Ας το πούμε καθαρά: πριν λίγα χρόνια η λέξη «υβριστοφιλία» θα ακουγόταν σαν τίτλος underground fanzine που κυκλοφορεί σε πέντε αντίτυπα στα Εξάρχεια. Και ξαφνικά, έγινε μέρος του καθημερινού μας λεξιλογίου. Ναι, γιατί πλέον δεν αρκεί να λες ότι είσαι «κακό παιδί», πρέπει να έχεις “serial killer aesthetic”.
Η υβριστοφιλία, αυτό το παράξενο πάντρεμα βίας και επιθυμίας, δεν είναι καινούριο φαινόμενο, αλλά η εποχή μας κατάφερε να το αναβαθμίσει σε τάση. Κάποτε, το να δηλώνεις έλξη για έναν άνθρωπο που έχει σκοτώσει, βασανίσει, καταστρέψει, το έκανες κρυφά και μετά έτρεχες στον ψυχοθεραπευτή. Τώρα; Ανεβάζεις edit στο TikTok με μουσική Lana Del Rey από πάνω.
Και βέβαια οι «ήρωές» μας είναι πάντα λίγο artsy. Ο Τεντ Μπάντι με το χαμόγελο-διαφήμιση οδοντιατρικού. Ο Τζέφρι Ντάμερ με το βλέμμα «έχω βαθιές σκέψεις» (ναι, για το πώς θα σε μαρινάρω). Και ο Τζο Γκόλντμπεργκ στη σειρά You να μας εξηγεί πόσο «αγαπάει βαθιά» ενώ παραμονεύει πίσω από θάμνους σαν social-media-φάντασμα με άδεια οπλοκατοχής.
Το TikTok δε, έχει κάνει θαύματα. Με ένα καλό φίλτρο, λίγο slow motion και το σωστό soundtrack, ο δολοφόνος μετατρέπεται σε «μυστηριώδη ρομαντικό». Η πραγματικότητα; Σαν να πάτησες pause λίγο πριν την καταστροφή.
Κάποτε, οι γυναίκες που έστελναν γράμματα λατρείας στον Ρίτσαρντ Ραμίρεζ στη φυλακή θεωρούνταν εξαιρέσεις. Σήμερα υπάρχει λογαριασμός στο TikTok με 200.000 followers και bio «Ι Can Fix Him». Και κάπου εκεί μπερδεύτηκαν όλα: το σκοτάδι για βάθος, η επικινδυνότητα για πάθος, η κτητικότητα της αγάπης.
Η οθόνη έχει την ικανότητα να εξημερώνει τη βία. Η βία απογυμνώνεται από το ηθικό της βάρος και μετατρέπεται σε σκηνή, σε αισθητικό φετίχ. Στην εποχή του TikTok, όπου η προσοχή μας διαρκεί δευτερόλεπτα, δεν υπάρχει χρόνος για σκέψη. Επιστρέφουμε σε πρωτόγνωρα ένστικτα που αρκετά εκ των οποίων συνδέονται με τη σεξουαλική έλξη.
Η ψυχολογία έχει τον δικό της τρόπο να εξηγήσει το φαινόμενο. Μιλά για τη φαντασίωση της “διόρθωσης”, την ψευδαίσθηση ότι η αγάπη μπορεί να αλλάξει τον εγκληματία, να τον “θεραπεύσει”. Είναι το σύνδρομο “I Can Fix Him” που εντοπίζουν οι ερευνητές: η πίστη πως αν αγαπήσεις αρκετά, θα εξαφανίσεις το σκοτάδι. Μόνο που το σκοτάδι δεν εξαφανίζεται, απλώς καταπίνει κι εσένα.
