Το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης είναι μία γιορτή πολιτισμού και τέχνης. Συνδέει την 7η τέχνη με εικαστικές εκθέσεις, ενώνει κόσμο, φέρνει σε επαφή διαφορετικές κουλτούρες και αποτελεί τόπο συναντήσεων, ζυμώσεων και δημιουργικών αναζητήσεων. Είναι ένας χώρος που όλα είναι εφικτά. Ακόμα και η σύνδεση των Black Sabbath του Κουνγκ Φου και της ορθόδοξης πίστης.
«Ελπίζω να έχετε έρθει προετοιμασμένοι γιατί σας περιμένει μία πολύ ευχάριστη έκπληξη. Μία ταινία που θα πιστέψετε οτι υπάρχει μόνο αφού τη δείτε». Με αυτό το intro μας υποδέχτηκαν στην κατάμεστη αίθουσα στην αποθήκη του λιμανιού λίγο πριν ξεκινήσει η πρεμιέρα της εσθονικής ταινίας “Η Αόρατη Μάχη” (Nähtamatu võitlus). Είχαμε την τύχη στην πρεμιέρα να βρίσκονται οι συντελεστές και να συνομιλήσουμε μαζί τους μετά το τέλος της ταινίας.
Ο Rainer Sarnet είναι ένας σκηνοθέτης που γράφει κυρίως τα δικά του σενάρια, αντλώντας συχνά έμπνευση από τη λογοτεχνία. Στην “Αόρατη Μάχη” παρουσιάζει σε ένα κορεσμένο σε χρώματα σκηνικό μία σάτιρα πολεμικών τεχνών που συνδυάζει ορθόδοξους μοναχούς που εξασκούν Κουνγκ Φου υπό τους σκληρούς ήχους των Black Sabbath .
Τοποθετημένο στην άκρως καταπιεστική, στα μέσα της δεκαετίας του ’70 Σοβιετική Ένωση και γυρισμένο σαν μια vintage ταινία, η “Η Αόρατη Μάχη” αντιμετωπίζει το κουνγκ φου ως κωμωδία και προσγειώνεται σαν μια διασταύρωση μεταξύ του «Shaolin Soccer» και του «Gymkata» με αισθητική που προσεγγίζει σημαντικά τις ταινίες του Aki Kaurismäki.
Τα φώτα σβήνουν, το κοινό αδημονεί να ξεκινήσει η “ευχάριστη έκπληξη” και μετά τις διαφημίσεις, μεταφερόμαστε σε ένα σουρεάλ σύμπαν. Πρώτο πλάνο, ένα τοπίο με πευκόφυτο δάσος, καταγάλανος ουρανός και οι πρώτοι σκληροί ήχοι του “The Wizard” των Black Sabbath γεμίζουν την αίθουσα.
Σαν έκπτωτοι άγγελοι, από τον ουρανό κατεβαίνουν 3 απαράμιλλες φιγούρες Κινέζων μαχητών, με αμφίεση που θυμίζει τον Ozzy Osbourne. 3 πολεμιστές Κουνγκ Φου που αψηφούν τη βαρύτητα και εκτελούν πολεμικές κινήσεις στον αέρα, στα δέντρα πάνω και προσγειώνονται στα σινο-σοβιετικά σύνορα ζητώντας εκδίκηση.
Σε μία θεαματική επίθεση στο συνοριακό φυλάκιο, καταφέρνουν να εξοντώσουν δεκάδες σοβιετικούς φρουρούς με soundtrack τι άλλο βέβαια από το “The Wizard”. Ένας σοβιετικός φύλακας, γλιτώνει από την οργή της επίθεσης, ο ένας πολεμιστής του πετάει μπροστά του τα Nunchaku του ενώ την ώρα που ψυχορραγεί ένας λιγότερο τυχερός σύντροφός του λέει: «Υποθέτω ότι ο Θεός έχει άλλα σχέδια για σένα».
