Στις πρώτες σελίδες του μυθιστορήματος του Τόμας Πίντσον «Η Συλλογή των 49 στο Σφυρί» του 1965, δάκρυα τρέχουν από τα μάτια της πρωταγωνίστριάς του καθώς παρατηρεί έναν υπερρεαλιστικό πίνακα που απεικονίζει «μια παρέα κοριτσιών που έχουν πρόσωπα σε σχήμα καρδιάς» που μοιάζουν να είναι «φυλακισμένες στο πιο ψηλό πάτωμα ενός πύργου». Τα κορίτσια κεντούν ένα είδος υφαντού που φαίνεται να βγαίνει από τα παράθυρα του πύργου.

Η σκηνή αυτή είναι φανταστική αλλά το έργο είναι πραγματικό: Πρόκειται για το έργο “Embroidering the Earth’s Mantle” (1961), της Ρεμέδιος Βάρο, μιας Ισπανίδας ζωγράφου που μετανάστευσε στην Πόλη του Μεξικού κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Στους περίτεχνα λεπτομερείς, συχνά αλληγορικούς πίνακες, η Βάρο απεικόνιζε μαθητευόμενες μοναχές και τις αλλόκοτες περιπέτειές τους. Ανδρόγυνες, ασκητικές φιγούρες, αφοσιωμένες σε επιστημονικές, μουσικές και καλλιτεχνικές ανακαλύψεις, αλλά και μοναχικές γυναίκες όπου ορισμένες από αυτές μοιάζουν με την ίδια τη Βάρο – λεπτοκαμωμένες και γοητευτικές γυναίκες που βιώνουν μια υπερβατική εμπειρία. Το ύφος του έργου της, ως προς την λεπτομερή του ακρίβειά, θύμιζε την τέχνη της Αναγέννησης, αλλά οι ονειρικοί της πίνακές έφεραν κάτι το απόκοσμο.

Στη βιογραφία της, «Απρόσμενα ταξίδια: Η τέχνη και η ζωή της Ρεμέδιος Βάρο» του1988, η ιστορικός τέχνης Τζάνετ Α. Κάπλαν ισχυρίζεται ότι η δύναμη της Βάρο προερχόταν κυρίως από την μαεστρία της να αφηγείται ιστορίες. «Σχεδίαζε χαρακτήρες και τοπία που παρασέρνουν τον θεατή στις περίεργες αφηγήσεις της».

Ρεμέδιος Βάρο
Sympathy (The cat’s rage), 1955

Η Μαρία ντε λος Ρεμέδιος Αλίθια Ροντρίγκα Βάρο γεννήθηκε στις 16 Δεκεμβρίου του 1908 στο Άνγκλες, μια μικρή πόλη στη βορειοανατολική Ισπανία. Ο πατέρας της, Ροντρίγκο Βάρο, που ήταν μηχανικός, της δίδαξε σχέδιο και ενθάρρυνε το ενδιαφέρον της για την τέχνη και την επιστήμη. Η μητέρα της, Ιγνάθια Ουράνγκα Μπεργκαρέτσε, μια αφοσιωμένη Ρωμαιοκαθολική γυναίκα από την Χώρα των Βάσκων, της έδωσε το όνομα Μαρία από την Παναγία την Θεραπεύουσα καθώς και την μεγαλύτερη αδελφή της που ωστόσο είχε πεθάνει προτού γεννηθεί η Βάρο.

Στα 8 της χρόνια, αφού η οικογένειά της είχε μετακομίσει στη Μαδρίτη, η Μαρία στάλθηκε σε ένα αυστηρό καθολικό σχολείο θηλέων. Η μικρή Μαρία κατάφερνε να δραπετεύει από το αυστηρό εκπαιδευτικό πλαίσιο διαβάζοντας τις περιπέτειας του Ιουλίου Βερν και του Αλέξανδρου Δουμά. Η αυστηρή σχολική ρουτίνα – προσευχή, εξομολόγηση, ράψιμο και άλλα παρόμοια – την επηρέασαν τόσο βαθιά που θα αποτυπώνονταν σε μερικά από τα πιο διάσημα έργα της όπως το «Κεντώντας τον μανδύα της Γης».

