Τη Δευτέρα ξεκινούν τα σχολεία. Οι μαθητές θα επιστρέψουν στις σχολικές αίθουσες και θα πέσουν, θέλοντας και μη, με τα μούτρα στο διάβασμα για τα μαθήματά τους. Τι γίνεται όμως με το εξωσχολικό διάβασμα; Πού συναντούν τα ελληνικά, παιδικά βιβλία τη σύγχρονη πραγματικότητα, πώς διαχειρίζονται τα κοινωνικά ζητήματα που αφορούν μικρούς και μεγάλους, έχουν ξεπεράσει έμφυλους διαχωρισμούς του τύπου «βιβλία για αγόρια», «βιβλία για κορίτσια» και πώς έχουν εξελιχθεί, από άποψη περιεχομένου και αισθητικής, στο πέρασμα των χρόνων;

Αυτά τα ερωτήματα τέθηκαν σε πέντε ανθρώπους από τον χώρο του ελληνικού παιδικού βιβλίου και συγκεκριμένα στους συγγραφείς Στέργια Κάββαλου και Μάκη Τσίτα, στον εικονογράφο Βασίλη Σελιμά, στην εκδότρια και υπεύθυνη του τμήματος παιδικού βιβλίου των εκδόσεων Ίκαρος Μαριλένα Πανουργιά και στην δημοσιογράφο και ιδρύτρια του site kokkinialepou.gr Ζωή Κοσκινίδου.

Οι απαντήσεις τους είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσες. Άλλες είναι αισιόδοξες, άλλες εκφράζουν σκεπτικισμό όλες όμως αντικατοπτρίζουν την έγνοια τους για το ελληνικό, παιδικό βιβλίο και το μέλλον του. Ας δούμε τι μας είπαν.

Η Στέργια Κάββαλου θα ήθελε οι εκδότες να πάψουν να φοβούνται τα σκληρά θέματα

Η συγγραφέας Στέργια Κάββαλου.

– Ποιες είναι οι ουσιαστικότερες αλλαγές που έχετε παρατηρήσει στο περιεχόμενο αλλά και στην αισθητική του ελληνικού παιδικού βιβλίου τα τελευταία χρόνια;
Η πιο ουσιαστική για μένα είναι στην εικονογράφηση. Να χαίρεσαι να ανοίγεις βιβλία. Και λέω ανοίγεις γιατί το κείμενο είναι άλλο θέμα. Ορισμένοι εκδοτικοί ξεχωρίζουν με την ποιότητα του χαρτιού, την όλη αισθητική που κάνουν το βιβλίο ένα προσιτό έργο τέχνης. Δημιουργήθηκε χώρος για πιο ανεξάρτητους και μικρούς εκδοτικούς που παίρνουν το ζήτημα της παιδικής λογοτεχνίας εξαιρετικά σοβαρά και η επιτυχία τους δείχνει ότι οι πιο μεγάλοι με την πολιτική τους είχαν μάλλον δημιουργήσει ένα κενό.

– Έχουν ξεπεραστεί οι διαχωρισμοί «βιβλία για κορίτσια», «βιβλία για αγόρια»;  Υιοθετούν οι έλληνες συγγραφείς παιδικού βιβλίου τους κοινωνικούς προβληματισμούς που αφορούν τα δικαιώματα των ΛΟΑΤΚΙ+, των ΑΜΕΑ, της κλιματικής αλλαγής και άλλων θεματικών που αφορούν τη σύγχρονη κοινωνία;
Ούτε καν! Υπάρχουν «βιβλία για αγόρια» που το γράφουν έτσι ακριβώς και με μεγάλα μεγάλα γράμματα και στο εξώφυλλο. Όταν τα βλέπω στους πάγκους θέλω να τα ξεφυλλίσω εγώ που είμαι κορίτσι έτσι για να δω αν θα γίνει καμιά έκρηξη ή αν θα έρθει το τέλος του κόσμου αν εγώ το κορίτσι μάθω κάτι παραπάνω για πλανήτες, ιππότες και αυτοκίνητα. Ο διαχωρισμός αυτός είναι χυδαίος, ανόητος και απίστευτα επικίνδυνος. Βιβλία ελλήνων και ελληνίδων συγγραφέων που μιλούν για την κλιματική αλλαγή βεβαίως ναι, υπάρχουν και διακινούνται και με περίσσιο καμάρι από τους εκδοτικούς. Βιβλία για δικαιώματα των ΛΟΑΤΚΙ+ ούτε για δείγμα. Εδώ το δικό μου, η Ντουλάπα, που υποστηρίζει ότι τα χρώματα και τα παιχνίδια είναι για όλα τα παιδιά δυσκολεύτηκε να βγει… Όσο για τα δικαιώματα των ΑΜΕΑ επειδή έψαχνα κάτι σχετικό για την κόρη μου, για παιδιά προσχολικής ηλικίας βρήκα μόνο ένα. Βιβλία για σχολικό εκφοβισμό, διαζύγιο, πολλά. Φαίνεται ότι, καλώς ή κακώς,  αυτά τα θέματα δεν αφορούν «μειοψηφίες» και δεν τα φοβούνται οι εκδότες.

