Κλιματική αλλαγή, υπερθέρμανση του πλανήτη, ακραία καιρικά φαινόμενα. Τα τελευταία χρόνια οι θεματικές αυτές μας απασχολούν πιο έντονα από ποτέ.
Οι πλημμύρες, οι πυρκαγιές και τα κύματα καύσωνα που πλήττουν κάθε γωνιά του πλανήτη αλλάζοντας τη μορφολογία του και προκαλώντας μαζικές μεταναστεύσεις καθώς οι συνθήκες πλέον δεν είναι βιώσιμες, έχουν απασχολήσει για χρόνια την επιστημονική κοινότητα.
Ποιός όμως ανακάλυψε όμως πρώτη φορά την ιδέα της κλιματικής αλλαγής; Πώς δημιουργήθηκε η έννοια της υπερθέρμανσης του πλανήτη και της ανάμειξης της ανθρώπινης δραστηριότητας σε αυτό;
Παγιδευμένη θερμότητα στη γη
Ο Jean-Baptiste Joseph Fourier (21 Μαρτίου 1768 – 16 Μαΐου 1830) σπούδασε με σπουδαίους μαθηματικούς όπως ο Lagrange και ο Laplace στο École normale supérieure και ήταν καθηγητής στο Πολυτεχνείο του Παρισιού. Ο Fourier θεώρησε τη «φύση τη σημαντικότερη πηγή μαθηματικών ανακαλύψεων» και το 1807 δημοσίευσε τα πρώτα του απομνημονεύματα «Περί Διάδοσης της Θερμότητας στα Στερεά», όπου διατύπωσε την εξίσωση θερμότητας.
Ήταν τόσο γοητευμένος από αυτές τις εξισώσεις που διέπουν τη μεταφορά θερμότητας που αποφάσισε να υπολογίσει την ποσότητα της ηλιακής ενέργειας που φτάνει στον πλανήτη μας. Το αποτέλεσμα ήταν απροσδόκητο.
Οι υπολογισμοί του έδειξαν ότι η Γη θα έπρεπε να είναι πολύ πιο κρύα από ό,τι ήταν. Κάτι στην ατμόσφαιρα εμπόδιζε τη θερμότητα να διαφύγει.
Τι θα μπορούσε όμως να είναι; Μεταξύ άλλων, υποστήριξε ότι η Γη διατηρήθηκε ζεστή έχοντας μια ατμόσφαιρα. Αυτή ήταν, αν και ποτέ δεν χρησιμοποίησε τον όρο, η πρώτη άρθρωση της έννοιας του φαινομένου του θερμοκηπίου.
Το διοξείδιο του άνθρακα παγιδέυει τη θερμότητα
To 1859 John Tyndall – Ιρλανδός φυσικός, Μέλος της Βασιλικής Εταιρείας πρόσθεσε λεπτομέρειες στην ιδέα του Fourier για την θερμαινόμενη ατμόσφαιρα.
Συγκεκριμένα, βρήκε στοιχεία που δείχνουν ότι ήταν υδρατμοί και διοξείδιο του άνθρακα που παγίδευαν τη θερμότητα στην ατμόσφαιρα.
Στο τέλος του αιώνα, ήταν ο Svante Arrhenius – Σουηδός φυσικός, χημικός και βραβευμένος με Νόμπελ, που συνέθεσε την ιστορία.
Υποστήριξε ότι εάν οι ποσότητες ανθρακικού οξέος – ή CO2 – στην ατμόσφαιρα έπεφταν κατά το ήμισυ της τρέχουσας ποσότητας, τότε η θερμοκρασία της επιφάνειας της Γης θα μειωνόταν κατά 4 βαθμούς. Αντίστροφα, αν η συγκέντρωση διπλασιαζόταν, τότε θα ζεσταινόταν κατά τέσσερις βαθμούς.
Ο Arrhenius συνέχισε να προτείνει ότι οι ανθρωπογενείς εκπομπές CO2 από την καύση ορυκτών καυσίμων θα ανέβαζαν την παγκόσμια θερμοκρασία.
Αυτός είναι ο σκελετός του βασικού γεγονότος της κλιματικής αλλαγής:
ότι ο πλανήτης μας διατηρείται ζεστός από τα αέρια του θερμοκηπίου και ότι περισσότερα από αυτά τα αέρια κάνουν τον πλανήτη θερμότερο. Αυτό χρειάστηκε ένα αιώνα για να αποκαλυφθεί.
Πάγοι κάλυπταν τη γη στο παρελθόν
Το 1937, ο Louis Agassiz – Ελβετοαμερικανός βιολόγος, γεωλόγος, παρατήρησε κάτι περίεργο στο τοπίο μας.
Σε αντίθεση με το κυρίαρχο βιβλικό δόγμα εκείνη την εποχή, τα γεωλογικά στοιχεία έδειχναν την ύπαρξη αρχαίων παγετώνων που εκτείνονται σε όλη την Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική. Με άλλα λόγια, το κλίμα ήταν πολύ διαφορετικό στο παρελθόν και κάτι προκάλεσε τη σταδιακή τήξη των πάγων και την μεταστροφή του περιβάλλοντος.
