Πίσω στα 90s, τα αγόρια ξεστόμιζαν τη φράση “θέλεις να τα φτιάξουμε;” και έτσι σου έδειχναν πως τους αρέσεις και θέλουν να είστε μαζί- αν φυσικά το ήθελες κι εσύ. Τότε το “θέλεις να τα φτιάξουμε” για κάποιον πολύ φυσιολογικό λόγο δεν ήταν συνδεδεμένο με την ανυπόφορη δέσμευση. Ok, τα φτιάχνατε και μετά από όσο καιρό ήθελε είτε ο ένας είτε ο άλλος, ξεστόμιζε το “θέλω να τα χαλάσουμε” και απλά τα χαλάγατε.
Θέλω να καταλήξω στο ότι τρεις δεκαετίες πριν, γενικά οι άνθρωποι, δεν τρόμαζαν στην ιδέα ότι θα συνδεθούν με κάποιον για ένα χρονικό διάστημα, ώστε από την αρχή να ξεκαθαρίσουν ότι δεν θέλουν τίποτα περισσότερο από τον άλλον εκτός από σεξ. Ήταν πιο ανοιχτοί στο να αναπτύξουν επικοινωνία, να βιώσουν συναισθήματα, να ανταλλάξουν στιγμές, χωρίς απαραίτητα αυτό να είναι αποπνικτικά δεσμευτικό.
Ήταν απλώς πιο ανοιχτοί στο να κάνουν πιο ουσιαστικές σχέσεις. Κάπως έτσι μεγαλώσαμε, κάπως έτσι γνωρίσαμε τους πρώτους μας έρωτες και έτσι φτάσαμε στο σήμερα που εκεί έξω η λέξη σχέση σχεδόν απαγορεύεται.
Στο τώρα λοιπόν, οι singles το πολύ πολύ να μπουν, αν μπουν, σε κάτι ωφελιμιστικές ερωτικές ακαθόριστες σχέσεις χωρίς ειλικρίνεια και επικοινωνία, που ονομάζονται “situationships” δηλαδή “καταστασούλες”. Ναι, η πλειοψηφία των ανθρώπων δεν μπαίνει πια σε κανονικές σχέσεις, αλλά σε συνθήκες που θα μπορούσαν να παραπέμπουν σε πραγματικούς δεσμούς αλλά απέχουν πολύ από κάτι τέτοιο.
Situantionship είναι αυτό το ελληνικό “να περνάμε καλά” που τελικά ένας από τους δύο ή και οι δύο, σίγουρα δεν περνάνε καλά ο καθένας για τους λόγους του.
Situationship λοιπόν, είναι η καταστασούλα που κάνεις chat, κάνεις sexting, κάνεις σεξ, το πολύ πολύ να βγεις και λίγο έξω, όμως όλα γίνονται χωρίς να αναπτύσσονται ιδιαίτερα δεσίματα, να απαγορεύεται το bonding, να κυριαρχεί φόβος μην αποδειχθεί κάποιος ευάλωτος και προκύπτουν ανυπέρβλητα commitement issues. Επίσης, επικρατεί μια συναισθηματική αναπηρία. Οι άνθρωποι δεν εκφράζονται, δεν εκδηλώνονται, ενώ φτάνουν και στο σημείο να μην αγγίζουν τους άλλους εκτός από την ώρα που κάνουν σεξ- που ακόμα κι εκεί, είναι στην πλειοψηφία τους εγωιστές, takers και όχι givers, δηλαδή κάνουν ότι κάνουν μόνο και μόνο για την δική τους ευχαρίστηση αδιαφορώντας για την ικανοποίηση του άλλου.
Και γιατί μπαίνουμε σε situationships ενώ δεν μας αρέσουν;
Προφανώς γιατί δεν έχουμε σε τι άλλο να μπούμε, η φάση με τους συγκεκριμένους ανθρώπους είναι ή situationship ή τίποτα και πέφτουμε στην παγίδα να τους κάνουμε τη χάρη, ενώ εμείς στην πραγματικότητα επιζητούμε κάτι με περισσότερο νόημα, που δεν είναι απαραίτητα ο γάμος ή να τους κόψουμε το οξυγόνο, είναι απλά μια σχέση ανταποδοτική, ειλκρινής, ουσιαστική, επικοινωνιακή και με αμοιβαία αισθήματα: τώρα το πόσο αυτό θα κρατήσει, δεν το προκαθορίζει κανείς. Η ουσία παίζει ρόλο, όχι η διάρκεια. Μπορεί να κρατήσει ένα μήνα αλλά να είναι υπέροχη, μπορεί μια ζωή και επίσης το ίδιο. Αλλά σίγουρα το νόημα είναι να δώσεις και να πάρεις. Αμφίδρομα πράγματα, όχι μονόπλευρα.
