Οι περίοδοι κρίσης προσφέρουν ιδανικές ευκαιρίες για να επανεκτιμήσουμε τη ζωή μας. Η πανδημία, πιο πρόσφατα, οδήγησε πολλούς να αναθεωρήσουν τον τρόπο ζωής τους, την επαγγελματική τους πορεία, τις προσωπικές τους επιθυμίες και τις πιο στενές τους σχέσεις. Κατά τη διάρκεια του lockdown αλλά και βγαίνοντας από αυτό, αρκετοί αποφάσισαν να «κόψουν» αρνητικούς ανθρώπους και περιττές παρέες από τη ζωή τους.
Έρευνα του YouGov έδειξε ότι για το 18% των Βρετανών η παρέα τους συρρικνώθηκε έναν χρόνο από την έναρξη της πανδημίας. Σε μεγάλο βαθμό αυτό ήταν αναπόφευκτα: με τα απανωτά lockdowns να μην προσφέρουν ευκαιρίες κοινωνικοποίησης, οι φιλίες μας περιορίστηκαν αναγκαστικά σε μια επιλεγμένη «φούσκα», μια χούφτα ανθρώπων που επιλέξαμε να κρατήσουμε στη ζωή μας. Η Marie Kondo, δίνοντας συμβουλές για καθαρό σπίτι και ξεσκαρτάρισμα αχρείαστων πραγμάτων, μας καλεί να ρωτήσουμε αν κάτι «Μας προκαλεί χαρά». Αν όχι, τότε δεν υπάρχει λόγος να το κρατάμε. Ένα αντίστοιχο ξεσκαρτάρισμα μπορεί να συμβεί για τους περισσότερους από μας όσο μεγαλώνουμε. Έτσι, καλούμαστε να υιοθετήσουμε μια πιο επιμελητική προσέγγιση στις φιλικές μας σχέσεις, δίνοντας έμφαση στην ποιότητα έναντι της ποσότητας.
Ωστόσο, η πανδημία δεν ευθύνεται πλήρως για τη συρρίκνωση των κοινωνικών μας κύκλων. Χρόνια τώρα, η μοναξιά έχει αγγίξει επιδημικά επίπεδα, κάτι που επηρεάζει περισσότερο τις νεότερες γενιές. Σύμφωνα με πρόσφατη ανάλυση, πριν 30 χρόνια το 33% των Αμερικανών ανέφεραν ότι είχαν 10 ή και παραπάνω φίλους. Σήμερα, το ποσοστό αυτό έχει πέσει στο 13%. Επιπλέον, οι νέοι ηλικίας 16 έως 24 ετών είχαν πέντε φορές περισσότερες πιθανότητες να νιώσουν μοναξιά σε σχέση με τα άτομα ηλικίας 65 με 74 ετών.
Τα social media, αν και υπόσχονται σύνδεση, συχνά απλώς επιδεινώνουν και εκμεταλλεύονται αυτή τη μοναξιά. Αυτές οι πλατφόρμες, όπως λέει κι ο Richard Seymour στο βιβλίο του «The Twittering Machine», είναι «ένας δρόμος διαφυγής, ένας τρόπος για να συνδεθούμε με κάποιον που δεν είναι εκεί ή είναι εκεί μόνο ως γραπτό ίχνος. Ένα φάντασμα μέσα στο μηχάνημα». Με άλλα λόγια, η σύνδεση στα social media συχνά δημιουργεί περισσότερη αποσύνδεση.
