Η Gen Z στην Ελλάδα ζει σε μια σχισμή: από τη μια πλευρά τα επιδόματα των 700 ευρώ, η ανασφάλεια της ενοικίασης και η αίσθηση πως η πόλη – η Αθήνα, η Θεσσαλονίκη, τα νησιά που έγιναν βιτρίνες για τουρίστες – δεν τους ανήκει πια· από την άλλη, το Instagram που γεμίζει με εικόνες από βίλες στη Σαντορίνη, brunch στο Κολωνάκι και «ψηφιακούς νομάδες» που πίνουν freddo στον ήλιο.
Δεν είναι μόνο οι λογαριασμοί της ΔΕΗ που τσακίζουν, ούτε τα delivery που γίνονται πολυτέλεια. Είναι ότι μεγαλώνεις με το TikTok να σου δείχνει 20χρονους που οδηγούν Tesla στο Παγκράτι, ενώ εσύ στοιβάζεσαι στο μετρό για μια δουλειά part-time. Η ανεπάρκεια δεν είναι πια ατομικό πρόβλημα, αλλά κοινωνική σύγκρουση: σε μαθαίνουν να συγκρίνεις τη ζωή σου με το φιλτραρισμένο όνειρο του άλλου.
Κι έτσι η ελληνική Gen Z κουβαλάει μια σχιζοφρενική πίεση: να δείχνει επιτυχημένη, να «ανεβάζει» την εικόνα της, ενώ μέσα της καταρρέει από το άγχος ότι δεν θα φτάσει ποτέ αυτό που η κοινωνία παρουσιάζει σαν αυτονόητο. Σαν τον Καρυωτάκη που έβλεπε την Πρέβεζα να τον πνίγει, μόνο που τώρα η Πρέβεζα έχει αντικατασταθεί από το endless scroll στο κινητό.
Τις προάλλες, καθώς περιηγούμουν στις σελίδες του διαδικτύου, έπεσα πάνω σε μερικούς τίτλους από ξένα και ελληνικά άρθρα, τα οποία έλεγαν κάτι που δεν με ξάφνιασε καθόλου, αλλά με έκανε να σταματήσω και να σκεφτώ. Σύμφωνα, λοιπόν, με αυτά τα δημοσιεύματα, η Gen Z είναι με διαφορά μια από τις πιο καταθλιπτικές γενιές των τελευταίων ετών. Και πράγματι, δεν ακούγεται καθόλου παράλογο.
Τα αίτια που έχουν οδηγήσει σε αυτή την κατάσταση είναι αμέτρητα. Ωστόσο, εκείνο που κατέχει τον πρωταγωνιστικό ρόλο είναι το οικονομικό ζήτημα. Όλο και περισσότερα άτομα αυτής της γενιάς βιώνουν αυτό που οι ίδιοι αποκαλούν «οικονομική δυσμορφία». Και τώρα θα μου πεις πως αυτό δεν είναι πρόβλημα μόνο των Zoomers. Οι περισσότεροι άνθρωποι σε αυτόν τον πλανήτη κάνουν κάθε μήνα μαθηματικούς υπολογισμούς, σαν τον Θανάση Βέγγο στις ταινίες του, για να καταφέρουν να τα βγάλουν πέρα.
Σε αυτή την περίπτωση, όμως, τα πράγματα είναι κάπως διαφορετικά. Οι επαναλαμβανόμενες οικονομικές κρίσεις, ο ανεξέλεγκτος πληθωρισμός και οι χαμηλοί μισθοί είναι μερικοί μόνο από τους λόγους που οι νέοι βλέπουν πλέον το μέλλον τους μέσα από ένα πιο απαισιόδοξο και καταθλιπτικό πρίσμα. Για να μην αναφερθούμε καν στο κεφάλαιο «στεγαστικό», όπου όποιος αποφασίζει να πετάξει μακριά από το πατρικό του, ουσιαστικά υπογράφει το συμβόλαιο του «ζω για να δουλεύω και να πληρώνω λογαριασμούς».
Και όμως, η Gen Z δεν είναι η πρώτη γενιά που έρχεται αντιμέτωπη με τόσες δυσκολίες. Άλλες γενιές βρέθηκαν να χτίζουν μια ζωή σε συνθήκες χειρότερες από αυτές που βιώνουμε σήμερα. Για παράδειγμα, οι νέοι της μεταπολεμικής περιόδου, ειδικά στις χώρες που είχαν πληγεί περισσότερο από τον πόλεμο, κλήθηκαν να επιβιώσουν και να χτίσουν τα όνειρά τους πάνω στα συντρίμμια και το πένθος των ίδιων τους των σπιτιών.
