Το 1986, οι ιστορικοί τέχνης που μέχρι τότε αντιλαμβάνονταν την τέχνη ως μια μορφή γραμμικής εξέλιξης που «βελτιώνεται» με την πάροδο του χρόνου, έπαθαν σοκ. Η έκθεση του Μουσείου Τέχνης της Κομητείας του Λος Άντζελες «Η πνευματικότητα στην τέχνη – Αφηρημένη τέχνη 1890 – 1985», παρουσίασε στο κοινό την μέχρι τότε άγνωστη καλλιτέχνιδα, Hilma af Klint.
Το ζήτημα δεν ήταν μόνο το γεγονός ότι η τέχνη της ήταν εξαιρετικά ενδιαφέρουσα – αλλά ότι οι πίνακες αυτοί είχαν ζωγραφιστεί στις αρχές του 20ού αιώνα.
Η Hilma af Klint ήταν κάποτε γνωστή ως μια ακαδημαϊκή καλλιτέχνιδα από την Σουηδία. Γεννημένη στη Στοκχόλμη το 1862 σε μια προτεσταντική, αστική οικογένεια, η Klint σπούδασε στη Βασιλική Ακαδημία Καλών Τεχνών απ’ όπου αποφοίτησε με επαίνους το 1882. Δεν την ενδιέφερε η δημοσιότητα, η έκδοση μανιφέστων και η με οποιονδήποτε τρόπο προβολή του έργου και των ιδεών της και επέλεγε να εργάζεται όσο πιο ιδιωτικά ήταν αυτό δυνατόν. Να εργάζεται και να μελετάει ασταμάτητα.
Όμως αυτοί οι πίνακες που εκτέθηκαν στο Λος Άντζελες αποκάλυψαν μια άλλη ζωή και μια διαφορετική τέχνη. Η ενασχόλησή της με τον πνευματισμό είχε ριζοσπαστικοποιήσει την τέχνη της σε τέτοιο βαθμό, που μόνο ως μία πρωτοπόρος της αφηρημένης τέχνης θα μπορούσε να χαρακτηριστεί.
Μια πρωτοπόρος της τέχνης που αγνόησε την ορατή πραγματικότητα για να αναπτύξει τη δική της αφηρημένη τέχνη, μακριά από την αναπαράσταση και τις αναγνωρίσιμες μορφές του φυσικού κόσμου.
Για να αντιληφθούμε την πολυπλοκότητα του έργου της θα ήταν μάλλον χρήσιμο να εξετάσουμε αυτές τις ιδέες και τον αντίκτυπό τους στην τέχνη της.
Επιστημονική και αποκρυφιστική αλλαγή
Οι επιστημονικές ανακαλύψεις στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα ενθάρρυναν πολλούς να αμφισβητήσουν την ίδια τη φύση του σύμπαντος.
Τον 17ο αιώνα, ο Isaac Newton ανακάλυψε ότι το φως αποτελείται από σωματίδια. Στις αρχές του 19ου αιώνα, η θεωρία των χρωμάτων του Goethe οδήγησε πολλούς να δουν ότι το χρώμα έχει πνευματικές και ψυχολογικές δυνάμεις. Στις αρχές του 20ού αιώνα, ο Max Planck απέδειξε ότι τα σωματίδια του φωτός έχουν ενέργεια.
Πολλοί άρχισαν να σκέφτονται ότι, αν το σύμπαν ήταν κάτι παραπάνω απ’ ό,τι φαινόταν, τότε ίσως να υπήρχαν άλλες ζωές που ζούσαν σε διαφορετικά αστρικά επίπεδα. Ίσως ήταν δυνατό για κάποιους να γίνουν μέντιουμ, οι οποίοι μπορούσαν να επικοινωνήσουν πνευματικά με αυτούς τους κόσμους.
Στα τέλη του 19ου αιώνα εμφανίστηκε μια νέα θρησκεία, η Θεοσοφία, η οποία ενσωμάτωσε τόσο την αρχαία σοφία όσο και τη σύγχρονη επιστήμη.