– Πόσο σας αφορά η εικονογράφηση των βιβλίων σας και κατά πόσο θεωρείται ότι μπορεί να συμβάλλει θετικά ή αρνητικά στο περιεχόμενο αλλά και στην προσέλκυση των αγοραστών;
Πολύ! Κάποιες φορές, όπως έγινε με την Ντουλάπα, παρακολουθώ τη διαδικασία πολύ στενά. Η Ζακλίν Πολενάκη, η εικονογράφος μας, η Αναστασία η Λαμπρία, η εκδότρια του Ποταμού κι εγώ είχαμε σχεδόν καθημερινή επικοινωνία για να υπάρξει αυτό το αποτέλεσμα. Μιλάμε για ώρες! Φυσικά δεν συμβαίνει έτσι με κάθε συνεργασία. Μέχρι τώρα πέρα από δυο εξαιρέσεις, έχω επιλέξει εγώ τον/την εικονογράφο. Αυτό δεν σημαίνει ότι είμαι από πάνω, όχι. Ίσως δω κάποιες εικόνες και μετά περιμένω κι εγώ την έκπληξη. Εμπιστεύομαι το όραμα του άλλου. Το δικό μου καθήκον τελειώνει με την παράδοση του κειμένου αλλά καλό είναι, για το ίδιο το βιβλίο, να υπάρχει μια αρμονία. Ειδικά στα εικονογραφημένα βιβλία τα οποία απευθύνονται σε πολύ μικρά παιδιά, η εικονογράφηση είναι το πρώτο και κύριο. Αν τα αφήσουμε σε ένα βιβλιοπωλείο ελεύθερα να διαλέξουν μόνα τους, αυτό που θα τους χτυπήσει στο μάτι θα πάρουν. Σε αυτές τις ηλικίες, αναγκαστικά η ιστορία έρχεται δεύτερη.

– Έχουν αλλάξει οι προτιμήσεις του ελληνικού αγοραστικού κοινού όσον αφορά το παιδικό βιβλίο σε σχέση με το παρελθόν; Προτιμούν νέα, ελληνική παιδική λογοτεχνία ή επιμένουν σε πιο κλασικές επιλογές;
Είναι φοβερό αλλά αν μπεις σε μια βιβλιοφιλική ομάδα ή αν κάνεις μια ερώτηση σε έναν φίλο ή δάσκαλο τι βιβλίο να πάρεις ας πούμε σε ένα παιδί 10 ετών, ο τίτλος ή ο συγγραφέας που θα σου προτείνουν θα είναι ή θα θεωρείται κλασικός. Η ιστορία θα είναι γραμμένη πολλά πολλά χρόνια πριν, τις περισσότερες φορές μπορεί να μην αφορά ούτε στο ελάχιστον ένα σημερινό δεκάχρονο αλλά αυτό θα σου υποδείξουν. Σαν να ξεχνάνε αυτό που διαβάζουμε τώρα, σαν να έχουμε κολλήσει στα αγαπημένα της δικής μας παιδικής ηλικίας; Δεν ξέρω. Τόσο άδικο για τη σύγχρονη λογοτεχνική παραγωγή η οποία αγοράζεται αλλά δεν «μένει».

– Ποια είναι η μεγαλύτερη προσδοκία σας για το μέλλον του ελληνικού, παιδικού βιβλίου;
Θα ήθελα να βλέπω περισσότερους νέους συγγραφείς και εικονογράφους στα «προσεχώς» των εκδοτικών καταλόγων. Και δεν εννοώ ηλικιακά νέους. Λιγότερα μεταφρασμένα βιβλία που κυριολεκτικά δεν διαβάζονται αλλά τι να κάνουμε, μάλλον τους βγαίνουν πιο φτηνά. Ηρωίδες που δεν είναι όλες πεντάμορφες, ξανθές, λεπτές, με λεπτή μέση και μακριά μαλλιά. Βιβλία που δεν έχουν έναν χαρακτήρα με γυαλιά, στραβή μύτη, παραπάνω κιλά, πιο σχιστά μάτια, πιο σκούρο δέρμα έτσι για το ξεκάρφωμα η αποτύπωση του οποίου περιορίζεται σε μια σελίδα, απλώς για να υπάρχει. Να βλέπω οικογένειες με δυο μπαμπάδες, δυο μαμάδες, χωρίς μαμά, χωρίς μπαμπά, με γιαγιά ή θείο. Να υπάρχουν βιβλία τα οποία θα λειτουργήσουν παρηγορητικά για τα παιδιά κι αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει κάποτε οι εκδότες να πάψουν να φοβούνται τα «σκληρά» θέματα. Κανένα θέμα δεν είναι σκληρό, η ζωή είναι. Και τα παιδιά είναι μέρος της.

Ο Μάκης Τσίτας επιθυμεί να εξαλειφθεί ο διδακτισμός και η προχειρότητα που συναντάμε σε αρκετά βιβλία

Ο συγγραφέας Μάκης Τσίτας.