Σε έναν κόσμο όπου οι σχέσεις είναι εύθραυστες, όπου η επιθυμία εξαντλείται σε pixels και τις αλληλεπιδράσεις, ο “επικίνδυνος άνδρας” μοιάζει να εκπροσωπεί κάτι αληθινό: ένταση, πάθος, κίνδυνο, μια αίσθηση ζωής στα άκρα. Είναι το αντίδοτο στη ρηχότητα. Δεν είναι τυχαίο ότι οι πιο δημοφιλείς εγκληματίες είναι εκείνοι που παρουσιάζονται ως “έξυπνοι”, “γοητευτικοί”, “μυστήριοι”. Δεν τους θαυμάζεις για το έγκλημα, αλλά για την αίσθηση δύναμης που εκπέμπουν και σε έναν κόσμο όπου οι γυναίκες ακόμη μαθαίνουν να επιβιώνουν ανάμεσα στην αδυναμία και την ενοχή, η δύναμη, έστω και διαστρεβλωμένη, ασκεί γοητεία. Όμως η υβριστοφιλία, όσο κι αν εξηγείται, δεν παύει να είναι σύμπτωμα. Χαρακτηριστικό μιας κουλτούρας που έχει μάθει να συγχέει τη βία με το πάθος, τη δύναμη με την επιβολή, τον έρωτα με την υποταγή. Μιας κοινωνίας που έχει κάνει τη γυναίκα να νιώθει πως για να αγαπήσει, πρέπει πρώτα να αντέξει.
Η έλξη προς τον εγκληματία είναι ίσως η πιο ακραία εκδοχή ενός ευρύτερου φαινομένου: της εσωτερικευμένης ανοχής στη βία. Η ομορφιά του εγκληματία είναι μια ψευδαίσθηση ασφάλειας μέσα στο χάος. Η υβριστοφιλία δεν προκαλείται απλώς από την έκθεση στο περιεχόμενο, αλλά από τη συνειδητή εμπλοκή: το να σχολιάζεις, να βλέπεις ξανά, να “επενδύεις” στο αφήγημα. Είναι το αποτέλεσμα μιας κουλτούρας που έκανε τη βία συναρπαστική και την ενσυναίσθηση βαρετή. Αν κάτι χρειάζεται να επανεφεύρουμε είναι η ευαισθησία.
*Με στοιχεία από το Fast Company
➪ Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.
Ας το πούμε καθαρά: πριν λίγα χρόνια η λέξη «υβριστοφιλία» θα ακουγόταν σαν τίτλος underground fanzine που κυκλοφορεί σε πέντε αντίτυπα στα Εξάρχεια. Και ξαφνικά, έγινε μέρος του καθημερινού μας λεξιλογίου. Ναι, γιατί πλέον δεν αρκεί να λες ότι είσαι «κακό παιδί», πρέπει να έχεις “serial killer aesthetic”.
Η υβριστοφιλία, αυτό το παράξενο πάντρεμα βίας και επιθυμίας, δεν είναι καινούριο φαινόμενο, αλλά η εποχή μας κατάφερε να το αναβαθμίσει σε τάση. Κάποτε, το να δηλώνεις έλξη για έναν άνθρωπο που έχει σκοτώσει, βασανίσει, καταστρέψει, το έκανες κρυφά και μετά έτρεχες στον ψυχοθεραπευτή. Τώρα; Ανεβάζεις edit στο TikTok με μουσική Lana Del Rey από πάνω.
Και βέβαια οι «ήρωές» μας είναι πάντα λίγο artsy. Ο Τεντ Μπάντι με το χαμόγελο-διαφήμιση οδοντιατρικού. Ο Τζέφρι Ντάμερ με το βλέμμα «έχω βαθιές σκέψεις» (ναι, για το πώς θα σε μαρινάρω). Και ο Τζο Γκόλντμπεργκ στη σειρά You να μας εξηγεί πόσο «αγαπάει βαθιά» ενώ παραμονεύει πίσω από θάμνους σαν social-media-φάντασμα με άδεια οπλοκατοχής.
Το TikTok δε, έχει κάνει θαύματα. Με ένα καλό φίλτρο, λίγο slow motion και το σωστό soundtrack, ο δολοφόνος μετατρέπεται σε «μυστηριώδη ρομαντικό». Η πραγματικότητα; Σαν να πάτησες pause λίγο πριν την καταστροφή.
