Πλησιάζει σιγά σιγά η οικολογική δυστοπία του “Μετά την Επόμενη Μέρα” για τη Νέα Υόρκη.

Στην εντυπωσιακή ταινία καταστροφής με οικολογικές και πολιτικές αναφορές του 2004, ο κλιματολόγος Τζακ Χολ μάταια προειδοποιεί το Λευκό Οίκο ότι μια σειρά ακραίες κλιματολογικές αλλαγές μπορεί να επιφέρουν μια νέα εποχή παγετώνων. Όταν η Νέα Υόρκη σκεπάζεται από πάγους, θα προσπαθήσει να φτάσει μέχρι εκεί για να σώσει το γιο του, ο οποίος έχει βρει καταφύγιο στη βιβλιοθήκη του Μανχάταν, σε μια κινηματογραφική δυστοπία με εξαιρετικές σκηνές ακραίων καιρικών φαινομένων.

Πρόσφατα, μια ερευνητική ομάδα αποτελούμενη από επιστήμονες της Γεωλογικής Υπηρεσίας των ΗΠΑ και του αμερικανικού Πανεπιστημίου Rhode Island πραγματοποίησε μια μελέτη έδειξε ότι η Νέα Υόρκη βυθίζεται κατά 1-2 χιλιοστά ετησίως, εξαιτίας κυρίως του βάρους των κτιρίων της πόλης και ειδικά των ουρανοξυστών της.

«H μη ορθολογική χρήση της γης και το λιώσιμο των παγετώνων είναι οι δύο βασικοί παράγοντες των γεωλογικών φαινομένων στη Νέα Υόρκη», αναφέρουν οι επιστήμονες, οι οποίοι πραγματοποίησαν μελέτες βάρους στα περίπου ένα εκατ. κτίρια της μεγαλούπολης, μεταξύ των οποίων και 300 ουρανοξύστες.

Το συμπέρασμα της έρευνας ήταν πώς τα κτίρια της Νέας Υόρκης, και ειδικά τα ψηλότερα, σπρώχνουν το έδαφος από κάτω τους όλο και πιο κοντά στο επίπεδο της θάλασσας, ενώ ταυτόχρονα η κλιματική αλλαγή υψώνει τα νερά του ωκεανού, με αποτέλεσμα πόλη και νερό να κινδυνεύουν σύντομα… να συναντήσουν το ένα το άλλο και στη Νέα Υόρκη να συμβεί ό,τι και στην ταινία του 2004: δηλαδή να σκεπαστεί από το νερό του Ατλαντικού ωκεανού.

Και αυτό συμβαίνει ενώ η Νέα Υόρκη έχει εδώ και πολλές δεκαετίας επισημανθεί εμφατικά από τους ειδικούς ως μία από τις περιοχές του πλανήτη που θα πλημμυρίσει και θα βρεθεί κάτω από την επιφάνεια του νερού λόγω της ανόδου της στάθμης της θάλασσας, εξαιτίας της τήξης των πάγων στις πολικές περιοχές και στην Γροιλανδία, ως συνέπεια της κλιματικής αλλαγής.

Η μελέτη – την οποία πραγματοποίησαν από κοινού επιστήμονες του Εργαστηρίου Αεριώθησης της NASA (JPL) και του Πανεπιστημίου Rutgers, στο Νιου Τζέρσι – εκπονήθηκε μετά από παρατηρήσεις με ειδικά ραντάρ που βρίσκονται σε διαστημικούς δορυφόρους και καταγράφουν αναλυτικά τρισδιάστατες τοπογραφικές εικόνες μιας περιοχής, καθώς και εικόνες των πιθανών κινήσεων της επιφάνειάς της.

Κάπως έτσι, εντοπίστηκαν ορισμένα από τα σημεία της Νέας Υόρκης που υποχωρούν, ενώ εντοπίστηκαν και σημεία που ακολουθούν αντίστροφη πορεία, δηλαδή ανυψώνονται από το έδαφος.

Συγκεκριμένα, εντοπίστηκαν δύο σημεία ταχύτερης βύθισης στην περιοχή του Κουίνς, το ένα εντός του αεροδρομίου Λα Γκουάρντια, όπου η υποχώρηση είναι 3,7 χιλιοστά ετησίως, ενώ το άλλο είναι το Arthur Ashe Stadium, ένα μεγάλο στάδιο όπου διεξάγονται αγώνες τένις, όπου η υποχώρηση φθάνει τα 4,6 χιλιοστά ετησίως.