– Ποιες είναι οι ουσιαστικότερες αλλαγές που έχετε παρατηρήσει στο περιεχόμενο αλλά και στην αισθητική του ελληνικού παιδικού βιβλίου τα τελευταία χρόνια;
Σε γενικές γραμμές, βλέπουμε βιβλία πιο προσεγμένα ως προς την εικονογράφηση και την ποιότητα της έκδοσης. Ως προς το περιεχόμενο, πολλά κείμενα δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτα σε σύλληψη, πρωτοτυπία και λογοτεχνικότητα, από αντίστοιχα βιβλία του εξωτερικού.

– Έχουν ξεπεραστεί οι διαχωρισμοί «βιβλία για κορίτσια», «βιβλία για αγόρια»;  Υιοθετούν οι Έλληνες συγγραφείς παιδικού βιβλίου τους κοινωνικούς προβληματισμούς που αφορούν τα δικαιώματα των ΛΟΑΤΚΙ+, των ΑΜΕΑ, της κλιματικής αλλαγής και άλλων θεματικών που αφορούν τη σύγχρονη κοινωνία;
Ναι, σε μεγάλο βαθμό. Οι Έλληνες και οι Ελληνίδες συγγραφείς παιδικών βιβλίων είναι άνθρωποι που έχουν τριβή με την καθημερινότητα, οπότε έχουν άμεση επαφή με όλα αυτά τα θέματα που αναφέρετε και εμπνέονται από αυτά.

– Πόσο σας αφορά η εικονογράφηση των βιβλίων σας και κατά πόσο θεωρείτε ότι μπορεί να συμβάλλει θετικά ή αρνητικά στο περιεχόμενο αλλά και στην προσέλκυση των αγοραστών;
Με αφορά πάρα πολύ. Στα δικά μου βιβλία που απευθύνονται σε παιδιά προσχολικής και πρωτοσχολικής ηλικίας η εικονογράφηση παίζει μεγάλο ρόλο – είναι το 50% της επιτυχίας του βιβλίου. Γι’ αυτό και συνεργάζομαι στενά με όλους τους εικονογράφους.

– Έχουν αλλάξει οι προτιμήσεις του ελληνικού αγοραστικού κοινού όσον αφορά το παιδικό βιβλίο σε σχέση με το παρελθόν; Προτιμούν νέα, ελληνική παιδική λογοτεχνία ή επιμένουν σε πιο κλασικές επιλογές;
Πάντα τα κλασικά βιβλία είναι μια ασφαλής επιλογή για γονείς και εκπαιδευτικούς, αλλά το μεγάλο ενδιαφέρον κερδίζουν τα βιβλία των σύγχρονων Ελλήνων συγγραφέων. Σε αυτό βοηθάει πολύ και η επαφή των συγγραφέων με τα παιδιά, κυρίως μέσα από επισκέψεις σε σχολεία, βιβλιοθήκες, βιβλιοπωλεία κ.λπ.

– Ποια είναι η μεγαλύτερη προσδοκία σας για το μέλλον του ελληνικού παιδικού βιβλίου;
Αφενός να εξαλειφθεί ο διδακτισμός και η προχειρότητα που συναντάμε δυστυχώς σε αρκετά βιβλία. Αφετέρου, το καλό ελληνικό παιδικό βιβλίο να μπορέσει να βρει τη θέση του και στην παγκόσμια αγορά.

Ο Βασίλης Σελιμάς βρίσκει εξαιρετικά δυσάρεστο ότι τα βιβλία για τη ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα είναι μετρημένα έως ανύπαρκτα

Ο εικονογράφος Βασίλης Σελιμάς.

– Ποιες είναι οι ουσιαστικότερες αλλαγές που έχετε παρατηρήσει στο περιεχόμενο αλλά και στην αισθητική του ελληνικού παιδικού βιβλίου τα τελευταία χρόνια;
Τα κείμενα είναι λιγότερο διδακτικά και η δομή τους είναι αφαιρετική. Αυτό έχει ως συνέπεια και η εικονογράφηση να λειτουργεί με αντίστοιχο τρόπο. Επίσης η εικονογράφηση ως επί το πλείστον γίνεται ψηφιακά καθώς για τον καλλιτέχνη είναι πιο εύκολο να σβήσει ή να επαναφέρει ένα layer από το να αναγκαστεί να κάνει από την αρχή ένα σχέδιο του βιβλίου όπως μπορεί να συνέβαινε στο παρελθόν. Οι εκδόσεις είναι πολύ προσεγμένες, τόσο τεχνικά όσο και στο περιεχόμενό τους.

