Τι ακριβώς συνιστά μια καλή ταινία με θέμα το φαγητό ή το ποτό;
Τι εστί «food movie»;
Μια σημαντική παράμετρος είναι να διαδραματίζονται σε εστιατόρια ή κουζίνες, να εμπλέκονται σεφ, σου σεφ κ.λπ.
Άλλες ταινίες χρησιμοποιούν το φαγητό με πιο διακριτικούς τρόπους, για να προωθήσουν την αφήγηση ή να μας βοηθήσουν να συνδεθούμε με έναν χαρακτήρα.
Εντέλει, το ένα κοινό που έχουν οι παρακάτω 17 ταινίες είναι ότι απεικονίζουν το φαγητό, το πρωινό, το γεύμα, το δείπνο, το μαγείρεμα ή το ποτό με ευφυώς οπτικοακουστικούς τρόπους.
Οι 17 καλύτερες food movies όλων των εποχών
La Grande Bouffe (1973)
Ένα γκροτέσκο γαστρονομικό αριστούργημα, η σάτιρα του Μάρκο Φερέρι, στην οποία τέσσερις φίλοι συγκεντρώνονται σε μια ετοιμόρροπη έπαυλη και καταβροχθίζουν φαγητά μέχρι θανάτου. Στην πορεία παίρνουν μαζί τους και μερικές γυναίκες για να επιδοθούν και σε περαιτέρω σαρκικές απολαύσεις, σε ένα σχόλιο για την παρακμή της αστικής τάξης. Μια σουρεαλιστική και άκρως αναρχική ταινία που πριν μισόν αιώνα και κάτι, το 1973, έκανε το Φεστιβάλ των Καννών να φρίξει και ανάγκασε αρκετό κόσμο και επίσης πολλούς κριτικούς σινεμά να αποχωρήσουν σοκαρισμένοι πριν το τέλος από την αίθουσα.
Jeanne Dielman, 23, quai du Commerce, 1080 Bruxelles (1975)
-«Αν ήμουν γυναίκα, δεν θα μπορούσα να κάνω έρωτα με κάποιον με τον οποίο δεν είμαι ερωτευμένη».
-«Και πως το ξέρεις αυτό; Αφού δεν είσαι γυναίκα».
Αυτός ο διάλογος μεταξύ μιας 50άρας χήρας και του 20χρονου γιου της είναι το επίκεντρο του «Jeanne Dielman, 23 Quai du Commerce, 1080 Bruxelles» που σκηνοθέτησε πριν ακόμη κλείσει τα 25 της χρόνια η Βελγίδα Σαντάλ Ακερμαν (που αυτοκτόνησε το 2015). Επί 201 λεπτά βλέπουμε την Ζωή μιας Νοικοκυράς: μαγείρεμα, πλύσιμο ρούχων, άπλωμα, πλύσιμο μπανιέρας, καθάρισμα πατάτας σε πραγματικό χρόνο -αν του έβαζα ένα ηχητικό χαλί από πάνω, θα ταίριαζε γάντι το «Alan’s Psychedelic Breakfast» των Pink Floyd. Η βαρεμάρα βέβαια που νιώθει η πρωταγωνίστρια, σύντομα περνάει και στον θεατή: για κανά 20λεπτο περίπου χασμουριέσαι στον καναπέ σου, αλλά η ταινία αποδεικνύεται βραδυφλεγώς συναρπαστική, ειδικά από την στιγμή που η χήρα εκδίδεται σε αγνώστους για τα προς το ζην (εκπληρώνοντας την «κοινωνική δυαδικότητα» της Γυναίκας, ως Μητέρα και Πόρνη). Η (φεμινίστρια) Ακερμαν τέντωσε την ταινία στα φεμινιστικά της όρια, προσλαμβάνοντας (το 1974) αποκλειστικά γυναίκες συντελεστές, από καμεραγούμεν μέχρι τα πάντα στο σετ. Και, όπως είπε μετά, ο στόχος της ήταν να δείξει, σε real time, πώς περνάει η ημέρα μιας Νοικοκυράς, μιας Οποιασδήποτε Γυναίκας εκεί έξω, της Jane Doe. Ενα συγκλονιστικά υπνωτικό και ταυτόχρονα συναρπαστικά ρεαλιστικό δείγμα proto-feminist κινηματογράφου με αποκορύφωμα μια σκηνή κοντά στο τέλος στην οποία η Dielman περνάει τρία λεπτά σιωπηλά, μόνη στην κουζίνα της, φτιάχνοντας ρολό. Η κάμερα μένει ακίνητη στη θέση της καθώς η Dielman ζυμώνει τον κιμά ξανά και ξανά και ξανά και ξανά, σταματώντας για λίγο για να πασπαλίσει την επιφάνεια με φρυγανιά πριν ξαναρχίσει το ζύμωμα.
