Έτσι ήταν η ζωή τότε. Δεν ήταν ένα καθαρό και όμορφο πράγμα. Δεν μπορείς να “καθαρίσεις” την ιστορία. Αν θέλεις να πεις μια αληθινή ιστορία, πρέπει να την πεις όπως είναι», δήλωσε ο Bo Dietl στη New York Post. Ο ηθοποιός και πρώην αστυνομικός του NYPD (New York Police Department), ο οποίος είχε έναν μικρό ρόλο στην ταινία “Goodfellas” του 1990, κατέθεσε πρόσφατα την άποψή του περί απεικόνισης πολιτιστικών στερεοτύπων στον κινηματογράφο με αφορμή τη σχετική επισήμανση/προειδοποίηση που έβαλε το αμερικανικό δίκτυο AMC στην ταινία του Martin Scorcese.

Η προειδοποίηση, η οποία εμφανίζεται στην αρχή της ταινίας, όπως αναφέρει και ο Independent, περιλαμβάνεται τόσο στις τηλεοπτικές εκπομπές του AMC όσο και στην υπηρεσία streaming, AMC+, και αναφέρει: «Αυτή η ταινία περιλαμβάνει γλώσσα ή/και πολιτισμικά στερεότυπα που δεν συνάδουν με τα σημερινά πρότυπα ενσωμάτωσης και ανοχής και ενδέχεται να προσβάλλουν ορισμένους θεατές».

Ωστόσο, δεν είναι μόνο ο Dietl που εξέφρασε την εναντίωσή του απέναντι σε αυτή την τακτική πολιτικής ορθότητας. Όταν νωρίτερα φέτος η Judi Dench ερωτήθηκε από το Radio Times σχετικά με την αίσθηση της προσωπικής προσβολής και πώς αυτή έχει επηρεάσει την έκφραση στις Τέχνες, η μεγάλη ηθοποίος απάντησε με  σκεπτικισμό για τέτοιου είδους προειδοποιήσεις. «Καταλαβαίνω γιατί υπάρχουν, και υποθέτω ότι προετοιμάζουν τους ανθρώπους, αλλά αν είστε τόσο ευαίσθητοι, μην πάτε στο θέατρο, γιατί μπορεί να σοκαριστείτε πολύ. Πού είναι η έκπληξη του να δεις και να καταλάβεις το έργο με τον δικό σου τρόπο; Γιατί να πας στο θέατρο αν πρόκειται να σε προειδοποιήσουν για πράγματα που υπάρχουν στο έργο;».

Στο “Goodfellas”, το οποίο βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα όπως αυτά περιγράφονται στο βιβλίο “Wiseguy” του Nicholas Pileggi, πρωταγωνιστούν ο Ray Liotta ως Henry Hill, ο Robert De Niro ως James Conway, ο Joe Pesci ως Tommy DeVito, η Lorraine Bracco ως Karen Hill και ο Paul Sorvino ως Paul Cicero. Η ταινία, μία απ’ τις πιο σημαντικές στο γκανγκστερικό είδος, εξυμνείται μέχρι και σήμερα για την απεικόνιση της ζωής των ανθρώπων της μαφίας εκείνης της εποχής και το αφηγηματικό της ύφος, ωστόσο αναμφισβήτητα ενσωματώνει γλώσσα και στερεότυπα που θεωρούνται προσβλητικά για τα σύγχρονα δεδομένα.

Η κινηματογραφική απεικόνιση των ιταλών γκάνγκστερ έχει επηρεαστεί σε μεγάλο βαθμό από ένα σύνολο επαναλαμβανόμενων κλισέ, τα οποία έχουν εδραιώσει αυτή την εικόνα στο μυαλό μας. Ως θεατές πρέπει να κατανοήσουμε ότι αυτά τα στερεότυπα διαιωνίζονται από την κινηματογραφική βιομηχανία και δεν αντικατοπτρίζουν απαραίτητα την πραγματική φύση των ανθρώπων που απεικονίζονται στις ταινίες -παρόλο που ορισμένες πτυχές τους βασίζονται στην πραγματικότητα- και πολλές φορές αυτές οι απεικονίσεις απέχουν πολύ από το να είναι ολοκληρωμένες ή απόλυτα ακριβείς. Ο κινηματογράφος, πάνω απ’ όλα, έχει ως σκοπό του να ψυχαγωγήσει τον θεατή, και έτσι ενδέχεται να υπάρξουν υπερβολές και διαστρέβλωση της αλήθειας προκειμένου το προϊόν να γίνει πιο ελκυστικό και να υπηρετήσει τον σκοπό του.

