Μα… κοιτάξτε τον πως βαδίζει! Κόντρα στην κίνηση που περιβάλλοντος χώρου, με τα ακουστικά του να μπαινοβγαίνουν στα αυτιά, με μερικά καινούργια ανέκδοτα στη φαρέτρα, με το βλέμμα ίσια μπροστά, καρφωμένο σε ένα σημείο αόρατο στους άλλους, πέρα από τον ορίζοντα της αντίληψης τους, μακριά από τον κόσμο τους, πάνω από το πνευματικό τους επίπεδο, να τους ξυρίζει το αυτί ακόμη και στέλνοντας τους σε ένα δίσκο της Αλέξιας (το Re-Be του 2010) με την ίδια ευκολία που παρέπεμπε στους Throbbing Gristle, να τους παίρνει το σκαλπ με τις δυο αράδες-απαντήσεις στις τιτλοφορίες, να είναι υπεύθυνος για αυτόν το ρημαδιασμένο «οδηγό αγοράς».

Κοιτάξτε πώς συμπεριφέρεται! Με φαινομενική υπεροψία που δύσκολα διαχωρίζει τη θέση της απ’ την προσβολή, ικανός να σου αρπάξει τα παπούτσια που φοράς πριν προλάβεις καν να τους συστηθείς ως γραφιάς, συνακροατής ή ως μουσικός, ένας ξένος ανάμεσα σε φίλους που δεν ξέρουν πως να του απευθυνθούν και που αδυνατούν (ή τεμπελιάζουν) να συνδέσουν τις «δύσληπτες» συνάψεις του με το γεγονός της πραγματικής συγκίνησης που του έδινε το “Strawberry Fields Forever”.

Κοιτάξτε πως γράφει και τι ακούει! Βρείτε τους Ήχους, τα Αθηνοράματα (ευτύχημα και θείο δώρο η συνύπαρξη των Παπαγιώργη, Ζήλου, Ακτσόγλου), τα Ποπ + Ροκ, τα Zoo, ακούστε τα Audio  CDs, ρωτήστε καλύτερα τον Αντώνη Ξαγά και το Θύμιο Νικολόπουλο, τον Πάνο, το Μιχάλη, το Σωτήρη και τον Αντώνη από το Σόλωνος και Μασσαλίας (νυν Καπλανών), το Χάρη από τον Jinx, τα παιδιά από το Vinyl Microstore, ακούστε το “Zealot Ape” των Closer. Δική σας υπόθεση αν παρεμβάλλεται στη συνείδηση σας η φωνή του, ο Ζήλος είναι χρόνια απών κι απομακρυσμένος, η δισκοκριτική δεν πέθανε χθες, οι αμισθί και υποαμοιβόμενοι μουσικογραφιάδες περιφέρονται (περιφερόμαστε) σε αυτό το εκφυλισμένο πάρεργο, ένα επάγγελμα cameo, μηρυκάζοντας, αγκομαχώντας, ματαιοπονώντας, πουλώντας μούρη κάνοντας και καλά εύσχημες σούμες και δημόσιες σχέσεις, αλλά και διασκεδάζοντας ενίοτε εαυτούς κι εντυπώσεις.

(Παρένθεση.

Ο Βύρων Κριτζάς συνομιλεί με τον Αργυρή Ζήλο.

Έχω ακούσει για εσάς να λένε «γράφει εξαιρετικά, αλλά δεν καταλαβαίνω αν είναι καλός ο δίσκος ή όχι». Το έχω ακούσει και από συναδέλφους και από καλλιτέχνες…

Επίτρεψέ μου να διαφωνήσω καθέτως ως προς αυτό. Πρωτ’ απ’ όλα έχω βαθμολογία. Δεύτερον, υποθέτω πως απευθύνομαι σε ανθρώπους που γνωρίζουν ανάγνωση. Ας σκεφτούν όλοι όσοι στο είπανε λοιπόν, κατά πόσο θα ήθελαν να έρθει κάποιος να τους πει: «Πάρτο, είναι καλό ρε μαλάκα». Ή «μην το πάρεις, είναι σκάρτο». Αυτό θέλουνε; Εγώ λέω πέντε πράγματα, θεωρούνται δεδομένα άλλα δεκαπέντε, υπονοούνται άλλα τριάντα και η φαντασία δουλεύει. Ιδίως στις μικρές κριτικές, οι οποίες είναι δεσμευμένες να μην πουν πολλά. Για μένα η μουσικοκριτική είναι μία βάση επικοινωνίας η οποία αν πείσει ότι βασίζεται σε μια γνώση και κυρίως σε ένα γούστο εμπεδωμένο και όχι αυτάρεσκο, οφείλει να προαγάγει την ιδέα ότι η μουσική δεν είναι καταναλωτικό προϊόν.