– Έχουν ξεπεραστεί οι διαχωρισμοί «βιβλία για κορίτσια», «βιβλία για αγόρια»;  Υιοθετούν οι Έλληνες συγγραφείς παιδικού βιβλίου τους κοινωνικούς προβληματισμούς που αφορούν τα δικαιώματα των ΛΟΑΤΚΙ+, των ΑΜΕΑ, της κλιματικής αλλαγής και άλλων θεματικών που αφορούν τη σύγχρονη κοινωνία;
Δεν είμαι σίγουρος αν έχουν ξεπεραστεί, εξάλλου το παρατηρούμε και στην κοινωνία ότι η πλειοψηφία αρέσκεται να κάνει διαχωρισμούς. Παρόλα αυτά οι συγγραφείς φροντίζουν να μιλούν για την διαφορετικότητα, τη θέση της γυναίκας στον κόσμο, την μόλυνση και την επιβάρυνση του περιβάλλοντος. Τα βιβλία για την ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα είναι μετρημένα έως ανύπαρκτα το οποίο και βρίσκω εξαιρετικά δυσάρεστο. Φαντάζομαι ότι αυτό καθρεφτίζει λίγο και τον συντηρητισμό της ελληνικής κοινωνίας αν και θέλω να πιστεύω ότι όπως όλα εξελίσσονται και αλλάζουν ραγδαία σύντομα και τα παιδιά αυτά και οι οικογένειές τους θα έχουν την δυνατότητα να βρίσκουν βιβλία που τα αφορούν.

– Πόσο σας αφορά η εικονογράφηση των βιβλίων σας και κατά πόσο θεωρείτε ότι μπορεί να συμβάλλει θετικά ή αρνητικά στο περιεχόμενο αλλά και στην προσέλκυση των αγοραστών;
Με αφορά γιατί κάθε εικονογράφηση είναι κι η αποτύπωση ενός κομματιού από τον εαυτό μου, την αναζήτησή μου στην τέχνη, στην ίδια την ζωή. Το εμπορικό μέρος αφορά τον εκδότη που επιλέγει εμένα ή κάποιον άλλον εικονογράφο ώστε να μετουσιώσει το όραμα του συγγραφέα.

– Έχουν αλλάξει οι προτιμήσεις του ελληνικού αγοραστικού κοινού όσον αφορά το παιδικό βιβλίο σε σχέση με το παρελθόν; Προτιμούν νέα, ελληνική παιδική λογοτεχνία ή επιμένουν σε πιο κλασικές επιλογές;
Είναι λογικό να έχουν αλλάξει οι προτιμήσεις καθώς ολοένα και περισσότεροι συγγραφείς εμφανίζονται στο προσκήνιο του εκδοτικού χώρου. Επίσης εκδίδονται και μεταφράζονται σημαντικά βιβλία  από το εξωτερικό. Οπότε υπάρχει πληθώρα επιλογών. Βέβαια πολλοί γονείς καταφεύγουν στις κλασικές επιλογές είτε γιατί υπάρχουν ήδη  στις βιβλιοθήκες τους και αισθάνονται την ανάγκη τα παιδιά τους να διαβάσουν κείμενα που βοήθησαν κι εκείνους να αναπτύξουν την αναγνωστική τους ωριμότητα αλλά και γιατί πολλοί εκδοτικοί έχουν επανεκδόσει τα τελευταία χρόνια αρκετά από τα παλιά αριστουργήματα, πολλά εκ των οποίων σε μορφή graphic novel.

– Ποια είναι η μεγαλύτερη προσδοκία σας για το μέλλον του ελληνικού παιδικού βιβλίου;
Θα ήθελα πολύ να αυξάνονται οι μικροί αναγνώστες αυτό όμως προϋποθέτει μια βασική αρχή, οι γονείς να είναι οι πρώτοι που θα επιλέγουν το βιβλίο ως μέσο εκπαίδευσης και διασκέδασης δηλαδή να αποτελούν παράδειγμα για τα παιδιά τους.

Η Μαριλένα Πανουργιά πιστεύει ότι οι νεότεροι Έλληνες συγγραφείς έχουν αναγνώστες που τους ακολουθούν

Η εκδότρια Μαριλένα Πανουργιά, υπεύθυνη του παιδικού τμήματος των εκδόσεων Ίκαρος.

– Ποιες είναι οι ουσιαστικότερες αλλαγές που έχετε παρατηρήσει στο περιεχόμενο αλλά και στην αισθητική του ελληνικού παιδικού βιβλίου τα τελευταία χρόνια;
Η ποιότητα του ελληνικού παιδικού βιβλίου έχει ανέβει πολύ τα τελευταία χρόνια. Οι τίτλοι που εκδίδονται είναι περισσότεροι και στην αγορά αυτή έχουν μπει και νέοι συνάδελφοί μας που εκδίδουν εξαιρετικούς τίτλους. Τα κείμενα σιγά σιγά γίνονται λιγότερο διδακτικά, η γλώσσα ακολουθεί αρμονικά τις ηλικίες των παιδιών και γίνεται σοβαρή επιμέλεια. Οι εικονογράφοι τολμούν να δοκιμάσουν νέες τεχνικές και να πειραματιστούν με τα υλικά τους. Τα ελληνικά silent books πληθαίνουν και εμφανίζονται βιβλία που οι εικονογράφοι γράφουν και τα κείμενα παίρνοντας όλη την ευθύνη του αποτελέσματος.

