Δίπλα απ’ το Μουσείο Μπενάκη, στον Κεραμεικό, βρίσκουμε το Παλαιοβιβλιοπωλείο των Αστέγων. Μπορεί να το έχεις ακουστά, μπορεί να έχεις περάσει κι εσύ από εκεί για να προμηθευτείς το επόμενό σου ανάγνωσμα με μόλις 2 ευρώ. ‘Ομως, ο χώρος αυτός, δεν σου δίνει απλά την ευκαιρία να πάρεις το νέο αγαπημένο σου βιβλίο σε συμφέρουσα τιμή. Έδωσε, αρχικά, την ευκαιρία στον κ. Λεωνίδα Κουρσούμη και άλλους τρεις συνανθρώπους μας να ξεφύγουν απ’ την αστεγία και να γυρίσουν τη σελίδα. Πλέον, το Παλαιοβιβλιοπωλείο, δίνει σταθερά δουλειά και σε τρεις εργαζόμενους που απασχολεί, ενώ έχει και σχέδια για επέκταση, τα οποία όμως, για τον έναν ή τον άλλο λόγο, συνεχίζουν να μπαίνουν στον πάγο. Ποια είναι, λοιπόν, τα προβλήματα του Παλαιοβιβλιοπωλείου, και τελικά, παρά τη δημοσιότητα, τα άρθρα και τις συνεντεύξεις, πόση πραγματική βοήθεια έλαβαν οι πρώην άστεγοι της Αθήνας;
Για αυτά και άλλα πολλά, συζήτησα ένα πρωί με τον κ. Κουρσούμη, όταν βρεθήκαμε στο ίδιο τραπέζι, περιτριγυρισμένοι από αναρίθμητες σελίδες, τυπωμένα λόγια και ευλαβική ησυχία.
Η ιδέα του για το Παλαιοβιβλιοπωλείο, προέκυψε σαν ένας φυσικός συλλογισμός, «εύκολα», όπως το χαρακτήρισε και ο ίδιος. «Προέρχομαι, κατά κάποιον τρόπο, από τον χώρο των εκδοτικών οίκων, αφού εργαζόμουν πάνω σε αυτό το κομμάτι για δεκαετίες. Μαζεύαμε, λοιπόν, βιβλία απ’ τους κάδους, την ανακύκλωση και σκεφτήκαμε ότι θα ήταν για εμάς πιο αξιοπρεπές να δημιουργήσουμε το παλαιοβιβλιοπωλείο. Ήταν μια ιδέα που μου ήρθε εύκολα, δηλαδή, στο μυαλό. Επί μήνες, δεν βρίσκαμε χώρο, αλλά κάποιος είδε μια σχετική δημοσίευση ότι αναζητούσαμε έναν, κι έτσι μας παραχώρησε τον συγκεκριμένο, εδώ, στην Πειραιώς».
Η αρχή έγινε με ένα διήμερο μπαζάρ. Αυτή ήταν η αφετηρία, και από ένα διήμερο δρώμενο, τρία χρόνια μετά, το Παλαιοβιβλιοπωλείο των αστέγων βρίσκεται ακόμα εκεί. Στο νούμερο 132 της Πειραιώς, στη μεγάλη βιομηχανική αίθουσα με τους τσιμεντένιους τοίχους και τα ταβάνια που θυμίζουν, στο ύψος, εκκλησία. Σαν έναν άλλο ναό, αυτόν του μεταχειρισμένου βιβλίου, στο οποίο δίνεται μια δεύτερη ευκαιρία, κι αυτό με τη σειρά του, τη δίνει στον κ. Κουρσούμη και σε όλους τους ανθρώπους του Παλαιοβιβλιοπωλείου.