Κλείνει η παρένθεση).

Και κοιτάξτε πως ζει! Έχει υπάρξει κι αυτός εντός και εκτός της μικρής μας βιοτεχνίας, έχει ράμματα κι η δική του η γούνα, έχει μετανιώσει για μαλακίες που έγραψε, έχει τηλεφωνήματα με μανούρες για τα γραφόμενα που στεναχωρούσαν, ένας σκληρός καταχραστής της φόρμας, μα πιστέψτε τον όταν σας έλεγε πως για «μένα πάντοτε ζητούμενο ήταν, και δεν σου κρύβω ότι εξακολουθεί να είναι σε πολύ μικρότερο βαθμό ασφαλώς, να δημιουργηθεί μια κοινότητα. Μια κοινότητα ανθρώπων οι οποίοι να τα λένε, να μιλάνε, να αισθάνονται ότι έχουν κάτι κοινό να μοιραστούν, μια κοινή αγάπη. Και να επικοινωνούν σε αυτή τη βάση. Δεν το κατάφερα. Και αναρωτιέμαι, γιατί. Δεν έχω βρει απάντηση. Κι έχω παραιτηθεί από την ελπίδα. Όχι όμως και από την επιθυμία».

Τον είχα κατά νου για ακόμη μια φορά, όταν διάβαζα όλα αυτά για το νέο δίσκο της Rosalía, όταν το παίρνεις πια απόφαση για το ποιος και τι κάνει νιάου-νιάου στα κεραμίδια, όταν διαρκώς επιβεβαιώνεται ο θάνατος των διατυπώσεων και των όρων που τις υπαγορεύουν, ακόμη κι αν σου έχει περάσει η παιδική ανέφικτη πετριά του να γράφεις σαν το Ζήλο (αν την είχες ποτέ, αντί να την υποτιμάς, ας έστρωνες κι εσύ τον κώλο σου να διαβάζεις ένα βιβλίο την ημέρα). «Ας θάβουμε και κανένα ‘αριστούργημα’ που και που, δεν κάνει κακό» που έγραψε κι ο Καραμπεάζης, με αφορμή το θάνατο του Ζήλου, για να συμπληρώσει το «συστηματικά, συγκροτημένα και με γνώση τους τάραζε τα ιερά και τα όσια, αντιπροτείνοντας σοβαρές ακροάσεις που ενίοτε έμοιαζαν να έρχονται από το πουθενά και να απευθύνονται στον κανένα, αλλά μόνο έτσι δεν ήταν».

Εν τω μεταξύ ο Αργύρης, μόνος, μας γυρνά για τα καλά πια την πλάτη και μας αφήνει να βράσουμε σε εικασίες πιο ανούσιες κι από το debate Πετρίδης vs. Ζήλος παρά ποτέ. Και είμαι σίγουρος πως, αυτήν τη φορά, πράγματι χαμογελά. Έχει έτοιμο ανέκδοτο για τον Άγιο Πέτρο, ίσως κι αυτό με τον Κατσαρό στο σαξόφωνο της παραδεισένιας μπάντας που ξέρω και λογικά θυμάται κι εκείνος από τον Πετρουλάκη…

Υγ. Το παραπάνω κείμενο-υπερβολικό με βεβαιότητα κατά Ζήλο- βασίζεται στον αποχαιρετισμό του Αργύρη Ζήλου στον Miles Davis, από το τεύχος Οκτωβρίου του 1991 του περιοδικού Ήχος & HiFi, και το οποίο θυμήθηκε η Λαμπρινή Θωμά στο Facebook. Σκόρπιες ατάκες, αλλά και αποσπάματα από συνεντεύξεις του στους Αντώνη Ξαγά (MiC) και Βύρωνα Κριτζά (Avopolis) είναι επίσης χωμένες εδώ κι εκεί.

 

 

 

 Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.