Είναι τέλη της χειρότερης δεκαετίας του 20ου αιώνα, και ο νεαρός ζωγράφος Γαΐτης, που ζει στην κατοχή και στον εμφύλιο, έχει εγκαταλείψει τα τοπία και τις νεκρές φύσεις (αλλά και τη Σχολή Καλών Τεχνών μετά το πρώτο έτος) και δημιουργεί έργα σουρεαλιστικά. Στη δεύτερη μεγάλη έκθεσή του, το 1947 στον Παρνασσό, ο κόσμος γελάει με τα έργα του και εκείνος το απολαμβάνει. «Ήταν μια ευκαιρία για τον κόσμο να κοιτάξει ελεύθερα τη ζωγραφική», λέει πολλά χρόνια αργότερα ο ίδιος, ενώ θυμάται από εκείνη την εποχή τον πατέρα του να απορεί: «Παιδί μου πού πας; Τι είναι αυτά που κάνεις;». Ευτυχώς, θυμάται, επίσης, ο πατέρας του ήταν καλός φίλος με τον σπουδαίο γλύπτη Μιχάλη Τόμπρο και τον εξπρεσιονιστή ζωγράφο Γιώργο Μπουζιάνη, με τον τελευταίο να λέει: «Άσε το παιδί να ζωγραφίσει, ξέρει τι κάνει». Και όπως όλα έδειξαν, ο Γιάννης Γαΐτης ήξερε τι έκανε. Πέρασε με εργατικότητα και συνέπεια από τη μία εικαστική γλώσσα στην άλλη. Ανέπτυξε έναν προσωπικό κώδικα γραφής, και αργότερα, μέσα στα χρόνια οδηγήθηκε στα πρώτα εκείνα ανθρώπινα-σύμβολα· το περίφημο ανθρωπάκι του, που γίνεται εμβληματική φιγούρα στο έργο του και μια από τις σπουδαιότερες εικαστικές κληρονομιές μας.

Φέτος, συμπληρώνονται εκατό χρόνια από τη γέννηση του μεγάλου ζωγράφου και το Ίδρυμα Εικαστικών Τεχνών και Μουσικής Β. & Μ. Θεοχαράκη συνεργάζεται με την κόρη του Λορέττα Γαΐτη και παρουσιάζουν την έκθεση «Γιάννης Γαΐτης. Η ουσία του απρόσωπου», σε επιμέλεια Τάκη Μαυρωτά.

Η έκθεση περιλαμβάνει αντιπροσωπευτικά και πολύτιμα έργα του Γιάννη Γαΐτη καλύπτοντας την πορεία της καλλιτεχνικής του διαδρομής, από το 1944, με την περίφημη Αυτοπροσωπογραφία έως το τέλος της δημιουργικής του δράσης. Ανάμεσα τους συμπεριλαμβάνονται ενδεικτικά τα κορυφαία του έργα: Σειρήνες-Οδυσσέας, «Ω! Θεοί» ή Οι Συμπληγάδες, Δήλος, Στην Αυλή των Θαυμάτων, Μοτοσικλετιστής, Ανθρωπάκια με Ρόδες, Έκθεση και θεατές του δρόμου. Η έκθεση ξεκινάει με τις αυτοπροσωπογραφίες του ζωγράφου, τα πορτραίτα της οικογένειας του και της συζύγου του, της γλύπτριας Γαβριέλλας Σίμωσι, με την οποία εργάστηκαν στο Παρίσι και συνεκτίθενται έργα της από γύψο, πολυεστέρα και ορείχαλκο μαζί με τα αινιγματικά της κολλάζ.

Ο επιμελητής, κ. Τάκης Μαυρωτάς, επισημαίνει στον κατάλογο της έκθεσης: «Ο Γαΐτης ήταν ένα νέο και ζωντανό πνεύμα στην εποχή του. Μετά τον τραγικό εμφύλιο πόλεμο και τις τεράστιες κοινωνικοοικονομικές δυσκολίες που αντιμετώπιζε η Ελλάδα αποφασίζει να εγκατασταθεί στο Παρίσι το 1954, στα 31 του χρόνια. Στο πλευρό του, μούσα της δημιουργικής του πνοής, στάθηκε η εσωστρεφής και δυναμική γλύπτρια Γαβριέλλα Σίμωσι, με την οποία παντρεύτηκαν την ίδια χρονιά και απέκτησαν τη μοναχοκόρη του Λορέττα.