Όμως, όσο ελπιδοφόρο κι αν μοιάζει όλο αυτό το εγχείρημα, γρήγορα ο κ. Κουρσούμης με προσγειώνει στην πραγματικότητα. Στην ερώτησή μου, πότε ανακάλυψε την αγάπη του για τα βιβλία, κάτι που θεωρούσα δεδομένο, αφήνοντας έξω κάθε ρομαντισμό, μου απάντησε: «Δεν ξέρω αν ήταν αγάπη. Θα ήταν και λίγο περίεργος όρος αν τον χρησιμοποιούσα για τη δική μου περίπτωση. Μετά την εφηβεία μου, άρχισα να εργάζομαι σε βιβλιοπωλεία και αργότερα σε εκδοτικούς. Νομίζω δεν ήταν αγάπη. Ήταν, απλά, το επάγγελμα που έκανα».
Αν και ο χώρος αυτός έγινε η στέγη του παλαιοβιβλιοπωλείου, κι εξακολουθεί να είναι, δεν τους δίνει ακόμα τη βαθιά ανάσα της μονιμότητας. «Το γεγονός, ότι αυτή η παραχώρηση είναι προσωρινή, εκτός από το πώς επηρεάζει σε ψυχολογικό επίπεδο-αφού μπορεί ξαφνικά να πρέπει σε έναν μήνα να αδειάσουμε τον χώρο σε περίπτωση που πουληθεί ή νοικιαστεί- είναι και σε πρακτικό και χρηστικό επίπεδο, ένα εμπόδιο, αφού θα θέλαμε να μπορούμε να οργανώσουμε καλύτερα τον χώρο με ράφια. Κάτι, που στην παρούσα φάση δεν μπορούμε να κάνουμε».
Μιλήσαμε, όμως, και για τα σχέδια επέκτασης του βιβλιοπωλείου. Κάτι που έχει ξεκινήσει από το 2019, όμως λόγω της πανδημίας και άλλων παραγόντων, δεν έχει ακόμη πραγματοποιηθεί. «Αντιμετωπίζουμε καθημερινά δύο πολύ βασικά προβλήματα. Ξεκινήσαμε, και συνεχίζουμε, χωρίς κανένα κεφάλαιο. Ούτε χορηγίες έχουμε. Βέβαια, προστέθηκε κι ένα τρίτο πρόβλημα, αυτό της καραντίνας που κράτησε για καιρό κλειστό τον εκθεσιακό μας χώρο. Άρα, παλεύουμε διαρκώς με τα ελάχιστα έσοδα που έχουμε, να ανταποκριθούμε στις υποχρεώσεις μας. Τώρα, από άποψη πραγματικής βοήθειας, δεν μας την έδωσε ποτέ κανείς. Ούτε δημόσιο πρόσωπο ούτε πολιτικό πρόσωπο. Ούτε για δείγμα. Δύο υποσχέσεις μάς δόθηκαν μόνο από πρόσωπα της πολιτικής, και υποσχέσεις έμειναν. Δεν έγινε ποτέ δεύτερη κουβέντα. Ποιοι είναι; Δεν έχει νόημα ούτε καν να τους αναφέρω. Τέτοια είναι η απογοήτευσή μας. Επειδή έδειξαν μεγάλο ενδιαφέρον, είπαν λόγια πολλά, αλλά, τίποτα».
«Θα μπορούσα να συνεχίσω να είμαι άστεγος ή να πουλάω βιβλία στον δρόμο. Αλλά, είπα, αφού έχω περάσει ό,τι έχω περάσει, γιατί να μην το μοιραστώ; Έχω απογοητευτεί, γιατί , σε πρακτικό επίπεδο, ήλπιζα, ότι θα ήταν πιο ζωντανό αυτό το πράγμα. Ότι θα είχαν ενδιαφερθεί να μας βοηθήσουν. Είτε άνθρωποι είτε επιχειρήσεις, να μας δανείσουν. Εμείς δεν θέλουμε χάρισμα. Είναι κανόνας».
Αφού, μας έχουν δει. Γιατί να μην επέμβει το κράτος να πει, έχουμε τον τάδε χώρο, σας τον δίνουμε; Και θα πληρώσουμε».
