Ανθρωπολογία και κοινωνιολογία πόλης. Μα τι ενδιαφέρων κλάδος! Κατά κάποιον τρόπο, έχει αναδυθεί μέσα από την δημοσιογραφία που συμβαίνει στο Internet τα τελευταία δέκα, περίπου, χρόνια. Παρατήρηση, καταγραφή μαγαζιών, γειτονιών, ανθρώπων πάσης φύσεως: από καλλιτέχνες, μέχρι new age μανάβηδες και από next door girls που σκίζουν στο Instagram μέχρι παλιούς συμφοιτητές που έγιναν καθηγητές πανεπιστημίου στο εξωτερικό.
Μπορώ να περπατάω για ώρες στην Αθήνα, μπορώ να κάθομαι σε ωραίες πιάτσες, να πίνω καφέ και να περνάει κόσμος με τα σκυλιά του, τα καρότσια με τα μωρά του, τους εραστές του από το χέρι, τα σακίδιά του στον ώμο, το τσιγάρο στο στόμα, τα μαλλιά του, τα τατού του… Να μαντεύω ιστορίες πίσω από τις περπατησιές. Είναι πληγωμένοι, ερωτευμένοι, σε έμπνευση, σε πόνο; Βαριούνται, διστάζουν, ορμούν, τους περιμένει ένα γατάκι στο σπίτι τους, μια αγκαλιά, ένα πιάτο φαγητό; Έχουν πενθήσει κάποιον, κάτι πρόσφατα, έχουν αφραγκίες, κέφια; Είναι μαστουρωμένοι;
Κάπως έτσι, μέσω παρατήρησης, εξερεύνησα (και συνεχίζω να εξερευνώ) το σύμπαν των φασαίων. Ανέκαθεν, ήμουν uncool και εκτός μόδας, όχι από κάποια προχώ επιλογή γαματοσύνης του στιλ «δεν θέλω να είμαι πρόβατο», μα περισσότερο από ανημπόρια. Δεν ήμουν ποτέ τρέντι, δεν ήμουν ποτέ emo. Το πιο ωραίο κομπλιμέντο που μου έχουν κάνει (sic) είναι ότι είμαι φασαία: επειδή έχω φυτά, λαμπάκια και βιβλία στο σπίτι μου. Μάλλον το σπίτι μου είναι φασέικο. Θέλω να μοιάζει με μπαρ. Τέλος πάντων.
Υπάρχουν δυο νέες καταπληκτικές ομάδες ατόμων. Οι χαλέοι και οι σλατίνες. Επιλέγω, ριζοσπαστικά, να τους βάλω σε έναν κοινό κείμενο-ίσως ο μοναδικός τόπος όπου θα μπορούσαν να συγκατοικήσουν σχετικά ειρηνικά, εξαιρουμένου του έρωτα, φυσικά, που είναι ο τόπος (και ο χρόνος) όπου συγκατοικούν μια ειρηνικά μια πολεμικά όλες οι αντιθέσεις της πλάσης, όλα τα όμοια και τα διαφορετικά.
Αυτό ίσως εγκυμονεί την υπόσχεση συγγραφής ενός ερωτικού, καλοκαιρινού στόρυ ανάμεσα σε έναν χαλέο και μια σλατίνα. Who knows? Ίσως ήδη λαμβάνει χώρα, προτού καν γραφτεί ως fiction θέμα του Olafaq.gr. Αλλά, πρώτα, ας ξεκαθαρίσουμε το τοπίο και ας προσπαθήσουμε να ορίσουμε τις έννοιες.
Την λέξη «χαλέος» την πρωτάκουσα ένα χρόνο πριν, ας πούμε την άνοιξη-καλοκαίρι του 2022. Την λέξη «σλατίνα» την γνώρισα πιο πρόσφατα στο Internet.
Who is who
Ο χαλέος
Το slang.gr ορίζει τον χαλέο ως «τον τύπο ο οποίος καθιστά εμφανές ότι είναι υπό την επήρεια ναρκωτικών ουσιών». Επιτρέψτε μου να διαφωνήσω, η ανθρωπολόγος πόλης. Δηλαδή, οκ, ο μέσος χαλέος είναι ακουσμένος, αλλά όσοι είναι ακουσμένοι δεν είναι χαλέοι. Βέβαια, ο ορισμός έχει την φράση παγίδα «καθιστά εμφανές», που θα πει ότι ο χαλέος (άρα, ο χαλασμένος) γουστάρει να φαίνεται πιωμένος, μαστουρωμένος και τα συναφή. Και ναι, αυτό ισχύει. Ο χαλέος είναι χάλι, αποχαλινωμένος. Ωραίος τύπος, καλός.