Μια άλλη ομάδα επιστημόνων του Πανεπιστημίου του Ρόουντ Άιλαντ υπολόγισε ότι όλα τα κτίρια της πόλης ζυγίζουν σχεδόν 764.000.000.000 κιλά, με τη Νέα Υόρκη να κατατάσσεται τρίτη στον κόσμο σχετικά με την έκθεση των υποδομών και των κτιρίων της σε παράκτιες πλημμύρες.

Αν και αυτή η ετήσια βύθιση σε ορισμένους μπορεί να φαντάζει «ασήμαντη», ο γεωλόγος Τομ Πάρσονς, επικεφαλής της επιστημονικής ομάδας που πραγματοποίησε την έρευνα, υπογραμμίζει πως πρόκειται για ένα μέγεθος που καθιστά τη Νέα Υόρκη εξαιρετικά ευάλωτη σε φυσικές καταστροφές.

«Η Νέα Υόρκη αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις από τον κίνδυνο πλημμύρας. Η απειλή της ανόδου της στάθμης της θάλασσας είναι 3 έως 4 φορές υψηλότερη από τον παγκόσμιο μέσο όρο κατά μήκος της ακτής του Ατλαντικού της Βόρειας Αμερικής. Ο πληθυσμός, περίπου 8,4 εκατ. άνθρωποι, αντιμετωπίζει διάφορους βαθμούς κινδύνου από τις πλημμύρες στη Νέα Υόρκη», τονίζει η ερευνητική ομάδα στην έκθεσή της.

Εξάλλου η πόλη βρίσκεται ήδη αντιμέτωπη με σημαντικές επιπτώσεις, οι οποίες ξεκίνησαν πριν από περισσότερο από μια δεκαετία.

Δύο πρόσφατοι τυφώνες προκάλεσαν θύματα και μεγάλες ζημιές στη Νέα Υόρκη. Το 2012 ο τυφώνας Σάντι έκανε το θαλασσινό νερό να εισέλθει στην πόλη, ενώ οι έντονες βροχοπτώσεις από τον τυφώνα Αΐντα, το 2021, κατέκλυσαν τα συστήματα αποχέτευσης λόγω της μεγάλης απορροής μέσα στην κατά βάση πλακόστρωτη πόλη.

Επιπλέον, το 90% των 67.400 κατασκευών στις περιοχές υψηλού κινδύνου, όπως αυτές ορίστηκαν μετά τον τυφώνα Σάντι, δεν έχουν κατασκευαστεί σύμφωνα με τα σύγχρονα αντιπλημμυρικά πρότυπα.

«Ο συνδυασμός τεκτονικής και ανθρωπογενούς καθίζησης, ανόδου της στάθμης της θάλασσας και αυξανόμενης έντασης των τυφώνων συνεπάγεται ένα επιταχυνόμενο πρόβλημα κατά μήκος των παράκτιων και παραποτάμιων περιοχών. Η επανειλημμένη έκθεση των θεμελίων κτιρίων σε αλμυρό νερό μπορεί να διαβρώσει τον χάλυβα οπλισμού και να αποδυναμώσει χημικά το σκυρόδεμα προκαλώντας δομική εξασθένηση», τονίζει ο Πάρσονς με την επιστημονική ομάδα του να εκφράζει φόβους ότι η «δομική ακεραιότητα» πολλών κτηρίων θα μπορούσε να κινδυνεύσει στο μέλλον.

Επιπλέον, υπογραμμίζει ο Πάρσονς, ερευνητής γεωφυσικός στο Παράκτιο και Θαλάσσιο Επιστημονικό Κέντρο του USGS στο Moffett Field της Καλιφόρνια, ο κίνδυνος ενισχύεται καθώς η απειλή ισχυρών καταιγίδων είναι πιο πιθανή απ’ ό,τι πριν από χρόνια. Το αέριο του θερμοκηπίου, εξηγεί, «φαίνεται ότι μειώνει το φυσικό φράγμα διάτμησης ανέμου κατά μήκος της ανατολικής ακτής των ΗΠΑ, το οποίο θα επιτρέψει συχνότερα γεγονότα τυφώνων υψηλής έντασης τις επόμενες δεκαετίες».

