Όταν το 2016 το ίδρυμα GKFF του δισεκατομμυριούχου αμερικανού τραπεζίτη και «πετρελαιά» Τζορτζ Κάιζερ αγόρασε το τεράστιο προσωπικό αρχείο του Μπομπ Ντίλαν και δεσμευόταν, διαμέσου αυτού, να δημιουργήσει ένα απολύτως ταιριαστό οίκημα προκειμένου να το στεγάσει, κανείς δεν περίμενε ότι το μεγαλεπήβολο αυτό σχέδιο θα ευοδωνόταν τόσο σύντομα.

Και όμως, πριν μερικά 24ωρα, στις 10 Μαΐου, έγιναν τα επίσημα εγκαίνια του Bob Dylan Center στην Τάλσα της Οκλαχόμα, με όσα αμερικανικά ΜΜΕ να το έχουν ήδη επισκεφτεί να μιλάνε ανοικτά για το καλύτερο μουσικό μουσείο όλης της υφηλίου.

Κατασκευασμένο σε σχέδια του σπουδαίου και φημισμένου αρχιτεκτονικού γραφείου Olson Kundig, με επικεφαλής τον Alan Maskin, το μουσείο προσφέρει την πλήρη… Μπομπντιλανική εμπειρία.

Όπερ και σημαίνει ότι οι επισκέπτες του θα έχουν την ευκαιρία να δουν και να θαυμάσουν εκ του σύνεγγυς περισσότερα από 100.000 αντικείμενα του ίδιου του σπουδαίου μουσικού, όπως ολόκληρο το προσωπικό αρχείο του, προσχέδια τραγουδιών, σπάνιες ηχογραφήσεις και βίντεο, αλλά και ιστορικά αντικείμενα που συνέδραμαν στην έμπνευση του Ντίλαν, όπως το νταούλι του μουσικού της αμερικανικής φολκ Μπρους Λάνγκχορν, η παρουσία του οποίου έδωσε το έναυσμα στον Ντίλαν προκειμένου να συνθέσει το 1964 το κλασικό τραγούδι «Mr. Tambourine Man».

Ανάμεσα στα αντικείμενα υπάρχουν και ολόκληροι σάκοι αλληλογραφίας θαυμαστών από το 1966, με γράμματα από θαυμαστές που έστελναν στον Ντίλαν ευχετήριες κάρτες για «περαστικά» όταν ο μουσικός ανάρρωνε στο κρεβάτι μετά από ένα ατύχημα που είχε με τη μοτοσικλέτα του – γράμματα και επιστολές που ο ίδιος ο Ντίλαν ουδέποτε διάβασε καθώς απεχθανόταν όλην αυτήν την «fan culture» γύρω από το όνομά του.

Μέσα στο μουσείο υπάρχει επίσης ένα ψηφιακό jukebox με 162 τραγούδια που επέλεξε ο ίδιος ο (δεδηλεωμένος οπαδός του Ντίλαν) ιρλανδός μουσικός Έλβις Κοστέλο, και ένα εικονικό στούντιο που επιτρέπει στους ακροατές να «πειράξουν» ή να «παίξουν» με τραγούδια του Ντίλαν, ηχογραφώντας τις δικές τους, πρωτόλειες εκδοχές των αγαπημένων τους ντιλανικών τραγουδιών.

Ο ιστορικός Ντάγκλας Μπρίνκλεϊ, επικεφαλής του μουσείου, είπε στην Washington Post ότι «το κέντρο αυτό θα προσφέρει μια βαθύτερη κατανόηση του έργου του Ντίλαν σε μια εποχή που το ενδιαφέρον για τον καλλιτέχνη έχει αναζωπυρωθεί, μετά τη βράβευσή του με το Νομπέλ Λογοτεχνίας το 2016 για τη δημιουργία «νέων ποιητικών εκφράσεων στη μεγάλη παράδοση του αμερικανικού τραγουδιού», ενώ συμπλήρωσε ότι οι απώτεροι στόχοι του μουσείου δεν περιορίζονται στην μουσειακή παράθεση των προσωπικών του αντικειμένων αλλά και «και στην εκπαίδευση και την παρακίνηση των επισκεπτών του προκειμένου οι ίδιοι να ενεργοποιήσουν τη δική τους ικανότητα ως καλλιτέχνες και δημιουργοί».

Όπως σημειώνουν τα αμερικανικά ΜΜΕ, «το κέντρο είναι εξαιρετικής σημασίας καθώς δίνει την δυνατότητα σε κάθε ντιλανολόγο ή μη να δει, βήμα προς βήμα, τον τρόπο με τον οποίο ο Ντίλαν έγραφε, κουπλέ προς κουπλέ και λέξη προς λέξη, ένα τραγούδι». Πράγματι, προς επίρρωση όλων αυτών, κάποια από τα πλέον κλασικά τραγούδια του Ντίλαν, όπως τα «Tangled Up in Blue» και «Like a Rolling Stone», παρουσιάζονται εκτενώς και διεξοδικά σε έξι τσιμεντένιες κολόνες, όπου οι θαυμαστές του μπορούν να παρακολουθήσουν τη σύνθεσή τους από την αρχική έμπνευση μέχρι την στιγμή της ολοκλήρωσής τους.

«Η εν λόγω έκθεση δείχνει πόσο εξαντλητικά δούλευε ο Ντίλαν ένα τραγούδι, γράφοντας και ξαναγράφοντας συνεχώς τους στίχους, απογοητευμένος από την πρώτη του προσπάθεια», επισημαίνει η Ανι Γκάουεν στην Washington Post.

Όσο για την αντίδραση του ίδιου του μουσικού απέναντι στο νέο αυτό; Κλασική ντιλανική, θα έλεγε κάποιος: λίγο πριν ξαναβγεί σε περιοδεία ανά τις ΗΠΑ, στα 81 του χρόνια, προκειμένου να προωθήσει ένα νέο βιβλίο που θα κυκλοφορήσει το φθινόπωρο, ο Μπομπ όχι μόνο δεν ασχολήθηκε ούτε καν ελάχιστα με το συγκεκριμένο κέντρο, αλλά όταν στα μέσα του Απριλίου έδωσε μια συναυλία στην Τάλσα, δεν αναγνώρισε καν το ίδρυμα που δημιουργήθηκε προς τιμήν του.

Έχουν και οι (σπουδαίοι) μουσικοί τις παραξενιές τους…