Κάποτε η Κυριακή είχε ρυθμό. Ήταν αργή, βαριά, σχεδόν τελετουργική. Μύριζε καφέ που κρατούσε ώρα, τραπέζι που δεν βιαζόταν, σκέψεις που επιτρεπόταν να περιπλανηθούν χωρίς στόχο. Ήταν η μέρα που δε χρειαζόταν να αποδείξεις τίποτα. Σήμερα αυτή η Κυριακή έχει μεταλλαχθεί. Έχει φορέσει τα ρούχα της Δευτέρας και προσποιείται ότι παραμένει ξεκούραση. 

Οι “Sunday lock-ins”, η εθελοντική εργασία του Σαββατοκύριακου παρουσιάστηκε ως νέα μορφή ελευθερίας. Όχι ως αγγαρεία, αλλά ως στρατηγική. Δουλεύω λίγο την Κυριακή για να ανασάνω την Τρίτη, κλείνω εκκρεμότητες για να κερδίσω χρόνο ζωής μέσα στην εβδομάδα. Δεν με αναγκάζει κανείς, το επιλέγω. Αυτή είναι η φράση-κλειδί της εποχής μας: το επιλέγω. 

Υπάρχει όμως ένα αόρατο σύστημα που επιβραβεύει τη διαθεσιμότητα, την προσαρμοστικότητα, τη διαρκή ρευστότητα. Η εργασία δεν τελειώνει πια, απλώς μετακινείται. Γλιστράει μέσα στον χρόνο μας, στις Κυριακές μας, στα βράδια μας, στα “λίγα λεπτά πριν κοιμηθώ”. 

Η πανδημία δεν δημιούργησε αυτή την πραγματικότητα, αλλά τη νομιμοποίησε. Το remote work διέλυσε την αυταπάτη του ωραρίου. Το Slack, το email και τα smartphones είχαν ήδη καταργήσει τη σιωπή. Τώρα απλώς μάθαμε να τη θεωρούμε πολυτέλεια και μέσα σε αυτή τη συνθήκη, η Κυριακή έγινε ο ιδανικός χώρος: ήσυχη, χωρίς meetings, χωρίς ειδοποιήσεις, χωρίς παρεμβολές. Ο παράδεισος της συγκέντρωσης. 

Οι αριθμοί το επιβεβαιώνουν. Όλο και περισσότεροι εργαζόμενοι συνδέονται τα Σαββατοκύριακα από επιλογή. Λένε ότι τότε δουλεύουν καλύτερα. Ότι σκέφτονται καθαρά, ότι η δημιουργικότητα δεν υπακούει σε ωράρια και έχουν δίκιο. Το πρόβλημα δεν είναι αν η δουλειά γίνεται καλύτερα την Κυριακή. Το πρόβλημα είναι τι χάνεται όταν καμία μέρα δεν είναι πραγματικά εκτός, γιατί η Κυριακή δεν ήταν απλώς ρεπό. Ήταν συλλογική παύση. Ήταν η αίσθηση ότι όλοι σταματάμε μαζί. Ότι ο κόσμος χαμηλώνει ταχύτητα. Σήμερα ο καθένας βελτιστοποιεί το πρόγραμμά του ατομικά, αλλά η κοινωνία αποσυντονίζεται. Δεν υπάρχει κοινός χρόνος, μόνο παράλληλες μοναχικές στρατηγικές επιβίωσης. 

Η νέα εργασιακή αφήγηση δεν μιλά πια για burnout, μιλά για agency. Για έλεγχο του χρόνου, για ευελιξία. Για ανθρώπους που αγαπούν τη δουλειά τους, που δεν έχουν βαριά οικογενειακά βάρη, που αναζητούν νόημα στην εξέλιξη, η Κυριακή-εργασία μοιάζει λογική ανταλλαγή. Δίνω λίγο χρόνο εδώ για να κερδίσω ποιότητα αλλού. 

Όμως εδώ ακριβώς κρύβεται η παγίδα. Όταν όλα παρουσιάζονται ως επιλογή, η εξάντληση παύει να είναι πρόβλημα του συστήματος και γίνεται προσωπική ευθύνη. Αν κουράστηκες, φταις εσύ που δεν διαχειρίστηκες σωστά τον χρόνο σου. Αν δεν σταμάτησες, ήταν επειδή δεν ήθελες αρκετά.  

Κάπως έτσι οι Κυριακές έγιναν οι νέες Δευτέρες όχι επειδή αγαπήσαμε τη δουλειά περισσότερο, αλλά επειδή φοβηθήκαμε την παύση, τη σιωπή, τον χρόνο χωρίς στόχο. Αυτόν τον χρόνο που δεν αποδίδει, δεν μετριέται, δεν μεταφράζεται σε productivity. Αν η Κυριακή χάσει οριστικά τον χαρακτήρα της, δε θα έχουμε κερδίσει ευελιξία. Θα έχουμε χάσει το τελευταίο καταφύγιο άσκοπου χρόνου και σε έναν κόσμο μόνιμα “locked in”, αυτό ίσως είναι το πιο επικίνδυνο αντάλλαγμα. 

*Mε στοιχεία από το Business Insider 

 

 

 Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.