Έλειπε από την ποπ κουλτούρα ένας αρχαιολόγος; Κρίνοντας από την επιτυχία των ταινιών με πρωταγωνιστή τον πιο διάσημο αρχαιολόγο ever, η διαχρονική αξία του δίνει αυτόματα και την απάντηση: ναι. Ο Indiana “Indy” Jones επέστρεψε στη μεγάλη οθόνη αυτό το καλοκαίρι και σε αυτή την 5η ταινία του ομώνυμο franchise, ο Harrison Ford πρωταγωνιστεί και πάλι ως ο χαρακτήρας που αγαπήθηκε όσο λίγοι και καθόρισε τις αντιλήψεις μας για την αρχαιολογία -μερικοί, ίσως μέχρι κάποιο σημείο, ως παιδιά, θεωρούσαν πως κάθε αρχαιολόγος κρατάει και ένα λάσο.
Η εταιρεία παραγωγής έχει επιβεβαιώσει ότι αυτό θα είναι το τελευταίο κεφάλαιο της ιστορία και είναι επίσης η πρώτη και μοναδική ταινία του franchise που δεν την σκηνοθετεί ο Steven Spielberg, αν και παραμένει εκτελεστικός παραγωγός. Ο James Mangold που πήρε την σκυτάλη από τον εμβληματικό σκηνοθέτη δεν είναι κάποιος τυχαίος. Έχει κάτσει στην καρέκλα που γράφει DIRECTOR αρκετές φορές, για ταινίες που έχουν αποσπάσει πολύ καλές κριτικές και έχουν γνωρίσει επιτυχία: Girl, Interrupted (1999), Walk The Line (2005), 3:10 to Yuma (2007), Logan (2017), Ford vs Ferrari (2019), κάποιες από αυτές. Ωστόσο, όταν η ταινία έκανε πρεμιέρα στο Φεστιβάλ των Καννών οι πρώτες κριτικές δεν ήταν και τόσο ενθαρρυντικές.
Και σίγουρα, όπως εύστοχα σημειώνει ο αρχαιολόγος Peter Parvanov στο σχετικό άρθρο του στο Sapiens, η ταινία θα προκαλέσει γκρίνια από τους πραγματικούς συναδέλφους του Jones, καθώς πολλοί επαγγελματίες αρχαιολόγοι λατρεύουν να μισούν τον “Indy”. Οι κριτικοί συχνά κατακρίνουν την μη ρεαλιστική αναπαράσταση του κόσμου της αρχαιολογίας και τη παραμόρφωση κάποιων ιστορικών γεγονότων. Επιπλέον, κάποιοι θεωρούν ότι υποβαθμίζει τη σοβαρή έρευνα που διεξάγεται στον τομέα της αρχαιολογίας -εν τω μεταξύ, δεν αναφερόμαστε σε κάποιο ντοκιμαντέρ, αλλά σε ταινίες blockbuster- αλλά, ταυτόχρονα, αρκετοί αρχαιολόγοι εκτιμούν ότι ο Indiana Jones έχει ανεβάσει όλα αυτά τα χρόνια τη δημοφιλία της αρχαιολογίας και έχει εμπνεύσει τη φαντασία του κοινού γι’ αυτόν τον χώρο.
Αυτό όμως που έχει πετύχει σε μεγάλο βαθμό ο “Indy”, και σχετικά εύκολα, είναι να εκφράσει κινηματογραφικά κάποια ηθικά ζητήματα που βρίσκονται στην καρδιά της ανθρωπολογικής σκέψης.
Φυσικά, τα ζητήματα αυτά εξωραΐζονται και επανεφευρίσκονται κατά την διάρκεια των ταινιών και στο χρονολογικό κενό που προκύπτει από τη μία στην άλλη -άλλωστε παρακολουθούμε blockbuster δράσης, να το υπενθυμίσουμε για ακόμα μια φορά. Παρ’ όλα αυτά, οι ταινίες Indiana Jones αντικατοπτρίζουν θεμελιώδεις προκλήσεις στο πεδίο της αρχαιολογίας και φέρνουν στην επιφάνεια ανησυχίες που έχουν οι πραγματικοί αρχαιολόγοι, τα μουσεία και οι κοινότητες.
Προσοχή! Ακολουθούν spoiler!
Η αρχαιολογία είναι καταστροφική
Από αιγυπτιακούς τάφους έως μεσαιωνικές εκκλησίες, οι αρχαιολογικοί χώροι υφίστανται ζημιές σε όλες τις ταινίες Indiana Jones. Συχνά, αυτή είναι η πρώτη ένσταση που προβάλλεται όταν πρόκειται για την απεικόνιση της αρχαιολογίας στην οθόνη, καθώς οι αρχαιολόγοι δεν έχουν (πάντα) σκοπό να καταστρέψουν οτιδήποτε αρχαίο και μυστήριο με μόνο σκοπό να νικήσουν κάποιο «κακό».