Η πιο ανίερη ταινία πολεμικών τεχνών της πρόσφατης μνήμης, έχει ξεκινήσει δημιουργώντας μια από τις πιο περίεργες πλοκές που είναι πιθανό να βρει το κοινό όχι μόνο του Φεστιβάλ, αλλά και ολόκληρης της σινεφίλ κοινότητας.
Ο τυχερός σοβιετικός φύλακας, λάτρης του Μπρους Λι, εμπνέεται από τη συνάντηση αυτή και έχοντας μεταμορφωθεί σε ένα χίπη, ροκά που ακούει Black Sabbath και πιστεύει στο Θεό, βρίσκει καταφύγιο σε ένα μοναστήρι με μοναχούς σαολίν. Μόνο που οι μοναχοί είναι ορθόδοξοι και εκεί τον περιμένει η θεία φώτιση και η πρόκληση αγιοσύνης. Ο διαρκής πειρασμός μίας γυναίκας και η μέχρις εσχάτων κόντρα με το έτερο πουλέν της μονής “παραμονεύουν σαν ρασοφόροι νίντζα, έτοιμοι ανά πάσα στιγμή να ξεμυτίσουν από τα κελιά για θεάρεστο ξύλο με κάθε λογής αμαρτία. Μάχες μετά (metal) μουσικής, νηστείας και προσευχής, ένας (αν)ορθόδοξος Τίγρης και Δράκος, του οποίου τον ερχομό δεν θα μπορούσε κανείς να προφητέψει.”
Αναρωτήθηκα πώς γεννήθηκε η ιδέα να παντρέψουν το Κουνγκ φου και τους Blach Sabbath με την ορθοδοξία. Δεν είναι άλλωστε και μία κοινή θεματική ούτε κάποια ιδέα που σου έρχεται έτσι απλά ένα πρωί.
Ο σεναριογράφος και σκηνοθέτης Rainer Sarnet απάντησε: «Στο παρελθόν είχα επισκεφτεί ένα μοναστήρι στη Ρωσία. Ήταν μία μεγάλη μονή με κατακόμβες. Όταν κατέβηκα κάτω, το σκηνικό ήταν απόκοσμο. Όπως και στην ταινία, οι τοίχοι ήταν γεμάτοι κρανία και οι μοναχοί προσεύχονταν μπροστά τους. Σκοτάδι, κεριά, μοναχοί με μαύρα, σταυρούς και μακριά μαλλιά, ήταν σαν σκηνικό από hard rock video clip. Έτσι μου ήρθε η ιδέα των Black Sabbath. Έχουν και ένα στίχο που μιλάει για την κόλαση, έχει λοιπόν μια σχετικότητα.Το Κουνγκ Φου τώρα, από μόνο του έχει μία πνευματικότητα. Ήταν μία τέχνη που αναπτύχθηκε σε μοναστικούς κύκλους. Η αλήθεια είναι ότι η ορθοδοξία με το Κουνγκ Φου δεν έχουν σχέση, ίσως η πνευματικότητα με κάποιο τρόπο. Απλά τοποθετήσαμε την τέχνη του Κουνγκ Φου σε ορθοδοξη μονή. Το όνομα του πρωταγωνιστή που είναι Ράφαελ, είναι μάλιστα εμπνευσμένο από τον αρχάγγελο Ραφαήλ.»
Μεγάλη επιρροή για την ιδέα και τη θεματική της “Αόρατης Μάχης” αποτέλεσε για τον σκηνοθέτη η ταινία “The dance of the drunken Mantis”. «Οι σκηνές των μαχών με τα ντάμπλινγκς και τα λουκάνικα ήταν από εκεί εμπνευσμένη. Όπως επίσης και από ένα σοβιετικό καρτούν που πρωταγωνιστεί ένας λύκος τις κινήσεις του οποίου προσπάθησε να μιμηθεί ο πρωταγωνιστής μας.»