Η ανθρωπογεωγραφία της καθημερινότητας του Γαΐτη, με εκατοντάδες ανθρωπάκια, που άλλοτε τα συναντάμε στην επιφάνεια μιας κονσέρβας και άλλοτε βγαίνουν μέσα από αυτή, αποτυπώνουν το προσωπικό του ύφος. Ο ίδιος έχεις την αίσθηση ότι επιθυμεί να έχει το δικό του διάλογο με την pop art. Ο Andy Warhol είναι Αμερικανός και αυτό γίνεται άμεσα αντιληπτό από τις κονσέρβες Campbell και τα πορτρέτα της Marilyn Monroe, τα μπουκάλια της Coca Cola έως το γνωστό δολάριο. Ο Γιάννης Γαΐτης είναι Έλληνας, βαφτισμένος στο Αιγαίο και, με τη δική του αμεσότητα, δίνει τις απαντήσεις του στα μεγάλα ερωτήματα της εποχής μας. Τα ανθρωπάκια του ταξιδεύουν στο μακρινό χθες, στο αρχαίο μας παρελθόν, σαν να ζητούν να ταυτίσουν την οντολογική τους παρουσία με την ιστορία ή να αισθανθούν την αναγκαιότητά της, φτιάχνοντας, με τα σώματά τους, τη δική του Ακρόπολη.

Βαθιά ουμανιστής, άλλοτε με σαρκασμό και άλλοτε με χιούμορ, προσέγγιζε το πρότυπο του ανθρώπου, εκείνου που επιζητεί τον εφησυχασμό, για μια ζωή χωρίς μεγάλες ευθύνες και θυσίες, χωρίς εξάρσεις και δυνατά πάθη. Έτσι, το ανθρωπάκι του δεν χάνεται μέσα στο δάσος της ζωής και είναι σαν το δέντρο που στέκεται ακλόνητα στη θέση του, ομοιόμορφο, ατάραχο, υπάκουο. Ο Γαΐτης αντλούσε την έμπνευσή του από την καθημερινότητα και αυτήν απέδιδε με το δικό του εκφραστικό ιδίωμα. Το ένστικτό του, από την αρχή της καλλιτεχνικής του πορείας, τον οδήγησε στο προσωπικό του ιδεώδες, με συνέπεια, αφού η μια σκέψη του διαδέχεται με συνοχή την άλλη, για να ολοκληρώσει το όραμά του. Ένα όραμα, που καθιστά δυνατή την ερμηνεία του περιεχομένου του, αφού επιχειρεί να κατανοήσει κάτι από την συνθετότητα της πραγματικότητας, με τα θεμελιώδη, παγκόσμια προβλήματα».

Απ’ το τελάρο στον δρόμο

Ο Γιάννης Γαΐτης δημιούργησε τα πρώτα ανθρωπάκια του στα μέσα της δεκαετίας του ‘60, και όπως ο ίδιος επισήμανε στην εκπομπή Μονόγραμμα του Γιώργου και της Ηρώς Σγουράκη, πίσω στο 1984: «Τα ξύλινα αυτά ανθρωπάκια βγήκαν από το τελάρο μου το 1972 για μια έκθεση του Γκαίτε. Μέχρι τότε, είχα ακόμα τα ανθρώπινα τοπία, που ήταν ζωγραφική. Ήθελα όμως ο κόσμος αυτός να περπατήσει στον δρόμο. (…)Τα ανθρωπάκια μου άρχισαν να συμμετέχουν στη ζωή μου. Κι εγώ ήμουν μαζί τους κοντά τους, τα παρακολουθούσα. (…) Αυτό το τελευταίο στάδιο είναι αυτό που με αντιπροσωπεύει απόλυτα. Γιατί οι άνθρωποι, τα ανθρωπάκια που λέω, έφτασαν σε ένα σημείο που δεν παίρνει άλλο, δεν πάει πιο μακριά. Δηλαδή οι άνθρωποι γίναμε ένα· ένα νούμερο και τίποτα παραπάνω. Εγώ κάνω μια μαρτυρία και σας λέω φροντίστε να σωθείτε, να σωθούμε. Δεν μπορώ να κάνω τίποτε άλλο εγώ, εκτός από αυτή τη μαρτυρία».

Και είπε ακόμη: «Αν και υπάρχουν κριτικοί που μπορούν να μιλήσουν και να αναλύσουν τη δουλειά μου, έχω πιο πολύ δικαίωμα να μιλήσω για τα ανθρωπάκια που είναι ξύλινα μεν, αλλά είναι αληθινά. Είναι το ανθρωπάκι του σήμερα στο κατεστημένο του σήμερα και είναι το ίδιο αυτό ανθρωπάκι που αντιδρά στο κατεστημένο. (…) Ο κόσμος δεν θέλει να βλέπει τον εαυτό του ανθρωπάκι. Προτιμάει δηλαδή ένα βότσαλο, ένα λουλούδι ή κάτι άλλο, αλλά ποτέ ανθρωπάκι! Γιατί σου λέει “εγώ δεν είμαι αυτός”. Κι όμως είναι».