Η εποχή καλούσε την τέχνη και τη διανόηση να συμφιλιώσουν τις πατροπαράδοτες θρησκευτικές πεποιθήσεις με τις επιστημονικές εξελίξεις και ο πνευματισμός γνώριζε άνθηση σε Ευρώπη και ΗΠΑ. Το πρώτο σημαντικό έργο της “Paintings for the Temple” δημιουργήθηκε μέσα σ’ αυτό το πνεύμα και από την ανάμειξη της ζωγράφου με τον πνευματισμό και τη θεοσοφία – ένα σύστημα αποκρυφιστικών δοξασιών βασισμένο σε μια ολιστική αντίληψη της θρησκείας.
Σήμερα, αυτό μπορεί να φαίνεται άκρως εσωτεριστικό, αλλά η Θεοσοφία προσέφερε ένα λογικό και σύγχρονο σύστημα πίστης. Η εξάπλωσή της ήταν οικουμενική και αποτέλεσε σημαντικό παράγοντα για την απελευθέρωση του χρώματος στον πρώιμο αυστραλιανό μοντερνισμό. Στο Σίδνεϊ, το 1926, η Θεοσοφική Εταιρεία ήταν αρκετά mainstream ώστε να ξεκινήσει έναν ραδιοφωνικό σταθμό, τον 2GB.
Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι η Klint θα γινόταν οπαδός της. Αυτό που εκπλήσσει είναι η δύναμη της τέχνης που απελευθερώθηκε ως συνέπεια αυτού.
Το 1896, με άλλους τέσσερις συναδέλφους της δημιούργησαν μια ομάδα που ονόμασαν «Οι Πέντε», οι οποίοι εξερευνούσαν τα πνευματικά πεδία μέσω διαλογισμού και σεάνς. Πιστεύοντας ότι μπορούσαν να επικοινωνήσουν με μυστικιστικά όντα, μετέγραφαν τα μηνύματά τους μέσω αυτόματης γραφής και ζωγραφικής, πειράματα που προηγήθηκαν των υπερρεαλιστών κατά δεκαετίες.
Το 1906, οι έντονες πνευματικές της αναζητήσεις οδήγησαν τον πνευματικό της Amaliel να της αναθέσει να φιλοτεχνήσει τους πίνακες για το λεγόμενο Ναό. Αργότερα το περιέγραψε ως «το μοναδικό μεγάλο έργο που έφερα εις πέρας στη διάρκεια της ζωής μου».
Ωστόσο, η af Klint δεν έβλεπε τον εαυτό της ως έναν απλό αγωγό για τον έλεγχο των πνευμάτων:
«Δεν υπάκουα τυφλά στα πνεύματα, αλλά φανταζόμουν ότι στέκονταν πάντα στο πλευρό μου», είχε πει η ίδια.
Οι πρώτοι πίνακες για το Ναό ολοκληρώθηκαν πέντε χρόνια προτού ο Kandinsky διακηρύξει το επαναστατικό του πρόταγμα για την Αφαίρεση στο βιβλίο του «Η Πνευματικότητα στην Τέχνη».
Η ίδια πειραματίστηκε με το αυτόματο σχέδιο και την αυτόματη γραφή, προπορευόμενη χρόνια από τους σουρεαλιστές, αφοσιωμένη στο εσωτερικό ταξίδι της προς τη γνώση και εξερευνώντας όλα τα πιθανά μονοπάτια που ανοίγονταν εντός της, μπαίνοντας στην ουσία του μοντερνισμού πριν καν αυτός αρχίσει να διαμορφώνεται. Ήθελε να κατανοήσει τη θέση του ανθρώπου στον κόσμο, όπως κάμποσους αιώνες πριν από αυτήν ο Leonardo da Vinci.