– Έχουν ξεπεραστεί οι διαχωρισμοί «βιβλία για κορίτσια», «βιβλία για αγόρια»;  Υιοθετούν οι Έλληνες συγγραφείς παιδικού βιβλίου τους κοινωνικούς προβληματισμούς που αφορούν τα δικαιώματα των ΛΟΑΤΚΙ+, των ΑΜΕΑ, της κλιματικής αλλαγής και άλλων θεματικών που αφορούν τη σύγχρονη κοινωνία;
Είναι λογικό οι συγγραφείς να επηρεάζονται από την καθημερινότητα και να παράγουν έργα που άπτονται αυτής της θεματολογίας. Το κρίσιμο σημείο εδώ, είναι αυτό να αποτελεί φυσική επίδραση στη δημιουργία και να μην γίνεται τυμβωρυχία: είναι άλλο να γεννάται η ανάγκη σε έναν δημιουργό να τοποθετηθεί πάνω σε ένα θέμα που απασχολεί την κοινωνία, και κάτι τελείως διαφορετικό να γράψει κάτι μόνο επειδή είναι επίκαιρο το θέμα. Και η αλήθεια είναι ότι αυτό αποτυπώνεται στην ποιότητα του έργου.

– Πόσο σας αφορά η εικονογράφηση των βιβλίων σας και κατά πόσο θεωρείτε ότι μπορεί να συμβάλλει θετικά ή αρνητικά στο περιεχόμενο αλλά και στην προσέλκυση των αγοραστών;
Στα βιβλία για μικρά παιδιά, τα picture books, η εικονογράφηση είναι εξίσου σημαντική με το κείμενο. Η δουλειά του εκδότη είναι να ταιριάξει το κείμενο με τον κατάλληλο εικονογράφο. Εμείς δεν αναθέτουμε εικονογραφήσεις, προτείνουμε. Είναι σημαντικό να αρέσει στον εικαστικό που θα αναλάβει μια δουλειά το κείμενο, και αντίστοιχα πρέπει ο συγγραφέας να είναι ανοιχτός στην αποτύπωση που θα κάνει ο εικονογράφος. Αυτό το στάδιο της παραγωγής των παιδικών βιβλίων είναι ένα από τα πιο γοητευτικά.

– Έχουν αλλάξει οι προτιμήσεις του ελληνικού αγοραστικού κοινού όσον αφορά το παιδικό βιβλίο σε σχέση με το παρελθόν; Προτιμούν νέα, ελληνική παιδική λογοτεχνία ή επιμένουν σε πιο κλασικές επιλογές;
Οι νεότεροι Έλληνες συγγραφείς έχουν αναγνώστες που τους ακολουθούν: έχουν επαφή με το κοινό μέσα από τις παρουσιάσεις στα σχολεία και τα βιβλιοπωλεία αλλά και μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης· και στα παιδιά αρέσει η επαφή με τους δημιουργούς. Η ανάγνωση κλασσικότερων παιδικών βιβλίων έρχεται σε δεύτερη μοίρα και μάλλον ως υποχρεωτική από το σχολείο. Δεν είναι τυχαίο ότι τα περισσότερα από αυτά τα αναγνώσματα κυκλοφορούν πλέον και σε κάποια εικονογραφημένη ή απλοποιημένη διασκευή, ώστε να είναι πιο δελεαστική για τα σημερινά παιδιά. Δεν ξέρω αν αυτή η οδός θα τα οδηγήσει πίσω στα πρωτότυπα κείμενα στο μέλλον.

– Ποια είναι η μεγαλύτερη προσδοκία σας για το μέλλον του ελληνικού παιδικού βιβλίου;
Ο σκοπός του παιδικού βιβλίου είναι να καλλιεργεί υψηλό κριτήριο αισθητικής στους μελλοντικούς ενήλικους αναγνώστες. Ελπίζω να συνεχίσουν να εκδίδονται καλά ελληνικά παιδικά βιβλία ώστε να ετοιμάζουν την επόμενη γενιά που θα επισκέπτεται τα βιβλιοπωλεία. Πέραν αυτού, το μεγάλο στοίχημα όλων των εκδοτών ελληνικών παιδικών βιβλίων, είναι η μετάφραση και έκδοσή τους στο εξωτερικό.  Έχουμε υψηλής ποιότητας βιβλία, που δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν από τη διεθνή παραγωγή.

Η Ζωή Κοσκινίδου θεωρεί ότι είναι ανάγκη να δημιουργηθεί ξανά ένας φορέας που να ασχολείται με το βιβλίο και ειδικά με το παιδικό βιβλίο

