Η παγκόσμια, κλασική λογοτεχνία μάς έχει χαρίσει ωραίες, δυνατές ιστορίες-τις οποίες, μάλιστα, έχει ”κλέψει” και το σινεμά εκτοξεύοντας την δημοφιλία τους. Όμως, η κλασική λογοτεχνία μας έχει δώσει και ηρωίδες, ηρωίδες με διακριτές προσωπικότητες, παθιασμένες ζωές, καταπιεσμένο ή εκρηκτικό ερωτισμό, γυναίκες-φαινόμενα που ίσως δεν θα χωρούσαν σε μια πεζή καθημερινότητα. Γεννήθηκαν στο χαρτί, ίσςω οι συγγραφείς τους να αφορμήθηκαν από περιπτώσεις πραγματικών γυναικών της εποχής τους για να περιγράψουν τις ηρωίδες τους, όμως, το πιο πιθανό είναι να αποτελούν, η κάθε μία τους δηλαδή, αποτυπώματα συνόλου εμπειριών και χαρακτηριστικών, σύμφωνα με τις ορέξεις και τις εμπνεύσεις του δημιουργού-Θεού τους.

Είναι περισσότερες από πέντε, εμείς όμως αρκεστήκαμε σε αυτόν τον αριθμό για τώρα. Εσείς ποιες άλλες έχετε αγαπήσει;

Έμμα Μποβαρύ του Γκιστάβ Φλομπέρ: η φλογερή ”μιλφ” φαντασίωση

Η Μαντάμ Μποβαρύ ή Η κυρία Μποβαρύ είναι το πρώτο μυθιστόρημα του Γάλλου συγγραφέα Γκυστάβ Φλωμπέρ. Κύριο πρόσωπο του βιβλίου είναι η Έμμα Μποβαρύ, η οποία προσπαθεί με κάθε τρόπο να ξεφύγει από τη βαρετή και άδεια επαρχιακή ζωή, δημιουργεί εξωσυζυγικές σχέσεις, καταχρεώνεται σε δαπάνες για περιττές πολυτέλειες, χρεοκοπεί τον σύζυγό της και στο τέλος αυτοκτονεί. Με τον γάμο, ο Κάρολος αποδεικνύεται καλοπροαίρετος· λατρεύει τη σύζυγό του, αλλά είναι αδέξιος και βαρετός. Η Έμμα λαχταρά την πολυτέλεια, ενώ η σκέψη της είναι επηρρεασμένη από την ανάγνωση λαϊκών ρομαντικών μυθιστορημάτων. Μετά τη συμμετοχή του ζεύγους στον χορό του μαρκησίου ντ’ Αντερβιλιέ, η Έμμα βρίσκει τη συζυγική ζωή μουντή και άχαρη. Ο Κάρολος αποφασίζει ότι η σύζυγός του χρειάζεται αλλαγή περιβάλλοντος και γι’ αυτό μετακομίζουν στο μεγαλύτερο χωριό Γιονβίλ , όπου η Έμμα γεννά μια κόρη, την Μπέρτα- δεν την καλύπτει ούτε η μητρότητα. Συναναστρέφεται έναν έξυπνο νεαρό που συναντάει στη Γιονβίλ, τον εκπαιδευόμενο φοιτητή νομικής Λεόν Ντιπουί, που συμμερίζεται το πάθος της για τη λογοτεχνία και τη μουσική, αλλά δεν εκδηλώνει τα αισθήματά της στον Λεόν και αποκρύπτει την περιφρόνησή της για τον Κάρολο. Ο Λεόν απελπισμένος αναχωρεί για σπουδές στο Παρίσι.

Λίγο καιρό αργότερα, ένας πλούσιος και πονηρός γαιοκτήμονας, ο Ροδόλφος Μπουλανζέ φέρνει στο ιατρείο του Καρόλου έναν εργάτη του για θεραπεία. Ο Ροδόλφος βλέπει την Έμμα και αποφασίζει να την κάνει ερωμένη του. Την προσκαλεί να κάνει μαζί του ιππασία για χάρη της υγείας της. Ο Κάρολος, ανήσυχος για την υγεία της συζύγου του και ανυποψίαστος, συμφωνεί με την πρόταση του Ροδόλφου. Στον πρώτο τους περίπατο με τα άλογα, η Έμμα και ο Ροδόλφος συνάπτουν σχέση. Αυτή, παρασυρμένη από τη ρομαντική φαντασία της, γρἀφει επιστολές στον εραστή της και τον επισκέπτεται συχνά. Μετά από τέσσερα χρόνια, του προτείνει να κλεφτούν. Όμως ο Ροδόλφος δεν συμμερίζεται τον ενθουσιασμό της, γιατί για τον ίδιο η Έμμα δεν ήταν παρά μια ακόμα κατάκτηση. Την παραμονή της προγραμματισμένης αναχώρησής τους, τερματίζει τη σχέση τους με μια υποκριτική επιστολή τοποθετημένη στο κάτω μέρος ενός καλαθιού με βερίκοκα που στέλνει στην Έμμα. Το γράμμα κλονίζει την τελευταία τόσο πολύ που αρρωσταίνει βαριά και σύντομα στρέφεται στη θρησκεία. Όταν η Έμμα αναρρώνει σχεδόν πλήρως, πηγαίνει μαζί με τον Κάρολο στην κοντινή Ρουέν για να παρακολουθήσουν παράσταση όπερας. Η όπερα ξαναζωντανεύει τα πάθη της Έμμας όταν εκεί συναντά τον Λεόν, ο οποίος τώρα εκπαιδεύεται και εργάζεται στην πόλη. The rest is history. Και να τη διαβάσετε.

