Το σκηνοθετικό ντεμπούτο του Χάρις Ντίκινσον (“Το Τρίγωνο της Θλίψης”, “Babygirl”) που βραβεύτηκε από τους κριτικούς στις Κάννεες δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητο.
Ένας ταλαντούχος ηθοποιός στα 29 του χρόνια, στο απόγειο της καριέρας του στην υποκριτική αποφασίζει να αλλάξει ρόλο και να πάει πίσω από την κάμερα σκηνοθετώντας, γιατί κάτι έχει να δηλώσει, κάτι έχει να πει. Ο Χάρις Ντίκινσον, γνωστός κυρίως ως ηθοποιός με ευαισθησία και ατσαλάκωτο βλέμμα (από το “Beach Rats” ως το “Τρίγωνο της Θλίψης”) υπογράφει εδώ ένα ωμό, σχεδόν ενστικτώδες ντεμπούτο. Δεν αναζητά τη συμμετρία, ούτε την ευκολία, στήνει έναν κόσμο σκληρό, σχεδόν ακάνθινο, εξ ου και ο τίτλος “Αχινός”.
Η υπόθεση εκτυλίσσεται στη μεγάλη Βρετανία, σε ένα μέρος που μοιάζει ταυτόχρονα παρατημένο και ζωντανό, σε ένα σκηνικό που μυρίζει αλάτι κι ιδρώτα. Εκεί ένας νεαρός άνδρας μεγαλώνει σε ένα περιβάλλον που τον πληγώνει και τα σημάδια του μένουν ανεξίτηλα στην μετέπειτα πορεία του. Δεν μπορεί όσες προσπάθειες κι αν κάνει να σηκωθεί, δεν μπορεί να πάρει τη ζωή του στα χέρια του. Επιστρέφει στις εξαρτήσεις και την παραβατικότητα, αδύναμος να δει τη ζωή κατάματα και να την αντιμετωπίσει.
Ο Ντίκινσον δε χτίζει το σύμπαν του με δαιδαλώδεις διαλόγους. Οι λέξεις είναι λίγες, κοφτές, γεμάτες υπονοούμενα. Όλα παίζονται στα βλέμματα, στα σώματα, στα μικρά τικ της καθημερινότητας. Η κάμερα κολλά επάνω στους ήρωες, τους παρακολουθεί χωρίς απόσταση ασφαλείας. Είναι ένα σινεμά που δεν σου χαρίζεται, σε καλεί να μπεις μέσα στις πληγές του και καταφέρνει να σε κάνει κομμάτι του. Η αυτοκαταστροφική φύση του Μάικ μας φέρνει αντιμέτωπους με τους δικούς μας “δαίμονες”. Από την κουζίνα μέχρι τον διαλογισμό στο δωμάτιο ο πρωταγωνιστής επιβιώνει σε συνθήκη διαδοχικού εγκλωβισμού. Για μία στιγμή μονάχα πάει να ορθοποδήσει κι εκεί πάλι τρικλοποδιά …
Αν υπάρχει ένας άξονας γύρω από τον οποίο περιστρέφεται η ταινία, αυτός είναι το σώμα ως τόπος επιθυμίας, φόβου, ντροπής και εξέγερσης. Ο νεαρός πρωταγωνιστής παλεύει με το βλέμμα των άλλων, αλλά κυρίως με το βλέμμα προς τον εαυτό του. Ο “Αχινός” δε μιλά για την ενηλικίωση με τη γλυκύτητα μιας coming-of-age ιστορίας, μιλά για τη βίαιη σύγκρουση της παιδικής ευαλωτότητας με την κοινωνική σκληρότητα. Από την αίσθηση πλήρους ελευθερίας του άστεγου (για λίγο) μέχρι την πολυπόθητη επανεκκίνηση με το γυμνό σώμα ο Μάικ ψάχνει αφετηρία και σωσίβιο να κρατηθεί ζωντανός.
Ο Ντίκινσον φωτογραφίζει τον πόνο με ευγένεια, χωρίς μελοδραματισμούς και ακριβώς εκεί κρύβεται η δύναμη της ταινίας. Μοιάζει να έχει κάνει μελέτη στη ψυχολογία και στον τρόπο που αναπτύσσει τη ψυχοσύνθεση του πρωταγωνιστή του. Τρεις φορές μας τον δείχνει σε εμβρυϊκή στάση που δηλώνει τη διαρκή πάλι μεταξύ της ευαισθησίας και του σκληρού χαρακτήρα που δείχνει προς τα έξω για να μείνει στο παιχνίδι.
Το σκηνοθετικό ύφος είναι εντυπωσιακά ώριμο στην πρώτη του απόπειρα. Θυμίζει τον κοινωνικό ρεαλισμό του Κεν Λόουτς. Ο Ντίκινσον θέλει να νιώσεις τον ρυθμό της ζωής των ηρώων του. Δεν υπάρχει χειραγώγηση της συγκίνησης, αντίθετα υπάρχει μια εμμονή στη λεπτομέρεια σαν να παρατηρείς το ξέφτισμα ενός πουλόβερ ή την αναπνοή κάποιου που προσπαθεί να συγκρατήσει τα δάκρυά του. Η φωτογραφία με τους θαμπωμένους τόνους και το βρεγμένο φως αιχμαλωτίζει την υγρασία της μνήμης. Είναι σαν να βλέπεις κάτι μέσα από ένα τζάμι θαμπωμένο από την ανάσα.
Η παρουσία του Φρανκ Ντιλέιν, βραβευμένη στις Κάννες αποτελεί καταλύτη της επιτυχίας. Ο φαύλος κύκλος της ζωής του με συνεχείς παλινωδίες και ροπή στην πτώση κυριολεκτική και μεταφορική μας δίνει ένα πορτραίτο πολυδιάστατης συντριβής. Είναι άραγε καταδικασμένος; Με τα αγκάθια του μπορεί να διώχνει ό,τι αγαπάει, αλλά στο φινάλε η μεγαλύτερη μάχη είναι με τον ίδιο του τον εαυτό που δεν μπορεί να αναγνωρίσει το παραμικρό λάθος και ουσιαστικά τον κάνει να βυθίζεται στην απόγνωση.
Σε μια εποχή που το σινεμά συχνά τρέχει να εξηγήσει τα πάντα η απόφαση του Ντίκινσον να αφήσει τον θεατή να πνιγεί σε μια ανεπαίσθητη αμηχανία είναι πολιτική πράξη. Είναι ένας κινηματογράφος που δεν σε καθοδηγεί, σε εμπιστεύεται. Για αυτό και ο νεαρός ηθοποιός αποφάσισε να κάτσει στην καρέκλα του σκηνοθέτη σε μία εποχή που ο κόσμος αλλάζει. Η ταινία δεν ενδιαφέρεται να εξηγήσει “γιατί” συνέβη το τραύμα, αλλά θέλει να δείξει πως κατοικεί μέσα στους ανθρώπους.
Σε μια κινηματογραφική εποχή που συχνά εξαντλείται σε θορυβώδη θέματα που πασχίζουν να αγγίξουν την επικαιρότητα, ο “Αχινός” δίνει μία σπάνια αίσθηση: μια ταινία που σε κάνει να σωπάσεις και να σκεφτείς. Αυτό είναι ίσως το πιο πολιτικό πράγμα που μπορεί να κάνει σήμερα η τέχνη.
➪ Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.