Παρόλα αυτά, υπάρχει μια σημαντική διαφορά ανάμεσα στο τότε και το σήμερα. Τότε επικρατούσε μια γενικευμένη δυσχέρεια, ενώ σήμερα υπάρχει μια έντονη ανισορροπία που χαρακτηρίζεται, τουλάχιστον επιφανειακά, από πλούτο, χλιδή και πολυτέλεια. Αυτό αναπόφευκτα δημιουργεί απογοήτευση και ένα αίσθημα ανεπάρκειας σε όσους δεν διαθέτουν τα οικονομικά μέσα για να υποστηρίξουν μηνιαίες εκδρομές στο Ντουμπάι, όπως οι influencers του Instagram.
Και φυσικά, σε αυτό βάζουν το χεράκι τους και τα social media. Οι νέοι καταναλώνουν καθημερινά στιγμιότυπα από μια ψεύτικη πραγματικότητα, η οποία υπερπροβάλλει τη χλιδή και τον εύκολο πλούτο. Λίγες καθοδικές κινήσεις με το δάχτυλο στην οθόνη του κινητού αρκούν για να δει κανείς μοντέλα, ηθοποιούς, παρουσιαστές και influencers να διαφημίζουν και να επιδεικνύουν κάθε είδους πολυτελή προϊόντα και εμπειρίες που μόνο λίγοι μπορούν να γευτούν σε αυτή τη ζωή: κοσμήματα αμύθητης αξίας, ρούχα και αξεσουάρ σχεδιαστών, πανάκριβα αυτοκίνητα, δείπνα σε εστιατόρια με αστέρια και διακοπές σε παραδεισένιους προορισμούς.
Επομένως, η δυσφορία δεν περιορίζεται απλώς στο άγχος για την επόμενη μέρα, αλλά εκφράζεται και ως μανιακό κυνήγι του γρήγορου πλούτου. Μάλιστα, πρόσφατες έρευνες έδειξαν ότι το 43% των ατόμων της Gen Z και το 41% των Millennials πάσχουν από οικονομική δυσμορφία, μια λανθασμένη αντίληψη της οικονομικής τους κατάστασης, που οφείλεται κυρίως στην επιθυμία να αποκτήσουν πολυτελή αγαθά τα οποία, υπό άλλες συνθήκες, δεν θα θεωρούσαν απαραίτητα, αν δεν τους προβάλλονταν αδιάκοπα μέσα από τα social media.
Με λίγα λόγια, το βάρος που καλούνται να κουβαλήσουν είναι πιο βαρύ. Πρέπει να αντιμετωπίσουν οικονομικές δυσκολίες παρόμοιες με εκείνες που βίωσαν οι πρόγονοί τους, αλλά με το πρόσθετο, και ανούσιο, φορτίο της πίεσης για χλιδή και δόξα.
Τα βασικά συμπτώματα της οικονομικής δυσμορφίας
Λανθασμένη εντύπωση για το πορτοφόλι των άλλων: Συνεχής σύγκριση με τους άλλους, βασισμένη σε μια εξιδανικευμένη και μη ρεαλιστική άποψη του πλούτου που προβάλλεται στα social media, οδηγεί σε συναισθήματα ανεπάρκειας και φθόνου.
Υπερβολική ανησυχία για χρήματα: Άγχος και στρες που σχετίζονται με τη διαχείριση των οικονομικών, ακόμη και όταν η οικονομική κατάσταση είναι σταθερή. Συνεχή ερωτήματα όπως: «Θα μπορέσω ποτέ να τα αποκτήσω όλα αυτά;» «Θα γίνω ποτέ αρκετά πλούσιος ώστε να μην ανησυχώ συνεχώς για τους λογαριασμούς και τα απρόβλεπτα έξοδα;»
Αλόγιστη δαπάνη ή υπερβολική αποταμίευση: Αναζήτηση άμεσης ικανοποίησης μέσω παρορμητικών αγορών ή, αντίθετα, καταναγκαστική αποταμίευση χρημάτων ώστε να υπάρχει «καβάτζα» σε περίπτωση απώλειας όλων.
Το χρήμα ως κρυμμένος θησαυρός: Αντίληψη του χρήματος ως περιορισμένου πόρου, που οδηγεί σε ζωή με τον φόβο ότι δεν θα είναι ποτέ αρκετό.
Δυσκολία στη λήψη οικονομικών αποφάσεων: Αδυναμία σωστής αξιολόγησης εσόδων και εξόδων, με αρνητικές συνέπειες στον προσωπικό και οικογενειακό προϋπολογισμό.
Κοινωνική απομόνωση: Τάση αποφυγής κοινωνικών σχέσεων λόγω φόβου για την κριτική της οικονομικής κατάστασης.
➪ Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.