Άννα Καρένινα του Λέοντα Τολστόι: η νικήτρια ηττημένη της αγάπης

H οιστριονικά φορτισμένη, παθιασμένη και ανυπότακτη Άννα του Τολστόι αποφάσισε να αφήσει τον σύζυγο και τον γιο της για τον Βρόνσκι και πλήρωσε ακριβά την επιλογή της αυτή, αλλά κατάφερε να ζήσει ένα μεγάλο πάθος. Το κλασικό αυτό έργο είναι μια πλούσια, ανάγλυφη τοιχογραφία της ρωσικής κοινωνίας του 19ου αιώνα κι ότι θεωρείται μια από τις ωραιότερες ερωτικές ιστορίες που γράφτηκαν ποτέ, όπως ξέρει ότι η ομώνυμη ηρωίδα, που έχει διαπράξει το «έγκλημα» της μοιχείας, φτάνει να δώσει τέλος στη ζωή της, πέφτοντας στις ράγες ενός τρένου. Η εναρκτήρια φράση του βιβλίου παραμένει διάσημη στα λογοτεχνικά χρονικά: «Οι ευτυχισμένες οικογένειες είναι ίδιες κι απαράλλαχτες, όμως κάθε δυστυχισμένη οικογένεια τη βαραίνει η δική της, η ιδιαίτερη δυστυχία»…

Η ιστορία της Άννας που αψηφά τις κοινωνικές συμβάσεις κι εγκαταλείπει σύζυγο και παιδί για τον κομψό αξιωματικό Βρόνσκι μπλέκεται σ’ όλη την έκταση του μυθιστορήματος μ’ εκείνην του Λέβιν, του alter ego του συγγραφέα: ενός επίσης αντισυμβατικού γαιοκτήμονα, όλο ενοχές για τις προσωπικές του ανέσεις και ταλανιζόμενου από αυτοκαταστροφικές τάσεις, ο οποίος θ’ αναζητήσει τη γαλήνη και την ψυχική πληρότητα μακριά από τους κοσμικούς κύκλους και τις εύκολες ηδονές, στη σκληρή δουλειά στο κτήμα του, πλάι στους χωρικούς, και στη ζεστασιά της οικογενειακής ζωής, πλάι στην αγαπημένη και πολύ νεότερή του Κίτι.

Η σέξι, πανέμορφη Κίρα Νάιτλι αποτέλεσε ιδανική ενσάρκωση της επιπόλαιης, ερωτιάρας Άννα στη μεγάλη οθόνη.

Μις Νταλογουέι της Βιρτζίνια Γουλφ: η σκιώδης, σοφιστικέ τύπισσα

Η Κυρία Ντάλογουεϊ αποτελεί το τέταρτο μυθιστόρημα της Βιρτζίνια Γουλφ, με το οποίο καθιερώθηκε ως συγγραφική μεγαλοφυΐα. Μέσα από τις διακοίσες κάτι σελίδες του, η Βιρτζίνια Γουλφ το 1925 κατάφερε να μιλήσει για θέματα αρκετά περίπλοκα για την εποχή εκείνη, όπως τις σχέσεις αντρών και γυναικών, τον έρωτα, την βασιλεία, την δουλικότητα, τις ψυχικές διαταραχές αλλά και τον τρόπο με τον οποίον τις αντιμετώπιζαν εκείνη την εποχή. Το μυθιστόρημα περιγράφει 24 ώρες από τη ζωή της γοητευτικής-πλην ελαφρώς κρυόκωλης, αλλά με σέξι τρόπο- Κλαρίσσα Ντάλογουεϊ ξεκινώντας από το πρωί που θα βγει από το σπίτι για να αγοράσει λουλούδια για τη δεξίωση που θα δώσει το βράδυ έως πολύ αργά τη νύχτα όπου η δεξίωση οδεύει προς το τέλος της.