– Το μέλλον;
Δεν έχουμε ούτε όνειρα ούτε μεγάλες βλέψεις. Μας ενδιαφέρουν δύο πράγματα πολύ βασικά, για την επιβίωση του Παλαιοβιβλιοπωλείου. Το ένα είναι να βρεθεί επιτέλους ένας χώρος, μόνιμος. Να μεταφέρουμε όλα τα βιβλία μας. Και να έχουμε νερό και ηλεκτρικό. Καημό το έχουμε. Γιατί, εδώ, δεν έχουμε κανένα απ’ τα αυτά. Και το δεύτερο, τώρα. Εφόσον βρεθεί αυτός ο χώρος, τον οποίο ούτε να μας τον χαρίσουν θέλουμε ούτε να μας τον παραχωρήσουν, γιατί δεν θέλουμε να εξαρτόμαστε από κανέναν, θα μπορούμε να δίνουμε το μίσθιό του, αφού θα δουλεύουμε πια σε επαγγελματικό επίπεδο. Το σχέδιο είναι να φτιάξουμε ένα eshop. Και, ίσως, σε αυτόν τον χώρο ανοίξουν και άλλες δύο θέσεις εργασίας για ανθρώπους που ήταν ή είναι ακόμα άστεγοι.
– Τα σπάνια ευρήματα και η μουσειακή τους αξία
Έχουν έρθει στα χέρια μας βιβλία που χρονολογούνται και εκατό χρόνια πίσω. Ακόμη, ιδιαίτερη αξία έχουν κι εκείνα που έχουν μέσα αφιερώσεις είτε από συγγραφείς είτε από πρόσωπο σε πρόσωπο. Αποκτούν έναν χαρακτήρα πιο προσωπικό. Έχουμε στα χέρια μας και μεγάλο όγκο από σημειώσεις συγγραφέων, ημερολόγια, φωτογραφίες και σλάιντ. Ελπίζουμε να καταφέρουμε να στήσουμε μια ψηφιακή βιβλιοθήκη και αναγνωστήριο, για να μπορούν όλοι να τα χρησιμοποιούν σε έρευνες ή απλά να τα διαβάζουν.
– Έχει κάποιο βιβλίο απ’ όλα αυτά, κάποια ιδιαίτερη αξία για τον ίδιο;
Ναι. Τρία για την ακρίβεια, τα οποία τα βρήκα. Θα έλεγα ότι σημάδεψαν με μία επιπλέον ταχύτητα την ιδέα του να δημιουργηθεί το βιβλιοπωλείο. Ήταν η πρώτη, συγκεντρωτική έκδοση, του Λυρικού Βίου του Άγγελου Σικελιανού. Ο πρώτος τόμος ήταν του 1946 και οι άλλοι δύο του 1947. Και τους βρήκα στον δρόμο, άκοποι. Δηλαδή, όποιος τα είχε για 70 χρόνια, δεν τα είχε ανοίξει ποτέ.
– Όσο, για το ποια βιβλία θα μας πρότεινε να διαβάσουμε…
Ένα βιβλίο για τη σύγχρονη ιστορία μας, είναι Ο αγαπημένος των Θεών, του Κίτσου Μαλτέζου. Ένα ακόμη πολύ σημαντικό βιβλίο για εμένα, είναι το Κιβώτιο, του Άρη Αλεξάνδρου. Από ποίηση, πάντα προτείνω Σολομό, τον Σεφέρη. Από διηγηματογράφους, τον Παπαδιαμάντη, τον Βιζυηνό. Από τη νέα γενιά, μου αρέσει ο Γιάννης Πατίλης, ο Ευγένιος Αρανίτσης. Υπάρχουν πάρα πολλοί καλοί ποιητές και συγγραφείς.
❈ Αν θέλετε κι εσείς να βοηθήσετε το Παλαιοβιβλιοπωλείο και τους ανθρώπους του, να περνάτε συχνά από την Πειραιώς 132. Επίσης, να έχετε στο ραντάρ σας τον νέο τους χώρο. Μαθαίνουμε ότι μπορεί να ανοίξει εντός των ημερών, κι αυτό μας κάνει πολύ χαρούμενους. Αφού δεν ενδιαφέρονται άλλοι, ας ενδιαφερθούμε εμείς. Είμαστε περισσότεροι.