Ένας από τους βασικούς ηθοποιούς, ο Kaarel Pogga ήταν στην πρεμιέρα και είχαμε την ευκαιρία να μας μιλήσει για την εμπείρία του. «Ήταν σαν μια ατελείωτη ηλιόλουστη Κυριακή το να κάνουμε γυρίσματα στην Ελλάδα, το ευχαριστηθήκαμε πολύ και ελπίζω αυτό να αποτυπώθηκε και στην ταινία.
Μας μίλησε επίσης και για τις δύσκολες σκηνές μάχης, που ίπτανται και δίνουν μάχες στον αέρα. Επικίνδυνες σκηνές που απαιτούσαν πολλή δουλειά και προσπάθεια καθώς και ειδικές εγκαταστάσεις. «Δεν φοβήθηκα στιγμή. Κρεμιόμουν από τα σκηνιά και είχαμε έναν ειδικό για τέτοιες δύσκολες σκηνές από την Εσθονία που έφτιαχνε τον εξοπλισμό. Δοκίμαζε πάντα ότιδήποτε έφτιαχνε, και ένιωθα πολύ ασφαλής στη διαδικασία. Ήταν μία πολύ όμορφη και ασφαλής εμπειρία».
«Είχαμε και έναν συντονιστή των σκηνών μάχης από την Ταιβάν που έχει κάνει πολλές ταινίες σχετικές. Πολύ πειθαρχημένος, σκληρός και πνευματικός, όπως αρμόζει σε έναν Κουνγκ Φου μαχητή. Έφερε συνεργάτες από την Αμερική και την Ασία (παίζουν μάλιστα στην αρχή και αναπαριστούν τους έκπτωτους αγγέλους).» προσέθεσε ο σκηνοθέτης Rainer Sarnet.
Η ταινία είναι συμπαραγωγή Εσθονίας, Λετονίας, Λιθουανίας και Ελλάδας και η ελληνίδα παραγωγός ευχαρίστησε και παρουσίασε στην πρεμιέρα το ελληνικό team, «με πρώτο τον line producer Κωνσταντίνο Κουκούλη αλλά και την ΕΡΤ για την υποστήριξή της. Την Εβελίνα Δαρζέντα στα σκηνικά και στα κοστούμια μαζί με την Αννα Ζώτου. Τον Στέφανο Ευθυμίου στον ήχο, τον εκπληκτικό stunt coordinator Σωτήρη Κρανιώτη και την post production coordinator Αθηνά Μπουτάρη.»
Μέρος των γυρισμάτων έγινε και στην Ελλάδα, στο Μουσείο Βορρέ. Όπως υπογράμμισε και ο Rainer Sarnet «τα μοναστήρια είναι ένας κλειστός κόσμος, μακρία από το δικός μας. Δεν είναι εφικτό να κάνεις γυρίσματα σε θρησκευτικούς χώρους, ειδικά μοναστήρια, απαγορέυεται, όχι μόνο στην Εσθονία, αλλά και στην Ελλάδα, στη Ρωσία ακόμα και στην Σερβία που προσπαθήσαμε να πάμε. Έτσι το Μουσείο Βορρέ ήταν ένα από τα βασικά μέρη των γυρισμάτων, όπου και ανακατασκευάστηκε καταλλήλως. Κάναμε επίσης και γυρίσματα κάποια εγκαταταλελλειμένα μοναστήρια στην Εσθονία όπου η Λιθουανή σκηνογράφος μας τα μετέτρεψαν σε ένα ζωντανό μοναστήρι.»
«Πρόκειται για ένα ευαγγέλιο του Κουνγκ Φου που στόχο έχει το χιούμορ και το γέλιο.» υπογράμμισε ο Rainer Sarnet και βασικος του στόχος ήταν το κοινό να διασκεδάσει και να περάσει καλά.