Το ιστορικό μνημείο η «Πύλη της Ινδίας» χτίστηκε στον κόλπο της Βομβάης το 1904 για να καλωσορίσει τον τότε βασιλιά και τη βασίλισσα της Μεγαλης Βρετανίας κατά την επίσκεψή τους στη χώρα. Είναι αυτονόητο ότι πολλά έχουν αλλάξει από τότε. Κάποτε σύμβολο της αποικιοκρατίας, η αψίδα γκουζαρατικού ρυθμού σήμερα αποτελεί υπενθύμιση της ινδικής επιρροής και της θέσης της χώρας στην παγκόσμια αγορά, γι’ αυτό και είναι το πιο δημοφιλές αξιοθέατο της πόλης.
Πρόσφατα, στην Πύλης της Ινδίας έλαβε χώρα για πρώτη φορά μια επίδειξη μόδας. Ποιος θα μπορούσε να πραγματοποιήσει ένα τέτοιο υπερθέαμα; Ο γαλλικός οίκος Dior, φυσικά. Ένας από τους πιο εμβληματικούς οίκους στον κόσμο, ο Dior έφερε τη διεθνή κοινότητα της μόδας στις πολύχρωμες ακτές της Βομβάης, μιας πόλης όπου το αρχαίο συναντά το σύγχρονο. Πλανόδιοι πωλητές τροφίμων και ουρανοξύστες δεσπόζουν δίπλα σε κτήρια βικτοριανής γοτθικής αρχιτεκτονικής και μιναρέδες κατά μήκος του παράκτιου ορίζοντα.
Φυσικά, η Ινδία έχει προσφέρει ένα – συχνά διακοσμητικό – σκηνικό για τη γαλλική ραπτική εδώ και αιώνες. Η αυτοκράτειρα Ιωσηφίνα της Γαλλίας συνήθιζε να φορά σάλια από το Κασμίρ. Η Verusckha πόζαρε σε ινδουιστικούς ναούς τη δεκαετία του ’60, την εποχή κατά την οποία η Diana Vreeland διακήρυξε περίφημα ότι «το ροζ είναι το νέο ναυτικό μπλε της Ινδίας» και ο τότε δημιουργικός διευθυντής του οίκου Dior, Marc Bohan, διοργάνωσε τα πρώτα σόου στο Δελχί και τη Βομβάη. Σύμφωνα με τον θρύλο, ο Christian Dior και ο Marc Bohan εμπνεύστηκαν από τα ινδικά saris για τις σατέν τουαλέτες του. Δεκαετίες αργότερα, ο John Galliano στράφηκε στο ινδουιστικό πάνθεον ως πηγή έμπνευσης για τις δημιουργίες του το 2003.
Ωστόσο, σε μια εποχή όπου είμαστε πιο ευαισθητοποιημένοι σε θέματα culture appropriation (πολιτισμικής ιδιοποίησης), η επιστροφή του Dior στην Ινδία αντιμετωπίστηκε με επιφυλακτική αισιοδοξία. Σε τελική ανάλυση, αυτή είναι μια χώρα που έχει δει τις παραδόσεις της να αναπαράγονται και να παραμορφώνονται ανά τα χρόνια, μέσα από τις δημιουργίες Ευρωπαίων σχεδιαστών, στις οποίες κυριαρχούσαν τα λαχούρια, οι ροζ-πορτοκαλί συνδυασμοί και τα τιρμπάν. Εν ολίγοις, ενώ οι ινδικές επιρροές ήταν αισθητές, αυτό συνήθως γινόταν με έναν επιδερμικό και κλισέ τρόπο.
Ευτυχώς, στο τελευταίο σόου του οίκου έλειπαν τα παραπάνω κλισέ. Αντίθετα, η σημερινή καλλιτεχνική διευθύντρια του Dior, Maria Grazia Chiuri, έφερες την ινδική τεχνοτροπία στο επίκεντρο της συλλογής της. Πίσω από το σόου φαίνεται ότι υπήρξε πραγματική σπουδή και μελέτη της ινδικής κουλτούρας και παράδοσης, με έναν τρόπο βαθύτερο από ό,τι στο παρελθόν. Για την επίδειξη, παρήγγειλε μια πανύψηλη μινιατούρα ινδικής καμάρας, η οποία είχε στηθεί μπροστά από την Πύλη της Ινδίας. Η καμάρα ήταν «ντυμένη» με διαφορετικά υφάσματα, θυμίζοντας ένα Toran, μια παραδοσιακή διακοσμητική δημιουργία που συχνά κρέμεται στην είσοδο των ινδικών σπιτιών.
Η σχεδιάστρια εξηγώντας το μήνυμα πίσω από την συλλογή, δήλωσε: «Η συλλογή έχει δημιουργθεί από γυναίκες. Είναι ο τρόπος μου να πω “καλώς ήρθατε, μπορούμε να είμαστε μαζί σε αυτό”– για μένα η δεξιοτεχνία στην Ινδία είναι εξίσου σημαντική με τα ατελιέ ραπτικής στο Παρίσι και έχουμε μια ισχυρή σύνδεση».