Παλαιοβιβλιοπωλείο των αστέγων, Πειραιώς 132, Αθήνα
Facebook
Δίπλα απ’ το Μουσείο Μπενάκη, στον Κεραμεικό, βρίσκουμε το Παλαιοβιβλιοπωλείο των Αστέγων. Μπορεί να το έχεις ακουστά, μπορεί να έχεις περάσει κι εσύ από εκεί για να προμηθευτείς το επόμενό σου ανάγνωσμα με μόλις 2 ευρώ. ‘Ομως, ο χώρος αυτός, δεν σου δίνει απλά την ευκαιρία να πάρεις το νέο αγαπημένο σου βιβλίο σε συμφέρουσα τιμή. Έδωσε, αρχικά, την ευκαιρία στον κ. Λεωνίδα Κουρσούμη και άλλους τρεις συνανθρώπους μας να ξεφύγουν απ’ την αστεγία και να γυρίσουν τη σελίδα. Πλέον, το Παλαιοβιβλιοπωλείο, δίνει σταθερά δουλειά και σε τρεις εργαζόμενους που απασχολεί, ενώ έχει και σχέδια για επέκταση, τα οποία όμως, για τον έναν ή τον άλλο λόγο, συνεχίζουν να μπαίνουν στον πάγο. Ποια είναι, λοιπόν, τα προβλήματα του Παλαιοβιβλιοπωλείου, και τελικά, παρά τη δημοσιότητα, τα άρθρα και τις συνεντεύξεις, πόση πραγματική βοήθεια έλαβαν οι πρώην άστεγοι της Αθήνας;
Για αυτά και άλλα πολλά, συζήτησα ένα πρωί με τον κ. Κουρσούμη, όταν βρεθήκαμε στο ίδιο τραπέζι, περιτριγυρισμένοι από αναρίθμητες σελίδες, τυπωμένα λόγια και ευλαβική ησυχία.
Η ιδέα του για το Παλαιοβιβλιοπωλείο, προέκυψε σαν ένας φυσικός συλλογισμός, «εύκολα», όπως το χαρακτήρισε και ο ίδιος. «Προέρχομαι, κατά κάποιον τρόπο, από τον χώρο των εκδοτικών οίκων, αφού εργαζόμουν πάνω σε αυτό το κομμάτι για δεκαετίες. Μαζεύαμε, λοιπόν, βιβλία απ’ τους κάδους, την ανακύκλωση και σκεφτήκαμε ότι θα ήταν για εμάς πιο αξιοπρεπές να δημιουργήσουμε το παλαιοβιβλιοπωλείο. Ήταν μια ιδέα που μου ήρθε εύκολα, δηλαδή, στο μυαλό. Επί μήνες, δεν βρίσκαμε χώρο, αλλά κάποιος είδε μια σχετική δημοσίευση ότι αναζητούσαμε έναν, κι έτσι μας παραχώρησε τον συγκεκριμένο, εδώ, στην Πειραιώς».
Η αρχή έγινε με ένα διήμερο μπαζάρ. Αυτή ήταν η αφετηρία, και από ένα διήμερο δρώμενο, τρία χρόνια μετά, το Παλαιοβιβλιοπωλείο των αστέγων βρίσκεται ακόμα εκεί. Στο νούμερο 132 της Πειραιώς, στη μεγάλη βιομηχανική αίθουσα με τους τσιμεντένιους τοίχους και τα ταβάνια που θυμίζουν, στο ύψος, εκκλησία. Σαν έναν άλλο ναό, αυτόν του μεταχειρισμένου βιβλίου, στο οποίο δίνεται μια δεύτερη ευκαιρία, κι αυτό με τη σειρά του, τη δίνει στον κ. Κουρσούμη και σε όλους τους ανθρώπους του Παλαιοβιβλιοπωλείου.