Ας θυμηθούμε το κινηματογραφικό ντεμπούτο του Harrison Ford ως Indiana Jones στο “Raiders of the Lost Ark” του 1981. Η εναρκτήρια σεκάνς δείχνει τον Indy στη Νότια Αμερική να αναζητά ένα είδωλο που λατρεύεται και προστατεύεται από τον (φανταστικό) ιθαγενή λαό των Hovitos. Ακολουθώντας τα βήματα προηγούμενων αποστολών, φτάνει σε έναν ναό κρυμμένο στη ζούγκλα. Αφού αντικαθιστά ανεπιτυχώς το χρυσό είδωλο από το βωμό με μια σακούλα άμμου, πρέπει να διαφύγει καθώς μια αρχαία… παγίδα προκαλεί την κατάρρευση ολόκληρης της αίθουσας.
Αν και αυτός δεν είναι σίγουρα ο σωστός τρόπος διεξαγωγής μιας επιτόπιας αρχαιολογικής έρευνας, η υποκείμενη παραδοχή είναι ακριβής, σύμφωνα με τον Parvanov που ειδικεύεται σε ταφικές πρακτικές: Οι αρχαιολογικές ανασκαφές συχνά καταστρέφουν το πλαίσιο που επιδιώκουν να κατανοήσουν.
Αν και όχι τόσο κινηματογραφικά όσο τα συντρίμμια που προκάλεσε μια παγίδα, οι ανασκαφές είναι ελεγχόμενη, συστηματική καταστροφή κάποιων χώρων. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο οι σύγχρονοι αρχαιολόγοι τεκμηριώνουν σχολαστικά τους χώρους και χρησιμοποιούν λιγότερο επεμβατικές τεχνικές, όπως το ραντάρ διείσδυσης στο έδαφος, το οποίο ανιχνεύει κάτω από το έδαφος πριν προχωρήσουν σε ανασκαφές. Οι αρχαιολόγοι πεδίου δημιουργούν κατά κανόνα λεπτομερείς γραπτές περιγραφές που συνοδεύονται από σχέδια, φωτογραφίες και τρισδιάστατη σάρωση.
Η καταστροφική φύση της αρχαιολογίας δεν περιορίζεται μόνο στα κατάλοιπα αντικειμένων κάτω από την επιφάνεια της γης. Για να πάμε και λίγο στα δικά μας, ως παράδειγμα που αναφέρεται και στο άρθρο του Sapiens, από τον 19ο αιώνα, οι συντηρητές προσπαθούν να ανακατασκευάσουν την Ακρόπολη στο κλασικό ελληνικό της στυλ. Κατά τη διαδικασία αυτή αφαιρέθηκαν μεσαιωνικές και οθωμανικές κατασκευές, σπίτια και οχυρώσεις, όπως ο λεγόμενος φράγκικος πύργος και ένα τζαμί στο εσωτερικό του Παρθενώνα.
Η αρχαιολογία ως πολιτική προπαγάνδα
Στην τρίτη ταινία, “Last Crusade” του 1989, ο Indiana Jones αναζητά τον απαχθέντα πατέρα του, έναν εκκεντρικό τύπο, λάτρη του μεσαιωνικού κόσμου, που υποδύεται ο Sean Connery. Ο καθηγητής Henry Jones εξαφανίστηκε ενώ αναζητούσε το Άγιο Δισκοπότηρο, το κύπελλο που λέγεται ότι χρησιμοποίησε ο Χριστός κατά τον Μυστικό Δείπνο -ένας μύθος που καταρρίφθηκε αργότερα, κυρίως, μέσω του blockbuster βιβλίου «Κώδικας Ντα Βίντσι» του Dan Brown. Κατά τη διάρκεια εκείνου του ταξιδιού, ο Indiana Jones ανακαλύπτει ένα κρησφύγετο των Ναζί σε ένα κάστρο και ψιθυρίζει: «Ναζί. Τους μισώ αυτούς τους τύπους». Και πράγματι, ο “Indy” κάνει ό,τι μπορεί για να τους κατατροπώσει.
Τώρα, στο “Dial of Destiny”, αυτοί κακοί από το παρελθόν επιστρέφουν με νέα ρεβανσιστική μορφή. Ο ναζιστικός χαρακτήρας του Mads Mikkelsen ακούγεται να λέει: «Ο Χίτλερ έκανε λάθη και με αυτό, θα τα διορθώσω όλα».