Το ανθρωπάκι του Γαΐτη επαναλαμβάνεται αρχικά γύρω από μια κεντρική παράσταση, για να σχηματοποιηθεί και να τυποποιηθεί στη συνέχεια, αποτελώντας, επαναλαμβανόμενο σε διάφορες παραλλαγές, ένα σύμβολο και ένα μέσο ειρωνείας και κοινωνικής κριτικής. Με επίκεντρο το ανθρωπάκι αυτό δημιούργησε επίσης κατασκευές, υπερμεγέθεις γλυπτικές συνθέσεις, περιβάλλοντα και χάπενινγκς, ενώ το μετέφερε και σε ρούχα, υφάσματα και παιχνίδια.

Ο Γιάννης Γαΐτης, μίλησε στο Μονόγραμμα, με αφορμή την επικείμενη αναδρομική έκθεσή του στην Εθνική Πινακοθήκη το καλοκαίρι του 1984. Εκεί τον βλέπουμε να εργάζεται μαζί με την ομάδα του προετοιμάζοντας τη μεγάλη αυτή έκθεση, ενώ μιλάει μέσα από το ατελιέ του, έναν χώρο 4×4, όπου γεννήθηκε, μεγάλωσε, έμαθε να ζωγραφίζει και διατήρησε εκεί το εργαστήριό του παρά το μικρό του μέγεθος. «Είναι μικρό βέβαια, αλλά δεν μπορώ να ζωγραφίσω σε μεγαλύτερο χώρο. Ο μεγαλύτερος χώρος μου δημιουργεί μια ανασφάλεια. Προτιμώ να έχω τα πράγματα δίπλα μου και να ακουμπάνε σχεδόν πάνω μου. Όταν τα ανθρωπάκια ακουμπάνε απάνω μου, τα νιώθω. Δεν είναι ξένα από εμένα. Όταν τα βάλω σε μια γωνιά, αποξενώνονται», είχε πει χαρακτηριστικά και εν είδη αποχαιρετισμού για τα ανθρωπάκια που μας κληροδότησε, καθώς στις 22 Ιουλίου 1984, έξι ημέρες μετά τα εγκαίνια της μεγάλης αναδρομικής έκθεσής του στην Εθνική Πινακοθήκη (στα οποία δεν μπόρεσε να παρευρεθεί), ο Γιάννης Γαΐτης έφυγε από τη ζωή.

Τρείs ερωτήσεις στον Τάκη Μαυρωτά

– Τι σας γοητεύει περισσότερο στο έργο του Γαΐτη;
Η αξεπέραστη οµορφιά του έργου του, που άλλοτε µε σαρκασµό και άλλοτε µε χιούµορ, προσεγγίζει εκείνο το πρότυπο του ανθρώπου που επιζητεί τον εφησυχασµό, χωρίς µεγάλες ευθύνες και θυσίες, χωρίς εξάρσεις και δυνατά πάθη. Έτσι, το ανθρωπάκι του δεν χάνεται µέσα στο δάσος της ζωής και είναι σαν το δέντρο που στέκεται ακλόνητο στη θέση του, οµοιόµορφο και ατάραχο. Ο Γαΐτης αντλούσε την έµπνευση του από την καθηµερινότητα, χωρίς να την εξιδανικεύει, αφήνοντας το ένστικτο του να τον οδηγεί στον προσωπικό του οραµατικό κόσµο και ο ίδιος να κατανοεί κάτι από τη συνθετότητα της πραγµατικότητας µε τα θεµελιώδη παγκόσµια προβλήµατα.