Ως μάντης και μυστικίστρια, η Af Klint πίστευε ότι τα αφηρημένα έργα της ζωγραφίζονταν υπό την καθοδήγηση ανώτερων πνευμάτων και ότι ο κόσμος δεν ήταν αρκετά έτοιμος για τη ριζοσπαστική τέχνη της, αλλά μάλλον δεν προέβλεψε ποτέ τέτοια μεταθανάτια αναγνώριση.
Ανέπτυξε ένα λεξιλόγιο από τρίγωνα, τετράγωνα, κύκλους και σπείρες πριν ακόμα ο Wassily Kandinsky, ο Piet Mondrian και ο Kazimir Malevich αυτοανακηρυχθούν ως οι εφευρέτες της αφαίρεσης. Ενώ ο Kandinsky ισχυριζόταν ότι δημιούργησε τον πρώτο αφηρημένο πίνακα το 1911, η Af Klint τον είχε στην πραγματικότητα προλάβει το 1906. Όπως ο Mondrian και ο Kandinsky, πέθανε το 1944.
Πώς είναι να είσαι αόρατη
Για να κατανοήσουμε τόσο γιατί η τέχνη της εξελίχθηκε με τον τρόπο που εξελίχθηκε, όσο και γιατί ήταν τόσο λίγο γνωστή για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα, αξίζει ίσως να εξετάσουμε τα γεγονότα της ζωής της αλλά και την φιλοσοφία της.
Η Hilma af Klint καταγόταν από αριστοκρατική σουηδική ναυτιλιακή οικογένεια. Κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, παρά το γεγονός ότι η θέση της Σουηδίας στον Πόλεμο ήταν η ουδετερότητα, η ίδια γνώριζε πάρα πολύ καλά το μακελειό που συνέβαινε. Η σειρά της Swan, που ξεκίνησε λίγο μετά το ξέσπασμα του πολέμου, βάζει τον λευκό κύκνο απέναντι στον μαύρο, καθώς οι αφηρημένες μορφές, ελίσσονται αρμονικά, διαλύονται στη γεωμετρία και την καθαρή αφαίρεση – μέχρι που στο τέλος οι δύο κύκνοι ενώνονται μεταξύ τους. Ο καθένας περιέχει στοιχεία του άλλου.
Το 1908, η Hilma af Klimt έδειξε τους πίνακες του ναού στον Rudolph Steiner. Εκείνος δεν μπόρεσε να κατανοήσει το έργο της και δεν εκτίμησε τον τρόπο με τον οποίο ενέτασσε τα πνεύματα στο έργο της.
Αυτό, καθώς και το βάρος της φροντίδας της ευάλωτης και τυφλής μητέρας της, μπορεί να είναι ο λόγος για τον οποίο εγκατέλειψε τη ζωγραφική για τέσσερα χρόνια. Μπορεί επίσης να είναι ο λόγος για τον οποίο όρισε να κρατηθεί η τέχνη της μυστική για 20 χρόνια μετά το θάνατό της.
Υπάρχει επίσης ένας πιο πραγματιστικός λόγος. Παρά την ουδετερότητά της, η Σουηδία ήταν πολύ κοντά στη Γερμανία όταν οι Ναζί ανέλαβαν την εξουσία: η ριζοσπαστική αφηρημένη τέχνη με μυστικιστικές προεκτάσεις θα μπορούσε να προκαλέσει προβλήματα.
«Τρελή μάγισσα», ήταν ένας από τους χαρακτηρισμούς που της απέδωσαν. Επίσης ειπώθηκε ότι είχε προφητικές δυνάμεις· λέγεται πως σε ένα συγκεκριμένο έργο που φιλοτέχνησε το 1932 η Hilma προέβλεψε τον Β΄Π.Π. Απεικονίζει έναν άνθρωπο, με εμφανώς άρια χαρακτηριστικά, να φυσάει δυνατά κι απ’ την πνοή του να ανάβουν φωτιές που στροβιλίζονται και πυρπολούν έναν κόσμο με όμορφα, ακόμα, χρώματα, πριν τον καταπιούν οι φλόγες. Η πύρινη αυτή πνοή δείχνει να απευθύνεται σε μια ουράνια μορφή, σαν η καταστροφή να πηγάζει από κάποια θεϊκή εντολή… Ή τουλάχιστον αυτή μπορεί να είναι μια από τις ερμηνείες.