Δηλαδή, ο φασαίος μπορεί να στην βγει και λίγο εξυπνακίστικα ή να στην δώσει με κάποια συμπεριφορά ή εμμονή του Ο χαλέος δεν έχει εμμονές. Εκτός του ότι συνήθως την πίνει, είναι άνθρωπος απλός-ενίοτε, και απλοϊκός. Πολύ φυσική όψη, συνήθως μακριά μαλλιά. Απλό ντύσιμο, χωρίς κραυγαλέες αντιθέσεις στα χρώματα. Μπλουζάκι-παντελόνι.
Ήρθε η στιγμή για μια σημείωση: οι χαλέοι είναι περισσότεροι από τις χαλέες. Η χαλέα με την φασαία βρίσκονται εγγύτερα. Δεν ξέρω αν σας είναι σαφές. Χαλέος με φασαίο, ως αρσενικότητες, έχουν περισσότερες διαφορές από όσες η χαλέα και η φασαία ως θηλυκότητες. Ίσως, πάλι, η έρευνά μου δεν έχει ωριμάσει αρκετά σε σχέση με τις χαλέες.
Ο χαλέος τρώει ψιλο-ό, τι βρει. Δεν έχει να διαλάγει τον βιολογικό φούρνο, το ζουμερό αβοκάντο, το καλό το κρέας από τον χασάπη 10 χιλιόμετρα από το σπίτι του. Αυτά είναι φασαιότητες. Ο χαλαίος είναι σαν το νεράκι, προσαρμόζεται εύκολα σε δοχεία. Είναι, βέβαια, κάπως πιο πολιτικοποιημένος από τον φασαίο. Ή ίσως, στους φασαίους θα βρεις περισσότερα απολιτίκ άτομα. Ο μέσος Έλληνας χαλέος, που είναι η 20s εκδοχή του γκρούβαλου (του χίπη, ξιπόλητου με μούσια μέχρι το στήθος, ξιποληταρία στα βράχια της Γαύδου, πιθανά Κνίτη, Ρηγά ή αναρχικού), έχει ενσωματώσει τιε πέντε δέκα basic ιδέες αριστεροσύνης και αλληλεγγυότητας: φεμινισμός, οι πρόσφυγες είναι φίλοι μας, όλοι οι νεοέλληνες χριστιανοί μπάρμπες είναι κυρ-Παντελήδες, μίσος για τους πλούσιους καταπιεστές κλπ. Αυτά δεν είναι δουλεμένα σε μια βάση διαβάσματος, ζύμωσης και κοινωνικής εμπέδωσής τους. Ο χαλέος τα ακούει, τα ξεσηκώνει από συζητήσεις με στριφτά τσιγάρα κάπου στα όρθια, αλλά παίζει και να μην έχει κατέβει σε καμία πορεία σε όλη του την ζωή. Τα ενστερνίζεται γιατί του φαίνονται δίκαια και σωστά.
Μια άλλη βασικότατη διάκρισή του με τον φασαίο είναι η χαλαρή, πολύ χαλαρή, σχέση του με το διαδίκτυο. Συχνά, οι χαλέοι δεν έχουν σόσιαλ ή τα έχουν για να παρακολουθούν τους άλλους, τους κολλητούς ή την κοπέλα τους. Και πάλι, χαλαρά. Μπορεί να μπαίνουν δυο φορές την εβδομάδα. Και πολύ σας λέω.
Ο χαλέος φοράει βερμούδα το καλοκαίρι, ακούει ακόμα Ημισκούμπρια, δεν είναι πολύ extrovert κοινωνικά, του αρέσουν συνήθως μη χαλέες, πίνει πολλές μπίρες και, πιθανώς, πολλούς μπάφους. Αν καλούμουν να σχεδιάσω έναν χαλέο, θα τον έκανα κοντούλη, αδυνατούλη, με μπούκλες στα καστανά μαλλιά του, ωραίο πρόσωπο, αμηχανία στο βλέμμα, διστακτικότητα στις κινήσεις. Ο χαλέος είναι αυτός που, κατά την άποψή μου, θα επιβιώσει ανάμεσα στο χαωμένο σύμπαν φασαίων, γυμναστηριακών, κάγκουρων, χαρτογιακάδων και φλώρων.
Ο χαλέος είναι το μέλλον-είναι απλός, οικονομικός, γλυκούλης, καλόκαρδος, λίγο προχειρατζής βέβαια και ελαφρώς, τόσο όσο για να τον ερωτευτείς, επιπόλαιος. Τον αγαπάμε, τον προστατεύουμε, τον μιμούμαστε σε κάποιες από τις συνήθειές του. Ας πούμε, μην δει γάτα και σκυλί στο δρόμο. Θα πάει να χαϊδέψει, να αγκαλιάσει. Βασικά, χρειάζεται ο ίδιος μπόλικες αγκαλιές κι ας μην το ομολογεί.
