«Ό,τι τραγουδούσε ο Στέλιος έπαυε να έχει λοιπά στοιχεία, ήταν απλώς Καζαντζίδης»

– Πότε συναντηθήκατε για τελευταία φορά;

Τι με ρωτάς τώρα… Δεν βλεπόμαστε συχνά, αλλά τον σέβομαι τον Στέλιο, όχι μόνο σαν φίλο, αλλά σαν πρόσωπο σεβάσμιο, σαν ιερό πρόσωπο. Μπορεί να τον πιάνουν τα νεύρα του κάποιες στιγμές, και να τον παρεξηγούν οι γύρω, αλλά αυτοί που τον παρεξηγούν και τον ξέρουν, ξέρουν ότι ο Στέλιος ήταν πάντα και παραμένει παιδί, εχει ψυχή πουλιού και φωνή αηδονιού! Είναι φυσικό φαινόμενο, δεν αντιμετωπίζεται όπως αντιμετωπίζονται όλοι οι άλλοι. Ο Στέλιος όταν εμείς δεν θα υπάρχουμε, όταν κι αυτός δεν θα υπάρχει, η φωνή του, θα παραμένει φωνή του παντοκράτορα… Δεν ξέρω αν πιάνεις τι θέλω να πω. Ο Στέλιος, ό,τι τραγούδι έλεγε, το έβαζε στην θυρίδα. Όποιος προσπαθούσε να το ξαναπεί έπεφτε στο κενό. Αν κάτι το τραγουδούσε ο Στέλιος έπαυε το τραγούδι να έχει λοιπά στοιχεία. Ήταν Στέλιος Καζαντζίδης, πάει τέλειωσε. Για αυτό θεωρώ μερικούς, καραγκιοζάκια δηλαδή, που προσπαθούν να πείσουν τους γύρω ότι ένα τραγούδι που έχει πει ο Στέλιος, αυτοί μπορούν να το πουν καλύτερα από αυτόν. Ο Στέλιος δεν είναι για να τον συναγωνίζεσαι. Ο Στέλιος δεν είναι αφετηρία, είναι ο τερματισμός… Εκεί που προσπαθούμε όλοι να φτάσουμε και δεν φτάνουμε, αλλά υπάρχει για να μας κάνει όλους να προσπαθούμε και να ξαναπροσπαθούμε. Κατάλαβες; Και είναι αμαρτία να λες έφτασα τον θεό… Είναι πιο ανθρώπινο να λες τον άγγιξα. Αυτό πρέπει κάθε σοβαρός του χώρου να λέει για τον Στέλιο. Να πει κάποια στιγμή στη ζωή του την τραγουδιστική: “Ρε μάγκες χθες το βράδυ, ήμουν πολύ καλός, άγγιξα λίγο Καζαντζιδη”. Με πιάνεις τι σου λέω.– Βλέπω μεγάλο θαυμασμό γιά τον Στέλιο… Κι αυτός όμως λέει πολύ καλά γιά σας… Αλλά έχει πει κατα καιρούς και κάποια σκληρά…

Προχώρα, μη λες στενάχωρα πράγματα. Ας πάμε στα ευρύχωρα… Νοιώθω περήφανος και μόνο που αναφέρει το όνομά μου, σαν ομότεχνο. Άκου, κι εγώ έχω πει καλά τραγούδια, έχω αγαπηθεί από τον κόσμο, αλλά έχω κάνει και βλακείες. Ο Στέλιος είναι αυτό που είναι και μας ξεπερνάει όλους γιατί είναι και καλός άνθρωπος, είναι γενναιόδωρος. Δεν του κάνω επικήδειο… Νοιώθω αυτά που σου λέω. Ο Στέλιος μπορεί να τα πάρει στον εγκέφαλο και αρχίζει να λέει διάφορα. Και για μένα έχει πει, το ξέρω. Εγώ ξέρω ότι επειδή είναι αυθεντικός, θυμώνει αυθεντικά. Μετά το καταλαβαίνει και έχει την γενναιότητα να πάει πίσω, να δώσει πάλι χώρο. Ο Στέλιος δεν πολεμιέται, ακουσέ με. Είναι όλος ο στρατός μαζί. Απίστευτη δύναμη. Ο Στέλιος είναι η μουσική ιστορία της ελληνικής ψυχής που χρόνια παλεύει να δει φως. Όταν τραγουδάει, δεν λέει ένα τραγούδι απλώς, λέει την αυτοβιογραφία του λαϊκού ανθρώπου. Για αυτό όταν τραγουδούσε τον ακολουθούσαν ουρές!– Ο Γιώργος Νταλάρας λέει ότι εσεις είστε το Ωωωωωωμέγα του λαϊκού τραγουδιού κι ο Καζαντζίδης το Ααααααλφα!

