Ενωμένες θα νικήσουμε. Είμαστε όλες Ελένη. Καμία γυναίκα φιμωμένη. Κάποια από τα συνθήματα που ακούγονται και γράφονται τα τελευταία χρόνια μετά από την άγρια δολοφονία της Τοπαλούδη και τα μυριάδες περιστατικά καθημερινής βίας κατά των γυναικών από άντρες. Πολλά από αυτά τα συνθήματα φωνάζονται και αναπαράγονται, φυσικά, από γυναίκες. Από τις ίδιες ενδεχομένως γυναίκες που φωνάζονταν και αναπαράγονται τα όποια σλόγκαν εναντίον της Άμπερ Χερντ, στην πολύκροτη δίκη του Χόλιγουντ κατά την οποία ο Τζόνι Ντεπ αθωώθηκε.
Τον συμπαθώ αφάνταστα τον Τζόνι Ντεπ, πάντα τον συμπαθούσα, από τότε που έλιωνε για την Γουινόνα. Μέσα στα χρόνια κάπως ξεθώριασε η σχέση μας, βαρέθηκα να τον βλέπω να κοπιάρει τον εαυτό του στους ρόλους του, δεν μου προκαλούσε καμία έκπληξη η «κολλημένη» ροκενρόλα του, ξενέρωσα με την επιλογή Χερντ έναντι της Παραντί -γούστα είναι αυτά. Όμως είχε πάντα μία ζεστή θέση στην καρδιά μου, σαν φιγούρα, σαν αύρα.
Τότε που ακούστηκαν οι πρώτες φήμες περί ξυλοκοπήματος της νεόκοπης συζύγου του, πάγωσα. Από την άλλη η σκληρόπετση πραγματικότητα μου επιτρέπει να έχω μνήμη χρυσόψαρου, να μη θυμάμαι καν γιατί ταράχτηκα. Κάπως έτσι φτάσαμε στο λαϊκό δικαστήριο, το οποίο κράτησε τον μισό πλανήτη κολλημένο στις οθόνες του να παρακολουθεί τους δύο σταρ να τρώνε τις σάρκες τους.
Κάπου διάβασα ότι ένας από τους υποκινητές αυτής της προπαγάνδας ήταν το συντηρητικό μέσο The Daily Wire, το οποίο φέρεται να ξόδεψε έως και 47.000 δολάρια για την προώθηση άρθρων και βίντεο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης με προκατάληψη εναντίον της Άμπερ Χερντ.
Όταν ξεκίνησε η δίκη ήμουν αρκετά απαθής. Όλα φώναζαν σαν μία υπόθεση «αμοιβαίας κακοποίησης». Είχα επίσης τη λανθασμένη εντύπωση ότι η δίκη ήταν μια αγωγή της Χερντ εναντίον του Ντεπ, κατηγορώντας τον για ενδοοικογενειακή βία. Θα συνέχιζα να μη δίνω σημασία εάν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δεν με ανάγκασαν να δώσω. Οι φίλες και γνωστές που μέχρι πρότινος ούρλιαζαν υπέρ των θυμάτων (τη σιχαίνομαι αυτή τη λέξη) και εναντίων των κακοποιητών, τώρα χόρευαν τον παρανοϊκό χορό της προπαγάνδας εναντίον της Χερντ, με μίσος, με πάθος, με φανατικό ενθουσιασμό τινέιτζερ μαθήτριας λυκείου. «Ποια είναι αυτή που θα λοιδορήσει το είδωλο; Πώς τολμάει;». Και να τα ίνστα στόρις με την Χερντ με κερατάκια διαβόλου και gifάκια γελοιοποίησής της.
Παρά το γεγονός ότι δεν έκανα ποτέ κλικ σε βίντεο της δίκης τα σόσιαλ μίντια συνέχισαν να μου δείχνουν αποσπάσματα από ανθρώπους που κατέστρεφαν τις καταθέσεις της Χερντ στο δικαστήριο. Το ίνσταγκραμ έσπρωχνε εικόνες του Ντεπ να δείχνει καλοσύνη στους θαυμαστές του ή βαρυσήμαντα αποφθέγματα του ίδιου. Το τουίτερ μου πρότεινε tweets που χλεύαζαν την ακρίβεια των λεγομένων της Χερντ ή αμφισβητούσαν τις πράξεις της ως θύμα ενδοοικογενειακής κακοποίησης. Ήταν αμείλικτο. Όσο κι αν έκανα κλικ στο «δεν ενδιαφέρομαι» σε όλες τις πλατφόρμες, η μηχανή συνέχισε να λειτουργεί. Κάπου διάβασα ότι ένας από τους υποκινητές αυτής της προπαγάνδας ήταν το συντηρητικό μέσο The Daily Wire, το οποίο φέρεται να ξόδεψε έως και 47.000 δολάρια για την προώθηση άρθρων και βίντεο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης με προκατάληψη εναντίον της Άμπερ Χερντ.
Κανένας λόγος για τα γραπτά μηνύματα όπου ο Ντεπ φέρεται να δήλωνε «θα γαμήσω το καμένο πτώμα της μετά για να βεβαιωθώ ότι είναι νεκρή» και «θα χαστουκίσω το άσχημο μο@νί πριν την αφήσω να μπει μέσα». Πολλοί μίλησαν για μία περίπτωση «αμοιβαίας κακοποίησης» –πολλοί άντρες, ωστόσο και πάρα πολλές γυναίκες. Ανάμεσά τους κι εγώ.
