Τη νύχτα πριν από την παραμονή των Χριστουγέννων του 1888 στη γαλλική πόλη Arles, ο διάσημος Ολλανδός ζωγράφος Vincent Van Gogh πήρε το ξυράφι που είχε στο μικρό του κομοδίνο και έκοψε το λοβό του αριστερού του αυτιού.
Οι ακριβείς λόγοι πίσω από αυτή την αδιανόητη πράξη αυτοακρωτηριασμού παραμένουν υπό συζήτηση μέχρι και σήμερα – πολλοί την αποδίδουν σε κατάθλιψη, σεξουαλική απογοήτευση, δηλητηρίαση από αψέντι ή τοξικές μπογιές, που συνήθιζε να τρώει από το σωληνάριο, και διπολική διαταραχή. Δεν υπάρχει ομοφωνία. Είναι γνωστό πως ο καλλιτέχνης υπέφερε από ψυχωτικά επεισόδια και παραληρητικές ιδέες, καθώς και ότι το περιστατικό συνέβη μετά από έναν καβγά που είχε με τον ζωγράφο Paul Gaugin.
Ο Gaugin είχε φτάσει στην Arles λίγο νωρίτερα εκείνη τη χρονιά. Υποχρεώθηκε να συναντήσει τον Van Gogh από τον αδελφό του ζωγράφου Theo, έναν έμπορο τέχνης, ο οποίος είχε υποσχεθεί στον Gaugin να αγοράσει αρκετούς από τους πίνακές του αν επισκεπτόταν τον αδελφό του. Έκτοτε, οι δυο τους συχνά ζωγράφιζαν μαζί και ενίοτε έμπλεκαν σε φλογερούς καβγάδες.
Το βράδυ της 23ης Δεκεμβρίου, ο Van Gogh και ο Gaugin, οι οποίοι είχαν βγει για ποτό, διαπληκτίστηκαν έντονα. Αμέσως μετά ακολούθησε ο αυτοακρωτηριασμός του ολλανδού ζωγράφου. Ο Van Gogh τύλιξε το λοβό του αυτιού του και στη συνέχεια πήγε στον αγαπημένο του οίκο ανοχής για να το προσφέρει σε μια 17χρονη καθαρίστρια που εργαζόταν εκεί, μια γυναίκα με το όνομα Gabrielle ή Gaby.
Ο Van Gogh οδηγήθηκε αμέσως σε ένα άσυλο στην Arles, όπου και παρέμεινε για αρκετές εβδομάδες πριν φύγει και δημιουργήσει μερικά από τα πιο διάσημα έργα του τα επόμενα χρόνια, όπως το «Αυτοπροσωπογραφία με δεμένο αυτί και πίπα» (1889), «Η έναστρη νύχτα» (1889) και «Θλιμμένος γέρος (Στην πύλη της αιωνιότητας)» (1890).
Αυτή ήταν μια ξέφρενη περίοδος δημιουργικής δραστηριότητας για τον ζωγράφο, αλλά και μια περίοδος απομόνωσης και βαθιάς κατάθλιψης.