Τον ευχαριστώ τον Γιωργάκη, που με βάζει πλάι στον Στέλιο, αλλά εγώ ξέρω τι είμαι. Είμαι κάτι, αλλά δεν είμαι αυτό που είναι ο Στέλιος! Πάει και τέλειωσε. Δεν κάνω τον ταπεινό, απλώς ξέρω τα μέτρα καλά. Εγω είμαι παλιότερος και πρέπει να με ακούτε. Θα σου πω μια ιστορία γιά να καταλάβεις… Μια φορά μου λέει ο Στέλιος… Μου έχουν πει να πάω να τραγουδήσω στην Ακράτα, θες να έρθεις να πάμε να κάνουμε μπάνιο στη θάλασσα το μεσημέρι, να κάτσουμε στον ήλιο και μετά να πάμε να πούμε μερικά τραγουδάκια, να πάρουμε το χαρτζιλίκι και να γυρίσουμε. Θα πάρουμε τα όργανα θα τα φορτώσουμε στο αυτοκίνητο, θα φύγουμε πρωί, μεσημεράκι θα είμαστε εκεί, θα δούμε το χώρο, θα πάμε θάλασσα και το βραδάκι θα τα “ρίξουμε” και θα φύγουμε πίσω. Γιατί όχι Στέλιο μου… Όταν φτάσαμε πήγαμε να δούμε που θα τραγουδήσουμε και στη διεύθυνση που είχε ήταν ένα κρεοπωλείο και δίπλα ένα σουβλατζίδικο. Ο κρεοπώλης είδε τον Στέλιο κι άστραψε το πρόσωπό του. Εμένα ούτε που με ήξερε. Ο Στέλιος, μίλησε με τον κρεοπώλη και καταλάβαμε ότι αυτός μας καλούσε. Ο Στέλιος τρελάθηκε: “Την πατήσαμε Γρηγόρη…”. Είπε διάφορα στον κρεοπώλη: “Δεν γίνεται να τραγουδήσουμε εδώ, σε αυτή την αλάνα, πίσω από το σουβλατζίδικο, δεν γίνονται αυτά…” και διάφορα τέτοια! Ο κρεοπώλης και η γυναίκα του είχαν καλέσει διάφορους, λέγοντας τους, ότι θα έχουμε το βράδυ τον Καζαντζίδη. Ήταν έξαλλοι, όταν τους είπε ότι θα φύγουμε. Τελικά για να μην κοντραριστούν περισσότερο, μου λέει: “Πάμε να κάνουμε μιά βουτιά και βλέπουμε… Μη χάσουμε και τη θάλασσα εξαιτίας αυτών”. Το απόγευμα πριν νυχτώσει ανεβήκαμε στο κρεοπωλείο και με τα πολλά είπε ο Στέλιος θα πούμε λίγα τραγούδια και θα φύγουμε. Αυτοί με έβλεπαν εμένα αλλά δεν με γνώριζε κανένας, όπως σου είπα. Ο Θεός ήταν ο Στέλιος. Ο Στέλιος τους είπε ότι θα τραγουδήσουμε μαζί. Αυτοί έγιναν πάλι έξαλλοι. “Εμείς εσένα θέλουμε, ποιός είναι αυτός που μας έφερες, δεν μπορούμε να δώσουμε άλλα λεφτά…”. Ο Στέλιος τους είπε ότι: “Πάμε μαζί όπου πάμε, είμαστε ένα, αν θέλουν…“. Πέρασε μιά δυό ώρες κάνοντας βόλτες, μέχρι να νυχτώσει, να πούμε μερικά τραγούδια και να φύγουμε. ”Μη στεναχωριέσαι, ό,τι πάρουμε θα το μοιραστούμε”, μου έλεγε. Δεν ήθελε να νοιώθω περίεργα. Οταν γυρίσαμε στον τόπο του εγκλήματος, τρελάθηκα. Τι να δω; Χιλιάδες κόσμος είχε μαζευτεί και περίμενε να ακούσει τον Στέλιο. Με δυσκολία φτάσαμε στο ψευτοπάλκο που είχαν στήσει στα χωράφια. Ο κόσμος έκανε σαν τρελός με τον Στέλιο, που τον έβλεπαν από κοντά. Αυτό είναι ο Στέλιος. Ο άνθρωπος των ανθρώπων… Η πλάκα είναι ότι κονομήσαμε πολλά εκείνο το βράδι από την χαρτούρα, μοιραστήκαμε το συμφωνημένο δικό του μεροκάματο και φεύγοντας ο κρεοπώλης είπε στο Στέλιο: “Θέλω να ξανάρθεις και να φέρεις μαζί σου και τον Γρηγόρη. Εχει κι αυτός πολύ καλή φωνή”. (Γέλια)– Τελικά τι είχε γιά σας ο Καζαντζίδης που τον έκανε να ζει παρά την εξαφάνιση του;

