Ο Edgar Allan Poe υπήρξε ο εκφραστής ενός ανοίκειου συναισθήματος τρόμου που όμως μόνο ξένο δεν μας φαίνεται, όταν ερχόμαστε σε επαφή με τα βιβλία του. Το όνομα του συγγραφέα, που γεννήθηκε σαν σήμερα, είναι συνυφασμένο στη συλλογική συνείδηση με τον τρόμο που περικλείουν οι σελίδες των βιβλίων του. Ο Αριστοτέλης έγραφε πως η τραγωδία γεννά την κάθαρση, καθώς το κοινό ταυτίζεται με τον καταδικασμένο στη καταστροφή ήρωα. Το θέαμα της αγωνίας και του θανάτου παράγουν ένα συναίσθημα φόβου το οποίο όμως καταπραΰνεται στη σκηνή της θυσίας που εμείς, σαν εξωτερικοί θεατές, παρακολουθούμε: σε ένα συμβολικό επίπεδο ο πρωταγωνιστής του έργου επωμίστηκε το βάρος των μαρτυρίων αντί για εμάς. “Η Μάσκα του Κόκκινου Θανάτου” προσφέρει εξιλέωση, όταν εμείς ως αναγνώστες επιβιώνουμε από τον τρόμο, ανέγγιχτοι από την ανάσα της πανούκλας που κατατρύχει τον πρωταγωνιστή της ιστορίας.
Ο Edgar Allan Poe ήταν ο πρώτος σημαίνων Αμερικανός συγγραφέας που περιέγραψε τη βία με τόσο ενδελεχή τρόπο αποκαλύπτοντας τις ψυχολογικές καταβολές της. Σε ιστορίες όπως η “Μαύρη Γάτα” απεικόνισε τη βαναυσότητα από τη ματιά εκείνου που την προκαλεί, εξιστορώντας την επιθυμία για τη νίκη επί του θανάσιμου αντιπάλου. Ταυτόχρονα, το έργο του αποκαλύπτει το εθνικό υπόβαθρο της βίας ως μοχλός στη γέννηση της χώρας. Η κουλτούρα της βίας εν ονόματι του Θεού η οποία εξασκήθηκε αρχικά ενάντια στους ιθαγενείς της νέας χώρας και εν συνεχεία επί των αφρικανών σκλάβων για να γίνει ένα εγγενές γνώρισμα της νέας αμερικάνικης ταυτότητας διατρανώνεται στην έφεση του Πόε να γράφει για φόνους, μαρτύρια και εκδίκηση.
Η γοητεία του έργου του όμως δεν περιορίζεται στην αίσθηση της βίας, συνυπάρχει με το αίσθημα του παραλόγου. Ο Μισελ Φουκώ στην “Ιστορία της Τρέλας” σημείωνε πως η εμφάνιση της τρέλας στη σύγχρονη τέχνη συνιστά μια κρίση πάνω στον παραλογισμό της ίδιας της νεωτερικότητας. Στο “Η Πτώση του Οίκου των Άσερ”, Ο Πόε σκιαγραφεί τον σύγχρονο κόσμο ως κάτι που έχει απολέσει την ανθρώπινή του διάσταση και έχει εκπέσει σε ένα αλλόκοτο βασίλειο.Το βιβλίο συνιστά στην πραγματικότητα μια αλληγορία του χαώδους νου όπου το σπίτι είναι η έδρα του παραλογισμού και η καταστροφή του αναλογεί στην ψυχική ατομική αποσύνθεση.
Ο David Riesman στο “Μοναχικό Πλήθος” περιέγραψε την αποξένωση της μοντέρνας αστικής ζωής και την έφεση του σύγχρονου ανθρώπου προς τη μοναχικότητα, αυτή η αίσθηση της εντεινόμενης αποξένωσης είναι εμφανής στα έργα του Πόε. Οι ήρωές του απέχουν από τη συμμετοχή στο κοινωνικό γίγνεσθαι σε μια αφήγηση που δεν εγγράφεται αποκλειστικά στην επιρροή των γοτθικών προτύπων, αλλά αποτυπώνει κυρίως στις τεκτονικές κοινωνικοοικονομικές αλλαγές του νεοαναδυόμενου καπιταλισμού.
