κοινή γλώσσα, νόμισμα, νομικό σύστημα και κυβέρνηση, καθιστώντας τα ταξίδια και την αλληλεπίδραση με άλλα μέρη του κόσμου πολύ εύκολα. Οι άνδρες και οι γυναίκες έχουν επιτύχει την ισότητα και ο ρατσισμός έχει καταστραφεί. Οι πολίτες αυτού του παγκόσμιου κράτους έχουν γίνει στην πλειοψηφία τους χορτοφάγοι, αν και εξακολουθούν να τρώνε ψάρι. Η περισσότερη, αν όχι όλη η εργασία στο σύνολό της, έχει αυτοματοποιηθεί και η οικονομία, η οποία έχει κατά βάση κρατικοποιηθεί, έχει ορθολογικοποιηθεί.

Σε όσους δεν αρέσει αυτή την ουτοπία έχουν το δικαίωμα να αυτοεξοριστούν σε διάφορα νησιά όπου μπορούν να ζήσουν με άλλους όμοιους τους. Επιπροσθέτως, α άτομα αυτά είναι ελεύθερα να αναδημιουργήσουν θεσμούς που είχαν εξαφανιστεί από καιρό.

Ωστόσο…

Ενώ το τάγμα των Σαμουράι είναι καλά πειθαρχημένο – υποχρεώνονται να περνούν στοχαστικό χρόνο στη φύση και απαγορεύεται η κατανάλωση ναρκωτικών ή αλκοόλ – είναι μια αντιδημοκρατική ολιγαρχία. Το κράτος κατατάσσει τους ανθρώπους με βάση τις διανοητικές τους ικανότητες με τρόπο που θα σόκαρε τους περισσότερους σύγχρονους αναγνώστες.

Οι γυναίκες έχουν τις ίδιες ελευθερίες με τους άνδρες, αλλά ωστόσο εξακολουθούν να παντρεύονται σε πολύ πιο νεαρή ηλικία από τους άνδρες. Αν ο γάμος δεν αποφέρει παιδιά, «λήγει». Η ομοφυλοφιλία δεν αναφέρεται. Υπονοείται επίσης ότι οι περισσότερες γάτες, σκύλοι και άλλα ζώα έχουν θανατωθεί για να μειωθεί ο κίνδυνος ζωονόσων.

Η ιδέα της εξορίας όσων δεν συμπαθούν την ουτοπία υιοθετήθηκε στο σύνολό της από τον Άλντους Χάξλεϊ στον Θαυμαστό Νέο Κόσμο. Ωστόσο, ο Χάξλεϊ την παρουσιάζει ως ένα καταπιεστικό, αν και ανθρώπινο, εργαλείο του ολοκληρωτισμού και όχι ως μια φιλανθρωπική πράξη. Άλλοι συγγραφείς έχουν επικρίνει το μυθιστόρημα για την απεικόνιση υψηλών επιπέδων συμμόρφωσης, μιας περιορισμένης άποψης για την ελευθερία και ενός υψηλού επιπέδου κοινωνικής μηχανικής.

Ο Δωρητής της Λόις Λόουερι

Το πρώτο βιβλίο της τετράδας “The Giver” της Λόις Λάουρι, είναι μια λαμπρή αποδόμηση του ουτοπικού είδους, που απευθύνεται σε νεανικό κοινό. Έχει επαινεθεί ευρέως, και συχνά έχει χαρακτηριστεί παράνομο. Βρίσκεται στην 61η θέση του καταλόγου των 100 πιο συχνά απαγορευμένων και αμφισβητούμενων βιβλίων στην Αμερική για την περίοδο 2010-2019.