Η ιδρύτρια του site kokkinialepou.gr Ζωή Κοσκινίδου

– Ποιες είναι οι ουσιαστικότερες αλλαγές που έχετε παρατηρήσει στο περιεχόμενο αλλά και στην αισθητική του ελληνικού παιδικού βιβλίου τα τελευταία χρόνια;
Κειμενικά θεωρώ ότι τα πράγματα δεν έχουν αλλάξει δραματικά. Υπάρχει μια μικρή στροφή, κυρίως από νέους συγγραφείς, που δημιουργούν ξεχωριστά βιβλία που νιώθεις ότι απευθύνονται και αφορούν το παιδικό αναγνωστικό κοινό, δηλαδή παιδικά βιβλία που είναι πραγματικά παιδικά. Αυτό συμβαίνει κυρίως στα εικονογραφημένα που πλέον βρίσκουν τον δρόμο τους και προς το εξωτερικό, αλλά πολύ λιγότερο στα λογοτεχνικά βιβλία για παιδιά και εφήβους ή στην κατηγορία των νεανικών βιβλίων (Young adult) που είναι σχεδόν ανύπαρκτη στην Ελλάδα. Στην παιδική λογοτεχνία παρατηρείται μια λατρεία προς τη νοσταλγία και το παρελθόν, χαρακτηριστικά που θεωρώ ότι μειώνουν τελικά σημαντικά το ενδιαφέρον του αναγνώστη που δεν μπορεί να ταυτιστεί.

Αλλά και θεματολογικά δεν έχουν αλλάξει και πολλά πράγματα σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν. Παραμένουν κάποια θέματα που απασχολούν διαχρονικά τους συγγραφείς, όπως η διαφορετικότητα, ο σχολικός εκφοβισμός, τα ναρκωτικά, ο θάνατος και τα τελευταία χρόνια η οικονομική κρίση, το προσφυγικό, ο ρατσισμός, ο φασισμός κ.λ.π. στα βιβλία για παιδιά και νέους ή τα συναισθήματα κυρίως σε βιβλία που απευθύνονται σε μικρότερης ηλικίας παιδιά. Σε πολλές περιπτώσεις παρατηρείται το φαινόμενα να δημιουργούνται παιδικά βιβλία που αφορούν περισσότερο τους γονείς, παρά στα ίδια τα παιδιά.

Εκεί που θεωρώ ότι υπάρχει τεράστια διαφορά με το παρελθόν είναι αφενός στα παιδικά εικονογραφημένα βιβλία γνώσεων, με παραγωγές που έχουν ξεπεράσει το παλιακό εγκυκλοπαιδικό στήσιμο, που σέβονται τον μικρό ή νεαρό αναγνώστη και λειτουργούν ως πηγές μάθησης μέσα από τα προσεγμένα και επιστημονικά τεκμηριωμένα κείμενά τους, αφετέρου στο αισθητικό κομμάτι, δηλαδή την εικονογράφηση και την τυπογραφία. Έχουμε πολύ καλούς εικονογράφους, σύγχρονης αισθητικής, που παρακολουθούν και διαδρούν με το εξωτερικό, ταξιδεύουν, διαβάζουν, σπουδάζουν, συμμετέχουν σε workshops κ.λπ. Αισθάνομαι πως η εικόνα έχει εξελιχθεί πολύ περισσότερο από ότι το κείμενο στα ελληνικά παιδικά βιβλία.

– Έχουν ξεπεραστεί οι διαχωρισμοί «βιβλία για κορίτσια», «βιβλία για αγόρια»;
Θα ήθελα να πω «ναι» βλέποντας την εκδοτική παραγωγή κυρίως αυτή που έρχεται στην Ελλάδα μέσω των μεταφράσεων, αλλά στην πράξη συνεχίζουν να εκδίδονται βιβλία με αυτές τις δύο ταμπέλες και  κυρίως να ζητιούνται από το κοινό. Είναι συχνές οι μαρτυρίες βιβλιοπωλών, κυρίως στα social media, που γράφουν για τον τρόπο που το κοινό μπαίνει σε ένα βιβλιοπωλείο και ζητά να του προτείνουν βιβλία: επιμένουν στο φύλο και στην ηλικία και όχι τόσο στο αναγνωστικό επίπεδο του παιδιού ή τις αναγνωστικές του προτιμήσεις. Επιμένουν στα κλασικά αναγνώσματα της εποχής τους (Δέλτα, Λουντέμης, Παπαντωνίου, Βερν), χωρίς να τους απασχολεί τι αφορά τον νεαρό αναγνώστη σήμερα. Και το κυριότερο, δε φέρνουν τα παιδιά στο βιβλιοπωλείο να επιλέξουν μόνα τους τα βιβλία που θέλουν να διαβάσουν ή επεμβαίνουν στις επιλογές τους φτάνοντας στο ταμείο. Εκεί είναι που χάνεται το παιχνίδι. Ένα παιδί που θα του «φορέσουν» με το ζόρι ένα βιβλίο, αν δεν του αρέσει είναι φυσικό κι επόμενο να το παρατήσει και ίσως και να απορρίψει την ανάγνωση γενικώς. Η ανάγνωση δεν είναι κάτι υποχρεωτικό. Είναι μέσο ψυχαγωγίας. Όμως, αν ένα παιδί έχει την ευκαιρία να ανακαλύψει μόνο του (σε ένα βιβλιοπωλείο, σε ένα σχολείο, σε μια βιβλιοθήκη, στο σπίτι του) τη χαρά της ανάγνωσης, δηλαδή το καθαρά ψυχαγωγικό της στοιχείο, τότε θα γίνει αναγνώστης ίσως και για πάντα.

