Το ημερολόγιο δείχνει 20 Οκτωβρίου του 1854. Στην αγροτική περιοχή Σάρλβιλ της Γαλλίας, ένα μωρό γεννιέται. Η νοσοκόμα το ακουμπάει για μια τόση δα στιγμή, σε ένα θεόρατο, σε σχέση με το σώμα του, μαξιλάρι ώστε να φέρει τις φασκιές. Όταν επιστρέφει δεν μπορεί να πιστέψει αυτό που βλέπει. Το νεογέννητο μωρό, μπουσουλάει προς την πόρτα αναζητώντας το άγνωστο, έτοιμο από τα γεννοφάσκια του για περιπλανήσεις. Είναι ο Αρθούρος Ρεμπώ.
Αποτέλεσε έναν από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του ρεύματος του συμβολισμού, καθώς επηρεάστηκε σημαντικά από τον ποιητή Σαρλ Μπωντλαίρ. Η γραφή του απομακρύνθηκε από το κλασικό μέτρο της γαλλικής ποίησης του 19ου αιώνα και στράφηκε προς τον ελεύθερο στίχο.Ο συνειρμικός τρόπος γραφής του επέδρασε σημαντικά στους μεταγενέστερους ποιητές και συνέβαλε στην διαμόρφωση του ρεύματος του υπερρεαλισμού. Ο ποιητής έγραφε ποίηση, έχοντας διαμορφωμένο ένα ποιητικό όραμα. Το όραμα του εξέφρασε μέσα από επιστολές του προς άλλους λογίους και ποιητές, όπως ο δάσκαλος του, Ιζαμπάρ, και ο Ντεμενύ. Ο ρόλος τον οποίο προσπαθούσε ο Αρθούρος Ρεμπώ να επιτελέσει ήταν εκείνος του «ποιητή -προφήτη». Ωστόσο, η ικανότητα αυτή αποκτιόταν από τον καλλιτέχνη μέσα από μία διαδικασία προγραμματισμένης απορρύθμισης, η οποία προερχόταν από την κατανάλωση ψυχοτρόπων ουσιών.
Σε ηλικία 20 χρόνων, «ο ποιητής της εξέγερσης, και μάλιστα ο σημαντικότερος απ’ όλους» όπως χαρακτηριστικά έλεγε ο Αλμπέρ Καμύ, εγκατέλειψε την ποίηση. Έλαβε μέρος στην Κομμούνα του Παρισιού, το εξεγερτικό εκτόπισμα της οποίας θα τον σημαδεύει σε όλη την πορεία της ζωής του. Μέχρι τότε, ο ποιητής, δεν έχει αφήσει πιθαμή Γης που να μην επισκέφτηκε καθώς ταξίδεψε σε 13 χώρες, όπου εργάστηκε από παιδαγωγός και ναυτεργάτης μέχρι έμπορος όπλων, εργοστασιακός εργάτης, επαίτης, λιμενεργάτης, μισθοφόρος, ναυτικός, εξερευνητής, έμπορος, λαθρέμπορος όπλων, αργυραμοιβός και, για ορισμένους κατοίκους της νότιας Αβησσυνίας, ως μουσουλμάνος Προφήτης.
Ο Ρεμπώ υπήρξε ένας από τους πρώτους ανοιχτά ομοφυλόφιλους ποιητές της εποχής του, κάνοντας γνωστή την σχέση του με τον ομότεχνο του Πωλ Βερλαίν. Ο Πωλ Βερλαίν τον προσκάλεσε ο ίδιος να μείνει σπίτι του, καθώς γοητεύτηκε βαθιά από την ποιητική του γλώσσα, την οποία και ανακάλυψε μέσα από τα γράμματα που του έστελνε ο έφηβος ακόμα Ρεμπώ με σκοπό την εύρεση στέγης.
Η σχέση τους χαρακτηρίζονταν από πάθος, έρωτα, θαυμασμό, δημιουργία αλλά και από μελανά σημεία, όπως τον πυροβολισμό που δέχτηκε ο Ρεμπώ από τον Πωλ Βερλαίν, σε κατάσταση μέθης, όταν πρώτος ο ίδιος ο Ρεμπώ με ένα σουγιά χάραξε τα χέρια του συντρόφου του στο βωμό του «πειραματισμού».
Ζούσε σε μια άθλια σοφίτα σε ένα κακόφημο μέρος της πόλης. Συχνά κυκλοφορούσε μεθυσμένος, υπό την επήρεια ναρκωτικών και ήταν βίαιος. Έβριζε τους φίλους του, αλλά βασιζόταν σε αυτούς για να τον ξελασπώσουν. Με μωρουδίσιο πρόσωπο και τρομερά ταλαντούχος, αυτός ο ποιητής του έρωτα και του θανάτου είχε μια δική του αίρεση κι ένα αγγελικό χαμόγελο. «Γνωρίζω πολύ καλά αυτά τα πάθη και τις συντριβές», έγραψε ο Αρθούρος Ρεμπώ το 1873, «τις μανίες, τις ακολασίες, την τρέλα».