Η Gen Z στην Ελλάδα ζει σε μια σχισμή: από τη μια πλευρά τα επιδόματα των 700 ευρώ, η ανασφάλεια της ενοικίασης και η αίσθηση πως η πόλη – η Αθήνα, η Θεσσαλονίκη, τα νησιά που έγιναν βιτρίνες για τουρίστες – δεν τους ανήκει πια· από την άλλη, το Instagram που γεμίζει με εικόνες από βίλες στη Σαντορίνη, brunch στο Κολωνάκι και «ψηφιακούς νομάδες» που πίνουν freddo στον ήλιο.
Δεν είναι μόνο οι λογαριασμοί της ΔΕΗ που τσακίζουν, ούτε τα delivery που γίνονται πολυτέλεια. Είναι ότι μεγαλώνεις με το TikTok να σου δείχνει 20χρονους που οδηγούν Tesla στο Παγκράτι, ενώ εσύ στοιβάζεσαι στο μετρό για μια δουλειά part-time. Η ανεπάρκεια δεν είναι πια ατομικό πρόβλημα, αλλά κοινωνική σύγκρουση: σε μαθαίνουν να συγκρίνεις τη ζωή σου με το φιλτραρισμένο όνειρο του άλλου.
Κι έτσι η ελληνική Gen Z κουβαλάει μια σχιζοφρενική πίεση: να δείχνει επιτυχημένη, να «ανεβάζει» την εικόνα της, ενώ μέσα της καταρρέει από το άγχος ότι δεν θα φτάσει ποτέ αυτό που η κοινωνία παρουσιάζει σαν αυτονόητο. Σαν τον Καρυωτάκη που έβλεπε την Πρέβεζα να τον πνίγει, μόνο που τώρα η Πρέβεζα έχει αντικατασταθεί από το endless scroll στο κινητό.
Τις προάλλες, καθώς περιηγούμουν στις σελίδες του διαδικτύου, έπεσα πάνω σε μερικούς τίτλους από ξένα και ελληνικά άρθρα, τα οποία έλεγαν κάτι που δεν με ξάφνιασε καθόλου, αλλά με έκανε να σταματήσω και να σκεφτώ. Σύμφωνα, λοιπόν, με αυτά τα δημοσιεύματα, η Gen Z είναι με διαφορά μια από τις πιο καταθλιπτικές γενιές των τελευταίων ετών. Και πράγματι, δεν ακούγεται καθόλου παράλογο.
Τα αίτια που έχουν οδηγήσει σε αυτή την κατάσταση είναι αμέτρητα. Ωστόσο, εκείνο που κατέχει τον πρωταγωνιστικό ρόλο είναι το οικονομικό ζήτημα. Όλο και περισσότερα άτομα αυτής της γενιάς βιώνουν αυτό που οι ίδιοι αποκαλούν «οικονομική δυσμορφία». Και τώρα θα μου πεις πως αυτό δεν είναι πρόβλημα μόνο των Zoomers. Οι περισσότεροι άνθρωποι σε αυτόν τον πλανήτη κάνουν κάθε μήνα μαθηματικούς υπολογισμούς, σαν τον Θανάση Βέγγο στις ταινίες του, για να καταφέρουν να τα βγάλουν πέρα.
Σε αυτή την περίπτωση, όμως, τα πράγματα είναι κάπως διαφορετικά. Οι επαναλαμβανόμενες οικονομικές κρίσεις, ο ανεξέλεγκτος πληθωρισμός και οι χαμηλοί μισθοί είναι μερικοί μόνο από τους λόγους που οι νέοι βλέπουν πλέον το μέλλον τους μέσα από ένα πιο απαισιόδοξο και καταθλιπτικό πρίσμα. Για να μην αναφερθούμε καν στο κεφάλαιο «στεγαστικό», όπου όποιος αποφασίζει να πετάξει μακριά από το πατρικό του, ουσιαστικά υπογράφει το συμβόλαιο του «ζω για να δουλεύω και να πληρώνω λογαριασμούς».
Και όμως, η Gen Z δεν είναι η πρώτη γενιά που έρχεται αντιμέτωπη με τόσες δυσκολίες. Άλλες γενιές βρέθηκαν να χτίζουν μια ζωή σε συνθήκες χειρότερες από αυτές που βιώνουμε σήμερα. Για παράδειγμα, οι νέοι της μεταπολεμικής περιόδου, ειδικά στις χώρες που είχαν πληγεί περισσότερο από τον πόλεμο, κλήθηκαν να επιβιώσουν και να χτίσουν τα όνειρά τους πάνω στα συντρίμμια και το πένθος των ίδιων τους των σπιτιών.