Το The Giver αφηγείται την ιστορία του Jonas, ενός 12χρονου που ζει σε μια απομονωμένη κοινότητα. Ο πληθυσμός απολαμβάνει την άνετη, ειρηνική, αρμονική ζωή μιας ειδυλλιακής μικρής πόλης. Στους πολίτες ανατίθενται δουλειές που ταιριάζουν όσο το δυνατόν περισσότερο στην προσωπικότητά τους. Οι οικογένειες είναι ομοίως προσανατολισμένες προς τη συμβατότητα. Ακόμη και ο καιρός έχει εξημερωθεί, με τη βροχή να πέφτει μόνο τη νύχτα. Οι οικογένειες μοιράζονται τα συναισθήματά τους και βοηθούν κάθε μέλος τους να τα επεξεργαστεί. Ο πόλεμος είναι μια μακρινή ανάμνηση.

Οι ηγέτες της κοινότητας συχνά απευθύνονται στον κεντρικό ήρωα, στον οποίο έχουν εμπιστευτεί μνήμες από το μακρινό παρελθόν, για να ζητήσουν συμβουλές. Μέσω ενός ανεξερεύνητου μηχανισμού, είναι ο μοναδικός κάτοχος αυτών των αναμνήσεων και μπορεί να τις μεταφέρει ψυχικά στον διάδοχό του.

Ωστόσο…

Το The Giver περιγράφεται συνήθως ως ένα δυστοπικό έργο. Ενώ η κοινότητα φαίνεται αρχικά ουτοπική, τα λιγότερο από ιδανικά χαρακτηριστικά της ξεδιπλώνονται σιγά σιγά σε όλη τη διάρκεια του μυθιστορήματος. (Αν θέλετε να αποφύγετε τα spoilers, παραλείψτε αυτό το μέρος).

Η αρμονία της κοινότητας υποστηρίζεται από την πολιτική της «ομοιομορφίας». Ο πληθυσμός είναι γενετικά τροποποιημένος ώστε να είναι όσο το δυνατόν πιο ομοιογενής και πάσχει από αχρωματοψία. Ο Jonas αρχικά δεν το γνωρίζει αυτό και ενοχλείται όταν βλέπει για πρώτη φορά το κόκκινο χρώμα. Η χρήση ασαφούς γλώσσας τιμωρείται με σωματική βία. Ένας συνδυασμός ναρκωτικών και εκπαίδευσης διατηρεί τον πληθυσμό συναισθηματικά ρηχό, ανίκανο να νιώσει κάτι περισσότερο από απλή ικανοποίηση. Οι έννοιες της μουσικής, του θανάτου και της αγάπης έχουν αφαιρεθεί από τη συνείδηση ακόμη και των ηγετών.

Οι επιλογές ζωής γίνονται για τον πληθυσμό, ο οποίος αγνοεί τη δυνατότητα εναλλακτικών λύσεων. Υπονοείται ότι όλοι κατασκοπεύονται συνεχώς. Οι φιλικές υπενθυμίσεις για τη σωστή συμπεριφορά από μεγάφωνα που είναι πανταχού παρόντα φανερώνουν ότι άπαντες παρακολουθούνται συνεχώς.

Φωτ.: Alex George

Για εμάς, τους ζωντανούς του Ρόμπερτ Α. Χάινλαϊν

Ένα μεταθανάτιο μυθιστόρημα του Ρόμπερτ Α. Χάινλαϊν, το For Us, The Living εξετάζει τις Ηνωμένες Πολιτείες του 2086 όπως τις βλέπει ένας άνθρωπος που επιστρέφει μυστηριωδώς από τους νεκρούς μετά το θάνατό του το 1939. Ο Χάινλαϊν θα εξερευνούσε αργότερα πολλά από τα θέματα που τίθενται εδώ, όπως η προσωπική ελευθερία, ο ελεύθερος έρωτας, τα ταξίδια στο χρόνο και η χρήση της τεχνολογίας.