Η Hilma af Klint πέθανε το 1944. Το 1970. Αφού είδε τον πλούτο της δημιουργικής κληρονομιάς της θείας του, ο ανιψιός της Erik προσέφερε την τέχνη της στο Moderna Museet της Σουηδίας. Η δωρεά απορρίφθηκε εν τη γενέσει της όταν ο διευθυντής άκουσε ότι ήταν μυστικίστρια και μέντιουμ.
Ένα χρόνο αργότερα η Linda Nochlin δημοσίευσε το Why Have There Have There Been No Great Women Artists? – ένα δοκίμιο που εγκαινίασε μια νέα εποχή επιστημονικής επανεκτίμησης της τέχνης των γυναικών.
Ίσως ήταν ευτύχημα που αυτό το έργο απορρίφθηκε. Σχεδόν όλα τα έργα της ανήκουν τώρα στο Ίδρυμα Hilma af Klint, το οποίο δημιουργήθηκε από την οικογένειά της. Έτσι δεν θα διασκορπιστεί ποτέ από την αγορά τέχνης, ούτε θα γίνει αντικείμενο κερδοσκοπίας από τους εμπόρους.
Αντίθετα, αποτελεί μια συνεχή πηγή τόσο για τους μελετητές όσο και για το κοινό που θαυμάζει τη διαλογιστική ομορφιά του έργου της, την πυράκτωση των χρωμάτων που χρησιμοποιεί και τον τρόπο με τον οποίο μας ανοίγει τα μάτια σε νέους τρόπους θέασης.
➭ Δείτε επίσης: Austin Osman Spare, ο “παππούς” της χαοτικής μαγείας
Το 1986, οι ιστορικοί τέχνης που μέχρι τότε αντιλαμβάνονταν την τέχνη ως μια μορφή γραμμικής εξέλιξης που «βελτιώνεται» με την πάροδο του χρόνου, έπαθαν σοκ. Η έκθεση του Μουσείου Τέχνης της Κομητείας του Λος Άντζελες «Η πνευματικότητα στην τέχνη – Αφηρημένη τέχνη 1890 – 1985», παρουσίασε στο κοινό την μέχρι τότε άγνωστη καλλιτέχνιδα, Hilma af Klint.
Το ζήτημα δεν ήταν μόνο το γεγονός ότι η τέχνη της ήταν εξαιρετικά ενδιαφέρουσα – αλλά ότι οι πίνακες αυτοί είχαν ζωγραφιστεί στις αρχές του 20ού αιώνα.
Η Hilma af Klint ήταν κάποτε γνωστή ως μια ακαδημαϊκή καλλιτέχνιδα από την Σουηδία. Γεννημένη στη Στοκχόλμη το 1862 σε μια προτεσταντική, αστική οικογένεια, η Klint σπούδασε στη Βασιλική Ακαδημία Καλών Τεχνών απ’ όπου αποφοίτησε με επαίνους το 1882. Δεν την ενδιέφερε η δημοσιότητα, η έκδοση μανιφέστων και η με οποιονδήποτε τρόπο προβολή του έργου και των ιδεών της και επέλεγε να εργάζεται όσο πιο ιδιωτικά ήταν αυτό δυνατόν. Να εργάζεται και να μελετάει ασταμάτητα.
Όμως αυτοί οι πίνακες που εκτέθηκαν στο Λος Άντζελες αποκάλυψαν μια άλλη ζωή και μια διαφορετική τέχνη. Η ενασχόλησή της με τον πνευματισμό είχε ριζοσπαστικοποιήσει την τέχνη της σε τέτοιο βαθμό, που μόνο ως μία πρωτοπόρος της αφηρημένης τέχνης θα μπορούσε να χαρακτηριστεί.