Οι situationshipers είναι τοξικοί. Λειτουργούν σαν βαμπίρ. Σου πίνουν το αίμα που είναι τόσο ζωτικής σημασίας για εσένα, καταναλώνουν την ενέργειά σου και στο τέλος σε αφήνουν κενό να αναρωτιέσαι.
Δεν είναι ειλικρινείς, δεν μιλούν για τους εαυτούς τους, δεν ρωτούν σχεδόν ποτέ για εσένα, έχουν αλλόκοτες αντιδράσεις, εκπέμπουν μπερδεμένα μηνύματα και δεν έχουν καμια διάθεση να σταθούν στο πλευρό σου.
Κοινώς δεν τους ενδιαφέρεις. Σε αντικειμενοποιούν. Στέκονται μόνο σε επιφανειακές συζητήσεις, αποφεύγουν οτιδήποτε μπορεί να σου δώσει το δικαίωμα να τους πλησιάσεις, δεν επικοινωνούν καν όταν δεν θέλουν εκείνοι κάτι, εξαφανίζονται για μεγάλα χρονικά διαστήματα και ξαναεμφανίζονται σαν να μην τρέχει τίποτα όταν ξαναθέλουν κάτι να πάρουν, συγκεντρώνουν όλα εκείνα τα dating trends που μπορείς να σκεφτείς και σου προκαλούν αηδία: breadcrumbing, ghosting, hoovering, zombeing κλπ. Γενικά, δεν υπάρχει κανένα ξεκάθαρο μήνυμα που μπορείς να λάβεις από αυτούς όσο κι αν προσπαθείς. Είναι αδιανότητα μάταιο.
Που σε οδηγεί λοιπόν μια situationship στην οποία βρίσκεσαι χωρίς τη θέλησή σου;
Kυρίως στην αυτοματαίωση και στη δυστυχία. Δεν νιώθεις ασφάλεια, δεν νιώθεις ευτυχία, αντιθέτως αισθάνεσαι ευάλωτ@, χαμέν@ και χρησιμοποιημέν@. Παραμένεις επειδή παρόλο τον απαίσιο τρόπο που σου φέρεται εξακολουθεί να σου αρέσει αυτό το άτομο – ένας θεός και πολλοί ψυχαναλυτές αναρωτιούνται γιατί. Μέχρι την ημέρα που επιτέλους αποφασίζεις να ξυπνήσεις από αυτό τον συναισθηματικό λήθαργο και να επιδιώξεις αυτό που θέλεις και βασικά αξίζεις. Και να μην είναι να είσαι το παιχνίδι κανενός, που θα σε σπάσει μόλις σε βαρεθεί, όπως κάναμε με τα πράγματά μας όταν ήμασταν περίπου πέντε χρονών. Η βασική επίπτωση του να βρίσκεσαι σε μια καταστασούλα χωρίς να το επιθυμείς είναι ότι απαρνιέσαι τον εαυτό σου, δεν είσαι αυτός που θέλεις, μετατρέπεσαι σε κάτι που δεν σου αρέσει μόνο και μόνο για να υπάρχεις εκεί.
Αυτό που πρέπει να ξεκαθαρίσουμε είναι ότι το situationship από μόνο του δεν είναι κακό, εάν αυτό επιθυμούν και οι δυο. Είναι όμως πολύ κακό αν το επιθυμεί μόνο ο ένας και ο άλλος απλώς το υπομένει.
Τα άτομα που θέλουν να περνάνε μαζί σου χαλαρά, δεν σημαίνει ότι είναι έτσι με όλους. Είναι όμως έτσι μαζί σου. Με κάποιους άλλους μπορεί να θέλουν κάτι πιο ουσιαστικό. Αυτό είναι που πρέπει να σε κάνει να αναρωτηθείς κυρίως γιατί με εσένα δεν το θέλουν. Και ακόμα περισσότερο, γιατί εσύ επιμένεις να το θέλεις μαζί τους ενώ όλα είναι αποτρεπτικά. Αν απαντήσεις αυτό στον εαυτό σου, τότε μάλλον θα απαλλαγείς.
