Οι εμμονές με τα like και τους follower ξεθωριάζουν, και η επιλογή του να παραμένεις «ασήμαντος» στον ψηφιακό κόσμο, με λίγους ή καθόλου followers, γίνεται η νέα τάση. Τα social media έχουν ωριμάσει και έχουν ξεθωριάσει, δεν έχουν πια την ίδια αίγλη που είχαν παλιότερα, οι αλγόριθμοι και τα bots «εξαγοράζουν» τη δημοφιλία, και ως εκ τούτου η πραγματική επιρροή δεν μετριέται πια σε επιφανειακά νούμερα. Αυτή η μετάβαση σηματοδοτεί μια χειραφέτηση από την πίεση της παρουσίασης, της συνεχούς παράγωγης περιεχομένου και μια επανακαθορισμένη σιωπηλή επιτυχία.
Όταν ξεκίνησαν τα κοινωνικά δίκτυα, οι «πολλοί followers» ήταν συνώνυμο του status, της επιρροής και της αναγνώρισης. Το να σε ακολουθούν πολλοί, να παίρνεις like και σχόλια ήταν «ευτυχία» και ήταν μια ικανοποίηση ότι κάτι κάνεις καλά και αρέσει. Τα χρόνια όμως πέρασαν, οι πλατφόρμες μεγάλωσαν, οι αλγόριθμοι έγιναν πιο «έξυπνοι», τα προφίλ πιο «εμπορεύσιμα» και η όποια μορφή αθωότητας έχει πάψει εδώ και χρόνια να υπάρχει. Τα social media έχασαν την επιρροή τους γιατί αντί για «τόπους» ανταλλαγής απόψεων, έγιναν ψηφιακά malls. Η επιστροφή μας πίσω σε αυτα τα μέσα αυτή τη φορά είναι διαφορετική, έρχεται μέσα από τη σκέψη ότι το να έχεις όσο το δυνατό λιγότερους θεωρείται πλέον «cool».
Τώρα, που η συγκομιδή των followers γίνεται εύκολα, είτε μέσω αλγορίθμων που προωθούν μαζικά τα προφίλ, είτε μέσω bots, το γεγονός ότι κάποιος εμφανίζεται με λίγους followers αρχίζει να θεωρείται σημάδι αυθεντικότητας και αυτονομίας. Όταν, λοιπόν, η δημοτικότητα μοιάζει με αποτέλεσμα επαγγελματικής στρατηγικής ή μαζικής κατανάλωσης, η σιωπηλή, μικρή παρουσία αποκτά άλλη βαρύτητα. Οι μεγάλοι λογαριασμοί δε σημαίνουν προφανώς και μεγάλη απήχηση. Πολλοί followers δεν μεταφράζονται απαραίτητα σε engagement ή αληθινή επιρροή. Τα μικρά, εστιασμένα κοινά, με πραγματική συμμετοχή, αντί για απλούς αριθμούς, αποδεικνύονται πιο «αξιόπιστα». Έτσι, το να μην κυνηγάς αριθμούς γίνεται επιλογή και ενίοτε προτέρημα.
Από το κοινωνικό μοίρασμα στις πωλήσεις
Η μετατροπή των προσωπικών προφίλ σε εργαλεία μάρκετινγκ, συνεργασιών, affiliate links, και γενικότερου branding έχει αλλάξει τον χαρακτήρα της παρουσίας μας online. Έτσι, η απόρριψη της «μεγάλης παρουσίας» και η επιλογή ενός σχεδόν ανύπαρκτου ή «ισχνού» account φαίνεται να αποτελεί μορφή αντίδρασης στη λογική του «όποιος έχει πολλούς ακόλουθους, κερδίζει». Το να μην εξαρτάσαι από το «ανέβασμα» της ζωής σου ή στιγμών από αυτή για επιβεβαίωση, το να μην μετράς likes και σχόλια, το να μην ακολουθείς τη λογική του αυξητικού «αριθμού», όλα αυτά λειτουργούν ως δήλωση μιας στάσης. Η στάση αυτή δεν είναι απαραίτητα αντίθετη στην τεχνολογία, είναι πιο πολύ μια επαναπροσαρμογή που σημαίνει ότι χρησιμοποιείς εσύ την τεχνολογία, και όχι το να σε χρησιμοποιεί εκείνη.
Όταν το προφίλ σου δεν είναι «μεγάλο», δεν είσαι «αναγκασμένος» να το τροφοδοτείς συνέχεια με περιεχόμενο, να συμβαδίζεις με τάσεις, να «παίζεις» με τον αλγόριθμο και να προσπαθείς να προσελκύσεις κοινό. Η ελευθερία επιλογής του πως θα κινηθείς είναι μεγαλύτερη και η πίεση προς την επιτυχία μικρότερη. Αυτό μπορεί να ενθαρρύνει μια πιο προσωπική, ανεπιτήδευτη παρουσία ή και την απόσυρση. Η απόσυρση από τον χώρο των social media αποκτά μορφή επιλογής και αποτελεί ένα προσωπικό statement.