Η σλατίνα
Μια τίμια σλατίνα θα μπορούσε να δώσει όλη την τρυφερότητα που χρειάζεται αυτός ο γαμάτος, χίπικος αγκαλίτσας. Μες στο ζουμερό ντεκολτέ της και με τη μυρωδιά του ατμιστήρα της στα χείλη (μια μίξη κερασιού, ενεργειακού ποτού και μέντας) μπορεί να τον οδηγήσει στον παράδεισο.
Ο χαλέος, όμως, χωροταξικά, δύσκολα μπορεί να συναντηθεί με την σλατίνα. Ο χαλέος συχνάζει όπου να’ ναι (πάντως όχι μπουζούκια, ακριβά μαγαζιά και τρας πάρτυ), η σλατίνα συχνάζει ιδίως σε αυτά ή στο Tik Tok/Insta της.
Η σλατίνα είναι η μετεξέλιξη της καγκούρισσας, παιδιά. Αν είστε μιλένιαλ, θα θυμάστε την διάσημη συμμαθήτριά σας, την ωραία της τάξης, με την φόρμα διπλωμένη πενηνταμία φορές να σφίξει όλη στον πωπό και να πιάσει μέχρι τα κόκαλα της κοιλιάς, χαμηλά. Συχνά, έπαιζε και τατού στη μέση. Κοντά μπλουζάκια, τσίχλα, τσιγάρο στο στόμα, παχύ eye liner, μπλαζέ ύφος, άραζε με τα κουλ αγόρια και άλλες τύπισσες ανάλογου με το δικό της στιλακίου. Καμιά φορά, έτρωγε τα νύχια της, αλλά μέχρι και αυτό, τα αγόρια το θεωρούσαν σέξι.
Η σλατίνα του 2020 και του 2023 έχει έμβλημα το μανικιούρ της: πομπώδες, πασίμακρο, φλούο. Τα νύχια της είναι σαν αρπακτικού, όσο πιο έντονα και στολισμένα, τόσο το καλύτερο. Το μαλλί είναι συνήθως ίσιο, το make up θυμίζει Καρντάσιαν. Ντύσιμο συνήθως με κολάν, κολλητά μπλουζάκια ή στενά μίνι φορέματα. Ερωτευμένη, συνήθως, η σλατίνα μας με κάποιον τύπο που οδηγεί μηχανή Κατέμ ή πειραγμένη Γιαμάχα. Παρκάκια, δεντράκια, τσιγαράκια, φασωματάκια, πειραγματάκια: την ζει την ζωή της. Ανάμεσα στις πιτσιρίκες, θεωρείται η απόλυτη γκόμενα. Η σλατίνα είναι λαϊκό παιδί. Κηφισιά και σλατίνα δεν πάει μαζί. Η σλατίνα (slut + Λατίνα) το θέλει το Περιστέρι, την Καλλιθέα, τα Κάτω Πατήσια της.
Αθυρόστομη, επιθετική καμιά φορά, προστάτιδα των επίσης σλατίνων κολλητών της, έτοιμη να κατακτήσει τον κόσμο. (Τις έχω παρατηρήσει έξω από το μετρό στο Μοναστηράκι, τόσο δυναμικές, τόσο σέξι, τόσο νέες και αθώες)
[Σλατίνος στρέιτ άντρας δεν υπάρχει. Κάποια γκέι αγόρια που παίζουν στο στίλ της σλατινιάς βάζουν κάτω τις ομορφότερες σλατίνες της Αθήνας: με μανικιούρ, attitude και vogue βηματισμό τις τρώνε με το καλημέρα σας σε ερωτισμό και σαγήνη.]Η σλατίνα ακούει τραπ, είναι ανοιχτή σε μπουζουκοτράγουδα, κλαμπ, διασκεδάσεις τύπου PussyYard στο Bolivar, καλοκαίρια σε Πάρους και Σκιάθους, ατελείωτα stories… Δύσκολα θα έκανε παρέα με φασαίες και φασαίους. Και δύσκολα θα έριχνε τα μάτια της πάνω σε κάποιον αθώο χαλέο που γρατζουνάει ατάραχος την κιθαρίτσα του με την περιτερόμπιρά του και τα πέντε ευρώ του διπλωμένα στην τσέπη.
Μια ένωσή τους θα ήταν εκρηκτική. Και επειδή αγαπάμε τις εκρήξεις, θα το φροντίσουμε σύντομα.