Αν λάτρεψε κανείς το “Κι οι Νεκροί ας Θάψουν τους Νεκρούς τους” σίγουρα θα προτιμήσει την “Κατάλυση του Χρόνου” αυτό το καλοκαίρι. Αν περιμένει όμως να δει μία συνέχεια, σύντομα θα βρεθεί σε αχαρτογράφητα μονοπάτια. Ο συγγραφέας κάνει ένα ιδιαίτερο άλμα, περνάει όμως και πάλι τον πήχη και ήδη οι πωλήσεις του βιβλίου που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Νήσος πηγαίνουν εξαιρετικά. Ο Φανούρης δίνει αυτή τη φορά τη σκυτάλη σε ένα 14χρονο Εβραιόπουλο. Από τη λαϊκή παράδοση και τα όρια του παραμυθιού σε μία συνθήκη ανατρεπτικής επανάστασης με όχημα τη θέληση του Γιόσουα.
Ο Αλμπάτης έχει ξεκάθαρα στο μυαλό του τους βασικούς άξονες της αφήγησής του πριν ξεκινήσει να γράφει. Συνθέτει άρτια και δημιουργεί ένα περιβάλλον αφηγηματικής ολότητας δίχως να χάνει στιγμή τον στόχο του, δηλαδή την απάντηση σε βασανιστικά ερωτήματα που τον ταλαιπωρούν. Από το το 1941 μέχρι το 1945 καμία περιγραφή και ανάλυσή της δεν είναι τυχαία. Με σταθερό ρυθμό κι έξυπνες ανατροπές φέρνει στο φως διαχρονικά ζητήματα που πρέπει να ανοίξουν στο παρόν. Γνώση για το αντικείμενο, επιρροή των λέξεων στη ψυχή του έφηβου, μύηση και “μετάγγιση” των ιδεών στη μικρή κοινωνία που σκιαγραφεί, εξέλιξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, σύλληψη της ουτοπικής αυτοδιοικούμενης κοινότητας, ο ρόλος της εξουσίας, ο υπαρκτός σοσιαλισμός που συναντά τα όνειρα των νέων, η σημασία του χρόνου κι η αμφισημία της φύσης. Είναι εύκολο να δημιουργήσει κανείς έναν σκελετό ταιριάζοντας απόλυτα όλα τα παραπάνω;
Ξετυλίγοντας τις σελίδες αντιλαμβανόμαστε τη φιλοσοφική προσέγγιση και την υπαρξιακή πολιτικοκοινωνική διάσταση. Σύντομα όμως θα νιώσουμε πως πίσω από τις λέξεις κρύβεται η συνθήκη ματαίωσης, οι ψευδαισθήσεις, οι αγκυλώσεις που μας κρατούν δέσμιους και τα όρια σκληρότητας που δοκιμάζουν καθημερινά την επιβίωσή μας. Ο συγγραφέας σε αυτή τη συνθήκη τολμά και αγγίζει σε βάθος την καταιγιστική οραματική επίθεση του Γιόσουα στη λογική-συμβατότητα. Μία ανυπότακτη περιφέρεια που σχεδιάζεται με έναν ασύλληπτο ρεαλισμό.
Αδιαφορεί για τη σύγχρονη αφασιακή συγκυρία, την παγκόσμια κοινωνική στασιμότητα και τα δυστοπικά αδιέξοδα που κυριαρχούν. Δεν τον αγγίζει ο εκτροχιασμός λόγω ψηφιακής ταχύτητας σε μία εποχή που την πνίγει η μετριότητα, εξαντλείται η ανεκτικότητα, που οι ιδέες κι οι αξίες τρέχουν πανικόβλητες πίσω από αλγορίθμους οδηγώντας στην απόλυτη διαδικτυακή μοναξιά. Βλέπει τη χαμένη όψη της ανθρώπινης φύσης που ισοδυναμεί με το δικαίωμα στο όνειρο και την ελπίδα που έχει τη δύναμη να ξεπεράσει φόβους και δισταγμούς.
«Γιατί διαβάζεις τόσα βιβλία, αφού η Καινή Διαθήκη έχει απαντήσεις για όλα;» Η ατάκα αυτή στοιχειώνει και δείχνει τους δύο κόσμους του τότε αλλά και του χρονικού μας παρόντος. Η ανάγκη για αμφισβήτηση, για αναζήτηση, για ανατροπή κι από την άλλη πλευρά η πλήρης αποδοχή μίας συνθήκης, μίας πραγματικότητας που κληροδοτείται από γενιά σε γενιά. Το πάθος του μικρού μας ήρωα για γνώση δημιουργεί έναν ύμνο, μία ελεγεία για το διάβασμα κάτι που φαίνεται να κατακλύζει και τη ψυχή του δημιουργού.
Η ήττα του φασισμού και της ναζιστικής Γερμανίας δίνει το έναυσμα για την τελική αντεπίθεση του Πολιτισμού. Από τα καμένα βιβλία στην άνθιση της ποίησης και της λογοτεχνίας. Η ορμητικότητα των νέων δε συγκρατείται, έχει έρθει η στιγμή να εκφραστούν σε συνθήκη ελευθερίας. «Η επανάσταση δεν εκδικείται, για να μας ακολουθήσουν πρέπει να εμπνεύσουμε». Το τρένο θα περάσει μία φορά κι η επόμενη θα είναι μετά από χρόνια. Αν το χάσεις είσαι υποχρεωμένος να δεχτείς τις συνέπειες της εκάστοτε εξουσίας περιμένοντας στη “στάση” για χρόνια.
Τελικά “Η Κατάλυση του Χρόνου” αποτελεί μάλλον προσχηματικό τίτλο. Ο Αλμπάτης πασχίζει να γεφυρώσει το χάσμα μεταξύ του ονείρου και της πραγματικότητας. «Μπορεί να μην υπάρχει ελπίδα για εμάς, αλλά η ελπίδα είναι άπειρη». Αυτό το ανείπωτο όραμα, οι ουτοπικές αντιλήψεις θέλει να γίνουν καύσιμο για περισυλλογή και δράση. Είναι αποφασισμένος να μην παραιτηθεί κόντρα στο ρεύμα της εποχής. Να παλέψει με τις λέξεις του για να κινητοποιήσει συνεχώς περισσότερους. Κι αν το όνειρο θέλει υπομονή, η επιμονή είναι ο δρόμος για να το κατακτήσει.