Παρόλα αυτά, υπάρχει μια σημαντική διαφορά ανάμεσα στο τότε και το σήμερα. Τότε επικρατούσε μια γενικευμένη δυσχέρεια, ενώ σήμερα υπάρχει μια έντονη ανισορροπία που χαρακτηρίζεται, τουλάχιστον επιφανειακά, από πλούτο, χλιδή και πολυτέλεια. Αυτό αναπόφευκτα δημιουργεί απογοήτευση και ένα αίσθημα ανεπάρκειας σε όσους δεν διαθέτουν τα οικονομικά μέσα για να υποστηρίξουν μηνιαίες εκδρομές στο Ντουμπάι, όπως οι influencers του Instagram.
Και φυσικά, σε αυτό βάζουν το χεράκι τους και τα social media. Οι νέοι καταναλώνουν καθημερινά στιγμιότυπα από μια ψεύτικη πραγματικότητα, η οποία υπερπροβάλλει τη χλιδή και τον εύκολο πλούτο. Λίγες καθοδικές κινήσεις με το δάχτυλο στην οθόνη του κινητού αρκούν για να δει κανείς μοντέλα, ηθοποιούς, παρουσιαστές και influencers να διαφημίζουν και να επιδεικνύουν κάθε είδους πολυτελή προϊόντα και εμπειρίες που μόνο λίγοι μπορούν να γευτούν σε αυτή τη ζωή: κοσμήματα αμύθητης αξίας, ρούχα και αξεσουάρ σχεδιαστών, πανάκριβα αυτοκίνητα, δείπνα σε εστιατόρια με αστέρια και διακοπές σε παραδεισένιους προορισμούς.
Επομένως, η δυσφορία δεν περιορίζεται απλώς στο άγχος για την επόμενη μέρα, αλλά εκφράζεται και ως μανιακό κυνήγι του γρήγορου πλούτου. Μάλιστα, πρόσφατες έρευνες έδειξαν ότι το 43% των ατόμων της Gen Z και το 41% των Millennials πάσχουν από οικονομική δυσμορφία, μια λανθασμένη αντίληψη της οικονομικής τους κατάστασης, που οφείλεται κυρίως στην επιθυμία να αποκτήσουν πολυτελή αγαθά τα οποία, υπό άλλες συνθήκες, δεν θα θεωρούσαν απαραίτητα, αν δεν τους προβάλλονταν αδιάκοπα μέσα από τα social media.
Με λίγα λόγια, το βάρος που καλούνται να κουβαλήσουν είναι πιο βαρύ. Πρέπει να αντιμετωπίσουν οικονομικές δυσκολίες παρόμοιες με εκείνες που βίωσαν οι πρόγονοί τους, αλλά με το πρόσθετο, και ανούσιο, φορτίο της πίεσης για χλιδή και δόξα.
Τα βασικά συμπτώματα της οικονομικής δυσμορφίας
Λανθασμένη εντύπωση για το πορτοφόλι των άλλων: Συνεχής σύγκριση με τους άλλους, βασισμένη σε μια εξιδανικευμένη και μη ρεαλιστική άποψη του πλούτου που προβάλλεται στα social media, οδηγεί σε συναισθήματα ανεπάρκειας και φθόνου.
Υπερβολική ανησυχία για χρήματα: Άγχος και στρες που σχετίζονται με τη διαχείριση των οικονομικών, ακόμη και όταν η οικονομική κατάσταση είναι σταθερή. Συνεχή ερωτήματα όπως: «Θα μπορέσω ποτέ να τα αποκτήσω όλα αυτά;» «Θα γίνω ποτέ αρκετά πλούσιος ώστε να μην ανησυχώ συνεχώς για τους λογαριασμούς και τα απρόβλεπτα έξοδα;»
Αλόγιστη δαπάνη ή υπερβολική αποταμίευση: Αναζήτηση άμεσης ικανοποίησης μέσω παρορμητικών αγορών ή, αντίθετα, καταναγκαστική αποταμίευση χρημάτων ώστε να υπάρχει «καβάτζα» σε περίπτωση απώλειας όλων.
Το χρήμα ως κρυμμένος θησαυρός: Αντίληψη του χρήματος ως περιορισμένου πόρου, που οδηγεί σε ζωή με τον φόβο ότι δεν θα είναι ποτέ αρκετό.
Δυσκολία στη λήψη οικονομικών αποφάσεων: Αδυναμία σωστής αξιολόγησης εσόδων και εξόδων, με αρνητικές συνέπειες στον προσωπικό και οικογενειακό προϋπολογισμό.
Κοινωνική απομόνωση: Τάση αποφυγής κοινωνικών σχέσεων λόγω φόβου για την κριτική της οικονομικής κατάστασης.
➪ Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.