Στα 12 της χρόνια η Βάρο είχε αρχίσει να ζωγραφίζει τα πρώτα της έργα. Είχε ένα μικρό τετράδιο όπου με εξαιρετική ικανότητα ζωγράφιζε πορτρέτα των μελών της οικογένειάς της. Στα 15 της πέρασε στη Βασιλική Ακαδημία Καλών Τεχνών του Σαν Φερνάντο στη Μαδρίτη -όπου είχαν σπουδάσει επίσης ο Πάμπλο Πικάσο και ο Σαλβαδόρ Νταλί– απ’ όπου αποφοίτησε το 1930.

Την επόμενη δεκαετία έζησε μεταξύ Παρισιού και Βαρκελώνης, όπου κινήθηκε ανάμεσα σε μποέμ, πρωτοποριακούς και σουρεαλιστικούς κύκλους. Μέχρι το 1937 το έργο της εμφανιζόταν σε διάφορα υπερρεαλιστικά έντυπα και στη συνέχεια σε διεθνείς εκθέσεις στο Λονδίνο, το Τόκιο, το Παρίσι, το Άμστερνταμ και την Πόλη του Μεξικού.

Armonía (Autorretrato Sugerente), 1956

Μετά τη κατοχή του Παρισιού από τους Γερμανούς τον Ιούνιο του 1940, κατέφυγε στη νότια Γαλλία με τον τότε σύντροφό της, τον Γάλλο υπερρεαλιστή ποιητή Μπέντζαμιν Περέ – φτάνοντας στη Μασσαλία, όπου είχαν συγκεντρωθεί κι άλλοι καλλιτέχνες και διανοούμενοι. Το ζευγάρι ταξίδεψε τελικά στην Καζαμπλάνκα, στο Μαρόκο, και αργότερα επιβιβάστηκε σε ένα κατάμεστο πορτογαλικό υπερωκεάνιο με προορισμό το Μεξικό, όπου και αναγνωρίστηκαν ως πολιτικοί πρόσφυγες.

Η εμπειρία φυγής αντανακλάται στους πίνακες της Βάρο που απεικονίζουν ανθρώπους να μεταφέρονται σε βάρκες, κι άλλους να διασχίζουν δάση – απεικόνιζε ανθρώπους θλιμμένους και ταλαιπωρημένους με σκυθρωπές εκφράσεις.

«Όπως και άλλοι καλλιτέχνες που αναγκάστηκαν να ζήσουν και να δημιουργήσουν υπό πίεση, νομίζω ότι η καλλιτεχνική της γλώσσα είναι πολύ πλούσια σε μυθολογία και σύμβολα», δήλωσε σε τηλεφωνική συνέντευξή του ο Εμμανουέλ Ντι Ντόνα που συμπεριέλαβε το έργο της Βάρο στην έκθεσή του «Ο υπερρεαλισμός στο Μεξικό» το 2019.

Η Βάρο θα ζούσε στο Μεξικό για το υπόλοιπο της ζωής της, με εξαίρεση έναν χρόνο που έζησε στη Βενεζουέλα.

Τη δεκαετία του 1950 και στις αρχές της δεκαετίας του ’60 στην Πόλη του Μεξικού η Βάρο ζωγράφισε τα καλύτερά της έργα – γεμάτα έμπνευση, ορμή, σκότος, φαντασία και αυτοβιογραφικά στοιχεία. Εκεί, συγκέντρωσε γύρω της έναν κύκλο εξόριστων καλλιτεχνών, μεταξύ των οποίων η Ουγγαρέζα  υπερρεαλίστρια φωτογράφος Κάτι Χόρνα, ο Αυστριακός υπερρεαλιστής καλλιτέχνης Βόλφγκανγκ Πάαλεν και η Βρετανίδα υπερρεαλίστρια ζωγράφος Λεονόρα Κάρινγκτον, με τους οποίους μοιραζόταν τις ιδέες και τις καλλιτεχνικές της ανησυχίες.