Στην πραγματικότητα, πολλές φορές οι ιστορικοί χώροι και τα τεχνουργήματα χρησιμοποιήθηκαν καταχρηστικά για πολιτικούς σκοπούς, σημειώνει ο Parvanov. Οι αναπαραστάσεις του παρελθόντος έχουν χειραγωγηθεί από ηγέτες σε όλα τα πολιτικά και ιδεολογικά φάσματα. Αλλά οι εθνικιστικές και ακροδεξιές ιδεολογίες ήταν ιδιαίτερα δραστήριες από αυτή την άποψη λόγω της τάσης τους να εξιδανικεύουν το παρελθόν, προσαρμόζοντάς το στα δικά τους ιδεώδη.
Ο μηχανισμός πνευματικής και ιδεολογικής σκέψης του Εθνικοσοσιαλιστικού Γερμανικού Εργατικού Κόμματος (NSDAP, δηλαδή Ναζιστικό Κόμμα του Anton Drexler και αργότερα του Αδόλφου Χίτλερ) είχε στις τάξεις του μια εξειδικευμένη ομάδα για τη γερμανική ιστορία, όπου αργότερα ενσωματώθηκε στο υπουργείο Εσωτερικών. Τα διαβόητα SS είχαν επίσης μια μονάδα έρευνας και διδασκαλίας για τη γερμανική κληρονομιά (SS-Ahnenerbe) υπό την άμεση εποπτεία του Χάινριχ Χίμλερ, του ανθρώπου που αργότερα επέβλεψε το Ολοκαύτωμα. Σκοπός της μονάδας ήταν να υποτάξει την έρευνα και την πολιτιστική πολιτική στο Ναζιστικό καθεστώς – ο ίδιος ο Χίτλερ δεν ενδιαφερόταν για την καταστροφή μνημείων κατά τη διάρκεια του πολέμου, διότι κατά την άποψή του αυτό του έδινε την ευκαιρία να ανεγείρει νέα.
Τα κομμουνιστικά καθεστώτα στην πρώην ΕΣΣΔ και το ανατολικό μπλοκ έχουν επίσης ενδιαφέρον από αυτή την άποψη. Σύμφωνα με την επίσημη ιδεολογική στάση του κόμματος, ο μαρξισμός ήταν η μόνη αποδεκτή ανάγνωση του παρελθόντος. Η αρχαιολογία ανέλαβε την προώθηση της πολιτιστικής ενότητας μεταξύ των κομμουνιστικών εθνών, οδηγώντας σε μια έκρηξη μελετών για τη σλαβική κληρονομιά.
Ο Peter Parvanov γράφει στο Sapiens ότι στη Βουλγαρία, από που κατάγεται και σήμερα είναι επίκουρος καθηγητής στο Εθνικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο με Μουσείο στη Σόφια, σύμφωνα με το Smithsonian Mag, οι τότε ηγέτες περίμεναν ότι οι αρχαιολόγοι θα έβρισκαν «τροφή» για την εγχώρια προπαγάνδα. Κατά τη διάρκεια των πρώτων δεκαετιών του κομμουνισμού, η κυβέρνηση έδωσε έμφαση στο σλαβικό εθνοτικό υπόβαθρο της Βουλγαρίας για να αναμείξει τους πολίτες της με άλλα έθνη υπό σοβιετική κυριαρχία. Οι αρχαιολόγοι είχαν αναλάβει να βρουν αποδείξεις ότι το μεγαλύτερο μέρος του μεσαιωνικού πληθυσμού ήταν σλαβικό. Στη συνέχεια, ξεκινώντας από τη δεκαετία του 1970, η ηγεσία οικειοποιήθηκε εκ νέου μια νομαδική βουλγαρική κληρονομιά. Σκέφτηκαν ότι επειδή οι Βούλγαροι μετανάστευσαν από την ανατολικοευρωπαϊκή στέπα, αυτή η καταγωγή θα μπορούσε να αναδείξει τους στενούς δεσμούς μεταξύ της Βουλγαρίας και της Σοβιετικής Ένωσης.
Η ιστορία αξιοποιήθηκε επίσης στην πολιτική προετοιμασία για τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία. Επτά μήνες πριν από την εισβολή, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν δημοσίευσε προσωπικά ένα δοκίμιο που υποστήριζε την ιστορική ενότητα της Ρωσίας και της Ουκρανίας.
Καθώς ακόμη και ο Indiana Jones γίνεται κάποια στιγμή στόχος διώξεων, στο “Kingdom of the Crystal Skull” του 2008, η ταινία υπαινίσσεται την περίπλοκη πραγματικότητα της επιστήμης σε ανελεύθερες κοινωνίες. Για να νικήσει, μεταφορικά, τους Ναζί και άλλους εξτρεμιστές, η αρχαιολογία πρέπει να κατανοήσει τις πολιτικές επιπτώσεις του πεδίου της και να εκθέσει τις προκαταλήψεις που αποκωδικοποιούνται στις αναπαραστάσεις του παρελθόντος.