Βάσει των δεδομένων, ο Πάρσονς χαρακτηρίζει απίστευτο ότι οι κατασκευαστές πολλών νέων ακινήτων που κατασκευάστηκαν στη Νέα Υόρκη μετά την καταστροφή του Σάντι δεν φαίνεται να έχουν λάβει αρκετά σοβαρά την κατάσταση.

Η Νέα Υόρκη, εξηγεί ο Parsons, «μπορεί να θεωρηθεί ως αντιπρόσωπος άλλων παράκτιων πόλεων στις ΗΠΑ και στον κόσμο που έχουν αυξανόμενο πληθυσμό από ανθρώπους που μεταναστεύουν σε αυτές και έχουν συσχετιστεί με την αστικοποίηση».

Φυσικά, η Νέα Υόρκη δεν είναι η μόνη παραθαλάσσια πόλη που βρίσκεται αντιμέτωπη με αυτή τη μοίρα. Ορισμένες πόλεις σε όλο τον κόσμο – όπως η Τζακάρτα, πρωτεύουσα της Ινδονησίας – βυθίζονται πολύ πιο γρήγορα από άλλες.

Ακολουθούν η Μανίλα (Φιλιππίνες), το Τσιτάγκονγκ (Μπαγκλαντές), το Καράτσι (Πακιστάν) και η Τιαντζίν (Κίνα), πόλεις που υφίστανται ήδη ζημιές σε υποδομές και συχνές πλημμύρες.

Πλωτές πόλεις, το μέλλον;

Σε μια γαλαζοπράσινη λιμνοθάλασσα, μόλις 10 λεπτά με πλοίο από το Μάλε, την πρωτεύουσα των Μαλδίβων, κατασκευάζεται τα τελευταία χρόνια μια πλωτή πόλη, αρκετά μεγάλη για να φιλοξενήσει 20.000 ανθρώπους.

Η πόλη θα αποτελείται από 5.000 πλωτές μονάδες, συμπεριλαμβανομένων σπιτιών, εστιατορίων, καταστημάτων και σχολείων, με κανάλια που θα διατρέχουν ενδιάμεσα. Οι πρώτες μονάδες θα αποκαλυφθούν αυτόν τον μήνα, ενώ οι κάτοικοι θα αρχίσουν να μετακομίζουν στις αρχές του 2024 και ολόκληρη η πόλη αναμένεται να ολοκληρωθεί το 2027.

Το έργο – μια κοινοπραξία μεταξύ της εταιρείας ανάπτυξης ακινήτων Dutch Docklands και της κυβέρνησης των Μαλδίβων – κατασκευάζεται ως μια πρακτική λύση στη σκληρή πραγματικότητα της ανόδου της στάθμης της θάλασσας.

«Αν μια πόλη επιπλέει, θα μπορούσε κάλλιστα να ανυψωθεί μαζί με τη θάλασσα», σύμφωνα με τον Koen Olthuis, ιδρυτή του Waterstudio, του αρχιτεκτονικού γραφείου που σχεδίασε την πόλη.

«Μπορεί να αποδείξει ότι υπάρχουν οικονομικά προσιτές κατοικίες, μεγάλες κοινότητες και κανονικές πόλεις πάνω στο νερό που είναι επίσης ασφαλείς. Αυτοί (οι κάτοικοι των Μαλδίβων) θα μετατραπούν από κλιματικούς πρόσφυγες σε κλιματικούς καινοτόμους», δήλωσε ο ίδιος στο CNN.

Οι Μαλδίβες – ένα αρχιπέλαγος αποτελούμενο από σχεδόν 1.200 νησιά με χαμηλό υψόμετρο – είναι ένα από τα πιο ευάλωτα έθνη του κόσμου στην κλιματική αλλαγή.

Το 80% της χερσαίας έκτασης βρίσκεται λιγότερο από ένα μέτρο πάνω από το επίπεδο της θάλασσας και με τα επίπεδα να προβλέπεται να αυξηθούν έως και ένα μέτρο μέχρι το τέλος του αιώνα, σχεδόν ολόκληρη η χώρα θα μπορούσε να βυθιστεί.