Κι ενώ στην κοινωνία μας η μοναξιά στιγματίζεται, οι χαμένες φιλίες πλαισιώνονται ως μια φυσική διαδικασία της ενήλικης ζωής. Η θεωρία της συναισθηματικής επιλεκτικότητας υποστηρίζει ότι οι άνθρωποι αλλάζουν τους στόχους τους καθώς μεγαλώνουν, επομένως είναι φυσικό, μέσα από αυτή τη διασικασία, να χάσουν και κάποιες φιλίες. Αλλά κάτι τέτοιο δεν είναι ούτε απαραίτητο ούτε και πανανθρώπινο. Σε άλλους πολιτισμούς, οι φιλίες σε μεγαλύτερες ηλικίες τείνουν να είναι πολύ πιο ισχυρές – τόσο ποιοτικά όσο και ποσοτικά. Κάτι αντίστοιχο υποστηρίζει και η εθνογράφος Kristen Ghodsee στο βιβλίο της «Why Women Have Better Sex Under Socialism», στο οποίο αναφέρει ότι: «Υπάρχει κάτι μοναδικό στον καπιταλισμό που μας κάνει να νιώθουμε την ανάγκη να ελαττώσουμε τις σχέσεις μας».
Όλη η ζωή μας ένα φύλλο Excel
Ζώντας στην εποχή του ύστερου καπιταλισμού και του ακραίου ατομικισμού, οι κοινωνικοί δεσμοί διαλύονται και οι φιλίες υπολογίζονται σαν αναλογία κόστους-ωφελείας. «Ο νεοφιλελευθερισμός μάς ενθαρρύνει να οργανώνουμε κάθε κοινωνική, πολιτική, ακόμη και συναισθηματική πτυχή της ζωής μας σαν υπολογιστικό φύλλο στο Excel», λέει η Catherine Rottenberg, συγγραφέας του βιβλίου «The Rise of Neoliberal Feminism». «Η αξία των ανθρώπων, οι πόροι της Γης και όλα τα έμβια όντα κρίνονται σήμερα με οικονομικούς όρους, όπως κερδοφορία, μέρισμα, υπολογισμός της αξίας — ακριβώς σαν χαρτοφυλάκια μετοχών. Αλληλεπιδρούμε με τον εαυτό μας και με τους άλλους σαν χαρτοφυλάκια μετοχών».
Ως εκ τούτου, η φιλία γίνεται κάτι στο οποίο «επενδύουμε» και αν δε μας αποφέρει απόδοση, μπορεί να αισθανόμαστε υποχρεωμένοι να ξεκόψουμε. Σας ακούγεται αδίστακτο; Μα είναι! Ένα άρθρο των New York Times με τίτλο «Πώς να αναδιατάξετε τις φιλίες σας μετά την πανδημία», αναφέρει ότι υπάρχει «περιορισμένος αριθμό θέσεων» που μπορούν να διατεθούν σε φίλους. Το κείμενο επικρίθηκε ευρέως επειδή ενθάρρυνε τους ανθρώπους να επανεξετάσουν την παρέα τους με άτομα καταθλιπτικά ή παχύσαρκα, αφού τέτοιες επιρροές μπορεί να είναι αρνητικές. Γίνεται κατανοητό, φαντάζομαι, ότι αυτό το ανελέητο «ξεσκαρτάρισμα» φλερτάρει με την απάθεια, την αντικοινωνικότητα και τον εγωκεντρισμό.
Υπάρχει όμως και ένα άλλο στοιχείο που επηρεάζει τις σχέσεις μας κι αυτό είναι η κουλτούρα της παραγωγικότητας. Πριν από περίπου ένα χρόνο, ακούσω την πιο θατσερική ατάκα από πρώην παίκτρια ριάλιτι. Η Molly-Mae Hague του Love Island, μίλησε σε podcast για τα ωφέλη της παραγωγικότητας, αναφέροντας ότι δεν έχει πολλούς φίλους. «Θα προτιμούσα να επικεντρωθώ απλώς στο να βγάζω χρήματα και να είμαι επιτυχημένη». Hustle culture σου λέει, girlboss σου λέει. Η κουλτούρα της παραγωγικότητας δεν είναι παρά σύμπτωμα της πεποίθησης ότι η εργασία δεν είναι απλά απαραίτητη για την επιβίωσή μας και την κίνηση της αγοράς, αλλά -πολύ παραπάνω- το επίκεντρο της ταυτότητάς μας και του σκοπού της ζωής μας. Στον βωμό της παραγωγικότητας, η φιλία είναι άλλη μια θυσία.