Κάποτε, οι γυναίκες που έστελναν γράμματα λατρείας στον Ρίτσαρντ Ραμίρεζ στη φυλακή θεωρούνταν εξαιρέσεις. Σήμερα υπάρχει λογαριασμός στο TikTok με 200.000 followers και bio «Ι Can Fix Him». Και κάπου εκεί μπερδεύτηκαν όλα: το σκοτάδι για βάθος, η επικινδυνότητα για πάθος, η κτητικότητα της αγάπης.
Η οθόνη έχει την ικανότητα να εξημερώνει τη βία. Η βία απογυμνώνεται από το ηθικό της βάρος και μετατρέπεται σε σκηνή, σε αισθητικό φετίχ. Στην εποχή του TikTok, όπου η προσοχή μας διαρκεί δευτερόλεπτα, δεν υπάρχει χρόνος για σκέψη. Επιστρέφουμε σε πρωτόγνωρα ένστικτα που αρκετά εκ των οποίων συνδέονται με τη σεξουαλική έλξη.
Η ψυχολογία έχει τον δικό της τρόπο να εξηγήσει το φαινόμενο. Μιλά για τη φαντασίωση της “διόρθωσης”, την ψευδαίσθηση ότι η αγάπη μπορεί να αλλάξει τον εγκληματία, να τον “θεραπεύσει”. Είναι το σύνδρομο “I Can Fix Him” που εντοπίζουν οι ερευνητές: η πίστη πως αν αγαπήσεις αρκετά, θα εξαφανίσεις το σκοτάδι. Μόνο που το σκοτάδι δεν εξαφανίζεται, απλώς καταπίνει κι εσένα.
Σε έναν κόσμο όπου οι σχέσεις είναι εύθραυστες, όπου η επιθυμία εξαντλείται σε pixels και τις αλληλεπιδράσεις, ο “επικίνδυνος άνδρας” μοιάζει να εκπροσωπεί κάτι αληθινό: ένταση, πάθος, κίνδυνο, μια αίσθηση ζωής στα άκρα. Είναι το αντίδοτο στη ρηχότητα. Δεν είναι τυχαίο ότι οι πιο δημοφιλείς εγκληματίες είναι εκείνοι που παρουσιάζονται ως “έξυπνοι”, “γοητευτικοί”, “μυστήριοι”. Δεν τους θαυμάζεις για το έγκλημα, αλλά για την αίσθηση δύναμης που εκπέμπουν και σε έναν κόσμο όπου οι γυναίκες ακόμη μαθαίνουν να επιβιώνουν ανάμεσα στην αδυναμία και την ενοχή, η δύναμη, έστω και διαστρεβλωμένη, ασκεί γοητεία. Όμως η υβριστοφιλία, όσο κι αν εξηγείται, δεν παύει να είναι σύμπτωμα. Χαρακτηριστικό μιας κουλτούρας που έχει μάθει να συγχέει τη βία με το πάθος, τη δύναμη με την επιβολή, τον έρωτα με την υποταγή. Μιας κοινωνίας που έχει κάνει τη γυναίκα να νιώθει πως για να αγαπήσει, πρέπει πρώτα να αντέξει.
Η έλξη προς τον εγκληματία είναι ίσως η πιο ακραία εκδοχή ενός ευρύτερου φαινομένου: της εσωτερικευμένης ανοχής στη βία. Η ομορφιά του εγκληματία είναι μια ψευδαίσθηση ασφάλειας μέσα στο χάος. Η υβριστοφιλία δεν προκαλείται απλώς από την έκθεση στο περιεχόμενο, αλλά από τη συνειδητή εμπλοκή: το να σχολιάζεις, να βλέπεις ξανά, να “επενδύεις” στο αφήγημα. Είναι το αποτέλεσμα μιας κουλτούρας που έκανε τη βία συναρπαστική και την ενσυναίσθηση βαρετή. Αν κάτι χρειάζεται να επανεφεύρουμε είναι η ευαισθησία.
*Με στοιχεία από το Fast Company
➪ Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.