– Υπάρχει κάποιο έργο ή έργα που ξεχωρίζετε και που θα θέλατε να µας µιλήσετε περισσότερο γι’ αυτό;
Είναι πολλά τα έργα, αλλά θα σταθώ ενδεικτικά στο ζωγραφικό του έργο Σειρήνες-Οδυσσέας, λάδι σε µουσαµά, 190 x 195,5 εκ., από τη Συλλογή της Εθνικής Πινακοθήκης. Ο Γαΐτης αποδίδει αυτές τις γυναικείες θεότητες, οι οποίες σχετίζονται µε το νερό, τον έρωτα και το θάνατο, µε έναν µοναδικό εκφραστικό τρόπο. Αυτές οι θαλάσσιες δαιµόνισες της Ελληνικής µυθολογίας αποτυπώνονται αινιγµατικά, χωρίς καµία έµφαση στη γυναικεία τους υπόσταση. Ντυµένες µε το γνώριµο καπέλο του Γαΐτη και µε σώµα αρπακτικού πουλιού, το µόνο στοιχείο που µας υπενθυµίζει τη µυθική τους υπόσταση, πλησιάζουν τον Οδυσσέα, που είναι δεµένος στο κατάρτι, χωρίς όµως τίποτα να θυµίζει τον βασιλιά της Ιθάκης, ούτε να ανακαλεί τον χαρακτήρα του κορυφαίου πρωταγωνιστή στο επικό ποίηµα του Οµήρου, Οδύσσεια. Ένα έργο αφιερωµένο στον πολυµήχανο Οδυσσέα και το ταξίδι του στη ζωή, που τελικά σκοτώθηκε από τον ίδιο του τον γιο γιατί δεν µπόρεσε να ερµηνεύσει σωστά την προφητεία του Τειρεσία.

– Πώς πιστεύετε ότι θα νοηµατοδοτούσε ο Γαΐτης τα ανθρωπάκια του σήµερα;
Ο Γαΐτης πήρε σοβαρά τις επιθυµίες και τα αισθήµατα του για τον κόσµο µας. Σήµερα αν ζούσε θα ήταν 100 ετών και αλήθεια πώς θα προσέγγιζε τον οδυνηρό πόλεµο της Ουκρανίας; Τη µοίρα όλων αυτών που αγωνίζονται για την ελευθερία τους; Οι τραγικές εµπειρίες από τα εφιαλτικά χρόνια της Κατοχής, του εµφυλίου Πολέµου αλλά και των σκοτεινών χρόνων της δικτατορίας θα ξαναζωντάνευαν την ειρωνεία της ζωής απέναντι στην κακή µοίρα των ανθρώπων; Ο ίδιος άγγιζε την πραγµατικότητα, άλλοτε µέσα από τον µύθο, και άλλοτε µέσα από το όνειρο ή τη φαντασία. Το έργο του σήµερα συνεχίζει να ανοίγει νέους ορίζοντες στον στοχασµό και ειρωνικά να στέκεται απέναντι στην υπερπαραγωγή και υπερκαταναλωτική µανία του κόσµου που θαρρείς δεν έχει τέλος. Και εκείνος, µας αφήνει µπροστά στους καθρέφτες του για να βλέπουµε αυτό που είµαστε. Και να τον αναζητούµε ανάµεσα στα Ανθρωπάκια του, όπου βρίσκεται και ο ίδιος. Ένας σπουδαίος δηµιουργός ανάµεσα στα 4.500 ανεπανάληπτα έργα του.

O Τάκης Μαυρωτάς είναι ∆ιευθυντής Εικαστικού Προγράµµατος του Ιδρύµατος Β. & Μ. Θεοχαράκη

➭ Τα εγκαίνια τις έκθεσης «Γιάννης Γαΐτης. Η ουσία του απρόσωπου» θα πραγµατοποιηθούν την Τετάρτη 8 Φεβρουαρίου στο Ίδρυµα Εικαστικών Τεχνών και Μουσικής Β. & Μ. Θεοχαράκη (Βασιλίσσης Σοφίας 9 &, Μέρλιν 1, 2103611206, thf.gr).

Ώρες λειτουργίας: ∆ευτέρα-Κυριακή 10:00-18:00, Πέµπτη 10:00-20:00

Τα έργα της έκθεσης προέρχονται από την Εθνική Πινακοθήκη, τη Συλλογή Έργων Τέχνης της Alpha Bank, το Μουσείο Νεοελληνικής Τέχνης ∆ήµου Ρόδου, το Μουσείο Βορρέ, το Ευρωπαϊκό Πολιτιστικό Κέντρο ∆ελφών, το Ίδρυµα Αντώνιος Ε. Κοµνηνός, την Τράπεζα Πειραιώς, την Εθνική Τράπεζα και από τους συλλέκτες κ. Ειρήνη Παναγοπούλου, κ. Φίλιππο Τσαγκρίδη, κ. Σπήλιο Μανιά, κ. Άννα Ροκοφύλλου, κ. Μαίρη Γαΐτη-Βορρέ, κ. Φραγκίσκο Γαΐτη, κ. Ηλέκτρα Βασιλείου, κ. Ελένη Παπακωνσταντίνου καθώς και εκείνους που επιθυµούν να διατηρήσουν την ανωνυµία τους.