«Αστρόσκονη, ακτινοπίστολα & ονειροπόληση στην Εποχή του Φεγγαριού», ήτοι «Stardust, Rayguns & Moonage Daydreams». Πανέμορφος τίτλος στα αγγλικά μεν, αρκετά δύσκολο να αποδοθεί στα ελληνικά δε, και όμως η δουλειά που έχει πέσει πάνω σε αυτό το graphic novel θα ικανοποιούσε ακόμη και τον πιο die hard φανατικό του Μπάουι.

Το κόμικ αναφέρεται στην ζωή του βρετανού μουσικού από τα παιδικά του χρόνια μέχρι τα 25 του, όταν δηλαδή αρχικά κατασκεύασε και στην συνέχεια «σκότωσε» την glam rock διαστημική και υπεραστρική περσόνα του Ziggy Stardust.

Οι δε συντελεστές του εγχειρήματος είναι όλοι ένας και ένας: ο πρόλογος είναι του μεγάλου Neil Gaiman με τα σχέδια του «προστατευόμενου» του Mike Allred με τον οποίο, μαζί, είχαν φέρει πίσω τον χαρακτήρα Prez στις σελίδες του «The Sandman: Worlds’ End» και είχαν φτιάξει ένα από τα πιο αγαπημένα κόμικς του Gaiman, την ιστορία του Metamorpho στα Wednesday Comics -και το σενάριο του Steve Horton μαζί, ασφαλώς.

Ο πρόλογος του Gaiman έχει τίτλο «If We Can Sparkle He May Land Tonight» και αφηγείται την πρώτη επαφή του με το φαινόμενο «Μπάουι». «Τα τραγούδια του David Bowie ήταν ιστορίες», θυμάται και αναγράφει, «όπως οι όπερες των Gilbert και Sullivan». Μεταξύ των αγαπημένων αναμνήσεων του Gaiman ήταν όταν το 1975, πιτσιρικάς ων, περπάτησε μέχρι το σταθμό της Victoria στο Λονδίνο, εκεί όπου ο Thin White Duke έφτασε με ένα ειδικά μισθωμένο τρένο. Ο Gaiman θυμάται τους Bowie lookalikes, τους «κλώνους» του Ντέιβιντ στο σταθμό και να ακούει τότε φανατικά το άλμπουμ «Station to Station». «Ο κόσμος κάπως αποσπάστηκε από μια θολή φωτογραφία που έδειχνε τον Bowie να κάνει έναν ναζιστικό χαιρετισμό», υπογραμμίζει.

Στην αρχή του κόμικ, ο Bowie παρουσιάζεται ως ένας ακούραστος και εξαιρετικά διερευνητικός καλλιτέχνης, μέλος των συγκροτημάτων The Konrads, The Mannish Boys και The King Bees, παρέα με κάποιους άλλους νέους μουσικούς από το Λονδίνο που στην συνέχεια θα αποτελούσαν τους Small Faces και τους T. Rex. Είναι η εποχή που τα αυτιά του «καταβροχθίζουν» τους Velvet Underground, τους Rolling Stones, τους Who και τους Pink Floyd και τα μάτια του «πιάνουν» τα δάχτυλα του Eric Clapton να έχουν πάρει… φωτιά μια νύχτα σε ένα λονδρέζικο κλαμπ. Το κόμικ μάς δείχνει το πώς αναγκάζεται να αλλάξει το όνομά του σε Bowie, επειδή υπήρχε ο (συνονόματός του) David Jones στους Monkees ή το ότι κυκλοφόρησε το πρώτο του άλμπουμ την ίδια μέρα με το «Sgt. Pepper’s Lonely Hearts Club Band» -αλλά δεν τα καταφέρνει τόσο καλά στα ράφια των δισκοπωλείων όσο το αντίστοιχο των Beatles.

Κατόπιν απεικονίζεται με ποιο τρόπο γνωρίζει τον Τόνι Βισκόντι, τον γεννημένο στο Μπρούκλιν μουσικό και παραγωγό που θα ήταν σχεδόν ισόβιος συνεργάτης του. Το ζευγάρι «δένεται» καλλιτεχνικά με την προβολή της ταινίας του Roman Polanski, το «Μαχαίρι στο Νερό». Ο Μπάουι βρίσκει τον δικό του Τζεφ Μπεκ στο πρόσωπο και την ταστιέρα της κιθάρας του Μικ Ρόνσον. Γενικά, το κόμικ βρίθει άγνωστων πληροφοριών για τον άνθρωπο αλλά και τον καλλιτέχνη Μπάουι, γεγονός που αποδεικνύει ότι οι συντελεστές του έριξαν τρελή δουλίτσα και δεν είναι μια ακόμη «αρπαχτή» στηριζόμενη απλώς στον μύθο που θα συνοδεύει τον Ντέιβιντ εις το διηνεκές.

Αν είστε λάτρης της ροκ και ποπ κουλτούρας, πιθανώς και να γνωρίζετε όλους τους χαρακτήρες του κόμικ. Π.χ. σε κάποιο σημείο απεικονίζεται ο Μπάουι, νεαρός 20άρης, να ψωνίζει ρούχα και παπούτσια από το κατάστημα που τότε ήταν πωλητής ο… Φρέντι Μέρκιουρι των Queen και κατόπιν να πίνει τσάι με τον Έλτον Τζον -ο οποίος απορρίφθηκε από τον Βισκόντι ως «αντιεμπορικός». Γενικά, σε κάθε μια από τις σελίδες του ο ανυποψίαστος, αλλά και εξίσου υποψιασμένος οπαδός του Μπάουι, θα μάθει και κάτι νέο για τον αγαπημένο του μουσικό.

Κυρίως δε, το κόμικ πιάνει και συλλαμβάνει τον Μπάουι στην κανονική, γήινη διάστασή του αρχικά και κατόπιν στην εξωγήινη εκδοχή του, ως ροκ σωτήρας Ziggy, χωρίς να χαρίζει ή να εκχωρεί τίποτα και σε κανέναν για χάρη της απόλυτης μουσικής αλήθειας -πρωτίστως δε, λαμβάνοντας εξίσου αποστάσεις από τον μύθο που έχτισε ο Μπάουι, έχοντάς τον πρώτα ασφαλώς τοποθετήσει πάνω στο μουσικό βάθρο που, αξιωματικά, του ανήκει μετά από μισόν αιώνας τόσο σπουδαίας καριέρας και επιρροής σε μύριους όσους τον ακολούθησαν, ενσυνείδητα ή υποσυνείδητα.

Ένα πραγματικό must για κάθε οπαδό τόσο του ίδιου του Μπάουι, όσο και των graphic novels εν γένει.

* Το «Αστρόσκονη, ακτινοπίστολα & ονειροπόληση στην Εποχή του Φεγγαριού» κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Οξύ.