Προφανώς, αυτή η τάση δεν είναι καθολική, υπάρχουν οι πλατφόρμες που συνεχίζουν να ενθαρρύνουν για εντυπωσιακά νούμερα, viral περιεχόμενο και αύξηση των followers. Όμως το γεγονός ότι μια αντί-τάση αναδύεται και ότι «είναι cool να μην έχεις followers», μας λέει κάτι για τη μεταμόρφωση των κοινωνικών μέσων και της σχέσης μας με αυτά. Η επιθυμία για πραγματική αλληλεπίδραση, για «μικρο-παρέες» online, για ψηφιακή ζωή με λιγότερο «θόρυβο», φαίνεται να κερδίζει έδαφος. Επίσης, πλέον υπάρχει η τάση τα social media να χρησιμοποιούνται σαν μέσα όπου οι «παρέες» κανονίζουν της έκτος διαδικτύου συναντήσεις τους και δίνουν προτεραιότητα στη φυσική παρουσία.
Με άλλα λόγια, ίσως τελικά η «ουσία» της παρουσίας μας στα social media δεν είναι πια στους αριθμούς, αλλά στην ποιότητα της σύνδεσης, στον έλεγχο του πώς, πότε και πόσο εμφανιζόμαστε. Και σε έναν κόσμο όπου η διαδικτυακή δημοφιλία μπορεί να αγοραστεί, να χειραγωγηθεί, να αυτοματοποιηθεί ίσως το «μη δείχνω συνέχεια» γίνεται το νέο «είμαι» και αυτό από μόνο του είναι ανακουφιστικό και δίνει ελπίδα για επιστροφή στη ζωή εκτός διαδικτύου. Η επιλογή του να έχεις ελάχιστους ή κανένα follower δεν είναι απλώς ιδιοσυγκρασία ή «αποτυχία» είναι σημάδι της εποχής που υπονοεί ότι η παρουσία μας online δεν χρειάζεται να είναι θόρυβος, δεν χρειάζεται να είναι επίδειξη. Και ενδεχομένως, με αυτόν τον τρόπο, αποκτά μια μορφή ελεγχόμενης, ήρεμης ελευθερίας — και ίσως περισσότερης αξιοπιστίας.
➪ Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.
Οι εμμονές με τα like και τους follower ξεθωριάζουν, και η επιλογή του να παραμένεις «ασήμαντος» στον ψηφιακό κόσμο, με λίγους ή καθόλου followers, γίνεται η νέα τάση. Τα social media έχουν ωριμάσει και έχουν ξεθωριάσει, δεν έχουν πια την ίδια αίγλη που είχαν παλιότερα, οι αλγόριθμοι και τα bots «εξαγοράζουν» τη δημοφιλία, και ως εκ τούτου η πραγματική επιρροή δεν μετριέται πια σε επιφανειακά νούμερα. Αυτή η μετάβαση σηματοδοτεί μια χειραφέτηση από την πίεση της παρουσίασης, της συνεχούς παράγωγης περιεχομένου και μια επανακαθορισμένη σιωπηλή επιτυχία.
Όταν ξεκίνησαν τα κοινωνικά δίκτυα, οι «πολλοί followers» ήταν συνώνυμο του status, της επιρροής και της αναγνώρισης. Το να σε ακολουθούν πολλοί, να παίρνεις like και σχόλια ήταν «ευτυχία» και ήταν μια ικανοποίηση ότι κάτι κάνεις καλά και αρέσει. Τα χρόνια όμως πέρασαν, οι πλατφόρμες μεγάλωσαν, οι αλγόριθμοι έγιναν πιο «έξυπνοι», τα προφίλ πιο «εμπορεύσιμα» και η όποια μορφή αθωότητας έχει πάψει εδώ και χρόνια να υπάρχει. Τα social media έχασαν την επιρροή τους γιατί αντί για «τόπους» ανταλλαγής απόψεων, έγιναν ψηφιακά malls. Η επιστροφή μας πίσω σε αυτα τα μέσα αυτή τη φορά είναι διαφορετική, έρχεται μέσα από τη σκέψη ότι το να έχεις όσο το δυνατό λιγότερους θεωρείται πλέον «cool».