«Προς το παρόν της έδινε στα νεύρα αυτό το απαίσιο τέρας που ενέδρευε στα σπλάχνα της. Μέσα από τα πυκνά φυλλώματα, στο παρθένο δάσος της ψυχής, άκουγε αίφνης κλαδιά να σπάζουν και τις οπλές του να βουλιάζουν βαριές στη γη. Της χαλούσε τη χαρά της, τη γέμιζε ανασφάλεια, ανά πάσα στιγμή υπήρχε η πιθανότητα να σαλέψει το τέρας, να βγει στην επιφάνεια εκείνο το μίσος που είχε τη δύναμη, ιδιαίτερα απ’ την αρρώστια της και μετά, να της γδέρνει τη ραχοκοκαλιά. Της προξενούσε πόνο σωματικό, κατέστρεφε όλη την ικανοποίηση που της έδιναν τα όμορφα πράγματα, η φιλία, η αίσθηση πως είναι υγιής, η αγάπη. Το όμορφο σπιτικό της κλυδωνιζόταν κι έτρεμε έτοιμο να καταρρεύσει σαν να του έσκαβε αληθινά τις ρίζες ένα θηρίο, κι ολόκληρη η πανοπλία της ευτυχίας της καταντούσε απλή φιλαυτία! Αχ, αυτό το μίσος!
Γίνηκε προς στιγμήν το κοριτσάκι που έριχνε ψίχουλα στις πάπιες, ανάμεσα στη μαμά και τον μπαμπά, και ταυτόχρονα η ώριμη γυναίκα που ερχόταν να συναντήσει τους γονείς της δίπλα στη λίμνη, κρατώντας στα δυο της χέρια τα κομμάτια της ζωής της. Καθώς πλησίαζε, γινόντουσαν ολοένα και πιο μεγάλα μέσα στα χέρια της, ώσπου ήρθαν και γίνηκαν μια ζωή ολόκληρη, πλήρης, και την απίθωσε εκεί, μπροστά τους, λέγοντας “Να τι έκανα τη ζωή μου! Ορίστε!” Αλλά τι την είχε κάνει, αλήθεια; Τι;»

Το 2002 ο σκηνοθέτης Στίβεν Ντάλντρι σκηνοθετεί την δραματική ταινία «Οι Ώρες» σε σενάριο Ντέιβιντ Χέαρ και με πρωταγωνίστριες την Μέριλ Στριπ, την Τζούλιαν Μουρ και την Νικόλ Κίντμαν. Η ταινία αφηγείται την ιστορία τριών γυναικών, σε διαφορετικές εποχές, των οποίων οι ζωές επηρεάζονται από το βιβλίο Κυρία Ντάλογουεϊ. Οι Ώρες ήταν μια από τις πιο αναγνωρισμένες ταινίες του 2002 ενώ απέσπασε 9 υποψηφιότητες για Όσκαρ στην 75η Απονομή των Βραβείων. «Ήξερε τι ήταν αυτό που της έλειπε. Όχι η ομορφιά∙ ούτε το μυαλό. Ήταν κάτι πιο βαθύ, που δέσποζε πάνω απ’ όλα∙ εκείνη η πηγή της θερμότητας, που έχει τη δυνατότητα ν’ αναδύεται ως την επιφάνεια δίνοντας ζωή στην ψυχρή επαφή μεταξύ άντρα και γυναίκας ή μεταξύ δυο γυναικών.» Αν μη τι άλλο, μια θεϊκή, μυστηριώδης ηρωίδα. Από τις πολύ αγαπημένες…

Λολίτα του Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ: η απόλυτη φαντασίωση αντρών και γυναικών

«Λολίτα, φως της ζωής μου, φλόγα των λαγόνων μου. Αμαρτία μου, ψυχή μου. Λο-λί-τα: της γλώσσας η άκρη τρέχει τρεις φορές στον ουρανίσκο, για να χτυπήσει με την τρίτη απαλά πάνω στα δόντια. Λο. Λι. Τα.
Ήταν Λο, απλή Λο το πρωινό, τέσσερα πόδια και δέκα ίντσες, ορθή με το ένα της σοσόνι. Ήταν Λόλα φορώντας παντελόνια. Ήταν Ντόλλυ στο σχολείο, Ντολόρες στο ληξιαρχείο. Όμως στη δική μου αγκαλιά ήταν πάντα, κάθε φορά, Λολίτα»