Eating Raoul (1982)
Το Eating Raoul, ένα «sleeper hit» των αρχών της δεκαετίας του 1980, είναι μια αθυρόστομη, χαρούμενα ανήθικη ιστορία επιδεικτικής γαστρονομικής υπερβολής. Η σούπερ σταρ του Warhol Mary Woronov και ο Paul Bartel (ο οποίος επίσης σκηνοθετεί) υποδύονται ένα σεμνότυφο παντρεμένο ζευγάρι που αισθάνεται ότι τους ενοχλούν οι swingers που ζουν στην πολυκατοικία τους. Μια νύχτα, κατά λάθος, ανακαλύπτουν έναν τρόπο για να απαλλαγούν ταυτόχρονα από τους “ανώμαλους” και να πραγματοποιήσουν το όνειρό τους να ανοίξουν ένα εστιατόριο. Ένα μείγμα ξεκαρδιστικού σινεμά, slapstick κωμωδίας και καυστικής σάτιρας που ζει κάπου ανάμεσα στο Sweeney Todd και το Sideways.
Babette’s Feast (1987)
Βασισμένο σε ένα διήγημα του 1958 του Isak Dinesen, το Babette’s Feast είναι η ιστορία της μαγειρικής ως τέχνης. Η Babette δραπετεύει στη Γαλλία για να εργαστεί για δύο ευσεβείς αδελφές στη Δανία του 19ου αιώνα, των οποίων η άνοστη δίαιτα με σούπα της… ανάβει τα λαμπάκια. Μέχρι τη στιγμή που η Babette επιμένει να τους μαγειρέψει ένα «πραγματικό γαλλικό δείπνο» με πιάτα όπως σούπα χελώνας, ορτύκια με φουά γκρα και τρούφες και παντεσπάνι με ρούμι.
Mystic Pizza (1988)
Παρόλο που είναι ευρέως γνωστή ως η ταινία που βοήθησε στην έναρξη της καριέρας της Τζούλια Ρόμπερτς, το Mystic Pizza είναι κάτι πολύ περισσότερο από αυτό: ένα γοητευτικό πορτρέτο τριών νεαρών σερβιτόρων σε μια πιτσαρία μιας μικρής πόλης. Η Ρόμπερτς πρωταγωνιστεί ως η ξεροκέφαλη Ντέιζι, η Άναμπεθ Γκις ως η βιβλιοφάγος αδελφή της, Κατ, και η Λίλι Τέιλορ ως η καλύτερη φίλη τους, η Τζότζο. Η πιτσαρία λειτουργεί τόσο ως πηγή εισοδήματος, όσο και ως τοποχρονικό «κέντρο βάρους» και για τις τρεις, οι οποίες αιωρούνται στο μεταίχμιο της ενηλικίωσης με όνειρα για το πώς θέλουν να είναι το μέλλον τους.
Όταν ο Χάρι συνάντησε τη Σάλι (1989)
Όπως ισχύει για τόσους πολλούς Νεοϋορκέζους, μεγάλο μέρος της κοινής ζωής του Harry και της Sally λαμβάνει χώρα σε μικρά ή μεγάλα, ακριβά ή φθηνά εστιατόρια. Στα εστιατόρια μαθαίνουν ποιος είναι ο άλλος κατά βάθος και στη συνέχεια γίνονται πραγματικοί φίλοι. Η Σάλι υποδύεται έναν ψεύτικο οργασμό ενώ τρώει παστράμι στο Katz’s και ζει την καθημερινότητά της μέσα εκεί, καθώς όπως αναφέρει η φίλη της, η Μαρί (Κάρι Φίσερ), «τα εστιατόρια είναι για τους ανθρώπους της δεκαετίας του ’80 ό,τι ήταν τα θέατρα για τους ανθρώπους της δεκαετίας του ’60».
Big Night (1996)
New Jersey, δεκαετία του 1950. Δύο αδέλφια διευθύνουν ένα ιταλικό εστιατόριο. Οι δουλειές δεν πάνε καλά, καθώς ένα αντίπαλο ιταλικό εστιατόριο τους ανταγωνίζεται. Σε μια τελευταία προσπάθεια να σώσουν το εστιατόριο, τα αδέρφια σχεδιάζουν να διοργανώσουν μια βραδιά με απίστευτο φαγητό. Περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη ταινία σε αυτή τη λίστα, το Big Night αποτυπώνει την αγωνία της ζωής των εστιατορίων. Tony Shalhoub και Stanley Tucci σε υποκριτικό ρεσιτάλ, ειδικά στο δείπνο που θυμίζει πολύ το θεατρικό «Περιμένοντας τον Γκοντό».