Τώρα, που η συγκομιδή των followers γίνεται εύκολα, είτε μέσω αλγορίθμων που προωθούν μαζικά τα προφίλ, είτε μέσω bots, το γεγονός ότι κάποιος εμφανίζεται με λίγους followers αρχίζει να θεωρείται σημάδι αυθεντικότητας και αυτονομίας. Όταν, λοιπόν, η δημοτικότητα μοιάζει με αποτέλεσμα επαγγελματικής στρατηγικής ή μαζικής κατανάλωσης, η σιωπηλή, μικρή παρουσία αποκτά άλλη βαρύτητα. Οι μεγάλοι λογαριασμοί δε σημαίνουν προφανώς και μεγάλη απήχηση. Πολλοί followers δεν μεταφράζονται απαραίτητα σε engagement ή αληθινή επιρροή. Τα μικρά, εστιασμένα κοινά, με πραγματική συμμετοχή, αντί για απλούς αριθμούς, αποδεικνύονται πιο «αξιόπιστα». Έτσι, το να μην κυνηγάς αριθμούς γίνεται επιλογή και ενίοτε προτέρημα.
Από το κοινωνικό μοίρασμα στις πωλήσεις
Η μετατροπή των προσωπικών προφίλ σε εργαλεία μάρκετινγκ, συνεργασιών, affiliate links, και γενικότερου branding έχει αλλάξει τον χαρακτήρα της παρουσίας μας online. Έτσι, η απόρριψη της «μεγάλης παρουσίας» και η επιλογή ενός σχεδόν ανύπαρκτου ή «ισχνού» account φαίνεται να αποτελεί μορφή αντίδρασης στη λογική του «όποιος έχει πολλούς ακόλουθους, κερδίζει». Το να μην εξαρτάσαι από το «ανέβασμα» της ζωής σου ή στιγμών από αυτή για επιβεβαίωση, το να μην μετράς likes και σχόλια, το να μην ακολουθείς τη λογική του αυξητικού «αριθμού», όλα αυτά λειτουργούν ως δήλωση μιας στάσης. Η στάση αυτή δεν είναι απαραίτητα αντίθετη στην τεχνολογία, είναι πιο πολύ μια επαναπροσαρμογή που σημαίνει ότι χρησιμοποιείς εσύ την τεχνολογία, και όχι το να σε χρησιμοποιεί εκείνη.
Όταν το προφίλ σου δεν είναι «μεγάλο», δεν είσαι «αναγκασμένος» να το τροφοδοτείς συνέχεια με περιεχόμενο, να συμβαδίζεις με τάσεις, να «παίζεις» με τον αλγόριθμο και να προσπαθείς να προσελκύσεις κοινό. Η ελευθερία επιλογής του πως θα κινηθείς είναι μεγαλύτερη και η πίεση προς την επιτυχία μικρότερη. Αυτό μπορεί να ενθαρρύνει μια πιο προσωπική, ανεπιτήδευτη παρουσία ή και την απόσυρση. Η απόσυρση από τον χώρο των social media αποκτά μορφή επιλογής και αποτελεί ένα προσωπικό statement.
Προφανώς, αυτή η τάση δεν είναι καθολική, υπάρχουν οι πλατφόρμες που συνεχίζουν να ενθαρρύνουν για εντυπωσιακά νούμερα, viral περιεχόμενο και αύξηση των followers. Όμως το γεγονός ότι μια αντί-τάση αναδύεται και ότι «είναι cool να μην έχεις followers», μας λέει κάτι για τη μεταμόρφωση των κοινωνικών μέσων και της σχέσης μας με αυτά. Η επιθυμία για πραγματική αλληλεπίδραση, για «μικρο-παρέες» online, για ψηφιακή ζωή με λιγότερο «θόρυβο», φαίνεται να κερδίζει έδαφος. Επίσης, πλέον υπάρχει η τάση τα social media να χρησιμοποιούνται σαν μέσα όπου οι «παρέες» κανονίζουν της έκτος διαδικτύου συναντήσεις τους και δίνουν προτεραιότητα στη φυσική παρουσία.
Με άλλα λόγια, ίσως τελικά η «ουσία» της παρουσίας μας στα social media δεν είναι πια στους αριθμούς, αλλά στην ποιότητα της σύνδεσης, στον έλεγχο του πώς, πότε και πόσο εμφανιζόμαστε. Και σε έναν κόσμο όπου η διαδικτυακή δημοφιλία μπορεί να αγοραστεί, να χειραγωγηθεί, να αυτοματοποιηθεί ίσως το «μη δείχνω συνέχεια» γίνεται το νέο «είμαι» και αυτό από μόνο του είναι ανακουφιστικό και δίνει ελπίδα για επιστροφή στη ζωή εκτός διαδικτύου. Η επιλογή του να έχεις ελάχιστους ή κανένα follower δεν είναι απλώς ιδιοσυγκρασία ή «αποτυχία» είναι σημάδι της εποχής που υπονοεί ότι η παρουσία μας online δεν χρειάζεται να είναι θόρυβος, δεν χρειάζεται να είναι επίδειξη. Και ενδεχομένως, με αυτόν τον τρόπο, αποκτά μια μορφή ελεγχόμενης, ήρεμης ελευθερίας — και ίσως περισσότερης αξιοπιστίας.
➪ Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.