Σαν κάτοικος της Φιλαδέλφειας και της Νέας Υόρκης ο συγγραφέας γοητεύτηκε από την ραγδαία ανάπτυξη των σύγχρονων αστικών βιομηχανικών πόλεων και των συνεπειών της αστικής ανάπτυξης. Στην ιστορία του “Ο Άνθρωπος του Πλήθους” η πόλη περιγράφεται ένα μέρος αποξένωσης και μοναξιάς. Ο πρωταγωνιστής του ενσαρκώνει την απόλυτη μοναχικότητα, αλλά παραδόξως και τον φόβο της μοναξιάς. Ο Πόε εμφανίζεται σαν προφήτης των σύχρονων μορφών της πόλης σαν ένα επικίνδυνο μέρος όπου το έγκλημα και η απάνθρωπη συμπεριφορά ενεδρεύουν απειλητικά στην επικράτειά της. Μια αίσθηση αποξένωσης του 19ου αιώνα που βρίσκει την αναλογία του στην γιγάντωση του διαδικτύου του 21ου αιώνα και των δικτύων μοναξιάς που επισφράγισε με το θρίαμβό του στη σύγχρονη καθημερινότητα.
Ο Πόε καταφέρνει ακόμα να μεταδώσει την πνευματική αβεβαιότητα του 19ου αιώνα και των ραγδαίων αλλαγών που επέφεραν οι επιστημονικές εξελίξεις στο θρησκευτικό συναίθημα. Ενώ αρχικά, στο πρώιμο ποίημά του “Σοννέτο στην Επιστήμη” κρούει τον κώδωνα του κινδύνου της εισβολής της επιστημονικής φαντασίας στον τομέα του φανταστικού, ο Πόε εν συνεχεία γοητεύεται από την αστρονομία και τις φυσικές επιστήμες. Η σύνδεση του εικοστού αιώνα του Πόε με τη σκοτεινή πλευρά της φαντασίας, όμως, δεν έρχεται χωρίς μια μορφή απόδρασης στη φαντασία. Στο “Unparalleled Adventure” απεικονίζεται ένα φανταστικό ταξίδι με το μπαλόνι προς το φεγγάρι. Το έργο του Πόε, χωρίς αμφιβολία, προεικονίζει την ανεξάντλητη επιστημονική φαντασία του Ιούλιου Βερν και του Wells: ενός μελλοντικού κόσμου ταυτόσημου με τις τεχνολογικές εξελίξεις και τα θαύματα που κυοφορούν.
Την ίδια ώρα το έργο του έρχεται επίσης αντιμέτωπο με τις συνέπειες ενός απομαγευμένου από υπερβατικατότητα φυσικού κόσμου. Ο αφηγητής στο “Κοράκι” αναρωτιέται αν υπάρχει πνευματική σωτηρία ή μετά θάνατον ζωή και εκφράζει τα καίρια ερωτήματα της εποχής του. Η Sarah Helen Whitman έγραφε πως η γραφή του αντηχούσε τα βάθη της αβύσσου. Στην αφήγηση του Άρθουρ Γκόρντον Πιμ από το Ναντάκετ ο θάνατος απεικονίζεται ως ένα θέαμα ορφανό από μεταφυσική σωτηρία, μια κατάσταση αποσύνθεσης χωρίς προοπτική υπέρβασης.
Οι ιστορίες του Πόε για τον θάνατο αφουγκράζονται την αγωνία της εποχής που θα εκφραστεί στην μελλοντική εύγλωττη απόφανση του Νίτσε πως ο Θεός είναι νεκρός. Στα έργα του Κάφκα και του Σαρτ ο αναγνώστης εξοικειώνεται με το μαύρο κενό που καθορίζει τη σύγχρονη ύπαρξη. Ο Μαρκ Τουέιν στο «Ο μυστηριώδης ξένος» έγραφε πως δεν υπάρχει ούτε Θεός, ούτε επίγεια ζωή, ούτε κόλαση ούτε παράδεισος. Τίποτα δεν υπάρχει παρά εσύ, και εσύ είσαι μια σκέψη» απαντώντας στην αμφιβολία του Πόε «αν αυτή είναι η ζωή, είναι όνειρο μέσα σε ένα όνειρο».