Δεν ανήκουν όλα στα μουσεία
Στο “Temple of Doom” του 1984, ο Indiana Jones ψάχνει μια ιερή πέτρα που έχει κλαπεί από το ιερό του ινδιάνικου χωριού των Mayapore. Ο “Indy”, η Willie Scott (Kate Capshaw) -με την οποία υπάρχει ένα ρομάντζο- και ο κολλιτσίδας «Κοντούλης» (Ke Huy Quan), πρέπει να αντιμετωπίσουν την αίρεση Thuggee για να ανακτήσουν το πολύτιμο αντικείμενο.
Τελικά, ο Indiana Jones επιστρέφει την πέτρα Sivalinga στους κατοίκους του χωριού, ο θρησκευτικός τους ηγέτης του λέει «Τώρα βλέπετε την αξία της πέτρας που φέρνετε πίσω» και ο πρωταγωνιστής συμφωνεί: «Ναι. Τώρα καταλαβαίνω τη δύναμή του». Λίγο αργότερα η Willie τον ρωτάει γιατί δεν την κράτησε, με τον Indiana Jones να απαντάει: «Για ποιο λόγο; Απλά θα τον έβαζαν σε ένα μουσείο και θα ήταν άλλος ένας βράχος που θα μάζευε σκόνη».
Αυτή η στάση του Dr Jones ήταν ένα μεγάλο βήμα εξέλιξης του χαρακτήρα του, αφού σε άλλες περιπτώσεις είχε υπερασπιστεί την θέση ότι τα αρχαιολογικά αντικείμενα «ανήκουν» σε μουσεία. Η φαινομενικά ασυνεπής στάση του αντικατοπτρίζει τη συχνά τεταμένη σχέση μεταξύ αρχαιολόγων, συλλογών, μουσείων και κοινοτήτων για ευρήματα που ανακαλύπτονται ανά διαστήματα.
Ναι, τα μουσεία είναι οι βασικοί θεσμοί για τη διαχείριση και την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς. Όμως, η προστασία και η προώθηση της κληρονομιάς απαιτεί τη συμμετοχή των κοινοτήτων.
Μια προσέγγιση με την οποία είχε ταυτιστεί και ο αρχαιολόγος Mortimer Wheeler, στη δεκαετία του 1950, όταν εξέφρασε «την ηθική και ακαδημαϊκή αναγκαιότητα να μοιράζεται η επιστημονική εργασία στο μέγιστο δυνατό βαθμό με τον άνθρωπο του δρόμου και του πεδίου».
Λαμβάνοντας υπόψη την προβληματική προέλευση πολλών μουσειακών συλλογών και τα συνεχή αιτήματα επαναπατρισμού αρκετών απ’ αυτά που υποβάλλονται από διάφορα κράτη και ομάδες ιθαγενών, η διαπίστωση του “Indy” μεταφέρει τις θεμελιώδεις ανησυχίες της αρχαιολογίας.
Το ινδιάνικο χωριό στην ταινία “Temple of Doom” μας παρουσιάζει μια πραγματικότητα που πολλές φορές αγνοούμε στα πλαίσια της πολιτιστικής γνώσης και του τουρισμού – μην ξεχνάμε ότι τα μουσεία, κυρίως, επιδιώκουν και ενδιαφέρονται να έχουν επισκέπτες. Η τοπική κοινότητα είναι αυτή που κατέχει τη γνώση για την προστασία του πολιτισμού της και οι αρχαιολόγοι και οι ανθρωπολόγοι, ως διαπολιτισμικοί επικοινωνιολόγοι εκ του επαγγέλματός τους, μπορούν να υποστηρίξουν τέτοιες κοινοτικές προσπάθειες αρκεί να σταθούν στην σωστή πλευρά. Ο “Indy” λοιπόν φαίνεται να το καταλαβαίνει αυτό όταν επιστρέφει το Sivalinga.
Υπάρχουν πολλές αποχρώσεις στις ιστορίες του Indiana Jones και όλες μπορούν να ερμηνευτούν με ποικίλους τρόπους. Οι ταινίες του franchise, πέρα από την διασκέδαση, εκφράζουν τον σημαντικό ρόλο και τις ευθύνες που ανατίθενται στην αρχαιολογία από το κοινό και παρά κάποιες παραποιήσεις, ο χαρακτήρας του Indiana Jones, στην καλύτερη περίπτωση, δείχνει ότι η αρχαιολογία μπορεί να είναι ένας τομέας προσανατολισμένος στην κοινότητα που ενώνει τους ανθρώπους και την κληρονομιά τους.
Και όλα αυτά, πάντα, με κινηματογραφικούς και blockbuster όρους.
Πηγή: Sapiens