Soul Food (1997)
Το «Soul Food» αφηγείται την ιστορία μιας μεγάλης αφροαμερικανικής οικογένειας από το Σικάγο, διηγούμενο για το πώς οι οικογένειες αυτές παραμένουν σε συνεχή επικοινωνία με επίκεντρο και αφορμή ένα γιορτινό δείπνο. Τι συμβαίνει όμως όταν ο ευφυής μάγειρας αυτού του γεύματος / οικογενειακής συνάθροισης πέσει σε κώμα;
Chocolat (2000)
Η Βιάν Ροσέ, ειδική στη σοκολάτα, ταξιδεύει στην Ευρώπη μαζί με την κόρη της Ανούκ. Τον χειμώνα του 1959 φθάνουν σε ένα ήσυχο και παραδοσιακό γαλλικό χωριό, του οποίου δήμαρχος είναι ο Κόμης Πολ ντε Ρεϊνό. Η Βιάν ανοίγει μια σοκολατερί λίγες μέρες πριν οι κάτοικοι του χωριού αρχίσουν τη νηστεία της Σαρακοστής. Η Βιάν, η οποία ντύνεται πιο προοδευτικά από τους κατοίκους του χωριού, δεν πηγαίνει στην εκκλησία και έχει αποκτήσει παιδί εκτός γάμου, δεν ταιριάζει απόλυτα με τις συνήθειες των κατοίκων του χωριού. Παρόλα αυτά είναι αισιόδοξη για την επιχείρησή της. Η ευγενική της φύση σιγά σιγά καταφέρνει να κερδίσει τους ανθρώπους έναν έναν, αναγκάζοντας τον Ρεϊνό να μιλήσει ανοιχτά εναντίον της και να την κατηγορήσει ότι βάζει σε πειρασμό τους ανθρώπους σε μια περίοδο νηστείας και αποχής.
Spirited Away (2001)
Το Studio Ghibli έχει ένδοξο παρελθόν με τις ταινίες με επίκεντρο το φαγητό. Θυμηθείτε το Ponyo, με την αγάπη του για όλα τα πράγματα με ζαμπόν, τον φούρνο του Kiki’s Delivery Service και την εκτίμηση του The Boy and the Heron για τα τοστ με βούτυρο και μαρμελάδα φράουλα. Αλλά το Spirited Away είναι ο σημαντικότερος φόρος τιμής του στούντιο στο φαγητό καθώς πραγματεύεται την μεταμορφωτική δύναμη του φαγητού, τόσο με την αρνητική όσο και με τη θετική έννοια. Ο ίδιο ο σκηνοθέτης Hayao Miyazaki είναι ένας δεινός λάτρης της γαστρονομικής απόλαυσης.
Sideways (2004)
Έμεινε στην ιστορία ως η ταινία που έβαλε το pinot noir στον σινεφιλικό «χάρτη» (και, αντίστοιχα, εξαφάνισε το Merlot από αυτόν), το Sideways είναι τελικά μια ταινία για τους μηχανισμούς αντιμετώπισης. Καθώς ο Jack Cole (Thomas Haden Church) αναζητά το σεξ για να καταπνίξει τις ανασφάλειές του, ο Miles Raymond (Paul Giamatti) χρησιμοποιεί τις γνώσεις και την εκτίμησή του για το καλό κρασί για να περάσουν λίγο ποιοτικό χρόνο μαζί. Έχοντας χαρακτηριστεί ως μαύρη κωμωδία, το Sideways αποδεικνύεται μια σοβαρή – και εξίσου τραγική – ματιά στο πώς δύο άντρες παλεύουν να αντιμετωπίσουν τους εθισμούς τους και την εξαιρετικά μέτρια ζωή τους.
Waitress (2007)
Στο ρόλο της Τζένα, της ηρωίδας της ιδιόρρυθμης κωμωδίας της σκηνοθέτιδας Αντριέν Σέλι για μια δυστυχισμένα παντρεμένη, δυστυχισμένα έγκυο σερβιτόρα σε ένα εστιατόριο κάπου στον αμερικανικό Νότο, η Κέρι Ράσελ περνάει πολύ χρόνο φτιάχνοντας πίτες. Η πίτα είναι το σήμα κατατεθέν της – την περιγράφουν ως «ιδιοφυΐα της πίτας» – καθώς και ένας τρόπος να διοχετεύει τα συναισθήματά της, όπως μαρτυρούν οι πίτες της με αποκαλυπτικά ονόματα όπως “I Hate My Husband Pie” και “Pregnant, Miserable, Self-Pitying Loser Pie”.