Μια πρωτοπόρος της τέχνης που αγνόησε την ορατή πραγματικότητα για να αναπτύξει τη δική της αφηρημένη τέχνη, μακριά από την αναπαράσταση και τις αναγνωρίσιμες μορφές του φυσικού κόσμου.
Για να αντιληφθούμε την πολυπλοκότητα του έργου της θα ήταν μάλλον χρήσιμο να εξετάσουμε αυτές τις ιδέες και τον αντίκτυπό τους στην τέχνη της.
Επιστημονική και αποκρυφιστική αλλαγή
Οι επιστημονικές ανακαλύψεις στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα ενθάρρυναν πολλούς να αμφισβητήσουν την ίδια τη φύση του σύμπαντος.
Τον 17ο αιώνα, ο Isaac Newton ανακάλυψε ότι το φως αποτελείται από σωματίδια. Στις αρχές του 19ου αιώνα, η θεωρία των χρωμάτων του Goethe οδήγησε πολλούς να δουν ότι το χρώμα έχει πνευματικές και ψυχολογικές δυνάμεις. Στις αρχές του 20ού αιώνα, ο Max Planck απέδειξε ότι τα σωματίδια του φωτός έχουν ενέργεια.
Πολλοί άρχισαν να σκέφτονται ότι, αν το σύμπαν ήταν κάτι παραπάνω απ’ ό,τι φαινόταν, τότε ίσως να υπήρχαν άλλες ζωές που ζούσαν σε διαφορετικά αστρικά επίπεδα. Ίσως ήταν δυνατό για κάποιους να γίνουν μέντιουμ, οι οποίοι μπορούσαν να επικοινωνήσουν πνευματικά με αυτούς τους κόσμους.
Στα τέλη του 19ου αιώνα εμφανίστηκε μια νέα θρησκεία, η Θεοσοφία, η οποία ενσωμάτωσε τόσο την αρχαία σοφία όσο και τη σύγχρονη επιστήμη.
Η εποχή καλούσε την τέχνη και τη διανόηση να συμφιλιώσουν τις πατροπαράδοτες θρησκευτικές πεποιθήσεις με τις επιστημονικές εξελίξεις και ο πνευματισμός γνώριζε άνθηση σε Ευρώπη και ΗΠΑ. Το πρώτο σημαντικό έργο της “Paintings for the Temple” δημιουργήθηκε μέσα σ’ αυτό το πνεύμα και από την ανάμειξη της ζωγράφου με τον πνευματισμό και τη θεοσοφία – ένα σύστημα αποκρυφιστικών δοξασιών βασισμένο σε μια ολιστική αντίληψη της θρησκείας.
Σήμερα, αυτό μπορεί να φαίνεται άκρως εσωτεριστικό, αλλά η Θεοσοφία προσέφερε ένα λογικό και σύγχρονο σύστημα πίστης. Η εξάπλωσή της ήταν οικουμενική και αποτέλεσε σημαντικό παράγοντα για την απελευθέρωση του χρώματος στον πρώιμο αυστραλιανό μοντερνισμό. Στο Σίδνεϊ, το 1926, η Θεοσοφική Εταιρεία ήταν αρκετά mainstream ώστε να ξεκινήσει έναν ραδιοφωνικό σταθμό, τον 2GB.
Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι η Klint θα γινόταν οπαδός της. Αυτό που εκπλήσσει είναι η δύναμη της τέχνης που απελευθερώθηκε ως συνέπεια αυτού.
Το 1896, με άλλους τέσσερις συναδέλφους της δημιούργησαν μια ομάδα που ονόμασαν «Οι Πέντε», οι οποίοι εξερευνούσαν τα πνευματικά πεδία μέσω διαλογισμού και σεάνς. Πιστεύοντας ότι μπορούσαν να επικοινωνήσουν με μυστικιστικά όντα, μετέγραφαν τα μηνύματά τους μέσω αυτόματης γραφής και ζωγραφικής, πειράματα που προηγήθηκαν των υπερρεαλιστών κατά δεκαετίες.
