Με αφορμή την κυκλοφορία του “Οπενχάιμερ” που αποτελεί αδιαμφισβήτητα ταινίας ζωής για τον Κρίστοφερ Νόλαν και μέσω αυτής επιζητά μέσα από τον ήρωά του τη λύτρωση, την υστεροφημία και μία θέση στο πάνθεον της κινηματογραφικής ιστορίας, ανατρέχουμε σε πρόσφατα έργα του Κουεντίν Ταραντίνο, του Πέδρο Αλμοδόβαρ, του Πάολο Σορεντίνο, του Αλφόσον Κουαρόν και του Μάρτιν Σκορσέζε προκειμένου να αντλήσουμε βαθιά μηνύματα που αφήνουν ως παρακαταθήκη σε όλους εμάς που λατρεύουμε την 7η Τέχνη.

Μία φορά κι έναν καιρό… Έτσι συνηθίζεται να ξεκινούν τα παραμύθια. Με αυτά μεγαλώσαμε λίγο ή πολύ όλοι μας. Και όσο περνούσαν τα χρόνια μας κέρδιζε σταδιακά η μεγάλη οθόνη. Το ταξίδι ολοένα κι ομορφότερο, με το πάθος να μεγαλώνει, να γίνεται μανία, να εξελίσσεται σε ψυχαναγκασμό, σε άτακτη και συνεχή ανάγκη για δημιουργία. Ένας από εμάς είναι ο Κουέντιν Ταραντίνο. Στην ένατη μεγάλου μήκους ταινία (“Once Upon a Time… in Hollywood”) διάρκειας τριών ωρών, την οποία δούλεψε για πέντε χρόνια και ξεκίνησε αρχικά ως μυθιστόρημα, μπορούμε να πούμε πως δεν μιλάμε απλά για έναν φόρο τιμής στα δικά του ιδεώδη, ιδανικά κι εμμονές, αλλά για μία στοχαστική διεύρυνση των οριζόντων και τελικά ένα έργο βαθύτατης ωριμότητας και σοφίας για τον κινηματογράφο και τον κόσμο του τότε και του σήμερα.

H ταινία “Πόνος και Δόξα” του Πέδρο Αλμοδόβαρ  με πρωταγωνιστή τον Αντόνιο Μπαντέρας αποτελεί ένα ανάλογο εγχείρημα που καθρεφτίζει τον δημιουργό της. Ο Ισπανός σκηνοθέτης καταθέτει το πόνημά του για τη ζωή και τις δυσκολίες του καλλιτέχνη. Από ζενίθ στο ναδίρ κι αντίστροφα. Μία καθημερινότητα γεμάτη μεταπτώσεις. Πρέπει να έχεις τη δύναμη ψυχής να αντιστέκεσαι και να ισορροπείς. Να γνωρίζεις καλά μέσα σου ποιος είσαι και που βαδίζεις. Ο τίτλος περιγράφει εξαιρετικά τη διαδρομή. Πόνος, πόνος, πόνος… ενδεχομένως δόξα ή έστω χαρά… πόνος, πόνος, πόνος… Πολλές οι λύπες και λίγες αντίστοιχα οι επιτυχίες.

Το “Χέρι του Θεού” είναι δεδομένα μία αυτοβιογραφική ταινία. Μπορούμε να πούμε ότι είναι το έργο ζωής του Σορεντίνο; Θα αφήσουμε τον χρόνο να το κρίνει. Το σίγουρο είναι πως ο Ιταλός κάνει σινεμά, μονάχα όταν έχει κάτι να πει κι εδώ έχει να μας πει πολλά. Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής φέτος στη Βενετία για μία ιστορία που καταλήγει να είναι ένα γράμμα αποχαιρετισμού στην παιδική ηλικία, τα πάθη και τους μύθους. Από την αγαπημένη του Νάπολι του Μαροντόνα και τις στιγμές με την οικογένεια στο τρένο που ξεκινάει για τη Ρώμη και η συνέχεια γνωστή σε όλους μας μέσα από το έργο του. Πώς φτάσαμε όμως ως εκεί;

O 57χρονος Aλφόνσο Κουαρόν μετά το Oσκαρικό “Gravity” αποφάσισε να δημιουργήσει ένα αυτοβιογραφικό σημείωμα (“Roma”) για την πατρίδα του και τις γυναίκες, που σημάδεψαν τη ζωή του στα πρώτα της χρόνια. Ένα ζωντανό πορτραίτο, που απουσιάζουν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τα κινητά τηλέφωνα. Οι πρωταγωνιστές στέλνουν ακόμα γράμματα στον μπαμπά, για να του δείξουν, πως τους λείπει και πόσο πολύ τον αγαπάνε. Μία κραυγή για τα τραύματα, που καλείται να επουλώσει το νερό της θάλασσας, ακόμα κι αν δεν ξέρεις να κολυμπάς και ρίχνεσαι στα κύματα για να σώσεις αυτούς που λατρεύεις.

Τέλος ο Μάρτιν Σκορσέζε στέλνει το δικό του αποχαιρετιστήριο μήνυμα για το μεγάλο του πάθος, το σινεμά. Ένα ιερό τέρας της έβδομης τέχνης που στη δύση της καριέρας του αρνείται πεισματικά να εγκαταλείψει τις αρχές και φιλοσοφία ετών, που έκαναν το κοινό να λατρέψει το έργο του. “The Irishman” βασισμένο στο “I heard you paint houses” του Charles Brandt. Ένα γκανγκστεστερικό κρεσέντο μας μεταφέρει νοερά σε μία άλλη εποχή, με την αυτοδικία έμμεσα να επικροτείται. Η δύναμη της εξουσίας είναι παροδική. Στη ζωή μένουν οι ανθρώπινες σχέσεις κι αξιοπρέπεια. Αυτές που χτίζονται όταν μοιράζεσαι το ίδιο θρανίο, όταν δεν έχεις να βγεις ένα Σάββατο, όταν η κοινή ανάγκη σε δένει και σε κάνει ατσάλι. Αυτό δε θα αλλάξει όσος καιρός κι αν περάσει και θα παραμείνει πλάνη η ρήση: «είναι ευτυχισμένος, επειδή είναι πλούσιος»