– Υιοθετούν οι Έλληνες συγγραφείς παιδικού βιβλίου τους κοινωνικούς προβληματισμούς που αφορούν τα δικαιώματα των ΛΟΑΤΚΙ+, των ΑΜΕΑ, της κλιματικής αλλαγής και άλλων θεματικών που αφορούν τη σύγχρονη κοινωνία;
Έχουν γραφτεί εξαιρετικά βιβλία που θίγουν έμμεσα και την κλιματική αλλαγή και την οικονομική κρίση και την κοινωνική κρίση με τρόπο που πραγματικά αφορά τα παιδιά-αναγνώστες, δηλαδή μέσα στο πλαίσιο μιας ιστορίας, ως στοιχείο της πλοκής. Έχουν γραφτεί όμως – και γράφονται ακόμα – και βιβλία που για να μπορέσουν να ενταχθούν σε συγκεκριμένες θεματολογίες και ταμπέλες που ορίζει η εποχή, η μόδα και οι εκδότες, περιλαμβάνουν όλα τα παραπάνω σε μία μόνο ιστορία, χάνοντας έτσι και την ουσία της ιστορίας αλλά και τους αναγνώστες τους. Βλέπεις λοιπόν βιβλία που στο οπισθόφυλλο αναγράφονται οι ταμπέλες «Ζωοφιλία – Συναισθήματα – Κλιματική Αλλαγή – Ρατσισμός», όλα μαζί! Το παράδοξο είναι ότι τα βιβλία αυτά βραβεύονται. Ίσως γιατί οι ταμπέλες είναι αυτές καθώς και οι βραβεύσεις είναι που καθοδηγούν τους δασκάλους, τους καθηγητές και τους γονείς στην αναζητηση βιβλίων για προγράμματα φιλαναγνωσίας και άρα από εκεί κινείται και η αγορά.

Σε ό,τι αφορά το θέμα των ΑμεΑ, δυστυχώς είναι κάτι που δεν έχει απασχολήσει τόσο τους Έλληνες συγγραφείς, οπότε δύσκολα κάποιος θα βρει πληθώρα βιβλίων για παιδιά με κάποια αναπηρία, είτε μιλάμε για σωματική είτε για νοητική. Το ίδιο συμβαίνει και στο θέμα των βιβλίων που αφορά τη ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα, μόνο που εκεί τα πράγματα είναι πιο «τζιζ» από ό,τι στο θέμα της αναπηρίας. Στην Ελλάδα αυτή τη στιγμή υπάρχουν ελάχιστα – λιγότερα από 10 – βιβλία, αν δεν κάνω λάθος, που ασχολούνται με το συγκεκριμένο θέμα άμεσα κι όχι έμμεσα. Υπάρχουν κάποια ελάχιστα ελληνικά βιβλία που έχουν χαρακτήρες ΛΟΑΤΚΙ και μιλάω κυρίως για εφηβικά ή νεανικά. Ελληνικά εικονογραφημένα ή παιδικά δε θα βρείτε κανένα. Θα βρείτε βιβλία που υπονοούν κάτι, αλλά δεν το λένε ευθέως, βιβλία που εστιάζουν στη διαφορετικότητα ή βιβλία γνώσεων για τα διαφορετικά είδη οικογενειών, αλλά όχι βιβλία για την έκφραση ή ταυτότητα φύλου, με gay, intersex ή trans χαρακτήρες, όπως πχ το «Julian is a mermaid» της Jessica Love, το «George» των Alex Gino ή το «El nino perfecto» του Βernat Cormand και του Álex González. Η ελληνική κοινωνία είναι πάρα πολύ συντηρητική για να ανεχτεί τέτοιου είδους παιδικά βιβλία. Δε θα ξεχάσω τις αντιδράσεις που προέκυψαν από συγκεκριμένους κύκλους όταν βγήκε στα ελληνικά το 2016 «Το πιο μεγάλο βιβλίο για τις οικογένειες» (εκδ. Ικαρος) της Mary Hoffman και του Ros Asquith. Μόνο στην πυρά δεν το πέταξαν το βιβλίο επειδή γίνεται αναφορά στην ομόφυλη οικογένεια.

Είναι ελάχιστοι οι εκδότες – πέρα από τον εκδοτικό «Πολύχρωμος Πλανήτης» – που έχουν τολμήσει να κάνουν το μεγάλο βήμα και σε πολλούς αυτό έχει γυρίσει μπούμερανγκ. Αυτοί όμως οι λίγοι είναι που μας δίνουν ελπίδα για κάτι καλύτερο. Κι έτσι, έχει ανοίξει δειλά-δειλά η πόρτα και έχουμε δει να μεταφράζονται βιβλία όπως πχ το «Σκουλήκι αγαπάει Σκουλήκι» του J.J. Austrian και του Mike Curato (εκδ. Κλειδάριθμος) ή η σειρά «Heartstopper» της Alice Oseman (εκδ. Διόπτρα) ή το «Η Βασιλική καρδιά» του Greg McGoon (εκδόσεις Πολύχρωμος Πλανήτης). Ευελπιστώ σύντομα, να δούμε ανάλογα παραδείγματα κι από Έλληνες συγγραφείς, όπως έγινε στα τέλη του 2021 με την «Ντουλάπα» της Στέργιας Κάββαλου και της Ζακλίν Πολενάκη (εκδ. Ποταμός), ένα εικονογραφημένο βιβλίο για μικρά παιδιά που αν και δε γράφτηκε με αυτή τη λογική στο μυαλό, της LGBTQI+ κοινότητας, μιλάει για τα στερεότυπα φύλου και αφήνει πολλά περιθώρια ερμηνείας.