Όμως, όσο ελπιδοφόρο κι αν μοιάζει όλο αυτό το εγχείρημα, γρήγορα ο κ. Κουρσούμης με προσγειώνει στην πραγματικότητα. Στην ερώτησή μου, πότε ανακάλυψε την αγάπη του για τα βιβλία, κάτι που θεωρούσα δεδομένο, αφήνοντας έξω κάθε ρομαντισμό, μου απάντησε: «Δεν ξέρω αν ήταν αγάπη. Θα ήταν και λίγο περίεργος όρος αν τον χρησιμοποιούσα για τη δική μου περίπτωση. Μετά την εφηβεία μου, άρχισα να εργάζομαι σε βιβλιοπωλεία και αργότερα σε εκδοτικούς. Νομίζω δεν ήταν αγάπη. Ήταν, απλά, το επάγγελμα που έκανα».
Αν και ο χώρος αυτός έγινε η στέγη του παλαιοβιβλιοπωλείου, κι εξακολουθεί να είναι, δεν τους δίνει ακόμα τη βαθιά ανάσα της μονιμότητας. «Το γεγονός, ότι αυτή η παραχώρηση είναι προσωρινή, εκτός από το πώς επηρεάζει σε ψυχολογικό επίπεδο-αφού μπορεί ξαφνικά να πρέπει σε έναν μήνα να αδειάσουμε τον χώρο σε περίπτωση που πουληθεί ή νοικιαστεί- είναι και σε πρακτικό και χρηστικό επίπεδο, ένα εμπόδιο, αφού θα θέλαμε να μπορούμε να οργανώσουμε καλύτερα τον χώρο με ράφια. Κάτι, που στην παρούσα φάση δεν μπορούμε να κάνουμε».
Μιλήσαμε, όμως, και για τα σχέδια επέκτασης του βιβλιοπωλείου. Κάτι που έχει ξεκινήσει από το 2019, όμως λόγω της πανδημίας και άλλων παραγόντων, δεν έχει ακόμη πραγματοποιηθεί. «Αντιμετωπίζουμε καθημερινά δύο πολύ βασικά προβλήματα. Ξεκινήσαμε, και συνεχίζουμε, χωρίς κανένα κεφάλαιο. Ούτε χορηγίες έχουμε. Βέβαια, προστέθηκε κι ένα τρίτο πρόβλημα, αυτό της καραντίνας που κράτησε για καιρό κλειστό τον εκθεσιακό μας χώρο. Άρα, παλεύουμε διαρκώς με τα ελάχιστα έσοδα που έχουμε, να ανταποκριθούμε στις υποχρεώσεις μας. Τώρα, από άποψη πραγματικής βοήθειας, δεν μας την έδωσε ποτέ κανείς. Ούτε δημόσιο πρόσωπο ούτε πολιτικό πρόσωπο. Ούτε για δείγμα. Δύο υποσχέσεις μάς δόθηκαν μόνο από πρόσωπα της πολιτικής, και υποσχέσεις έμειναν. Δεν έγινε ποτέ δεύτερη κουβέντα. Ποιοι είναι; Δεν έχει νόημα ούτε καν να τους αναφέρω. Τέτοια είναι η απογοήτευσή μας. Επειδή έδειξαν μεγάλο ενδιαφέρον, είπαν λόγια πολλά, αλλά, τίποτα».
«Θα μπορούσα να συνεχίσω να είμαι άστεγος ή να πουλάω βιβλία στον δρόμο. Αλλά, είπα, αφού έχω περάσει ό,τι έχω περάσει, γιατί να μην το μοιραστώ; Έχω απογοητευτεί, γιατί , σε πρακτικό επίπεδο, ήλπιζα, ότι θα ήταν πιο ζωντανό αυτό το πράγμα. Ότι θα είχαν ενδιαφερθεί να μας βοηθήσουν. Είτε άνθρωποι είτε επιχειρήσεις, να μας δανείσουν. Εμείς δεν θέλουμε χάρισμα. Είναι κανόνας».
Αφού, μας έχουν δει. Γιατί να μην επέμβει το κράτος να πει, έχουμε τον τάδε χώρο, σας τον δίνουμε; Και θα πληρώσουμε».
