Μπορεί ένα έργο τριών ωρών να κρατήσει τον θεατή προσηλωμένο σήμερα; Oι ρυθμοί ζωής πιο γρήγοροι από ποτέ. Οι άνθρωποι εξοικειώνονται με τη γρήγορη εναλλαγή εικόνων με περιγραφή, ειδήσεων ή ακόμα και φωτογραφιών. Ο Ριουσούκε Χαμαγκούτσι τολμάει να δημιουργήσει κάτι ασυνήθιστο για την εποχή. Μεταφέρει κινηματογραφικά το διήγημα του Χαρούκι Μουρακάμι. To “Drive Μy Car” διεκδίκησε τον Χρυσό Φοίνικα στις Κάννες (επικράτησε τελικά το “Titane”), αναδείχθηκε η καλύτερη ταινία της χρονιάς από την ένωση Κριτικών της Nέας Υόρκης κι αποτελεί μία επιλογή που εφόσον την επιλέξεις θα σε «φυλακίσει» στα δεσμά της. Αξίζει να σημειωθεί επίσης πως νωρίτερα το 2021 ο δημιουργός κέρδισε την Αργυρή Άρκτο στο Βερολίνο με το “Ιστορίες της Τύχης και της Φαντασίας”.

Ο Γιουσούκε έχει χάσει την αγαπημένη του σύζυγο Ότο αιφνιδιαστικά. Παλεύει να διαχειριστεί την απώλεια. Όταν έρχεται μία νέα επαγγελματική πρόκληση στον δρόμο του θα βρεθεί η Μισάκι. Είναι σοφέρ του, μία έξυπνη εναλλαγή των ρόλων. Ένα τρίγωνο κι ένα μυστικό που ενώνει τα σημεία του. Το ταξίδι προς τη Χιροσίμα αφήνει πολλά μηνύματα. Η σκηνοθεσία του «Θείου Βάνια» του Τσέχωφ, ο Ντοστογιέφσκι, ο Σοπενχάουερ. Το έργο παίρνει φιλοσοφικές – υπαρξιακές διαστάσεις, μέσα από τους στοχασμούς των πρωταγωνιστών. Οι στιχομυθίες τους μας μεταφέρουν σε έναν μικρόκοσμο που φαντάζει μακρινός. Συγχρόνως όμως στο έργο αναδεικνύονται στοιχεία του ευρωπαϊκού κινηματογράφου και δημιουργείται ένα πολύ ενδιαφέρον οξύμωρο σχήμα αντιθέσεων.

Κενά βλέμματα, βαθιά νοήματα, ετοιμόλογοι σε κάθε περίπτωση ηθοποιοί, παύσεις, ανάσες και ξανά δράση. Ποιητικότητα, λυρισμός, θεατρικότητα, σύμπραξη και αλληλεπίδραση των τεχνών σε ένα τρίωρο ντελίριο που δε σε αφήνει να αποδράσεις. Ένα road story που φαινομενικά γίνεται σε εξωτερικό χώρο, αλλά το αυτοκίνητο εγκλωβίζει το δίδυμο, το φέρνει πιο κοντά, το κάνει να επικοινωνήσει, να βρει σημείο επαφής στο κοινό βίωμα και να νικήσει στη συνέχεια την μοναξιά και τα σημάδια κατάθλιψης. Επιβεβαιώνεται πως ο κόσμος δημιουργήθηκε για να τον μοιραζόμαστε με τους ανθρώπους και να ξεπερνάμε τις δυσκολίες.

Οι μουσικές νότες έρχονται σε ρόλο καταλύτη, άλλες φορές να επιταχύνουν κι άλλες να φρενάρουν την πλοκή. Ο Hamaguchi έχει ρυθμίσει τα πάντα μαεστρικά κι έχει αφήσει τους ήρωες του στον αυτόματο πιλότο. Είναι σίγουρος για το εγχείρημά του κι αυτή η αυτοπεποίθηση βγαίνει στην μεγάλη οθόνη. Τα χρώματα εναλλάσσονται, η διαδρομή εξελίσσεται, η αξία της μόρφωσης γίνεται κατανοητή, η επίκτητη ευγένεια ομορφαίνει τα άτομα κι η ευελιξία τους οδηγεί στην ανατροπή της κοσμοθεωρίας. Όλα τα παραπάνω συνθέτουν ένα παζλ 179’.

Ένα τσιγάρο, συνεχείς αναζητήσεις και η προοπτική της θάλασσας. Ένας κόσμος που έχει ακόμα δικαίωμα στα όνειρα, αρκεί να πιστέψει. Πρώτα στον εαυτό του και μετά στο «εμείς», στο «μαζί». Οι καιροί είναι δύσκολοι, η μεμψιμοιρία κι η παραίτηση κυριαρχούν, ωστόσο εδώ ο σκηνοθέτης αφήνει ένα παράθυρο αισιοδοξίας και δείχνει τον δικό του δρόμο ελπίδας. Δεν είναι εύκολος, είναι απαιτητικός. Για να λυτρωθείς, πρέπει πρώτα να συντριβείς και για να αναστηθείς, πρέπει πρώτα να πεθάνεις.