«Μαζί τις φάγανε», σκέφτηκα. Δεν σου βγάζουν όλοι οι άνθρωποι τον χειρότερο εαυτό σου. Έλα όμως που διαβάζοντας αναγκαστικά, από ’δω κι από ’κει άρθρα σχετικά με την τελική απόφαση διαπίστωσα ότι η Χερντ ήταν ουσιαστικά και καθολικά μόνη. Η προκατάληψη στο πρόσωπό της δεν επέτρεψε σε κανέναν να τη δει με κάποια, έστω, συμπάθεια. Ακόμα κι αν δεν είπε όλη την αλήθεια ο θυμός που προκάλεσε ήταν δυσανάλογα μεγάλος, παράλογα ντροπιαστικός.
Η γυναικεία αλληλεγγύη πήγε απλά περίπατο. Ούτε το παραμικρό ίχνος συμπόνοιας.
Στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης γυναίκες ντύνονταν ως Χερντ και γελοιοποιούσαν τις αφηγήσεις της για βίαιη σεξουαλική κακοποίηση. Δύο από τις πρώην φίλες του Ντεπ υποστήριξαν ότι ήταν «αδύνατον να πιστέψει κανείς» τους ισχυρισμούς της Χερντ, μόνο και μόνο επειδή δεν είχαν βιώσει ποτέ οι ίδιες αυτή τη βία. Διασημότητες υψηλού προφίλ – όπως η Τζένιφερ Άνιστον, η Έμμα Ρόμπερτς και η Ναόμι Κάμπελ – συνέρρευσαν στο ίνσταγκαρμ για να προσφέρουν στον Ντεπ likes και μηνύματα υποστήριξης. «Γυναίκες όπως η Χερντ είναι χειριστικές και ψυχρές και χρησιμοποιούν την ίδια τους τη γυναικεία φύση για να το παίξουν θύματα», έγραψε η Ireland Baldwin σε μια ιδιαίτερα εμπρηστική ανάρτηση. «Ελπίζω ο Τζόνι να πάρει πίσω τη φήμη του και τη ζωή του».
Η αγωγή του Ντεπ εναντίον της Χερντ ήταν απάντηση σε ένα άρθρο που έγραψε η Χερντ στην Washington Post το 2018 με τίτλο «Μίλησα ενάντια στη σεξουαλική βία – και αντιμετώπισα την οργή της κουλτούρας μας». Αυτό πρέπει να αλλάξει. Ο Ντεπ δεν κατονομάστηκε, αλλά οι δικηγόροι του ισχυρίστηκαν ότι το άρθρο ήταν δυσφημιστικό. Δύο χρόνια νωρίτερα, ο Ντεπ είχε ξεσπάσει μιλώντας σε έναν φίλο του λέγοντας «η Χερντ ικετεύει για παγκόσμιο εξευτελισμό και θα τον πάρει». Κοιτάζοντας τη δίκη υπό το πρίσμα αυτής της δήλωσης, καθώς και του μακάβριου τσίρκου γύρω από αυτήν, το μόνο που βλέπω είναι τρόμος. Κυρίως για την αντίδραση των γυναικών.
Αυτή η δίκη δεν αφορούσε ποτέ μόνο την Άμπερ Χερντ. Ποτέ δεν είχε να κάνει με το πώς νιώθουμε γι’ αυτήν ως άτομο. Η δίκη αφορούσε πάντα το δικαίωμα ενός θύματος (σιχαίνομαι αυτή τη λέξη) να μιλάει για τον θύτη του δημόσια. Νωρίτερα φέτος, ο Μέριλιν Μάνσον μήνυσε την Έβαν Ρέιτσελ Γουντ για κακοποίηση εναντίον του κατά την περίοδο που είχαν σχέση – εκείνη στα 18 της και εκείνος στα 36 του. Ο Μάνσον υπήρξε στενός φίλος του Ντεπ για τρεις δεκαετίες.
Τώρα που οι ένορκοι, οι οποίοι δεν απομονώθηκαν ποτέ αντιμετωπίζοντας τα ίδια αντι-Χερντ αστεία στα οποία υποβληθήκαμε κι εμείς όλοι, δήλωσαν ότι έπραξε με «πραγματικό δόλο» και της επέβαλλαν πρόστιμο αποζημίωσης εκατομμυρίων στον Ντεπ, τώρα μπορούμε να σκεφτούμε σοβαρά πάνω στο θέμα;
Τι μπορεί να σημαίνει αυτό για άλλες περιπτώσεις ενδοοικογενειακής κακοποίησης; Η Άμπερ Χερντ και η Έβαν Ρέιτσελ Γουντ είναι και οι δύο πλούσιες, cis, λευκές Αμερικανίδες. Χιλιάδες γυναίκες, σε παρόμοιες καταστάσεις, ανά τον κόσμο θα δουν τι συμβαίνει όταν γυναίκες, ακόμη και σε προνομιούχες θέσεις, αμφισβητούν τον θύτη τους.
Μήπως το παιχνίδι δεν παίζεται μεταξύ ανδρών και γυναικών αλλά πλούσιων και φτωχών ή πλούσιων και πλουσιότερων;
Μήπως η μόνη λύση είναι η γυναικεία αλληλεγγύη γιατί εκεί βρίσκεται η πληγή που δεν κλείνει ποτέ;