Η αμερικανική κοινωνία του 2086 βασίζεται σε ένα οικονομικό σύστημα «κοινωνικής πίστωσης». Εκτός από την παροχή ενός βασικού εισοδήματος σε όλους τους πολίτες, το σύστημα έχει επίσης λύσει τον πληθωρισμό και την ανεργία. Οι άνθρωποι είναι ελεύθεροι να εργάζονται ή να μην εργάζονται, ανάλογα με το τι επιθυμούν. Ωστόσο πολλοί άνθρωποι επιλέγουν να εργάζονται και το βιοτικό επίπεδο είναι αρκετά υψηλό. Τα οφέλη της κοινωνικής πίστωσης σημαίνουν ότι οι περισσότεροι άνθρωποι είναι ελεύθεροι να επιδιώξουν την αυτοανάπτυξη όπως αυτοί θεωρούν σκόπιμο. Εξαιτίας αυτής της οικονομικής φιλοσοφίας, η κυβέρνηση, αν και εκτελεί ορισμένες υπηρεσίες, δεν μπαίνει στα πόδια των ανθρώπων.

Η ιδιωτική ζωή θεωρείται ιερό δικαίωμα. Όσοι διαπράττουν εγκλήματα καταδικάζονται σε ψυχολογική περίθαλψη, εφόσον βέβαια την αποδεχτούν πρώτα. Η εκπαίδευση έχει βελτιωθεί σε σημείο που πολλοί από τους χαρακτήρες του βιβλίου μπορούν να συζητούν για θέματα όπως η μηχανική, παρά το γεγονός ότι ισχυρίζονται ότι γνωρίζουν ελάχιστα γι’ αυτά. Οι πόλεμοι γίνονται μόνο κατόπιν δημοψηφισμάτων, τα οποία ποτέ δεν πήραν κάποια θετική ψήφο και, τέλος, τα ταμπού κατά της γύμνιας έχει εκλείψει προ πολλού.

Ωστόσο…

Ενώ οι άνθρωποι του 2086 παρουσιάζονται ως έξυπνοι, λίγοι φαίνονται να παραξενεύονται για το πώς ένας άνθρωπος μπορεί να επιστρέψει από τους νεκρούς. Αναφέρεται ότι οι ψυχικά ασθενείς δεν επιτρέπεται να αναπαράγονται και η μόνη εναλλακτική λύση στην ψυχιατρική περίθαλψη των εγκληματιών είναι η εξορία, για την οποία τα δικαστήρια αρνούνται να δώσουν διευκρινίσεις. Ενώ οι άνδρες και οι γυναίκες είναι αρκετά ίσοι σε αυτή την κοινωνία, ορισμένες από τις ιδέες που προβάλλονται από τους ψυχολόγους θα φανούν σεξιστικές στους σύγχρονους αναγνώστες.

Οι οικονομολόγοι και οι τραπεζίτες έχουν προ πολλού ξεπεράσει το σύστημα της κοινωνικής πίστωσης και τις θεωρίες στις οποίες στηρίζεται. Έτσι, ενώ στην ιστορία φαίνεται να λειτουργεί καλά, πολλές από τις οικονομικές ιδέες που προωθεί ο Χάινλαϊν είναι στην καλύτερη περίπτωση αμφίβολες.

Ο Αναρχικός των Δύο Κόσμων της Ούσουλα Κ. Λε Γκεν

«Αν θέλεις εγκληματίες, φτιάξε νόμους, αν θέλεις κλέφτες, φτιάξε ιδιοκτήτες»

Ο Αναρχικός των Δύο Κόσμων θεωρείται η κορυφή ολόκληρης της Χαϊνιανής Σειράς και ένα μείζον έργο τέχνης. Το βιβλίο εξερευνά μια αναρχοσυνδικαλιστική κοινωνία στο φεγγάρι Ανάρρες. Όταν ένας φυσικός από το αναρχικό φεγγάρι επισκέπτεται ένα καπιταλιστικό έθνος στον πλανήτη Γιουράς, αυτό που ακολουθεί είναι μια εξέταση πραγμάτων που πολλοί από εμάς που ζούμε σε κρατικές κοινωνίες θεωρούμε δεδομένα.