Ρεμέδιος Βάρο
Remedios Varo, Armonía (Autorretrato Sugerente), 1956

«Η Βάρο και η Κάρινγκτον συναντιούνταν σχεδόν κάθε μέρα. Τα πρωινά πήγαιναν βόλτα στην αγορά και αργότερα το βράδυ για δείπνο, όπου συζητούσαν παθιασμένα για τα έργα τους», δήλωσε η Γουέντι Νόρρις, η οποία διοργάνωσε την ατομική έκθεση “Indelible Fables” με έργα της Βάρο στην γκαλερί της στο Σαν Φρανσίσκο το 2012. «Πιστεύω ότι πολλές από τις δημιουργίες των δύο τους γεννήθηκαν μέσα από τις συζητήσεις τους».

Η Νόρις είπε ότι οι δύο γυναίκες είχαν συχνά παρόμοιες ιδέες – καθώς μεταξύ τους ανέλυαν τις θεωρίες του ψυχαναλυτή Καρλ Γιουνγκ και των φιλοσόφων του αποκρυφισμού Τζορτζ Γκουρτζίεφ και Π.Δ. Ουσπένσκι – αλλά ότι τις εξέφραζαν με διαφορετικούς τρόπους. Ενώ η Κάρινγκτον ήταν ελεύθερη στη ζωγραφική της, η Βάρο χρησιμοποιούσε πιο αυστηρή φόρμα.

«Η ακρίβειά στις πινελιές της και ο τρόπος με τον οποίο αραίωνε τα χρώματα για να πετύχει ένα φωτεινό πολυεπίπεδο αποτέλεσμα – είναι πέρα για πέρα αριστοτεχνική», δήλωσε η Νόρις.

Η Βάρο ενδιαφερόταν για τις αναλογίες και την κλίμακα, όπως ακριβώς και ο πατέρας της, και σχεδίαζε προσεκτικά ακόμα και τα προσχέδια. Μερικές φορές της έπαιρνε ακόμα και μήνες για να ολοκληρώσει έναν μικρό πίνακα.

Η Βάρο συμμετείχε σε εργαστήρια ευαισθητοποίησης με βάση τις διδασκαλίες του Γκουρτζίεφ, μια εμπειρία που της επέτρεψε να αξιοποιήσει τη βαθύτερη φαντασία της, δήλωσε η Τερέ Αρκ, ανεξάρτητη επιμελήτρια που το 2008 επιμελήθηκε μια αναδρομική έκθεση για τα εκατό χρόνια του έργου της Βάρο για το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης στην Πόλη του Μεξικού. Οι συμμετέχοντες στα εργαστήρια μπορεί να συγκεντρώνονταν για έξι συνεχόμενες ώρες μπροστά από ένα άψυχο αντικείμενο, όπως μια ξύλινη καρέκλα, εστιάζοντας στη ζωή που υπήρχε μέσα στο αντικείμενο, είπε η Αρκ. Το ξύλο της καρέκλας, για παράδειγμα, προερχόταν από ένα δέντρο και το δέντρο ήταν κάποτε ζωντανό.

Les Feuilles mortes (Les heures mortes, El hilo)

Η Βάρο, η οποία είχε πλέον περάσει την ηλικία των 40, έκανε την επανάστασή της με μια ομαδική έκθεση το 1955, στην οποία παρουσιάστηκαν πίνακες που καταπιάνονταν με το υποσυνείδητο, τον αποκρυφισμό και τη μεταφυσική – σε πολλούς από αυτούς, ο πρωταγωνιστής είχε παρόμοια χαρακτηριστικά με την ίδια τη Βάρο.