Το situationship με το relationship απέχουν μεταξύ τους έτη φωτός. Και τα έτη φωτός είναι τεράστια χιλιομετρική απόσταση σε περίπτωση που δεν το ξέρεις. Και επίσης, δύσκολα το situtationship μετατρέπεται σε relationship, γιατί αν κάτι ξεκινήσει με αδιαφορία, το πιθανότερο είναι να καταλήξει σε ακόμη μεγαλύτερη. Εδώ ξεκινάει με ενδιαφέρον και καταλήγει σε αδιαφορία, φαντάσου το αντίθετο. Δεν είναι όμως απίθανο.
Κι εδώ μπορεί να αναρωτηθεί κανείς,μα καλά, γιατί δεν προσπαθείς να κάνεις DTR (define the relationship talk), δηλαδή μια κουβέντα για να ρωτήσεις αυτά που θέλεις το πρόσωπο με το οποίο είσαι σε situationship; Η απάντηση είναι πολύ απλή: διότι δεν θα την κάνει αυτή τη συζήτηση για τον απλούστατο λόγο ότι δεν το ενδιαφέρει. Αν αντιληφθεί ότι πάτε να ξεκινήσετε μια συζήτηση η οποία δεν το συμφέρει καθόλου, θυμώνει, την αποφεύγει, ακόμα ακόμα εξαφανίζεται, σε κάνει όχι μόνο να μην πάρεις καμια απάντηση αλλά να νιώσεις και πραγματικά απαίσια που μπήκες στη διαδικασία να ρωτήσεις για κάτι στο οποίο εμπλέκεσαι άμεσα.
Σε ερωτήσεις όπως “βγαίνουμε και με άλλα άτομα ή υπάρχει αποκλειστικότητα;” ή ” θέλεις να δοκιμάσουμε να είμαστε μαζί;” αντιδρά σαν να πετάς αγιασμό σε δαίμονα.
Κι αυτό, είναι το χειρότερο από όλα, σε κάνει να νιώθεις άσχημα χωρίς κανέναν λόγο. Σε υποτιμά το να μην θέλει κάποιος να κάνει μαζί σου μια τέτοια συζήτηση απορρίπτοντάς σε από οτιδήποτε σεβαστικό. Σε τελική ανάλυση, αν θέλει situationship τότε να πάει να το βρει με κάποι@ που επίσης θέλει το ίδιο. Δίκαιο. Ακόμη ακόμη, μπορεί αυτό που είχατε να ξεκίνησε ως situationship γιατί ήσασταν και οι δυο στην ίδια φάση, αν όμως στην πορεία ο ένας ένιωσε ότι θέλει κάτι άλλο, κάτι παραπάνω, κάτι πιο relationship, τότε ναι, πρέπει να έχει σίγουρα το δικαίωμα να το εκφράσει και ο άλλος οπωσδήποτε την υποχρέωση να το ακούσει. Οι σχέσεις είναι ζωντανές και αλλάζουν, μεταβάλλονται όπως και οι άνθρωποι, είναι ρευστές. Γι αυτό και πρέπει να υπάρχει διάθεση για επικοινωνία και από τις δυο πλευρές.
Αν λοιπόν εγώ βαρέθηκα πλέον να βρίσκομαι σε ερωτικές ακαθόριστες σχέσεις χωρίς ειλικρίνεια και επικοινωνία πρέπει να αποκοπώ από οποιονδήποτε είναι σε διαφορετικό mood. Οχι να τον πιέσω να ακολουθήσει. Αν κάποιος δεν θέλει να μπει σε μια ερωτικά καθορισμένη ειλικρινή σχέση με επικοινωνία τότε είναι δικαίωμά του, αλλά δεν πρέπει να πιέσει κι εμένα που δεν το επιθυμώ να μείνω σε κάτι τέτοιο επειδή τ@ βολεύει. Γιατί με ένα μόνο γράμμα, το situationship γίνεται situantionshit και όχι, αυτό δεν πρέπει να το θέλει κανείς μας πια.