Στο τέλος κάθε χρονιάς το Spotify δημοσιεύει το Wrapped: μια ψηφιακή αυτοβιογραφία των μουσικών σου συνηθειών. Το 2025 πρόσθεσε ένα νέο, απρόσμενο στοιχείο: την “ηλικία ακρόασης”, η οποία βασίζεται στις χρονολογίες κυκλοφορίας των τραγουδιών που άκουσες περισσότερο. Το αποτέλεσμα; Χιλιάδες χρήστες, πολλοί κάτω των 40 ή 50 βρέθηκαν ξαφνικά με έναν “μουσικό εαυτό” μεγαλύτερο κατά δεκαετίες από τον πραγματικό τους.
Εδώ και δεκαετίες οι ψυχολόγοι προσπαθούν να βρουν έναν τρόπο μέτρησης της ηλικίας που να μην εξαρτάται από το έτος γέννησης. Η υποκειμενική ηλικία, το “πόσο νιώθω” δίνει κάποιες ενδείξεις, αλλά επηρεάζεται έντονα από προσωπικές προκαταλήψεις.
Αν η ηλικία ακρόασης μπορούσε να λειτουργήσει ως ένας νέος δείκτης, τότε ίσως θα παρείχε μια πιο καθαρή εικόνα της ψυχολογικής μας ηλικίας. Είναι μια “μέτρηση” χωρίς τα εμπόδια της αυτοαναφοράς, αλλά μπορεί να αξιοποιηθεί πρακτικά; Μπορεί να μας αποκαλύψει κάτι σημαντικό για τον εαυτό μας;
Γνωρίζουμε ότι οι άνθρωποι παρουσιάζουν ένα “κύμα αναμνήσεων” (reminiscence bump) μεταξύ εφηβείας και πρώιμης ενηλικίωσης: εκεί όπου συσσωρεύονται οι πιο ζωντανές αυτοβιογραφικές μνήμες. Οι πρώτες εμπειρίες έχουν μεγαλύτερη ένταση και ως εκ τούτου μεγαλύτερη διάρκεια μέσα στον χρόνο. Η μουσική δεν αποτελεί εξαίρεση. Οι Holbrook και Schindler (1989) έδειξαν ότι οι περισσότεροι άνθρωποι αγαπούν περισσότερο τη μουσική που άκουγαν περίπου στα 23.5 τους χρόνια. Αυτό εξηγεί γιατί η μουσική των νεανικών χρόνων μας μας ακολουθεί εφ’ όρου ζωής, αλλά δεν εξηγεί γιατί σήμερα ένας 36χρονος μπορεί να εμφανίζεται με “ηλικία ακρόασης”… 80 ετών.
Η απάντηση έρχεται από τους Krumhansl και Zupnick (2013). Οι ερευνητές ζήτησαν από νέους περίπου 20 ετών να αξιολογήσουν τραγούδια από τη δεκαετία του 1950 έως τα 2000s. Οι συμμετέχοντες πράγματι έδειξαν ισχυρή προτίμηση για μουσική των τελευταίων δεκαετιών, αυτή που άκουγαν μεταξύ 2 και 18 ετών, δηλαδή από βρεφική μέχρι νεανική ηλικία επιβεβαιώνοντας το κλασικό reminiscence bump.
Όμως έδειξαν επίσης ισχυρή προτίμηση για μουσική των ετών 1960–69 και 1980–84, δηλαδή μουσική δεκαετιών πριν τη γέννησή τους.
Η εξήγηση ήταν απλή και αποστομωτική:
• Η μουσική των 1980–84 αντιστοιχούσε στα χρόνια γέννησης των ίδιων των συμμετεχόντων.
• Η μουσική των 1960–69 αντιστοιχούσε στο reminiscence bump των γονιών τους.
Με άλλα λόγια “κληρονομούμε” μουσικά γούστα από το σπίτι στο οποίο μεγαλώνουμε. Αυτό σε Spotify αριθμούς σημαίνει ότι ένας 20χρονος του σήμερα μπορεί να εμφανίζεται με ηλικία ακρόασης… 60+. Οι ερευνητές υποθέτουν επίσης ότι η μουσική των ’60s έχει μια ιδιαίτερη ανθεκτικότητα λόγω ποιότητας, επιρροής και διαρκούς ανακύκλωσης μέσα από ταινίες, διασκευές και σύγχρονα remixes.
Όπως έγραψαν πρόσφατα και οι New York Times, μια μεγαλύτερη ηλικία ακρόασης είναι ίσως “σήμα τιμής”, μια ένδειξη πλούσιων εμπειριών και συναισθηματικών δεσμών. Σκεφτείτε την επιρροή της νοσταλγίας στη σύγχρονη ποπ κουλτούρα: από την Taylor Swift μέχρι τις επανεκδόσεις δίσκων, η ανακύκλωση του παρελθόντος είναι πλέον κυρίαρχη δημιουργική δύναμη. Η μουσική δεν είναι μόνο ήχοι, αλλά μνήμη, ταυτότητα και συναισθηματική γεωγραφία.
Η ηλικία ακρόασης είναι ένα παράθυρο στο ποιος είσαι και από πού έρχεσαι. Συνδέει την προσωπική σου ιστορία με αυτή των ανθρώπων που σε διαμόρφωσαν. Δεν μετράει χρόνια, αλλά συναισθήματα, συνειρμούς και βιώματα κι αποδεικνύει πως η ψυχή δεν ακολουθεί ημερολόγιο, αλλά όσα την έχουν σημαδέψει ανεξίτηλα στον χρόνο.
➪ Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.