Την ενδιέφεραν τα ταρώ, η αστρολογία και η αλχημεία, τα οποία εξισορροπούσε με μια δια βίου αγάπη που είχε για την επιστήμη, ιδίως τη γεωλογία. Το έργο της Βάρο συνδύαζε αυτά τα ενδιαφέροντα.

«Έχει μια μαγική επίδραση», δήλωσε η Νόρις. «Υπάρχει μια ακτινοβολία και ένα φως στο έργο της, όπως ακριβώς σε έναν σπουδαίο αναγεννησιακό πίνακα».

Στον πίνακα της Βάρο «Αρμονία» του 1956, μια φιγούρα που δεν διακρίνεται αν είναι άνδρας ή γυναίκα – κάθεται σε ένα γραφείο σε ένα σκοτεινό χαώδες δωμάτιο και τοποθετεί αντικείμενα όπως κρύσταλλοι, φυτά, γεωμετρικά σχήματα και φύλλα χαρτιού με μαθηματικούς τύπους πάνω σε μια μουσική ράβδο που μοιάζει με άβακα ή αργαλειό. Φιγούρες που μοιάζουν με μούσες φαντάζουν να βγαίνουν από τους τοίχους. «Η φιγούρα», έγραψε η Βάρο σε ένα γράμμα προς την στην οικογένειά της, «προσπαθεί να βρει την αόρατη κλωστή που ενώνει όλα τα πράγματα».

Εκείνη την εποχή ζούσε με τον Βάλτερ Γκρούεν, έναν εξόριστο Αυστριακό ιδιοκτήτη ενός δημοφιλούς δισκοπωλείου κλασικής μουσικής. Εκείνος πίστευε στο ταλέντο της Βάρο και την ενθάρρυνε να αφοσιωθεί ολόψυχα στη ζωγραφική.

H Remedios Varo με μια μάσκα της Leonora Carrington

Η Βάρο έκανε την πρώτη της μεγάλη ατομική έκθεση στην Πόλη του Μεξικού το 1956. Έκανε πολύ καλή εντύπωση στους κριτικούς και τους συλλέκτες, καθώς και στον διάσημο Μεξικανό ζωγράφο Ντιέγκο Ριβέρα, ο οποίος ανέφερε ότι η Βάρο ήταν «από τις πιο σημαντικές γυναίκες καλλιτέχνες στον κόσμο». Η δεύτερη ατομική της έκθεση, το 1962, ήταν επίσης επιτυχημένη.

Η Βάρο πέθανε από καρδιακή προσβολή στις 8 Οκτωβρίου του 1963. Ήταν 54 ετών. Ο Γκρούεν έγινε ο μεγαλύτερος υπέρμαχος του έργου και της κληρονομιάς της, και μια μεταθανάτια αναδρομική έκθεση του 1971 στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης του Μεξικού συγκέντρωσε πλήθος κόσμου.

Η αξία του έργου της Βάρο έχει εκτοξευθεί τα τελευταία χρόνια, σε μεγάλο βαθμό λόγω της μοναδικότητας, της ποιότητας και των εντυπωσιακών εικόνων που έχει δημιουργήσει.

Αυτές τις μέρες, η γκαλερί Wendi Norris σε συνεργασία με την Adler Beatty στη Νέα Υόρκη παρουσιάζει την έκθεση “A Visionary Line: Remedios Varo Drawings”, μια αναδρομική έκθεσή που αναδεικνύει την ισχυρή φαντασία και τη φιλοσοφικό πνεύμα μιας από τις σπουδαιότερες καλλιτέχνιδες του Μεξικού, η οποία θα διαρκέσει από τις 8 Μαΐου έως την 1η Ιουνίου.

❈ Δείτε επίσης: Οι τελευταίοι πίνακες του Μαρκ Ρόθκο ήταν ένα προμελετημένο αντικαπιταλιστικό σαμποτάζ