H Σου Λάιον έγινε γνωστή από τη συμμετοχή της στην ταινία του σπουδαίου σκηνοθέτη Στάνλεϊ Κιούμπρικ, ο οποίος την είχε επιλέξει για να υποδυθεί τη «Λολίτα», ηρωίδα του ομώνυμου έργου, το οποίο βασιζόταν στο βιβλίο του Βλαντίμιρ Ναμπόκοφ. Μάλιστα, ο Κιούμπρικ την ξεχώρισε ανάμεσα σε 800 κορίτσια, αφού φήμες θέλουν τον σκηνοθέτη μόλις την είδε να αναφώνησε πως πρόκειται για την «τέλεια νύφη». Μα τι ερεθιστικό, σκανδαλώδες κείμενο! Τι απόλυτη φαντασίωση η Λολίτα κι ας λέγεται ότι η ιστορία της έχει μπόλικο σκοτάδι, μιας που μια πραγματική, εν ζωή εκδοχή της, υπήρξε μια κακοποιημένη γυναίκα. Μένοντας όμως στα της λογοτεχνίας μονοπάτια, μπορούμε να πούμε με ασφάλεια ότι η πανέμορφη Λολίτα που ξετρέλανε τον δάσκαλο εμπνέει αμέτρητα role playings ανά τον πλανήτη, θεατρικές διασκευές, ακόμα και γυναίκες της διπλανής πόρτας να απολαύσουν τον έρωτα και το παιχνίδι της σαγήνης και της ηδονής.

Τζέιν Έιρ της Σάρλοτ Μπροντέ: η δυναμική θεάρα μιας άλλης εποχής

Ο περίτεχνος τρόπος με τον οποίο η Σάρλοτ Μπροντέ ψυχογράφησε και κατασκεύασε την Τζέιν Έιρ στο ομώνυμο μυθιστόρημα, είναι ο λόγος που το συγκεκριμένο έργο συνεχίζει να βρίσκει πιστές αναγνώστριες και αναγνώστες. Η Τζέιν είναι ένας άνθρωπος μόνος, ταλαιπωρημένος, ο οποίος δεν έχει γνωρίσει τη ζεστασιά, την οικογένεια, την αγάπη, ένα κορίτσι που οι συνθήκες το αναγκάζουν να πηγαίνει από το ένα σπίτι στο άλλο, αναζητώντας ένα «καταφύγιο». Ακόμη και όταν η τύχη θα της χαμογελάσει, ένα μοιραίο γεγονός θα ακυρώσει τη μελλοντική της ευτυχία και θα βρεθεί πάλι εκεί από όπου ξεκίνησε. Διότι καθώς η διαδρομή της ζωής γίνεται ολοένα πιο ανηφορική και δύσβατη για την Τζέιν, τόσο ο ακέραιος, δυνατός και προσγειωμένος χαρακτήρας της, τη βοηθά να πατά πιο σταθερά στα πόδια της και να ξεπερνά κάθε εμπόδιο. Κι αν δεν είναι αυτό το attitude ερωτικό, τότε πιο είναι;  Η στάση της Τζέι Έιρ μας μαθαίνει να μην το βάζουμε κάτω. Girl power, before it was cool, στα καλύτερά του.

Δεν γίνεται ερωμένη του Ρότσεστερ αν και τον αγαπάει και τον αναζητεί. Δεν παντρεύεται τον Σαιν Τζον αν και θα μπορούσε γιατί ήταν πιο “εύκολο” από το να κυνηγήσει και πάλι μια “χαμένη υπόθεση”. Έχει υπομονή και τη δύναμη της θέλησης και της λογικής. Αν και δε θεωρείται όμορφη, με τον χαρακτήρα της θα σταθεί ποθητή, όπως διηγείται το μυθιστόρημα. Ακόμη, έχει αυτοεκτίμηση και ενσυναίσθηση γιατί καταλαβαίνει ότι κοινωνικά είναι κατώτερη του Ρότσεστερ και προσπαθεί να πνίξει το συναίσθημά της με μονολόγους όπως “εκτός από το μισθό που παίρνεις επειδή διδάσκεις την προστατευόμενή του, και από την ευγνωμοσύνη για το σεβασμό και το καλό του φέρσιμο, που έχει δικαίωμα να περιμένεις αφού κάνεις το καθήκον σου. Να είσαι βέβαιη ότι μόνο αυτό το δεσμό αναγνωρίζει εκείνος ανάμεσα σε σένα και στον ίδιο. Γι’ αυτό, μην τρέφεις ωραία αισθήματα για εκείνον, μην ενθουσιάζεσαι, μην αγωνιάς κτλ. κτλ. Δεν είναι της σειράς σου”. Αυτά τα συναισθήματα πνίγονται βέβαια και από τους ίδιους τους τρεις άντρες ήρωες, καθώς δεν θέλουν αυτή να σηκώσει κεφάλι.

Ένα βιβλίο που δεν πρέπει να λείπει από καμιά βιβλιοθήκη. Μια ηρωίδα στην οποία πάντοτε θα αναγόμαστε-και για πολλούς άλλους λόγους, εκτός της αδιαπραγμάτευτης γοητείας της.