Περίπου το μισό βιβλίο διαδραματίζεται στον Ανάρρες – την πατρίδα των Ανάρρεστ, οι οποίοι  αυτοαποκαλούνται Οντονιανοί. Η κοινωνία τους, που δημιουργήθηκε από αναρχικούς εξόριστους, επιβιώνει εδώ και αιώνες χωρίς κράτος. Η οικονομία τους συντονίζεται από μια κεντρική επιτροπή, αλλά είναι σε μεγάλο βαθμό εκδημοκρατισμένη. Οι εργασίες που δεν εξυπηρετούν κοινωνική λειτουργία έχουν καταργηθεί σε μεγάλο βαθμό. Το νόμισμα έχει αντικατασταθεί από την αμοιβαία βοήθεια και την απόρριψη της ιδέας της ιδιοκτησίας, όπου αντιθέτως μοιράζονται τα αγαθά.

Ενώ οι περισσότερες ώριμες σχέσεις είναι σταθερές και μονογαμικές, η κοινωνία εφαρμόζει μια προσέγγιση του ελεύθερου έρωτα. Η φιλοσοφία τους, ένα αόριστα ταοϊστικό σύστημα που ονομάζεται Οντονισμός, παρέχει ένα μεταφυσικό πλαίσιο για τη ζωή τους και δημιουργεί μια βαθύτερη προσκόλληση στα ιδανικά από ό,τι θα μπορούσε από μόνη της μια πολιτική θεωρία. Οι ρόλοι των φύλων έχουν καταργηθεί και οι φυλακές έχουν προ πολλού καταργηθεί.

Ωστόσο…

Το βιβλίο φέρει τον υπότιτλο Μια διφορούμενη ουτοπία. Η ασάφεια στην οποία αναφέρεται η Λε Γκεν είναι εύκολο να βρεθεί. Ενώ οι αναρχικοί θεωρούν τους εαυτούς τους ελεύθερους και αυτόνομους ανθρώπους, αναγνωρίζουν το γεγονός ότι η κοινωνία τους επιβιώνει χάριν στο γεγονός ότι παράγει ορυκτά προϊόντα για τους γείτονές τους. Παρά το γεγονός ότι η κοινωνία τους δεν αναγνωρίζει την ατομική ιδιοκτησία, η απληστία δεν έχει ακόμη καταργηθεί και ορισμένα άτομα παίρνουν περισσότερο από το μερίδιο που τους αναλογεί.

Αν και οι ρόλοι των φύλων έχουν εξαφανιστεί, ο σεξισμός παραμένει ανάμεσα στις σχέσεις. Δεν υπάρχει κράτος, αλλά υπάρχει γραφειοκρατία, και οι διευθυντές μπορούν ακόμα να συμπεριφέρονται σαν μικροί τύραννοι. Οι λεπτές δομές εξουσίας αποδεικνύονται εξίσου ανασταλτικές για τους χαρακτήρες του βιβλίου, όπως θα έκανε οποιοδήποτε τυραννικό κράτος. Κατά τη διάρκεια μιας πείνας, οι αναρχικοί συμπεριφέρονται εξίσου απελπισμένα με οποιονδήποτε άλλον.

Κάθε άτομο που αντιμετωπίζεται με ψυχρότητα από την κοινότητα αισθάνεται ιδιαίτερα απορριπτέος, καθώς δίνουν τόσο μεγάλη αξία στο να είναι μέρος της και να νιώθουν κοινωνική αποδοχή. Ενώ η γλώσσα τους έχει αντικαταστήσει τους όρους «εργασία» και «παιχνίδι» με πιο εναλλάξιμους, η ανάγκη για έναν όρο για την «αγγαρεία» παραμένει. Οι οικογένειες που χωρίζονται από απομακρυσμένους σταθμούς εργασίας είναι συνηθισμένες. Σε μια περίπτωση, αυτό οδηγεί σε μεγάλη δυσφορία ανάμεσα σε έναν άνδρα και την μητέρας του.