– Το μέλλον;
Δεν έχουμε ούτε όνειρα ούτε μεγάλες βλέψεις. Μας ενδιαφέρουν δύο πράγματα πολύ βασικά, για την επιβίωση του Παλαιοβιβλιοπωλείου. Το ένα είναι να βρεθεί επιτέλους ένας χώρος, μόνιμος. Να μεταφέρουμε όλα τα βιβλία μας. Και να έχουμε νερό και ηλεκτρικό. Καημό το έχουμε. Γιατί, εδώ, δεν έχουμε κανένα απ’ τα αυτά. Και το δεύτερο, τώρα. Εφόσον βρεθεί αυτός ο χώρος, τον οποίο ούτε να μας τον χαρίσουν θέλουμε ούτε να μας τον παραχωρήσουν, γιατί δεν θέλουμε να εξαρτόμαστε από κανέναν, θα μπορούμε να δίνουμε το μίσθιό του, αφού θα δουλεύουμε πια σε επαγγελματικό επίπεδο. Το σχέδιο είναι να φτιάξουμε ένα eshop. Και, ίσως, σε αυτόν τον χώρο ανοίξουν και άλλες δύο θέσεις εργασίας για ανθρώπους που ήταν ή είναι ακόμα άστεγοι.
– Τα σπάνια ευρήματα και η μουσειακή τους αξία
Έχουν έρθει στα χέρια μας βιβλία που χρονολογούνται και εκατό χρόνια πίσω. Ακόμη, ιδιαίτερη αξία έχουν κι εκείνα που έχουν μέσα αφιερώσεις είτε από συγγραφείς είτε από πρόσωπο σε πρόσωπο. Αποκτούν έναν χαρακτήρα πιο προσωπικό. Έχουμε στα χέρια μας και μεγάλο όγκο από σημειώσεις συγγραφέων, ημερολόγια, φωτογραφίες και σλάιντ. Ελπίζουμε να καταφέρουμε να στήσουμε μια ψηφιακή βιβλιοθήκη και αναγνωστήριο, για να μπορούν όλοι να τα χρησιμοποιούν σε έρευνες ή απλά να τα διαβάζουν.
– Έχει κάποιο βιβλίο απ’ όλα αυτά, κάποια ιδιαίτερη αξία για τον ίδιο;
Ναι. Τρία για την ακρίβεια, τα οποία τα βρήκα. Θα έλεγα ότι σημάδεψαν με μία επιπλέον ταχύτητα την ιδέα του να δημιουργηθεί το βιβλιοπωλείο. Ήταν η πρώτη, συγκεντρωτική έκδοση, του Λυρικού Βίου του Άγγελου Σικελιανού. Ο πρώτος τόμος ήταν του 1946 και οι άλλοι δύο του 1947. Και τους βρήκα στον δρόμο, άκοποι. Δηλαδή, όποιος τα είχε για 70 χρόνια, δεν τα είχε ανοίξει ποτέ.
– Όσο, για το ποια βιβλία θα μας πρότεινε να διαβάσουμε…
Ένα βιβλίο για τη σύγχρονη ιστορία μας, είναι Ο αγαπημένος των Θεών, του Κίτσου Μαλτέζου. Ένα ακόμη πολύ σημαντικό βιβλίο για εμένα, είναι το Κιβώτιο, του Άρη Αλεξάνδρου. Από ποίηση, πάντα προτείνω Σολομό, τον Σεφέρη. Από διηγηματογράφους, τον Παπαδιαμάντη, τον Βιζυηνό. Από τη νέα γενιά, μου αρέσει ο Γιάννης Πατίλης, ο Ευγένιος Αρανίτσης. Υπάρχουν πάρα πολλοί καλοί ποιητές και συγγραφείς.
❈ Αν θέλετε κι εσείς να βοηθήσετε το Παλαιοβιβλιοπωλείο και τους ανθρώπους του, να περνάτε συχνά από την Πειραιώς 132. Επίσης, να έχετε στο ραντάρ σας τον νέο τους χώρο. Μαθαίνουμε ότι μπορεί να ανοίξει εντός των ημερών, κι αυτό μας κάνει πολύ χαρούμενους. Αφού δεν ενδιαφέρονται άλλοι, ας ενδιαφερθούμε εμείς. Είμαστε περισσότεροι.
Παλαιοβιβλιοπωλείο των αστέγων, Πειραιώς 132, Αθήνα
Facebook