– Πόσο η εικονογράφηση των βιβλίων συμβάλλει θετικά ή αρνητικά στο περιεχόμενο αλλά και στην προσέλκυση των αγοραστών;
Η εικόνα έχει τεράστια δύναμη και η εικονογράφηση είναι αυτή που θα «τραβήξει» το μάτι. Άρα, ναι, η εικονογράφηση παίζει πρωταρχικό ρόλο στην επιλογή και τελικά αγορά ενός παιδικού βιβλίου. Η ωραία και ενδιαφέρουσα εικονογράφηση όμως δεν αποτελεί πάντα εγγύηση για ένα αντίστοιχα ενδιαφέρον κείμενο, με αποτέλεσμα πολλές φορές να βλέπουμε βιβλία με εκπληκτικές εικονογραφήσεις αλλά με κείμενα που δεν ανταποκρίνονται στο επίπεδο της εικονογράφησης και τις προσδοκίες που έχει δημιουργήσει αυτή.

– Έχουν αλλάξει οι προτιμήσεις του ελληνικού αγοραστικού κοινού όσον αφορά το παιδικό βιβλίο σε σχέση με το παρελθόν; Προτιμούν νέα, ελληνική παιδική λογοτεχνία ή επιμένουν σε πιο κλασικές επιλογές;
Υπάρχει μια μερίδα κοινού, νέοι γονείς κυρίως και νέοι εκπαιδευτικοί, άνθρωποι που ασχολούνται με τα παιδιά, που ψάχνονται λίγο παραπάνω, που μπαίνουν σε βιβλιοπωλεία με τα παιδιά τους, που ψάχνουν να βρουν αν υπάρχουν διαθέσιμες βιβλιοθήκες στη γειτονιά τους, που γενικώς διαβάζουν οι ίδιοι και έχουν τη διάθεση και τον χρόνο να ερευνήσουν τον χώρο λίγο παραπάνω. Είναι άνθρωποι που διαβάζουν και ξέρουν πάνω κάτω τι γίνεται και στο εξωτερικό. Σε αυτό έχει βοηθήσει και η άνθιση των αμιγώς παιδικών βιβλιοπωλείων, τόσο των φυσικών καταστημάτων όσο και των ηλεκτρονικών. Το γεγονός ότι το παιδικό βιβλίο δεν έχει την προβολή που του αξίζει από τα Μέσα (και δεν μιλάω για τα σόσιαλ όπου εκεί γίνεται χαμός, χωρίς όμως ουσιαστική κριτική, αλλά απλή δημοσίευση φωτογραφιών), κάνει την κατάσταση ακόμα πιο δύσκολη ως προς την ενημέρωση του κοινού για το συγκεκριμένο είδος λογοτεχνίας.

– Ποια είναι η μεγαλύτερη προσδοκία σας για το μέλλον του ελληνικού, παιδικού βιβλίου;
Να δημιουργηθεί ξανά ένας φορέας που να ασχολείται με το βιβλίο και ειδικά με το παιδικό βιβλίο. Και να υπάρξει αλλαγή στη νοοτροπία και τον τρόπο αντιμετώπισης του παιδικού βιβλίου. Δυστυχώς μεγάλη μερίδα του κοινού αλλά και μερίδα του χώρου της ενήλικης λογοτεχνίας αντιμετωπίζουν τους δημιουργούς παιδικών βιβλίων και το έργο τους με ένα είδος ρατσισμού, ότι παράγουν έργα κατώτερης αξίας και λογοτεχνικής ουσίας μόνο και μόνο επειδή απευθύνονται σε παιδιά. Αν θέλουμε να βλέπουμε παιδιά που διαβάζουν για τη δική τους ευχαρίστηση, όπως ακριβώς κάνουμε και οι ενήλικες, τότε χρειαζόμαστε παιδικές βιβλιοθήκες, δημόσιες, σχολικές, εύκολα προσβάσιμες από όλα τα παιδιά, ανεξαρτήτως κοινωνικο-οικονονικών πλαισίων. Αν θέλουμε ενήλικες αναγνώστες, τότε χρειαζόμαστε παιδικά βιβλία που να διαμορφώνουν την κουλτούρα του αναγνώστη από νωρίς. Και φυσικά, περισσότερες ωραίες ιστορίες, χωρίς ηθικά διδάγματα και διδακτισμούς. Αν δεν έχεις παιδικό βιβλίο, μην περιμένεις να έχεις στο μέλλον ενήλικες αναγνώστες. Είναι σαν να χτίζεις σπίτι χωρίς γερά θεμέλια.