Το 1906, οι έντονες πνευματικές της αναζητήσεις οδήγησαν τον πνευματικό της Amaliel να της αναθέσει να φιλοτεχνήσει τους πίνακες για το λεγόμενο Ναό. Αργότερα το περιέγραψε ως «το μοναδικό μεγάλο έργο που έφερα εις πέρας στη διάρκεια της ζωής μου».
Ωστόσο, η af Klint δεν έβλεπε τον εαυτό της ως έναν απλό αγωγό για τον έλεγχο των πνευμάτων:
«Δεν υπάκουα τυφλά στα πνεύματα, αλλά φανταζόμουν ότι στέκονταν πάντα στο πλευρό μου», είχε πει η ίδια.
Οι πρώτοι πίνακες για το Ναό ολοκληρώθηκαν πέντε χρόνια προτού ο Kandinsky διακηρύξει το επαναστατικό του πρόταγμα για την Αφαίρεση στο βιβλίο του «Η Πνευματικότητα στην Τέχνη».
Η ίδια πειραματίστηκε με το αυτόματο σχέδιο και την αυτόματη γραφή, προπορευόμενη χρόνια από τους σουρεαλιστές, αφοσιωμένη στο εσωτερικό ταξίδι της προς τη γνώση και εξερευνώντας όλα τα πιθανά μονοπάτια που ανοίγονταν εντός της, μπαίνοντας στην ουσία του μοντερνισμού πριν καν αυτός αρχίσει να διαμορφώνεται. Ήθελε να κατανοήσει τη θέση του ανθρώπου στον κόσμο, όπως κάμποσους αιώνες πριν από αυτήν ο Leonardo da Vinci.
Ως μάντης και μυστικίστρια, η Af Klint πίστευε ότι τα αφηρημένα έργα της ζωγραφίζονταν υπό την καθοδήγηση ανώτερων πνευμάτων και ότι ο κόσμος δεν ήταν αρκετά έτοιμος για τη ριζοσπαστική τέχνη της, αλλά μάλλον δεν προέβλεψε ποτέ τέτοια μεταθανάτια αναγνώριση.
Ανέπτυξε ένα λεξιλόγιο από τρίγωνα, τετράγωνα, κύκλους και σπείρες πριν ακόμα ο Wassily Kandinsky, ο Piet Mondrian και ο Kazimir Malevich αυτοανακηρυχθούν ως οι εφευρέτες της αφαίρεσης. Ενώ ο Kandinsky ισχυριζόταν ότι δημιούργησε τον πρώτο αφηρημένο πίνακα το 1911, η Af Klint τον είχε στην πραγματικότητα προλάβει το 1906. Όπως ο Mondrian και ο Kandinsky, πέθανε το 1944.
Πώς είναι να είσαι αόρατη
Για να κατανοήσουμε τόσο γιατί η τέχνη της εξελίχθηκε με τον τρόπο που εξελίχθηκε, όσο και γιατί ήταν τόσο λίγο γνωστή για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα, αξίζει ίσως να εξετάσουμε τα γεγονότα της ζωής της αλλά και την φιλοσοφία της.
Η Hilma af Klint καταγόταν από αριστοκρατική σουηδική ναυτιλιακή οικογένεια. Κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, παρά το γεγονός ότι η θέση της Σουηδίας στον Πόλεμο ήταν η ουδετερότητα, η ίδια γνώριζε πάρα πολύ καλά το μακελειό που συνέβαινε. Η σειρά της Swan, που ξεκίνησε λίγο μετά το ξέσπασμα του πολέμου, βάζει τον λευκό κύκνο απέναντι στον μαύρο, καθώς οι αφηρημένες μορφές, ελίσσονται αρμονικά, διαλύονται στη γεωμετρία και την καθαρή αφαίρεση – μέχρι που στο τέλος οι δύο κύκνοι ενώνονται μεταξύ τους. Ο καθένας περιέχει στοιχεία του άλλου.