Ratatouille (2007)
Ο μικρός αρουραίος Remy είναι ένας φανταστικός μάγειρας. Ο τρόπος με τον οποίο ο Remy βιώνει το φαγητό και ιδιαίτερα τους συνδυασμούς των τροφίμων είναι εκπληκτικός. Για παράδειγμα, η στιγμή που δαγκώνει τυρί και φράουλες μαζί είναι μια οπτικοακουστική έκρηξη συναισθημάτων. Φυσικά, το ευρύτερο μήνυμα που παγιώνει το Ratatouille ως την απόλυτη πεμπτουσία ενός food movie είναι ότι η μαγειρική είναι δεκτική και ανοιχτή σε όλους, όποιος κι αν είσαι. Ο καθένας μπορεί να μαγειρέψει αρκεί να έχει πραγματικό πάθος -ακόμα και μικροσκοπικοί αρουραίοι σεφ.
Julie & Julia (2009)
Σε σκηνοθεσία της Nora Ephron και με πρωταγωνιστές τους Meryl Streep, Amy Adams και Stanley Tucci, το Julie & Julia είναι μια γοητευτική ταινία με θέμα τον διαφορετικό κάθε φορά τρόπο με τον οποίο οι χαρακτήρες της βρίσκουν την ευχαρίστηση στο φαγητό, όπως τον ενθουσιασμό της Child καθώς δοκιμάζει cassoulet στη Γαλλία και την αντίστοιχη χαρά της Powell καθώς μαθαίνει πώς να φτιάχνει αυγά ποσέ και να βράζει αστακούς.
The Trip (2010)
Μια ταινία φαγητού για όσους αγαπούν να σχεδιάζουν τα ταξίδια τους γύρω από το φαγητό, το The Trip ακολουθεί τον κωμικό Steve Coogan σε μια αποστολή της βρετανικής εφημερίδας Observer να αξιολογήσει μερικά από τα καλύτερα εστιατόρια της βόρειας Αγγλίας. Για το ταξίδι παίρνει μαζί του τον συνάδελφο του κωμικό Rob Brydon και ξεκινούν για να γευματίσουν σε εστιατόρια όπως το L’Enclume, το Holbeck Ghyll και το Inn at Whitewell και η δυναμική που καλλιεργούν οι δυο τους γεύμα με γεύμα είναι πραγματική. Οι εκτεταμένες συζητήσεις τους καθώς οδηγούν μέσα από πανέμορφα τοπία και δειπνούν σε μερικά από τα πιο φημισμένα εστιατόρια της Αγγλίας είναι μια ατελείωτη κωμωδία, με τους διαλόγους και τις πολυάριθμες εντυπώσεις του διδύμου να είναι εντελώς αυτοσχεδιασμοί.
Chef (2014)
Στην ταινία που σκηνοθέτησε, έγραψε και πρωταγωνιστεί ο Jon Favreau, ο Carl Casper είναι ένας καταξιωμένος σεφ, ο οποίος έχει κολλήσει στη δημιουργία γενικών μενού που ικανοποιούν το κοινό σε ένα φανταχτερό εστιατόριο του Λος Άντζελες. Καθώς βαριέται όλο και περισσότερο το όλο κόλπο, συνειδητοποιεί ότι θέλει και χρειάζεται να μαγειρεύει χωρίς περιορισμούς. Η επιθυμία του πραγματοποιείται αφού απολύεται επειδή ξεσπάει σε έναν κριτικό φαγητού για μια κακή κριτική, και μη γνωρίζοντας τι άλλο να κάνει, παίρνει ένα food van, το El Jefe, που επικεντρώνεται σε κουβανέζικα σάντουιτς. Το Chef αφορά το για ποιον μαγειρεύουμε και γιατί, και υποστηρίζει ότι το να είσαι μεγάλος σεφ προέρχεται από το να φτιάχνεις νόστιμο φαγητό για τον εαυτό σου και τους αγαπημένους σου.
The Menu (2022)
Πόσο θα πληρώνατε για την πιο αποκλειστική γευστική εμπειρία στον κόσμο; Αυτό είναι το ερώτημα που βρίσκεται στην καρδιά του The Menu, της μαύρης κωμωδίας του σκηνοθέτη Mark Mylod. Ο Ralph Fiennes είναι εκπληκτικός στο ρόλο του τυραννικού σεφ Julian, ενός ανθρώπου με λαχτάρα για εκδίκηση σε όσους έχουν παρεξηγήσει ή υποτιμήσει τη μαγειρική του ιδιοφυΐα. Τα θύματά του είναι μια τραπεζαρία γεμάτη διάσημους και σελέμπριτις, τους οποίους υποδύεται ένα εξαιρετικό καστ που περιλαμβάνει τους John Leguizamo, Anya Taylor-Joy και Nicholas Hoult. Μια μαύρη κωμωδία που κορυφώνεται σε ένα φοβερό… επιδόρπιο.