Μέσα από μία κλειδαρότρυπα διεισδύουμε στα άδυτα της οικογένειας Μπάξτερ. Εκεί μας περιμένει για να μας υποδεχθεί ο Γουίλεμ Νταφόου στον ρόλο του Γκοντ. Τα τραύματα του παρελθόντος τον καταδιώκουν. Ο ίδιος επιχειρεί κάτι παράτολμο που κανείς δε γνωρίζει πως θα εξελιχθεί. Κάτι ανάλογο συνέβη και με τον Λάνθιμο. Όταν επιλέγεις να δημιουργήσεις μία ταινία σαν αυτήν ρισκάρεις. Ο Χρυσός Λέοντας και η συνολική αποθέωση στη Βενετία ήταν ένα πρώτο σπουδαίο σημάδι για όσα θα ακολουθήσουν. Η ταινία έκανε επίσημα πρεμιέρα στις ελληνικές αίθουσες την 1η Γενάρη και οι ουρές που σχηματίζονται στους κινηματογράφους θυμίζουν άλλες εποχές του σινεμά.

Το πείραμα της Μπέλα μαρτυρά με τον πλέον εκκωφαντικό τρόπο πως ο εγκέφαλος “εξουσιάζει” τον άνθρωπο. Επομένως είναι πολύ σημαντικό να φροντίσουμε να τον εξελίξουμε. Δεν είναι τυχαίο πως η πρωταγωνίστριά μας μέχρι την τελευταία σκηνή κάτι διαβάζει, ενστερνιζόμενη τη δια βίου μάθηση. Ίσως αυτή είναι η στιγμή που έρχεται η απόλυτη ισορροπία μεταξύ σώματος και εγκέφαλου. Ως τότε όμως έχουμε γίνει ήδη μάρτυρες αφενός του κόσμου μας και αφετέρου μίας γενναίας διαδρομής χειραφέτησης. Από μία σύγχρονη φυλακή, την ίδια την μοναξιά, αναζητούνται δρόμοι διαφυγής προς την ηδονή και την απόλαυση κόντρα στον καθωσπρεπισμό.

Διαδραματίζεται για κάτι παραπάνω από δύο ώρες ένα διπλό παιχνίδι αιχμαλωσίας. Αυτό της Μπέλα που οι επίδοξοι μνηστήρες την πολιορκούν με διαφορετικό τρόπο και το δικό μας από τον σκηνοθέτη. Ο χρόνος δε σταματάει στιγμή. Η φωτογραφία του Ρόμπι Ράιαν και το μοντάζ του Γιώργου Μαυροψαρίδη μετατρέπουν το ξετύλιγμα της πλοκής σε ένα ρυάκι που μας παρασέρνει. Στο πλευρό της Έμμα Στόουν που φαντάζει απίθανο να χάσει το Όσκαρ Γυναικείας Ερμηνείας οι εξαιρετικοί Γουίλεμ Νταφόου και Μαρκ Ράφαλο που διεκδικούν το Β΄ Ανδρικού. Υπάρχουν όμως και παρουσίες που αρκετές φορές περνούν στα ψιλά, αλλά αξίζουν αναφοράς. Η ελληνικής καταγωγής Κάθριν Χάντερ που λειτουργεί ενεργοποιώντας το μητρικό της φίλτρο προς της Μπέλα, η δυναμική επιστροφή της Χάνα Σίγκουλα και η αποκάλυψη της Σούζυ Μπεμπά.

Η αναζήτηση της ταυτότητας έρχεται μέσα από την εξερεύνηση της σεξουαλικότητας. Στον λανθιμικό σύμπαν δεν υπάρχει κανένα ταμπού, ούτε περιορισμοί που απηχούν στις κοινωνικές επιταγές. Σε μία εποχή συντηρητικοποίησης και υποβάθμισης του ρόλου της συζύγου, το έργο αυτό έρχεται ως ένα μανιφέστο ελευθερίας. Ακόμα κι η οικειοθελής εκπόρνευση φαντάζει ως μία επιλογή που έρχεται ως ένα ακόμα βήμα προς τον πολυπόθητο στόχο. Η Μπέλα έχει τη ψυχή της ενεργή, συνθλίβεται με τον πόνο που υπάρχει στον κόσμο και δε διστάζει να αποκαλέσει ιδιόμορφη ασθένεια το χρήμα, όπως και την απώλειά του.

Επιπλέον γίνεται ένα σαφές σχόλιο σχετικά με την ιατρική, το παρόν, το μέλλον και την ηθική που κρύβεται μέσα στο λειτούργημα. Στο φινάλε τα “πειράματα” συνεχίζονται. Έστω και σε μία ταινία με στοιχειά επιστημονικής φαντασίας μπορούμε να δεχτούμε εύκολα κάτι τέτοιο; Αν η απάντηση είναι θετική τότε πού τίθενται τα όρια και ποιοι θα έχουν το δικαίωμα να αυξήσουν το προσδόκιμο τους προσεχώς; Ο ταξικός διαχωρισμός αποδίδεται με “χειρουργική ακρίβεια”.

Ο Λάνθιμος πλέκει υποδειγματικά είδη και θολώνει τον χρόνο. Θέλει να δείξει με αυτόν τον τρόπο πως αυτός ο κόσμος έτσι ήταν, είναι και θα παραμείνει. Εστιάζει όμως στις δυσκολίες που κρύβουν όλες οι ανθρώπινες επαφές και δείχνει για μία ακόμα φορά την εκτίμησή του προς τη γυναίκα κάνοντας με τη βοήθεια του Τόνι ΜακΝαμάρα ουσιαστικές αλλαγές στο σενάριο που βασίστηκε στο βιβλίο του Άλισντερ Γκρέι. Το σημαντικότερο όμως μήνυμα αφορά την ύπαρξη της αγάπης. Η Μπέλα πάει εκεί που νιώθει πως την αγαπούν, γιατί από κάθε άλλη περιπέτεια θα περάσει και θα φύγει…