Να σου πω: Ο Στέλιος έχει μέσα στη φωνή του, αυτό που είμαστε όλοι μας και δεν το ξέρουμε. Είμαστε όλοι, ο καθένας ξεχωριστά, μέσα στη φωνή του. Και ζει και ο ίδιος, έχοντας στο μυαλό του, ποιοι είμαστε όλοι εμείς που είμαστε μέσα στη φωνή του. Ποτέ δεν ξέχασε ποιός είναι και σε ποιούς απευθύνεται ο Στέλιος!– Πότε τον συναντήσατε γιά τελευταία φορά και τραγουδήσατε μαζί του;

Ελάχιστοι το ξέρουν αυτό που θα σου πω. Δεν ξέρω αν κάποιος το έχει αναφέρει. Καμμιά δεκαριά όλοι κι όλοι ήταν οι παρόντες εκείνη την βραδιά. Μόνο αυτοί το ξέρουν. Μια βραδιά, είμασταν και οι δυό στη Θεσσαλονίκη και συναντηθήκαμε σε μιά ταβέρνα στην Άνω Πόλη… Εκεί ήταν μια ταβέρνα υπόγεια, παλιά. Έπαιζαν κάτι παιδιά τα όργανα και τραγουδούσαν ρεμπέτικα… Τρία όργανα νομίζω ήταν, δεν χωρούσαν κι άλλα. Εγώ πήγαινα εκεί, είχα ξαναπάει δυό τρεις φορές, όταν βρισκόμουν στην Θεσσαλονίκη. Ήταν ήσυχα, χωρίς κόσμο και σκέφτηκα ότι θα μπορούσαμε να πούμε δυό τρεις κουβέντες χωρίς να μας ενοχλήσουν. Τα παιδιά παίζανε Τσιτσάνη, Βαμβακάρη, Χατζηχρήστο, Μητσάκη, Μπαγιαντέρα. Μέσα στο μαγαζάκι δεν ήταν πάνω από δέκα άτομα… Κάποια στιγμη ο Στέλιος μου λέει: “Δε λες ένα τραγούδι;”. Για να πάρει την πληρωμένη απάντηση: “Να πω, αρκεί μετά να πεις κι εσύ ένα. Στο κάτω κάτω εσύ είσαι αυτός που μας έχεις παρατήσει”. Σηκώθηκα και είπα ένα δικό μου. Το ξέρεις…

“Σε τούτο το στενόσε τούτο το δρομάκιξεψύχησε ένας έρωταςκαι χάθηκε μια αγάπη…

Ο Στέλιος ξαφνικά άρχισε να χορεύει… και τον είδα που έκλαιγε.

“…Καταραμένο σούρουποκαταραμένο δείλιαλλού τον ένανεκι αλλού τον άλλονεμας έχεις στείλει.Με λόγια θλιβεράμε λόγια πικραμένακι εσύ με πλήγωσες πολύαλλά κι εγώ εσένα…”

– Μοναδική στιγμή…

Ναι, πολύ δική μας στιγμή…– Ο Καζαντζίδης κράτησε το λόγο του; Τραγούδησε;

Τι εννοείς; Ο Στέλιος ήταν μπεσαλής… Κρατούσε πάντα τον λόγο του… Αγκαλιαστήκαμε… και του είπα: “Σειρά σου…” κι άρχισε να τραγουδάει… Νομίζω ότι είπε “Το τελευταίο βράδυ μου”…

“Το τελευταίο βράδυ μουαπόψε το περνάωκι όσοι με πίκραναν πολύτώρα που φεύγω απ’ τη ζωήόλους τους συγχωρνάω…”

Ηταν απίστευτος. Η φωνή του καλύτερη από ότι την ήξερα… Στο ρεφρέν του έκανα δεύτερη…

“…Όλα είναι ένα ψέμαμια ανάσα μια πνοήσα λουλούδι κάποιο χέρι θα μας κόψει μια αυγήΔυο πόρτες έχει η ζωήάνοιξα μια και μπήκασεργιάνισα ένα πρωινόκαι πριν να ’ρθει το δειλινόαπό την άλλη βγήκα…”

Αυτή πρέπει να ‘ναι η τελευταία φορά που τραγουδήσαμε μαζί, μόνοι μας μπροστά σε καμμιά δεκαριά ανθρώπου που ήταν στο μαγαζί τυχαία εκείνο το βράδυ…

Από το βιβλίο του Θαναση Λάλα «Στέλιος Καζαντζίδης, Θηρίο Ανήμερο», Εκδόσεις Αρμός