Από την άλλη, οι άνθρωποι που ίσως -θεωρητικά και με βάση τα παραπάνω- θα έπρεπε να προσβάλλονται περισσότερο σε αυτές τις περιπτώσεις, όπως για παράδειγμα ένας ιταλός μαφιόζος, δε συντάσσονται πάντα με αυτή την προσέγγιση, καθότι οι ίδιοι φαίνεται να γνωρίζουν καλύτερα την αλήθεια απ’ ό,τι μια ακαδημαϊκή ανάλυση που σκοπεύει να εξισορροπήσει τα πράγματα. Ο Michael Franzese, πρώην μαφιόζος, δήλωσε χαρακτηριστικά στη New York Post για την προειδοποίηση περιεχομένου που ενσωματώθηκε στο “Goodfellas” από το AMC: «Δεν χρειαζόμαστε κανέναν να προστατεύει τους μαφιόζους. Είναι τρελό». Είναι όμως έτσι;

Η αφροαμερικανική κοινότητα στον κινηματογράφο, την τηλεόραση και τη μουσική βιώνε για πολλά χρόνια κάτι αντίστοιχο με την στερεοτυπική, για τα σημερινά πρότυπα, απεικόνιση των ανθρώπων της ιταλικής μαφίας. «Η Μαύρη προσωπικότητα έχει καταντήσει μια καρτουνίστικη φιγούρα, κάτι που ζει μέσα σε κάποιο τραγούδι, ένα βίντεο ή μια ταινία, αλλά κανείς δεν μπορεί ποτέ να δει ή να ακούσει στην πραγματική ζωή», είχε γράψει ο Chuck D των Public Enemy στο βιβλίο του “Fight the Power”. «[τα παιδιά] δε βλέπουν πολλούς ισχυρούς Μαύρους στις κοινότητές τους κι όλοι οι Μαύροι που βλέπουν προβάλλονται με τον πιο εξευτελιστικό τρόπο. Τα παιδιά μας βλέπουν τον “παίκτη”, τον νταβατζή ή τον περιστασιακό απατεώνα».

Όταν κυκλοφόρησε η ταινία “Black Panther” το 2018, εκτός από μεγάλη εισπρακτική επιτυχία, κατάφερε κάτι πολύ σημαντικό: αμφισβήτησε τα στερεότυπα απεικονίζοντας την αφρικανική κουλτούρα και τους χαρακτήρες της με θετικό και ισχυρό πρόσημο, παρουσιάζοντας ένα τεχνολογικά προηγμένο και ευημερούν αφρικανικό έθνος, τη Wakanda (Γουακάντα), το οποίο αψηφά το κοινό στερεότυπο της Αφρικής ως «μυστηριώδη και επικίνδυνη απομονωμένη ήπειρο με περιορισμένους μόνο δεσμούς με τον “σύγχρονο” πολιτισμό», όπως είχε σχολιάσει το TV Tropes.

Η επιρροή του “Black Panther” ξεπέρασε κατά πολύ την επιτυχία της ταινίας στο box office, επηρεάζοντας σημαντικά τον ευρύτερο πολιτιστικό διάλογο σχετικά με την εκπροσώπηση και τη διαφορετικότητα στο Χόλιγουντ, λειτουργώντας ως ισχυρό παράδειγμα για το πώς ταινίες με μη λευκούς ηθοποιούς και διαφορετικές αφηγήσεις μπορούν να είναι εμπορικά επιτυχημένες, αμφισβητώντας τη μακροχρόνια πεποίθηση της βιομηχανίας ότι ταινίες με αποκλειστικά μαύρους ηθοποιούς στο καστ δεν είναι οικονομικά βιώσιμες.

Αναρωτιέμαι, όμως, πού βρίσκεται τελικά η αλήθεια. Ή μάλλον, πιο σωστά, η πραγματικότητα – ο καθένας μπορεί να έχει τη δική του αλήθεια, αλλά η πραγματικότητα, αν και πολυεπίπεδη, είναι μία. Είναι τόσο λάθος όσα γνωρίζουμε για τους ιταλούς μαφιόζους, μέσω του κινηματογράφου αλλά και των βιβλίων; Οι μειονότητες των γκέτων στις ΗΠΑ υιοθέτησαν έναν ρόλο που τους δόθηκε ούτως ώστε να δημιουργηθεί ένα κυριάρχο αφήγημα, ή έπαιξαν και ράπαραν αυτό που πραγματικά ήταν και ζούσαν; Τι είναι πιο κοντά στην πραγματικότητα; Η Ουγκάντα ή Γουακάντα; Οι ιταλοί γκάνγκστερ του “Goodfellas” ή εκείνοι οι μαφιόζοι που έχουν υιοθετήσει τα γενικευμένα πολιτιστικά πρότυπα των Ηνωμένων Πολιτειών, και είτε είναι Ιρλανδοί ή Ελληνες είτε Ιταλοί και Κουβανοί συμπεριφέρονται όπως οι γέννημα θρέμα Τεξανοί; Νομίζω πως ανέκαθεν το θέμα ήταν ποια αλήθεια θα επικρατήσει, ανεξάρτητα από το πόσο αυτή είναι συμπεριληπτική ή στερεοτυπική. Τουλάχιστον ας το αναγνωρίσουμε, για να μην σταματήσουμε ποτέ να αναζητούμε την αλήθεια που θα μας φέρει πιο κοντά στην πραγματικότητα. Μόνο τότε όλοι θα απελευθερωθούμε από τα στερεότυπα και τις δικές τους αλήθειες που μας φόρτωσαν.