Οι επιστήμονες όπως οι Joseph Fourier, John Tyndall και Svante Arrhenius έθεσαν τις βάσεις για περαιτέρω έρευνα.
Είχαν κατανοήσει πώς οι υδρατμοί στην ατμόσφαιρα της Γης παγίδευαν τη θερμότητα, σημείωσαν ότι το διοξείδιο του άνθρακα στην ατμόσφαιρα απορροφούσε επίσης μεγάλες ποσότητες θερμότητας και υπέθεσαν πώς θα μπορούσε η αύξηση της χρήσης ορυκτών καυσίμων θα μπορούσε να αυξήσει τη θερμοκρασία της Γης και να αλλάξει το κλίμα.
Ωστόσο, αυτοί οι επιστήμονες μίλησαν μόνο για μελλοντικές πιθανότητες.
Υπερθέρμανση του πλανήτη
Το 1938, ένας Βρετανός μηχανικός και ερασιτέχνης μετεωρολόγος Guy Callendar έκανε μια ανακάλυψη βασισμένη στις μέχρι τώρα υποθέσεις για αύξηση της θερμοκρασίας που πυροδότησε μια έντονη συζήτηση για την κλιματική αλλαγή.
Ο Guy Callendar ήταν ο πρώτος που συνέδεσε τις ανθρώπινες δραστηριότητες με την υπερθέρμανση του πλανήτη και έδειξε ότι η υπερθέρμανση ήταν κάτι που συνέβαινε ήδη.
Έδειξε ότι οι θερμοκρασίες της γης είχαν αυξηθεί τον προηγούμενο μισό αιώνα και θεώρησε ότι οι άνθρωποι ανέβαζαν άθελά τους τη θερμοκρασία της Γης καίγοντας ορυκτά καύσιμα σε εργοστάσια και ακόμη και στις αγαπημένες του μοτοσυκλέτες.
Προέβλεψε ότι οι παγκόσμιες θερμοκρασίες θα αυξάνονταν κατά 0,39 βαθμούς Κελσίου μέχρι τον 21ο αιώνα. Η αλήθεια είναι ότι έχουν τριπλασιαστεί σε σχέση με αυτό το ποσό.
Η θεωρία του έγινε ευρέως γνωστή ως «το φαινόμενο Callendar.». Σήμερα, είναι γνωστό ως υπερθέρμανση του πλανήτη.
Η καταστροφή του πλανήτη είχε πλέον επίσημα καταγραφεί. Σχεδόν κανένας όμως δεν ενδιαφέρθηκε.
Μόλις στη δεκαετία του 1970 υπήρξε μία τοποθέτηση της θεματικής στο δημόσιο διάλογο. Αλλά ήταν μόλις στα τέλη της δεκαετίας του 1980 που άρχισε να δίνει πραγματικά προσοχή ο κόσμος.
Όταν αφηγούμαστε την ιστορία της ανακάλυψης της κλιματικής αλλαγής, τείνουμε να αφηγούμαστε την ιστορία πραγματικών, επιστημονικών ανακαλύψεων: την ιστορία του Fourier, του Arrhenius και του Callendar. Αυτή η ιστορία είναι σημαντική, αλλά είναι ανεπαρκής.
Είναι ανεπαρκές γιατί η ανακάλυψη οποιουδήποτε προβλήματος απαιτεί περισσότερα από απλά γεγονότα. Ένα γεγονός –ακόμα και ένα τόσο μεγάλο και ακανθώδες όσο η κλιματική αλλαγή– γίνεται πρόβλημα μόνο όταν συνδέεται με αξίες.
Αυτή η διαδικασία σύνδεσης του γεγονότος με την αξία και τις επιπτώσεις του ήταν ζωτικής σημασίας στην ιστορία της κλιματικής αλλαγής και είναι ζωτικής σημασίας για την εμφάνιση οποιουδήποτε προβλήματος.
Για την κλιματική αλλαγή, πολλοί υποστηρίζουν ότι αυτή η σύνδεση συνέβη το 1988 – με την αυξητική τάση στο γράφημα Ngrams. Εκείνο το έτος, ο James Hansen, διευθυντής του Goddard Institute for Space Studies της NASA κατέθεσε ενώπιον του Κογκρέσου των ΗΠΑ.
Μιλώντας μια πολύ ζεστή καλοκαιρινή μέρα στο Καπιτώλιο, ο Hansen δήλωσε ότι ήταν «99%» βέβαιο ότι βιώνουμε την υπερθέρμανση του πλανήτη και ότι η κατάσταση ήταν αρκετά έντονη ώστε να επηρεάσει την πιθανότητα ακραίων καιρικών φαινομένων.
Ο Hansen έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην τελική εμφάνιση της κλιματικής αλλαγής ως πρόβλημα και όχι απλώς ως γεγονός, και το έκανε συνδέοντάς την με την πραγματικότητα και τις επιτπώσεις που θα έχει στον κόσμο που ζούμε.