Αυτό είναι κάτι που η Maria Grazia Chiuri έχει εφαρμόσει συνειδητά τα τελευταία χρόνια, μέσω των συνεργασιών της με το Chanakya School of Craft, μια μη κερδοσκοπική σχολή που υποστηρίζει γυναίκες κεντήτριες χαμηλότερου ειδοδήματος σε έναν ανδροκρατούμενο χώρο. Η Maria Grazia γνώρισε την ιδρύτρια της σχολής, Karishma Swali, το 1995 κατά τη διάρκεια της θητείας της στη Fendi και έκτοτε παραμένουν συνεργάτιδες.
Η συνεργασία της με τη σχολή στοχεύει στην ενίσχυση της γυναικείας ενδυνάμωσης και εκπαίδευσης. Παράλληλα, η σχεδιάστρια έχει μιλήσει για το όραμά της να μετατρέψει τον οίκο Dior σε μητριαρχικό κέντρο για τη γυναικεία τέχνη και δημιουργία. Όπως έλεγαν κάποτε τα μπλουζάκια της: «πρέπει όλοι να είμαστε φεμινιστές», κάτι που η Maria Grazia και η Karishma πιστεύουν ότι πρέπει να εφαρμόζεται στις καθημερινές ζωές των εργαζομένων του χώρου της μόδας.
Όπως μπορεί να έχετε ήδη μαντέψει, τα κομμάτια αυτής της συλλογής δημιουργήθηκαν εξ ολοκλήρου στο ατελιέ της σχολής Chanakya από Ινδές κεντρήτριες. «Όταν ξεκίνησα να εργάζομαι για τον Dior, μετά από μια εβδομάδα επισκέφτηκα τα εργοστάσια, γιατί δεν μπορώ να δουλέψω με άλλο τρόπο – ακόμα κι αν στον οίκο φαινόταν περίεργο μια σχεδιάστρια να δουλεύει σε εργοστάσιο», εξήγησε στα παρασκήνια.
Οι Γάλλοι διακρίνονται από ιδιαίτερη εθνική υπερηφάνεια -ακόμη και σνομπισμό- όσον αφορά την ανωτερότητα των ατελιέ τους, αλλά η Ιταλίδα σχεδιάστρια εδώ και χρόνια γνωρίζει ότι η δύναμη της ινδικής τέχνης έγκειται στην ποικιλομορφία της, με ένα εκατομμύριο διαφορετικές τεχνοτροπίες, που διαφέρουν ανά περιοχή. Στο Chanakya School of Craft, βρίσκονται όλοι κάτω από την ίδια στέγη.
Η συλλογή άνοιξε με μαύρες φούστες με ντραπέ, ανοιχτές στο πλάι, φορεμένες με πουκάμισα σε στιλ kurta και εξελίχθηκε σε ζωηρά μεταξωτά φορέματα και μπαντό που υφάνθηκαν στη νότια πολιτεία Ταμίλ Ναντού. Nehru τζάκετς, παλτά με κεντημένους καθρέφτες, βιολετί και ροζ tie-dye τζιν, φιλιγκράν δαντέλες και λεπτές υφάνσεις από μεταλλικές κλωστές. Πολλά υφάσματα έφεραν toile de jouy σκηνές που απεικόνιζαν τίγρεις, παγώνια και μπανανόδεντρα (το toile de jouy είναι μια τεχνοτροπία που συνδυάζει γαλλικές και ινδικές επιρροές και χρονολογείται από τον 17ο αιώνα.)
Τα κυρίως ινδικής καταγωγής μοντέλα είχαν τα μαλλιά τους σε 20s βαγκ και στο λαιμό τους έφεραν σειρές από μαργαριτάρια, ένας φόρος τιμής στην πριγικίπισσα Gayatari Devi, ένα από τα πιο διάσημα είδωλα ομορφιάς και στυλ στην Ινδία. Οι δημιουργίες δανείζονταν στοιχεία τόσο από το γκλάμουρ της αριστοκρατίας όσο κι από καθημερινές ενδυμασίες.
Στo moodboard της σχεδιάστριας στα παρασκήνια είναι καρφιτσωμένη μια φωτογραφία από το 1964, που δείχνει τα μοντέλα του Dior να καταφτάνουν στο Δελχί με πτήση της Air India. Είναι μια υπενθύμιση του πώς ξεκίνησε αυτό το διαπολιτισμικό ταξίδι. Ενώ το 1955, ο Christian Dior σχεδίασε το ασύμμετρο φόρεμα «Soirée de Lahore», εμπνευσμένο από το πακιστανικό σάρι, από την άνεση του σαλονιού του, χωρίς να έχει επισκεφτεί ποτέ το Πακιστάν, το 2023 τα πράγματα δείχνουν να αλλάζουν.
Η συλλογή της Chiuri δεν περιορίζεται στο να αντλήσει απλά έπμνευση από την Ινδία. Είναι μια επιτόπια έρευνα στις -πολλές- ινδικές παραδόσεις, μια πραγματική μελέτη του πολιτισμού και των ανθρώπων που την εμπνέουν. Σχεδιαστές όπως η Maria Grazia Chiuri αναγνωρίζουν ότι το 2023 δεν έχει σημασία μόνο ποιος φοράει το ρούχο, αλλά και ποιος το φτιάχνει.