Όταν έγραψε αυτά τα λόγια, ο μεγάλος Γάλλος ποιητής ζούσε σε ένα σπίτι στο Κάμντεν Τάουν του Λονδίνου. Το σπίτι αυτό βρίσκεται ακόμα εκεί, αν και ερείπιο, και σε μια περιοχή που μόνο ως παρακμιακή μπορεί να χαρακτηριστεί. Δίπλα στην ωεξώπορτα υπάρχει μια μικρή επιγραφή που γράφει: «Εδώ έζησαν από τον Μάιο έως τον Ιούλιο του 1873 οι Γάλλοι ποιητές Πωλ Βερλαίν και Αρθούρος Ρεμπώ». Οι λέξεις όμως δεν μπορούν να αποδώσουν το περιεχόμενο πολυτάραχης ιστορίας που κρύβεται πίσω από αυτούς τους τοίχους.
Ο Αρθούρος Ρεμπώ συνάντησε για πρώτη φορά τον Πωλ Βερλαίν το 1871. Ο Ρεμπώ ήταν 17 ετών, ο Βερλαίν 27. Και οι δύο ήταν ευφυείς, αλλοπρόσαλλοι και απόλυτα αφοσιωμένοι στην αναζήτηση του καινούργιου, στην τέχνη και στη ζωή. Ο Ρεμπώ ήταν ένας νεαρός ποιητής που αναζητούσε έναν προστάτη. Ο Βερλαίν ήταν επίσης ένας ένας νεαρός ποιητής που όμως έψαχνε κάτι να τον συνεπάρει, ένα αντιπερισπασμό – και όχι μόνο από τον άθλιο γάμο του με τη Ματθίλδη -την οποία χτυπούσε τακτικά. Ο κουνιάδος του Βερλαίν περιέγραψε τον Ρεμπώ ως «ένα άθλιο, μοχθηρό, αηδιαστικό, βρωμερό σχολιαρόπαιδο», αλλά ο Βερλαίν τον έβρισκε «εξαίσιο πλάσμα». Δεν φάνηκε να τον ενοχλεί και πολύ το γεγονός ότι ο Ρεμπώ σπάνια πλένονταν, άφηνε περιττώματα κάτω από τα μαξιλάρια των φίλων του και έριχναν θειικό οξύ στο ποτό ενός άλλου- για να μην αναφέρουμε ότι του έκοβε τους καρπούς του με σουγιά και τον μαχαίρωνε στο μηρό. Αλλά μέχρι τότε, ήταν σφόδρα ερωτευμένος μαζί του. Οι δυο τους το έσκασαν στις Βρυξέλλες και στη συνέχεια στο Λονδίνο.
Ο Ρεμπώ ήταν «ενθουσιασμένος και εντυπωσιασμένος» από το Λονδίνο. Ο Βερλαίν ήταν συγκλονισμένος από τους «αδιάκοπους σιδηροδρομικούς σταθμούς πάνω σε θαυμάσιες σιδερένιες γέφυρες» και τους «άξεστους, φωνακλάδες ανθρώπους των δρόμων», αλλά εμπνευσμένος από τις «ατελείωτες αποβάθρες». Η πόλη ήταν, έγραψε, ήταν «σεμνότυφη, αλλά προσέφερε όλα τα βίτσια», και, «μονίμως μεθυσμένη, παρά τους γελοίους λογαριασμούς που πλήρωνες γι’ αυτή τη μέθη». Και οι δύο ποιητές ήταν συνήθως μεθυσμένοι: με μπύρα, τζιν και αψέντι. Το εξαιρετικό σονέτο του Ρεμπώ Φωνήεντα, το οποίο λατρεύτηκε αμέσως από το κοινό, ήταν σαφώς εμπνευσμένο από τα πειράματά του με την «Πράσινη Νεράιδα».
Άλλες φορές, το ποτό τους έκανε λιγότερο παραγωγικούς. Τσακώνονταν σαν γάτες, μερικές φορές με μαχαίρια τυλιγμένα σε πετσέτες. «Μόλις ο ένας από τους δύο μαχαιρωνόταν» σύμφωνα με τον βιογράφο του Ρεμπώ Graham Robb, «έβαζαν τα μαχαίρια στην άκρη και πήγαιναν στην παμπ».
Η σχέση τους τελείωσε με ένα χαστούκι στο πρόσωπο με ένα βρεγμένο ψάρι. Όταν ο Βερλαίν επέστρεψε στο σπίτι μια μέρα με ένα ψάρι και ένα μπουκάλι λάδι, ο Ρεμπώ άρχισε να χασκογέλαει. Εξοργισμένος που τον κορόιδευε, ο Βερλαίν τον χτύπησε με το ψάρι, μετά έφυγε για τις Βρυξέλλες και τον απείλησε ότι θα αυτοκτονήσει. Αφού έβαλε ενέχυρο τα ρούχα του εραστή του, ο Ρεμπώ τον ακολούθησε και, σε ένα ξενοδοχείο των Βρυξελλών, καυγάδισαν για τελευταία φορά. Με το όπλο με το οποίο σκόπευε να αυτοκτονήσει, ο Βερλαίνν πυροβόλησε τον Ρεμπώ στο χέρι. Φυλακίστηκε για δύο χρόνια.