Άλλα το ξεσκαρτάρισμα των φιλικών επαφών δεν είναι γνώρισμα μόνο των θατσερικών girlbosses. Για τους περισσότερους, αυτό είναι μια πραγματικότητα, θέλοντας και μη. Πολλοί πασχίζουν να βρουν χρόνο να στριμώξουν τη φιλία στην αδυσώπητη επαγγελματική τους ζωή. Συχνά η καθημερινότητα δε μας αφήνει χρόνο ούτε για τον εαυτό μας, πόσο μάλλον για τις παρέες μας. Όσο πιο αβέβαιη, ασταθής και πυρετώδης είναι η επαγγελματική καθημερινότητα κάποιου, τόσο λιγότερο χρόνο έχει να αφιερώσει σε φίλους.
Αυτό δείχνει μια ανησυχητική εξέλιξη. Θα μπορούσε η ουσιαστική ανθρώπινη επαφή να μετατραπεί σε κοινωνικο-οικονομικό προνόμιο των πλουσίων; Αυτό φαίνεται να συμβαίνει ήδη, με τα στατιστικά στοιχεία να δείχνουν ότι τα άτομα που βρίσκονται χαμηλότερα στην κοινωνικοοικονομική κλίμακα τείνουν να είναι πιο μοναχικά.
Η φιλία ως πράξη ριζοσπαστική
Και κοιτάξτε, το ξεσκαρτάρισμα των σχέσεων μας είναι απαραίτητο. Όσο καταστροφική είναι η αποξένωση και η μοναξιά για την ψυχική μας υγεία, άλλο τόσο επιζήμιο μπορεί να είναι το να κρατάμε ανθρώπους που «δε μας προκαλούν χαρά». Ανθρώπους αρνητικούς ή τοξικούς ή που απλά δεν περνάμε πια καλά μαζί τους. Όπως και σε τόσα άλλα πράγματα, έτσι και στη φιλία, σημασία έχει η ποιότητα. Αλλά το ξεσκαρτάρισμα δεν είναι η απάντηση σε όλες τις περιπτώσεις. Σύμφωνα με την ψυχολόγο Julianne Holt-Lunstand, στοιχεία δείχνουν ότι είναι πιο ευχάριστο και συναισθηματικά ικανοποιητικό όταν διοχετεύουμε ενέργεια στο να βελτιώσουμε μια ήδη υπάρχουσα σχέση, αντί απλά να την κόψουμε «μαχαίρι». (Φυσικά τα παραπάνω ισχύουν σε υγιείς κι όχι κακοποιητικές σχέσεις).
Είναι σημαντικό να μην αφήσουμε τη πραγματική φιλία να χαθεί, να τυποποιηθεί και να ξεθωριάσει υπό την πίεση ενός κυρίαρχου οικονομικού λόγου. Είμαστε όλοι σημεία των καιρών μας και γέννημα θρέμμα της εποχής μας. Γι’ αυτό και θα πρέπει να δουλέψουμε σκληρά, σε συνειδητό και υποσυνείδητο επίπεδο, ώστε να πετάξουμε από πάνω μας τα κομπιουτεράκια και τα «χαρτοφυλάκια μετοχών». Για πολλούς από εμάς, η φιλία είναι ένα από τα πιο σημαντικά συστατικά της ζωής. Είναι εκείνο το συστατικό που μας επιτρέπει να σηκώσουμε το τηλέφωνο στις 3 το χάραμα όταν ο φίλος μας το έχει ανάγκη: όχι επειδή ξέρουμε ότι αξίζει τον κόπο, αλλά επειδή δεν τίθεται καν το ζήτημα της αξίας.
Αν το καλοσκεφτούμε, η φύση της φιλίας είναι βαθιά αντικαπιταλιστική. Στηρίζεται στο «Εμείς», στην αγάπη, την αλληλεγγύη, την κοινότητα. Είναι φύσει και θέσει εξισωτική. Υπό αυτή την έννοια, μέσα στην κουλτούρα του αδυσώπητου ατομικισμού που επιδιώκει να κονιορτοποιήσει και να απομονώσει τους πάντες, η φιλία είναι πράξη ριζοσπαστική.