Το 1908, η Hilma af Klimt έδειξε τους πίνακες του ναού στον Rudolph Steiner. Εκείνος δεν μπόρεσε να κατανοήσει το έργο της και δεν εκτίμησε τον τρόπο με τον οποίο ενέτασσε τα πνεύματα στο έργο της.
Αυτό, καθώς και το βάρος της φροντίδας της ευάλωτης και τυφλής μητέρας της, μπορεί να είναι ο λόγος για τον οποίο εγκατέλειψε τη ζωγραφική για τέσσερα χρόνια. Μπορεί επίσης να είναι ο λόγος για τον οποίο όρισε να κρατηθεί η τέχνη της μυστική για 20 χρόνια μετά το θάνατό της.
Υπάρχει επίσης ένας πιο πραγματιστικός λόγος. Παρά την ουδετερότητά της, η Σουηδία ήταν πολύ κοντά στη Γερμανία όταν οι Ναζί ανέλαβαν την εξουσία: η ριζοσπαστική αφηρημένη τέχνη με μυστικιστικές προεκτάσεις θα μπορούσε να προκαλέσει προβλήματα.
«Τρελή μάγισσα», ήταν ένας από τους χαρακτηρισμούς που της απέδωσαν. Επίσης ειπώθηκε ότι είχε προφητικές δυνάμεις· λέγεται πως σε ένα συγκεκριμένο έργο που φιλοτέχνησε το 1932 η Hilma προέβλεψε τον Β΄Π.Π. Απεικονίζει έναν άνθρωπο, με εμφανώς άρια χαρακτηριστικά, να φυσάει δυνατά κι απ’ την πνοή του να ανάβουν φωτιές που στροβιλίζονται και πυρπολούν έναν κόσμο με όμορφα, ακόμα, χρώματα, πριν τον καταπιούν οι φλόγες. Η πύρινη αυτή πνοή δείχνει να απευθύνεται σε μια ουράνια μορφή, σαν η καταστροφή να πηγάζει από κάποια θεϊκή εντολή… Ή τουλάχιστον αυτή μπορεί να είναι μια από τις ερμηνείες.
Η Hilma af Klint πέθανε το 1944. Το 1970. Αφού είδε τον πλούτο της δημιουργικής κληρονομιάς της θείας του, ο ανιψιός της Erik προσέφερε την τέχνη της στο Moderna Museet της Σουηδίας. Η δωρεά απορρίφθηκε εν τη γενέσει της όταν ο διευθυντής άκουσε ότι ήταν μυστικίστρια και μέντιουμ.
Ένα χρόνο αργότερα η Linda Nochlin δημοσίευσε το Why Have There Have There Been No Great Women Artists? – ένα δοκίμιο που εγκαινίασε μια νέα εποχή επιστημονικής επανεκτίμησης της τέχνης των γυναικών.
Ίσως ήταν ευτύχημα που αυτό το έργο απορρίφθηκε. Σχεδόν όλα τα έργα της ανήκουν τώρα στο Ίδρυμα Hilma af Klint, το οποίο δημιουργήθηκε από την οικογένειά της. Έτσι δεν θα διασκορπιστεί ποτέ από την αγορά τέχνης, ούτε θα γίνει αντικείμενο κερδοσκοπίας από τους εμπόρους.
Αντίθετα, αποτελεί μια συνεχή πηγή τόσο για τους μελετητές όσο και για το κοινό που θαυμάζει τη διαλογιστική ομορφιά του έργου της, την πυράκτωση των χρωμάτων που χρησιμοποιεί και τον τρόπο με τον οποίο μας ανοίγει τα μάτια σε νέους τρόπους θέασης.
➭ Δείτε επίσης: Austin Osman Spare, ο “παππούς” της χαοτικής μαγείας