Σε όλο αυτό το διάστημα, ωστόσο, και οι δύο ποιητές παρήγαγαν έργο που θα τους εξασφάλιζε μια θέση στην παγκόσμια λογοτεχνία. Ο Βερλαίν έγραψε ένα μεγάλο μέρος των Ρομάντζων του sans paroles κι ο Ρεμπώ έγραψε πολλά από τα ποιήματα του Illuminations. Το τελευταίο, που χαιρετίστηκε ως αριστούργημα του μοντερνισμού και περιλάμβανε το εξαιρετικό πολυφωνικό πεζό ποίημα «Μια εποχή στην κόλαση». Αυτά δεν ήταν σαφώς ποιήματα που «ξεπέταξε» στην παμπ. Ο Ρεμπώ περνούσε ώρες ατελείωτες τελειοποιώντας το έργο του στη Βρετανική Βιβλιοθήκη. Ήταν, σύμφωνα με τον Robb, «τρομερά πειθαρχημένος».
Αν και ο Αρθούρος Ρεμπώ δεν διακρίθηκε ιδιαίτερα για το ταλέντο του, όσο υπήρξε στη ζωή, η επίδραση που άσκησε στις επόμενες ποιητικές γενιές υπήρξε αδιαμφισβήτητη. Άσκησε σημαντικότατη επιρροή στους Γάλλους υπερρεαλιστές και στους συγγραφείς της «μπητ» γενιάς. Ο Αλμπέρ Καμύ τον περιέγραψε με τον χαρακτηρισμό «ποιητής της εξέγερσης». Ακόμη, ο Χένρυ Μίλλερ, στο βιβλίο του Ο Καιρός των Δολοφόνων, εξέφρασε θαυμασμό τόσο για το έργο του, όσο και για την προσωπικότητά του. Η φιγούρα του ενέπνευσε τους φοιτητές του Μάη του ’68 και διάσημους καλλιτέχνες, όπως ο Μπομπ Ντίλαν, ο Τζιμ Μόρισον, ο Τζον Λένον και η Πάτι Σμιθ. Από την σχέση του Αρθούρου Ρεμπώ με τον Πωλ Βερλαίν, η Ανιέσκα Χόλαντ εμπνεύστηκε την ταινία «Total Eclipse». Στην ταινία, τον ρόλο του ποιητή Ρεμπώ έπαιξε ο Λεονάρντο Ντι Κάπριο. H ταινία προβλήθηκε για πρώτη φορά το 1995.
Στον ελληνικό χώρο, ο Γιώργος Καρράς μαζί με τον Γιάννη Αγγελάκα και άλλους μουσικούς, μελοποίησαν το ποίημα Μια Εποχή Στην Κόλαση στο δίσκο τους «Υπέροχο Τίποτα». Το 1987 ο Θάνος Μικρούτσικος συνέθεσε την όπερα «Μια εποχή στην κόλαση» με απαγγελία του Γιώργου Κιμούλη. Το 2014 παρουσιάστηκε από τον συγγραφέα Αχιλλέα Κούμπο το θεατρικό έργο «Σαρλβίλ». Το έργο κυκλοφόρησε σε βιβλίο ένα χρόνο αργότερα. Η μορφή του ποιητή έμεινε εντυπωμένη ως σύμβολο της επανάστασης και της απελευθέρωσης στην ζωή και την τέχνη. Χαρακτηριστική για την θέση της φιγούρας του στην ελληνική τέχνη είναι η αναφορά του στο τραγούδι που έγραψε ο Άλκης Αλκαίος και ερμήνευσε ο Μίλτος Πασχαλίδης, με τίτλο «Το σαράκι του Ρεμπώ». Η μουσική παράσταση λόγου του Γιώργου Χριστιανάκη «Μια Εποχή Στην Κόλαση», θα παρουσιαστεί για πρώτη φορά στην Αθήνα στις 24 και 25 Οκτωβρίου 2015, στον Κινηματογράφο Τριανόν. Το «Μια Εποχή Στην Κόλαση» του Ρεμπώ, εξαιρετικά επίκαιρο μέσα στην ταραχή των καιρών μας, είναι ένα από τα έργα της παγκόσμιας ανθρώπινης δημιουργίας που αξίζουν πραγματικά τον προσδιορισμό «διαχρονικό», αφήνοντας μια ποιητική παρακαταθήκη στους ρομαντικούς όλου του κόσμου: «Ο έρωτας μ’ έχει, ο αψύς, βαθιά, μεθυστικά ναρκώσει, Ω! ας έσπαζε η καρίνα μου! Ω! στο βυθό ας κυλούσα!».